Από τον Μιχάλη Καλούπη
Στην κοινωνική ψυχολογία παρατηρείται ένα φαινόμενο που ονομάζεται φαινόμενο της επίδρασης των παρευρισκομένων.
Κατά το φαινόμενο αυτό, ένας θεατής σε μία επείγουσα κατάσταση αρνείται να πάρει την ευθύνη και να προσφέρει βοήθεια, με την πιθανότητα μάλιστα να είναι αντιστρόφως ανάλογη του αριθμού των παρευρισκομένων. Με άλλα λόγια, όσο μεγαλύτερο το κοινό, τόσο μικρότερη η πιθανότητα να βοηθήσει κάποιος από τους θεατές την κατάσταση άμεσα.
Το φαινόμενο βασίζεται στη βασικότερη αρχή του κοινωνικού ελέγχου -την επιρροή της μάζας στο άτομο.
Η έταιρη ονομασία του φαινομένου είναι «Το φαινόμενο Genovese», μία αναφορά στην περίπτωση της Catherine Genovese, υπόθεση κατά την οποία το φαινόμενο μελετήθηκε σε βάθος από ψυχολόγους.
Στις 13 Μαρτίου του 1964, η 29χρονη Genovese επέστρεφε στο σπίτι της όταν δέχθηκε επίθεση μπροστά στην είσοδο της πολυκατοικίας όπου και μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου.
Ο δρόμος ήταν κεντρικός και πολυσύχναστος. Υπολογίστηκε αργότερα ότι πάνω από 40 μάρτυρες παρατήρησαν την επίθεση αλλά χρειάστηκε περισσότερο από μισή ώρα ώστε να καλέσει κάποιος την αστυνομία. Καθένας τους περίμενε ότι θα δράσει κάποιος άλλος.
Οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει το φαινόμενο είναι κυρίως 2.
Αρχικά, ο θεατής υπό την παρουσία άλλων ανθρώπων νιώθει κάποια αποποίηση της ευθύνης.
Υποθέτει και περιμένει ότι κάποιος άλλος θα δράσει αντί για εκείνον, μιας και η ευθύνη δεν βαραίνει αποκλειστικά τον ίδιο, αλλά είναι μοιρασμένη ανάμεσα σε όλους.
Ο ίδιος θεατής που είναι πολύ πιθανόν να αντιδράσει σε κατάσταση ένας προς έναν, ίσως παγώσει μπροστά σε μεγαλύτερο πλήθος.
Ο δεύτερος και κυριότερος λόγος, βρίσκεται στη ρίζα της ψυχολογίας της μάζας.
Το μυαλό και η αντίληψη του θεατή τον υποχρεώνει ουσιαστικά να λειτουργήσει βάση κοινωνικώς αποδεκτών κανόνων και συμπεριφορών.
Ο εγκέφαλος δεν έχει συνηθίσει να αντιδρά αυτόματα σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, για τον λόγο του ότι δεν είναι καθημερινές,συνεπώς χρειάζεται ένα διάστημα ώστε να τις αναλύσει και να σχεδιάσει την αντίδρασή του.
Όταν κάποιος βρεθεί σε μία τέτοια αχαρτογράφητη κατάσταση, η πρώτη κίνηση που υποσυνείδητα κάνει είναι να παρατηρήσει το υπόλοιπο πλήθος για να δει τις αντιδράσεις και να πράξει ανάλογα – οι οποίοι παρευρισκόμενοι όμως βρίσκονται στην ίδια κατάσταση παρατήρησης των υπολοίπων και έτσι το φαινόμενο αυτοσυντηρείται σε έναν φαύλο κύκλο. Ο θεατής συμμορφώνεται με τη μάζα και καθυστερεί να αντιδράσει.
Αποτέλεσμα είναι να χρειαστεί αρκετός χρόνος ώστε να πάρει κάποιος την ευθύνη ο οποίος μπορεί να αποβεί μοιραίος.
Σε πολλές περιπτώσεις παρατηρείται ότι οι θεατές κοιτούν το θύμα μαρμαρωμένοι, έως ότου κάποιος κάνει την πρώτη προσέγγιση. Μόλις ο κοινωνικός αυτός φραγμός έσπαζε, οι υπόλοιποι θεατές ενεργοποιούνταν και πλέον πλησίαζαν το θύμα άφοβα για να προσφέρουν τη βοήθειά τους.
Σε άλλες μελέτες οι οποίες είχαν ως θέμα τον αλτρουισμό σε σχέση με το φαινόμενο, παρατηρήθηκε πολύ μεγαλύτερη προθυμία βοήθειας προς το θύμα σε περιπτώσεις που υπήρχαν κοινά χαρακτηριστικά μεταξύ τους -για παράδειγμα αν το θύμα φορούσε την φανέλα της ομάδας του θεατή ή αν φορούσε κουστούμι το οποίο φανέρωνε ίδιο ή υψηλότερο κοινωνικό στάτους ο χρόνος αντίδρασης ήταν μικρότερος.
Αυτό οφείλεται στο ότι ο θεατής αναγνωρίζει έτσι μία άλλη κοινωνική ομάδα, πέραν αυτή των «θεατών», στην οποία ανήκει τόσο αυτός όσο και το θύμα, γεγονός που τους φέρνει πιο κοντά.
Η μεγαλύτερη άμυνα κατά του φαινομένου, είτε σαν θύμα είτε σαν παρατηρητής, είναι η επίγνωσή του.
Η συνείδηση του να είσαι εσύ που θα δράσεις πρώτος, συγκεκριμένα και στοχευμένα.
Φυσικά οι καταστάσεις κινδύνου δεν είναι μόνο οι δολοφονικές απόπειρες και οι τραυματισμοί.
Σε καταστάσεις που καθένας μαρτυράει λεκτική βία, σεξιστικά και ρατσιστικά σχόλια καθώς και οποιαδήποτε άλλη μορφή βίαιης επίθεσης, σωματικής ή ψυχολογικής, δεν αρκεί να το αναγνωρίζεις απλά και να κοιτάς τη δουλειά σου. Ας ξέρεις πλέον ότι πρέπει να είσαι εσύ που θα δράσεις. Και άσε τους άλλους να κοιτάζουν.
Δική σου η ευθύνη.