Της Χριστίνας Πάντζου
Η καταπολέμηση της διαφθοράς έχει γίνει επιτακτικό αίτημα των μαζικότατων κινητοποιήσεων που γνωρίζει η Λατινική Αμερική τα τελευταία χρόνια, αλλά παραμένει χωρίς ιδιαίτερο αντίκρισμα, αφού διεφθαρμένοι συνεχίζουν να κυβερνούν όσο υπηρετούν τα συμφέροντα των ελίτ που τους στηρίζουν, με κορυφαία παραδείγματα τη Βραζιλία και τη Γουατεμάλα.
Οι κυβερνήσεις της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής κωφεύουν και το 62% των πολιτών εκτιμά πως η διαφθορά έχει αυξηθεί στις χώρες τους, σύμφωνα με έκθεση της οργάνωσης Διεθνής Διαφάνεια (ΤΙ).
Η έκθεση με τίτλο «Τα άτομα και η διαφθορά: Λατινική Αμερική και Καραϊβική», που έγινε με τη συμμετοχή 22.000 πολιτών από 20 χώρες της περιοχής, κατέδειξε πως οι πολίτες έχουν χάσει την εμπιστοσύνη τους σε ένα σύστημα που δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να αναπαράγει τη διαπλοκή και τη διαφθορά.
Ενα 53% θεωρεί πως οι κυβερνήσεις τους δεν έχουν να επιδείξουν κάτι αποτελεσματικό στη μάχη κατά της διαφθοράς.
Η καταρράκωση των θεσμών καταδεικνύεται και από το γεγονός ότι το 47% θεωρεί ότι όλοι ή η πλειονότητα των πολιτικών και των αστυνομικών είναι διεφθαρμένοι.
Τα μεγαλύτερα ποσοστά σε σχέση με την απαξίωση της αστυνομίας απαντούν στη Βενεζουέλα όπου το 73% πιστεύει πως είναι διεφθαρμένη, ενώ την πρωτιά στην περιφρόνηση των πολιτικών κατέχει η Παραγουάη με το 69% να θεωρεί διεφθαρμένους τους πολιτικούς.
«Λάδωμα» παντού
«Οι κάτοικοι της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής εξαπατώνται από τις κυβερνήσεις τους, τους πολιτικούς τους, τους ηγέτες του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα. Η υπόθεση Lavo Jato (δικαστική έρευνα για σκάνδαλα στη Βραζιλία, η οποία αποκάλυψε πως η κατασκευαστική Odebrecht δωροδοκούσε πολιτικούς πολλών λατινοαμερικανικών κρατών) προκάλεσε τεράστιο αντίκτυπο στην περιοχή και έδειξε ότι η διαφθορά είναι ευρύτατα διαδεδομένη. Οι δωροδοκίες αποτελούν μέσο πλουτισμού των λίγων και ένα τεράστιο εμπόδιο για να μπορούν να έχουν πρόσβαση σε βασικές δημόσιες υπηρεσίες οι πολίτες, ιδίως όσοι ανήκουν στις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού», δήλωσε ο Χοσέ Ουγκάς, πρόεδρος της ΤΙ.
Σύμφωνα με την έκθεση, το 29% των πολιτών που τους τελευταίους δώδεκα μήνες χρησιμοποίησαν έξι βασικές δημόσιες υπηρεσίες (σχολεία, νοσοκομεία, έκδοση διοικητικών εγγράφων, δικαστήρια, αστυνομία και άλλες δημόσιες υπηρεσίες) χρειάστηκε να πληρώσει «μίζες», «φακελάκια» και «γρηγορόσημα» προκειμένου να μπορέσει να διευθετήσει τις υποθέσεις του.
Ενα ποσοστό που ισοδυναμεί με περίπου 90 εκατομμύρια πολίτες σε αυτές τις 20 χώρες.
Το Μεξικό κατέχει την πρωτιά στις δωροδοκίες με ποσοστό 51% των πολιτών να αναγκάζεται να πληρώνει για να έχει πρόσβαση σε κάποια από αυτές τις δημόσιες υπηρεσίες, ακολουθούμενο από τη Δομινικανή Δημοκρατία με 46% και το Περού με 39%.
Η πλειονότητα αυτού του μαύρου χρήματος (20%) δίνεται για την πρόσβαση στην ιατρική περίθαλψη.
Επονται η πρόσβαση στην παιδεία και στη δικαιοσύνη. Η Ονδούρα κατέχει το υψηλότερο ποσοστό στην περιοχή σε μίζες που ζητούνται από τους πολίτες για να προχωρήσει μια υπόθεση στη δικαιοσύνη: 56%.
Το σύστημα όχι μόνο δεν θέλει να καταπολεμήσει το πρόβλημα, αλλά με τους πανίσχυρους μηχανισμούς που διαθέτει φροντίζει να κάνει να σωπάσουν όσοι τολμούν να αποκαλύψουν τα πλοκάμια του.
Σχεδόν ο ένας στους τρεις (28%) που κατάγγειλε κάποιο περιστατικό εξαναγκασμού σε δωροδοκία όχι μόνο δεν είδε να τιμωρούνται οι διεφθαρμένοι, αλλά είχε συνέπειες και γνώρισε αντίποινα κάθε είδους. Και αυτό εξηγεί γιατί μόνο το 9% όσων είχαν ανάλογες εμπειρίες προχωρά σε επίσημη καταγγελία.
Αλλαγή από τα κάτω
Αν κάτι αισιόδοξο προκύπτει από αυτή την κατά τα άλλα δυσοίωνη έκθεση είναι το γεγονός ότι η πλειοψηφία των συμμετεχόντων (το 70%) πιστεύει πως οι πολίτες με τη δράση και τις κινητοποιήσεις τους μπορούν να παίξουν καταλυτικό ρόλο στη μάχη κατά της διαφθοράς και μπορούν να φέρουν αλλαγές, ένα ποσοστό που στη Βραζιλία φτάνει στο 83%.
Εστω και αν δεν εισακούεται από τις κυβερνήσεις η απαίτηση να είναι διάφανοι και υπόλογοι απέναντι στην κοινωνία όλοι οι θεσμοί, οι πολίτες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής δηλώνουν πως θα συνεχίσουν τη μάχη όσο άνιση κι αν είναι.