του Αλέξανδρου Β. Μεϊκόπουλου*
Η ουρά που σχηματίζεται στα διόδια περιμετρικά της Αθήνας κατά την έναρξη ή την λήξη τριημέρου, μου υπενθυμίζει διαρκώς την τάση του ανθρώπου να αντιστέκεται στην αλλαγή. Τα τελευταία χρόνια, οι εταιρείες που διαχειρίζονται τα διόδια έχουν επιτρέψει στους οδηγούς να εξυπηρετούνται άμεσα και γρήγορα, μέσα από αυτόματα μηχανήματα. Η συγκεκριμένη λωρίδα έχει πάντοτε λιγότερα αυτοκίνητα από εκείνες με την μπλε ταμπέλα και τον συμβολισμό του ταμία. Αυτό είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, ότι η ανθρώπινη φύση ‘’αποθηκεύει’’ συγκεκριμένες διαδικασίες και αισθάνεται άνετα μόνο όταν επαναλαμβάνει δοκιμασμένες λύσεις, ακόμη και αν αυτό κοστίζει περισσότερο σε χρόνο ή χρήμα. Η τάση αυτή του ανθρώπινου νου, έχει αναλυθεί από ειδικούς ως resistance to change.
Οι Έλληνες αποχαιρετούν την έκτακτη κατάσταση της πανδημίας, έχοντας απέναντι τους μία δυστοπική εικόνα προνομιακής μεταχείρισης για τα ανώτερα ταξικά στρώματα, πληγωμένα ακόμα και θεμελιώδη δικαιώματα των εργαζομένων, αβεβαιότητα για το μέλλον και θολό τοπίο για τους νέους που αποφάσισαν να παραμείνουν στην χώρα τους. Ειδικότερα οι νέοι, καλούνται να αυξήσουν τα προσόντα τους, να ‘’γεμίσουν’’ τα βιογραφικά τους, να αποδεχτούν κακοπληρωμένες (ακόμη και σε ρεπό) δουλειές και να εξακολουθούν να μένουν στο σπίτι των γονέων τους, αδυνατώντας να σχεδιάσουν την δική τους οικογένεια σε ιδιόκτητο σπίτι.
Το σχέδιο της έκθεσης Πισσαρίδη, παρά τις θετικές του επισημάνσεις, απέχει παρασάγγας από αυτό που χρειάζονται οι ιθύνοντες της ελληνικής οικονομίας. Δηλαδή, φρέσκες ιδέες, με αξιοκρατικό χαρακτήρα, αποτελεσματικούς τρόπους υλοποίησης με κύριο στόχο την εξέλιξη του κοινωνικοοικονομικού μοντέλου.
Εξηγούμαι, οι δράσεις τόσο της έκθεσης του κ. καθηγητή όσο και του ελληνικού προγράμματος με στόχευση την μείωση των ανισοτήτων (διαγενεακές, περιφερειακές, ψηφιακές, πράσινες) είναι μηδαμινές. Επιπρόσθετα, απουσιάζουν εκείνες οι μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα εξασφαλίζουν την διάχυση του αναπτυξιακού οφέλους στο σύνολο της κοινωνίας, αλλά και οι κρίσιμες κατευθύνσεις οι οποίες θα καθιστούν την δίκαιη πράσινη ανάπτυξη και την κοινωνική ευημερία χωρίς αποκλεισμούς έννοιες συμπληρωματικές.
Οι ευρωπαϊκοί πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης, αποτελούν όχημα για τον μετασχηματισμό της πληγωμένης μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, στην πραγματικότητα όμως οι γνωστοί κρατικοδίαιτοι θα λάβουν την μερίδα του λέοντος καθώς το ελληνικό Σχέδιο Ανάκαμψης έχει σχεδιαστεί αποκλειστικά από τους ίδιους, χωρίς καμία διαβούλευση με κοινωνικούς εκπροσώπους.
