Γράφει ο Ανανίας Ραφτόπουλος – Καπουρκατσίδης
Θα παρατηρήσει κανείς ότι το άρθρο αυτό έχει (σχεδόν) τον ίδιο τίτλο με την «άποψη» στο οπισθόφυλλο της Εφ. Συν. της 13ης Φεβρουαρίου. Το γεγονός δεν αποτελεί έλλειψη έμπνευσης ή φαντασίας αλλά εκούσια ενέργεια, μιας και το παρόν κείμενο στοχεύει στην ανάδειξη της αληθινής πατρίδας των νέο-ναζί χρυσαυγιτών αλλά και του πολιτικού αυτού φαινομένου εν γένει.
Στην Εφ. Συν. δηλώνεται ότι η πατρίδα των ναζί είναι η Γερμανία του Γ’ Ράιχ και όχι η αρχαία Ελλάδα, όπως ευαγγελίζονται. Η άποψη αυτή στηρίζεται σε οπτικό υλικό το οποίο καταγράφει τα μέλη της ΧΑ να τραγουδούν ύμνους, συνθήματα και τραγούδια της Βέρμαχτ και των Ες Ες. Αυτοί οι αληθινοί πατριώτες, οι υμνητές των αρετών της αρχαίας Σπάρτης, οι φύλακες της καθαρότητας της εδώ και δύο χιλιετίες αμόλυντης φυλής, που μας λένε τόσο καιρό ψέματα, σήμερα ξεγυμνώνονται και δείχνουν τις πραγματικές τους ρίζες.
Σαφώς, η αγάπη των νέο-ναζί για το Γ’ Ράιχ ήταν και είναι γνωστή. Οι συμπάθειες στο πρόσωπο του Χίτλερ, ο άκρατος αντισημιτισμός, ο εθνικισμός και ο συνεπαγόμενος ρατσισμός προς κάθε τι διαφορετικό μας φέρνουν στο μυαλό πολύ πιο έντονα την ναζιστική Γερμανία, παρά κάποια αρχαιοελληνική εικόνα (όπως θα ήταν ίσως καλύτερο σύμφωνα με την αριστερή εφημερίδα;). Η ΧΑ δεν τείνει απλώς προς την ναζιστική ιδεολογία αλλά ταυτίζεται με αυτήν εξ ολοκλήρου. Κανείς δεν πέφτει από τα σύννεφα, συνεπώς, από τις οπτικοακουστικές «αποκαλύψεις» της Εφ. Συν.
Βέβαια, η αντίληψη ότι η αληθινή πατρίδα των ναζί δεν είναι η Ελλάδα αλλά η ναζιστική Γερμανία, όσο προφανής κι αν είναι, δημιουργεί και πάλι προβλήματα.
Το πρώτο πρόβλημα είναι το εξής: αν πατρίδα τους ήταν όντως η Ελλάδα θα ήταν καλύτερα; Πράγματι, η παραπάνω απορία δημιουργείται εύκολα καθώς, από την διατύπωση και της Εφ. Συν. και ενός σημαντικού μέρους της κοινωνίας, η ΧΑ με αυτές τις πρακτικές συμπεριφέρεται προσβλητικά στο ελληνικό έθνος και στα σύμβολά του, τη σημαία για παράδειγμα, που τραγουδώντας την χαρακτηρίζουν «κουρέλι που πρέπει να καεί» στον βωμό του Γ’ Ράιχ. Με τον τρόπο αυτό, λοιπόν, καταδικάζεται, πρώτα-πρώτα, η νέο-ναζιστική οργάνωση όχι για την βία και την ρητορική μίσους, αλλά για την ασέβειά της προς το ελληνικό έθνος που θα έπρεπε να είναι η πατρίδα των μελών της.
Το δεύτερο πρόβλημα βρίσκεται στο άλλο σκέλος της αντίληψης, στην ίδια την αναζήτηση μιας πατρίδας με τους όρους που αυτή πραγματοποιείται. Η προσπάθεια αυτή πιθανώς να έχει στόχο την αιτιολόγηση των συμπεριφορών, των λόγων ή και της ίδιας της ύπαρξης του νέο-ναζιστικού κόμματος και της ιδεολογίας του. Με την τοποθέτηση όμως της ΧΑ στη ναζιστική Γερμανία δεν μπορεί να εξηγηθούν παρά μόνο κάποιες συμβολικές ενέργειες των ατόμων που την απαρτίζουν αλλά και οι μέθοδοι που χρησιμοποιούνται ώστε να πετύχουν τους στόχους τους. Οι στόχοι αυτοί, η προέλευσή τους αλλά και η ουσία της ύπαρξής του ίδιου του κόμματος δεν μπορούν να προκύψουν όμως από εθνικιστικές ταυτίσεις, οι οποίες μάλιστα αποτελούν, στην προκειμένη, ναζιστική πρακτική.
