Από τον Abraham Gefuropoulos
Μία βάρβαρη εισαγωγή, με μαστίγιο και χωρίς καρότο
Διατάζω, μαστιγώνω, ακρωτηριάζω. Είμαι ένας Φαραώ, ένας Βασιλιάς και Αυτοκράτορας. Δεν γνωρίζω από φιλευσπλαχνία και αλληλεγγύη, δεν διαθέτω ανθρώπινη συνείδηση. Δεν είμαι ανθρωπιστής και ειρηνιστής, είμαι ένας οραματιστής. Οραματίζομαι κολοσσιαίες πυραμίδες που οι κορυφές τους συναντούν τους προγόνους μου στον ουρανό, οικοδομώ υπέρλαμπρα κτίσματα, ανεκτίμητης αξίας. Χρησιμοποιώ ανθρώπινα εργαλεία, με τα δάκρυα και το αίμα τους, χτίζω τον Πολιτισμό μου, αυτόν που θα με δοξάσει στους αιώνες που έρχονται. Υμνήστε με…(κυβερνητική ομιλία μετά το πέρας της οικοδόμησης της Πυραμίδας του Χέοπα το 2560 π.Χ.)
Ο θεσμός της δουλείας δεν είναι ένα σύγχρονο εφεύρημα που ντροπιάζει το ανθρώπινο είδος, ανά την αχαρτογράφητη συμπαντική επικράτεια, αντίθετα οι απαρχές της χάνονται στα βάθη της ιστορίας . Παλαιά όσο και ο ίδιος ο Άνθρωπος, εμφανίζεται κάποια χρονική στιγμή σαν ένα δηλητηριώδες μανιτάρι και από τότε εκφυλίζει ζωές, αξίες και όνειρα στο βωμό του κέρδους, του ‘’πολιτισμού’’ και της δόξας του εκάστοτε μωροφιλόδοξου Βασιλιά.
Για την καταγωγή της, διαθέτουμε πολλές πιθανές ερμηνείες. Υποστηρίζεται ότι αποτέλεσε το επόμενο βήμα στην εξέλιξη του είδους μας, μετά την χρήση του συνανθρώπου μας ως τροφή, μετά δηλαδή την ανθρωποφαγία. Άλλοι πιο ρομαντικοί αμοραλιστές την περιγράφουν ως μία απλή διαδικαστική ανάπτυξη της τεχνικής της παραγωγής ή ως ένα δείκτη εκπολιτισμού, ηθικής εξέλιξης δηλαδή του ανθρώπου, ο οποίος με τη δουλεία αντικατέστησε την εξόντωση του εχθρού του. Βέβαια η φυσική εξόντωση μυριάδων άτυχων δέσμιων, ενός τερατόμορφου συστήματος, η δυστυχία, ο συναισθηματικός- ψυχολογικός εκβιασμός και η σιδηροδέσμια ταπείνωση που υπέστησαν, μαρτυρούν το αντίθετο. Ισοδυναμούν με μία ταχύτατη οπισθοδρόμηση προς τα πίσω, σε ένα αμοιβαδιακό στάδιο αποσύνθεσης. Και αν δεν πιστεύετε εμάς, μπορείτε να ρωτήσετε κάποιο εκθεσιακό ραβδί ή μαστίγιο. Σίγουρα το αιματοβαμμένο παρελθόν τους θα σας διηγηθούν μία όχι και τόσο ευχάριστη ιστορία.
Εκ του ασφαλώς γράφοντας, ο θάνατος σε πλείστες περιπτώσεις δεν είναι το χειρότερο αποτέλεσμα μίας τραγικής σκλαβωμένης ύπαρξης, αλλά το ιδεατό φινάλε μίας φρικτής ζωής, αναγκασμένης να δέχεται την πειθαρχία του αφέντη ποικιλοτρόπως και σε καθημερινή βάση. Ξανά και ξανά, δίχως σταματημό. Βλέπετε δεν είναι διόλου εύκολο να θεωρείσαι σαν ένα αντικείμενο, ένα κινητό αγαθό, το οποίο στα χέρια του ‘’πονόψυχου’’ αφεντικού άγεται και φέρεται άβουλα, δίχως προσωπική βούληση. Πρέπει να είναι φρικτή και σωστή κόλαση, η γνώση ότι βαριά τιμωρία περιμένει εσένα ή τους αγαπημένους σου μπροστά σε μία πρόσκαιρη έκρηξη απειθαρχίας ή σε μία στιγμή ‘’εργασιακής’’ πτώσης της αποδοτικότητας.
Η δουλεία λοιπόν είναι εκ των αρχαιότερων θεσμών, μητέρα μεταγενέστερων όπως είναι η δουλοπαροικία, όμως ως η πρεσβύτερη σίγουρα είναι η αυταρχικότερη, η σκληρότερη και αυτή που δεν σηκώνει πολλά- πολλά. Λαμπροί πολιτισμοί, που θεοποιήθηκαν και εξακολουθούν να μνημονεύονται μέχρι τις μέρες μας, στηρίχτηκαν σε αυτή τη γηραιά, αποξενωμένη από φιλανθρωπικά αισθήματα, σταφιδιασμένη κυρία, πατώντας κυριολεκτικά επί πτωμάτων για να φτάσουν στο εκφυλισμένο, σκιώδες απόγειο τους.
Ο κινεζικός, ο αιγυπτιακός, ο ινδικός, ο φοινικικός, ο εβραϊκός, ο ασσυριοβαβυλωνιακός και φυσικά ο εγχώριος ελληνικός αποτελούν διαστρεβλωμένα είδωλα, γεμάτα μαυροκόκκινα στίγματα, παραδείγματα ‘’πεφωτισμένης’’ ματαιοδοξίας, προϊόντα made in pain. Χωρίς να παραγνωρίσουμε τις θετικές επιρροές των συγκεκριμένων στην εν γένει πολιτισμική εξέλιξη, θα εστιάσουμε στην αθέατη πλευρά, σε αυτή που δεν αναφέρονται διεξοδικά τα βιβλία της ιστορίας.
Ο Άνθρωπος είναι πάντα η ουσία, το επίκεντρο της προσοχής μας και δη εκείνος ο οποίος γνώρισε τις χίλιες μύριες κακουχίες και δεινά. Αυτός που ποδοπατήθηκε και λησμονήθηκε ως άλλος ένας μικροσκοπικός κόκκος σκόνης στο μονοπάτι της ακριβοθώρητης ‘’εξέλιξης’’. Δεν γνώρισε την χαρά της ελευθερίας, το παρελθόν του άνευ ουσίας, το μέλλον του βέβαιο, προορισμός του η καταναγκαστική προσφορά του σε ένα ιδιαίτερα απαιτητικό αφεντικό, τον Θάνατο.
Αγαπητέ φίλε δεν ξέρουμε το όνομα σου, ξέρουμε όμως ποιος ήσουν και για σένα θα γράψουμε.