Κάθε μεγάλη κρίση, αποτελεί ταυτόχρονα απειλή αλλά και ευκαιρία για εξέλιξη. Μετά από μια μακρά περίοδο δοκιμασίας, η ελληνική επιχείρηση χρειάζεται τα απαραίτητα εφόδια ώστε να προσαρμοστεί στις σύγχρονες ανάγκες της παγκοσμιοποίησης, της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και της ψηφιακής παντοκρατορίας. Οι πόροι του Ταμείου απαιτείται να διαμοιραστούν με τέτοιο τρόπο, ώστε να αποτελέσουν την πλάκα θεμελίωσης, πάνω στην οποία θα οικοδομήσει η κάθε μικρή ή μεσαία βιώσιμη ελληνική επιχείρηση το σχέδιο της, με στόχο να προσαρμοστεί στις νέες ανάγκες για τεχνολογική, λειτουργική, οργανωτική πρόοδο.
Η κρατική στήριξη, η δίκαιη ανάπτυξη χωρίς αποκλεισμούς, η αξιοκρατία και το σταθερό οικονομικό περιβάλλον αποτελούν το βασικό συστατικό ώστε οι παραδοσιακές (πολλές φορές οικογενειακές) επιχειρήσεις να επιχειρήσουν, αρχικά, και να πραγματοποιήσου, αφετέρου, το αναγκαίο βήμα προς τα εμπρός.
Η ψηφιακή μετάβαση, η καινοτομία και η ισχυροποίηση της θέσης στην αγορά είναι τα σημεία εκείνα που αποτελούν το διαβατήριο για την αποταμίευση των ευρωπαϊκών πόρων, αλλά και την επιβίωση της μικρομεσαίας επιχείρησης, συνεπώς οι παλιές κακές συνήθειες των υπερτιμολογήσεων και των εξυπνακήδων που απολάμβαναν την ασφάλεια του ελληνικού lobbying οφείλουν να αποτελέσουν παρελθόν.
Η επιβίωση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας, η μείωση της ανεργίας, η βελτίωση των συνθηκών εργασίας αλλά και η εμπιστοσύνη στους νέους επιστήμονες αποτελούν τα συστατικά για την εξέλιξη του μοντέλου ανάπτυξης που προωθείται ευρωπαϊκά.
Αντί, λοιπόν, να μεγεθύνουμε την απόσταση ανάμεσα στις λιγοστές ελληνικές μεγάλες εταιρείες και τις χιλιάδες μικρότερες που έδειξαν ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα, το προηγούμενο διάστημα, πρέπει να βρούμε τρόπους ώστε να αποβάλλουμε τον αντιδραστικό συντηρητισμό, τον μονοπωλιακό ανταγωνισμό και να ενισχύσουμε την κοινωνική δικαιοσύνη, την ισότητα και να κοινωνήσουμε την τεχνογνωσία, τις καλές πρακτικές και φυσικά τους οικονομικούς πόρους προς την κοινωνική πλειοψηφία.
Η ευκαιρία του προγράμματος στήριξης, βρίσκεται ακριβώς πίσω από τις λέξεις με τις οποίες κοινοποιήθηκε στα κράτη μέλη. Βιωσιμότητα, καινοτομία, πράσινη και ψηφιακή μετάβαση. Με την μεγάλη συμμετοχή των πολλών, και διαταράσσοντας την μέχρι σήμερα ισορροπία του ιδιόμορφου ελληνικού καπιταλισμού, με λεηλασία των εθνικών πόρων και αίσθημα ιδιοκτησίας του κράτους, από τις συγκεκριμένες οικογένειες που έχουν εκλεγεί ως διαχειριστές της κατάστασης. Μια ισορροπία όμως που εδώ και πολλά χρόνια ευνοεί συγκεκριμένα συμφέροντα, τα οποία ελέγχουν τα ΜΜΕ, απορροφούν πόρους μέσω των τραπεζών, και εγκαθιστά στρατηγικές που καταργούν την κοινωνική κινητικότητα. Και αυτή ακριβώς είναι η απειλή.
*Πολιτικός Μηχανικός Π.Θ., Μεταπτυχιακός φοιτητής MBA AUEB