Για να λυθούν τα παραπάνω προβλήματα είναι απαραίτητη μία συνολική αλλαγή της αντίληψης περί προέλευσης και πατρίδας. Η προσπάθεια οφείλει να εμβαθύνει σε κοινωνικές και οικονομικές αιτίες του φαινομένου, που δεν περιορίζονται στα στενά χωρικά όρια ενός έθνους ή κράτους, αλλά βρίσκονται ριζωμένες στην ίδια την πραγματικότητα, ως αντικειμενικές και δεδομένες συνθήκες. Η ίδια η φύση του εγχειρήματος το καθιστά δύσκολο και χρονοβόρο, αδύνατο να περιγραφεί επαρκώς σε μία στήλη εφημερίδας ή ένα διαδικτυακό άρθρο. Εάν θα μπορούσε να συνοψισθεί σε δύο παραγράφους τότε αυτές θα προσπαθούσαν να ρίξουν φως σε δύο επιμέρους πτυχές του, μια κοινωνικο-πολιτική και μία οικονομική, με έντονα πολιτικά χαρακτηριστικά η τελευταία.
Στην πρώτη τοποθετείται ο εθνικισμός. Για την ακρίβεια, πρόκειται για μία στενή και κλειστή αντίληψη του έθνους, του οποίου το σκληρό περίβλημα εμποδίζει την εισχώρηση σε αυτό άλλων, «ξένων» στοιχείων. Η αναγωγή των εθνών σε μία διαχρονικά αναπόδραστη πραγματικότητα, η παγίωση των εθνών-κρατών, η προσήλωση στα οποία έχει αποδειχθεί εξαιρετικά επικίνδυνη, αποτελεί μία βαθιά ρίζα, η οποία στηρίζει το δέντρο του νέο-ναζισμού. Ο ρατσισμός και ο αντισημιτισμός αποτελούν τριχίδια της ρίζας αυτής. Από την μία, είναι θέσφατο ότι σε ένα ομοιογενές, κλειστό έθνος, ο διαφορετικός, ο ξένος, ο άλλος θα αποτελεί πηγή φόβου, θα αντιμετωπίζεται ως εισβολέας, παρείσακτος, ως απειλή. Από την άλλη, η μόνη προσήλωση των εβραίων για τους νέο-ναζί είναι στο χρήμα, δεν είναι πατριώτες, δεν ανήκουν στο έθνος. Όλα αυτά είναι διάχυτα στην ιστορική αλλά και την σύγχρονη εμπειρία, στον πολιτικό λόγο αλλά και στις πρακτικές των νέο-ναζί της ΧΑ. Η εναντίωση τους σε κάθε άνθρωπο, διαφορετικό από ένα φαντασιακό ελληνικό πρότυπο, στους πρόσφυγες πολέμου και στους μετανάστες από την Μέση Ανατολή, αλλά και η αντισημιτική ρητορική τους συνηγορούν στην αλήθεια των παραπάνω.
Η δεύτερη, οικονομική πηγή του φαινομένου είναι ο καπιταλισμός και οι κρίσεις τις οποίες αναπόφευκτα εμφανίζει κατά καιρούς. Όπως και κατά την Μεγάλη Ύφεση της δεκαετίας του 1930, έτσι και στην σημερινή παγκόσμια οικονομική κρίση ο φασισμός και ο ναζισμός κάνουν την εμφάνισή τους ως εναλλακτικές διαχείρισης και ενίσχυσης της παρακμάζουσας κρατικής δομής, κάτω από μία «χαρισματική» ηγεσία και για να επιτευχθεί ευημερία. Η ιστορική πραγματικότητα δεν ήταν ακριβώς αυτή. Ο ναζισμός γεννιέται για να χρησιμοποιηθεί από τις παραδοσιακές ελίτ και το πολύ μεγάλο κεφάλαιο ως σωματοφύλακας στην υπηρεσία τους απέναντι στην απειλή της αριστεράς. Μελετώντας κανείς την πορεία και τα χαρακτηριστικά των ακροδεξιών κινημάτων του 20ου αιώνα, τα φασιστικά και ναζιστικά κινήματα της Ιταλίας και της Γερμανίας, την δικτατορία του Ι. Μεταξά, την χούντα των συνταγματαρχών, την άνοδο της ΧΑ, τον Ντόναλντ Τραμπ παρατηρεί αρκετές ομοιότητες. Κυριότερη όλων είναι η προσήλωση των καθεστώτων στην υπηρεσία του μεγάλου κεφαλαίου. Το τελευταίο, σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις έμεινε είτε αλώβητο είτε και ευνοημένο ενώ ταυτόχρονα τα χαμηλότερα στρώματα γνώρισαν πρωτογενείς καταστάσεις καταναγκαστικής εργασία, πενιχρών μισθοδοσιών και καταστολής των κινητοποιήσεων τους.
Καταλήγοντας, στη θέση της αναζήτησης μιας πατρίδας για τους ναζί θα ήταν σκόπιμο να τοποθετηθεί η ανάδειξη της ρίζας του φαινομένου διαχρονικά. Οι επιμέρους πτυχές, τα τριχίδια των ριζών και οι συνέπειές τους μπορούν να εξηγήσουν σε πολύ μεγαλύτερο βάθος την ύπαρξή και τους στόχους του ναζισμού και του νέου ναζισμού, σε αντίθεση με την ανάδειξη της Γερμανικής πατρίδας που περιορίζεται σε πιο συμβολικές ενέργειες. Έτσι, η αληθινή πατρίδα των ναζί δεν προσδιορίζεται χωρικά, ούτε χρονικά, αλλά τοποθετείται σε δύο περίπλοκες πραγματικότητες που ξεπερνούν τον χώρο και τον χρόνο: στο έθνος και στον καπιταλισμό.
Πρώτη δημοσίευση: tetartopress.gr