Σαν σήμερα, 15 Ιανουαρίου 1919, το Ελληνικό Εκστρατευτικό Σώμα αναχωρεί για την μεσημβρινή Ρωσία (σημερινή Ουκρανία) με σκοπό την επέμβαση κατά των επαναστατημένων λαών της Ρωσίας. Η κυβέρνηση του Ελευθέριου Βενιζέλου είχε συνδέσει την ιμπεριαλιστική εκστρατεία με την επίτευξη “εθνικών στόχων”, προβάλλοντας το “ο δρόμος για την Μικρά Ασία περνά από την Ουκρανία”. Το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος κατήγγειλε την εκστρατεία μέσα στην Βουλή, θεωρώντας πως η κυβέρνηση Βενιζέλου παραπλανούσε τους στρατιώτες κάνοντας λόγο για “ιερό καθήκον” να συνδράμουν την “ομόδοξη” Ρωσία στην αποκατάσταση της “νομιμότητας”, να “σώσουν” τους ομογενείς-και τον “πολιτισμένο κόσμο”-από τη “βαρβαρότητα των μπολσεβίκων”.
Η κατάσταση
Την περίοδο εκείνη, στη Ρωσία μαινόταν ο Εμφύλιος Πόλεμος. Οι Μπολσεβίκοι είχαν υπό την κυριαρχία τους τις μεγάλες πόλεις (Πετρούπολη, Μόσχα κλπ), αλλά στην ύπαιθρο συναντούσαν ισχυρή αντίσταση από τις τσαρικές και εν γένει αντικομμουνιστικές δυνάμεις. Οι μεγάλες χώρες της Δύσης βρήκαν τότε την ευκαιρία να επέμβουν στο πλευρό των αντεπαναστατών, έχοντας ξεμπερδέψει από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Τις συμμαχικές στρατιωτικές δυνάμεις που συμμετείχαν στην εκστρατεία της Κριμαίας συγκροτούσαν:
- Δύο γαλλικές μεραρχίες: η 156η, και η 30η που στάλθηκε στην Οδησσό από Ρουμανία.
- Μία πολωνική μεραρχία (η 4η πολωνική Μεραρχία), που βρισκόταν ήδη στην Οδησσό.
- Το Ελληνικό Α΄ Σώμα Στρατού (που συγκροτούνταν από δύο μεραρχίες: (ΙΙη και ΧΙΙΙη), που αποφάσισε να στείλει τελικά η ελληνική κυβέρνηση, αντί τρεις που αρχικά είχε σχεδιαστεί, και βρισκόταν τότε στην ανατολική Μακεδονία, και
- Τμήματα του αντιμπολσεβικού στρατού του Ντενίκιν, που βρίσκονταν ήδη στις περιοχές της Οδησσού και της Κριμαίας.
Στην περιοχή της Ουκρανίας, που μας αφορά, η κατάσταση ήταν αρκετά περίπλοκη. Ουκρανοί εθνικιστές, οπαδοί του Τσάρου, τοπικοί οπλαρχηγοί, στρατηγοί και πρίγκιπες με προσωπικές πολιτικές φιλοδοξίες, ένοπλες οργανώσεις, πολιτικοί και στρατιωτικοί σχηματισμοί των Μπολσεβίκων δημιουργούσαν μια κατάσταση γενικευμένης σύγχυσης. Μέτωπο δεν υπήρχε, ούτε κανείς γνώριζε ποιος είναι ακριβώς ο εχθρός.
Οι γαλλικές δυνάμεις ήταν παρούσες στην περιοχή από τις 5 Δεκεμβρίου του 1918. Ο γάλλος πρωθυπουργός, Ζορζ Κλεμανσό, ζήτησε από τον ομόλογό του Ελευθέριο Βενιζέλο τη συμμετοχή ελληνικών δυνάμεων στις επιχειρήσεις, με αντάλλαγμα την ευμενή στάση της χώρας του υπέρ των εθνικών διεκδικήσεων σε Ανατολική Θράκη και Μικρά Ασία στη Διάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων. Ο Βενιζέλος ζύγισε την κατάσταση, καθώς στις περιοχές αυτές υπήρχε ισχυρή ελληνική παρουσία και προβλέψιμος ο κίνδυνος αντεκδικήσεων από τους Μπολσεβίκους, και απάντησε θετικά στο αίτημα του Κλεμανσό.
Η συμμετοχή του Ελληνικού στρατού
Την αποστολή θα έφερνε σε πέρας το Α’ Σώμα Στρατού υπό τη διοίκηση του υποστράτηγου Κωνσταντίνου Νίδερ, που μόλις είχε ολοκληρώσει την αποστολή αποκατάστασης της ελληνικής κυριαρχίας στην Ανατολική Μακεδονία. Η μεταφορά των ελληνικών δυνάμεων (2η και 13η Μεραρχία) άρχισε στις 2 Ιανουαρίου 1919, ενώ η 1η Μεραρχία παρέμεινε στην Καβάλα αναμένοντας διαταγές.
Οι πρώτοι αξιωματικοί που δήλωσαν πως θέλουν να πάρουν μέρος ήταν ο Γ. Κονδύλης, ο Ν. Πλαστήρας και ο Ν. Γρηγοριάδης. Ο αρχιμανδρίτης Φωστίνης, που ακολουθούσε τα στρατεύματα, γύριζε από τάγμα σε τάγμα, βγάζοντας πύρινους λόγους ενάντια στους μπολσεβίκους.
Ο “εκπολιτιστικός” χαρακτήρας της ουκρανικής εκστρατείας δεν άργησε να φανεί. Τα ελληνικά στρατεύματα χρησιμοποιήθηκαν επανειλημμένα για την καταστολή ντόπιων εργαζομένων αλλά και “απείθαρχων” Γάλλων συμπολεμιστών τους. Στη Σεβαστούπολη, ο Ελληνικός Στρατός άνοιξε πυρ κατά ντόπιων εργατών και Γάλλων ναυτών που διαδήλωναν μαζί υπέρ της σοβιετικής εξουσίας και κατά της επέμβασης. Δώδεκα ναύτες και έξι εργάτες έπεσαν νεκροί, προκαλώντας κατακραυγή του ντόπιου πληθυσμού αλλά και πληρωμάτων του γαλλικού στόλου. Πολλά πλοία μάλιστα θα σηκώσουν αργότερα κόκκινη σημαία, αναγκάζοντας τη γαλλική κυβέρνηση να αποσύρει τις δυνάμεις της.
Όταν οι Έλληνες στρατιώτες προχώρησαν προς το εσωτερικό, συνάντησαν μεγάλη αντίσταση. Οι μπολσεβίκοι μοίραζαν και προκηρύξεις: “Με ποιους είστε: με τους εργάτες ή με τους καπιταλιστές; ..αν είστε εργάτες, οφείλετε να είστε μαζί μας, γιατί κι εμείς είμαστε εργάτες… πολεμάμε για να σταματήσουμε την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο..για να ξυπνήσουμε τους εργαζόμενους όλης της Γης, να καταργήσουμε τους στρατούς και τους πολέμους..για ένα καλύτερο μέλλον, δικό σας και των παιδιών σας!”.
Αξιωματικοί ζητούσαν τα αντίτυπα για να τα κάψουν. Φαντάροι έκρυβαν τις προκηρύξεις και τις διάβαζαν κρυφά. Η εξέλιξη των μαχών δημιούργησε ψυχολογία ηττοπάθειας και τρόμου στο Ελληνικό εκστρατευτικό σώμα, που αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει άτακτα προς την Οδησσό.
Ο Ελληνικός Στρατός άφησε στα πεδία των μαχών 141 νεκρούς. Καθώς οι θέσεις των αντεπαναστατικών δυνάμεων έπεφταν η μία μετά την άλλη μπροστά στην προέλαση του Κόκκινου Στρατού, 5-6/4 1919 ήρθε η σειρά της Οδησσού. Αυτή την φορά Έλληνες στρατιώτες αρνήθηκαν να πολεμήσουν: “Αν δεν μπορούμε να ενωθούμε με τον Κόκκινο Στρατό, δεν θα τον χτυπήσουμε. Θα βοηθήσουμε με το σαμποτάζ, να νικήσει ο Κόκκινος Στρατός του Προλεταριάτου. Και το κάναμε αυτό! Κανείς μας δεν κινήθηκε να χτυπήσει τους Μπολσεβίκους. Και οι περισσότεροι φαντάροι των Συμμαχικών στρατευμάτων κάνανε το ίδιο…Το πρωί η πόλη βρίσκεται στολισμένη με κόκκινες σημαίες…αυθόρμητα όλοι μας, φωνάζουμε στο πλήθος που περνά: Ζήτω η Επανάσταση!”
Το αποτέλεσμα
Η εκστρατεία αυτή όχι μόνο υπήρξε ατυχής, γεγονός που διαφαινόταν εξ αρχής, εκ της περιορισμένης δύναμης σε μια ευρύτατη έκταση επιχειρήσεων, αλλά και πολύ καταστροφική για τον ελληνογενή πληθυσμό όλης της εκεί και γύρω περιοχής, από τα αντίποινα που ακολούθησαν στη συνέχεια σε βάρος του, από τους Μπολσεβίκους, με δολοφονίες, καταστροφές, διωγμούς, εκτοπίσεις κλπ.
Ιδιαίτερα χαρακτηριστικός υπήρξε ο κίνδυνος που διέτρεξε το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα και τα ελληνικά πολεμικά πλοία που συμμετείχαν σε αυτή από την φαυλότητα των Γάλλων, εξαιτίας της οποίας λίγο έλειψε η «συμμαχική» εκστρατεία να εξελιχθεί σε αναμεταξύ σύρραξη – ναυμαχία, γεγονός που αποσοβήθηκε την τελευταία στιγμή με την παρουσία αγγλικών θωρηκτών που προσκλήθηκαν επί τούτου.
Ανεξάρτητα όμως από την έκβαση της εκστρατείας στη Νότια Ρωσία, η συμμετοχή του ελληνικού εκστρατευτικού σώματος σε αυτήν αποτέλεσε και το κυρίαρχο επιχείρημα του Ελευθερίου Βενιζέλου υπέρ της δικαίωσης των ελληνικών αιτημάτων στη συνδιάσκεψη Ειρήνης που ακολούθησε και στη Συνθήκη των Σεβρών.
Με το πέρας της εκστρατείας αυτής το ελληνικό εκστρατευτικό σώμα μεταφέρθηκε στη Μικρά Ασία για ενίσχυση του μετώπου της μικρασιατικής εκστρατείας που μόλις είχε ξεκινήσει.
- με πληροφορίες από sansimera.gr, βικιπαίδεια και praxisreview