Από τον Γιώργο Μουργή
«Και όταν θα `ρθουν οι καιροί που θα `χει σβήσει το κερί στην καταιγίδα Υπερασπίσου το παιδί γιατί αν γλιτώσει το παιδί υπάρχει ελπίδα…»
Πώς «σκέφτονται» τα μάτια των παιδιών, καθώς ξυπνούν μέσα σε ένα κελί πλάι στη μάνα;
Τι «σκέφτονται» τα μάτια των παιδιών όταν αναζητούν τη μάνα που «αγνοείται» πίσω από τα κάγκελα;
Και στις δυο κατηγορίες φυλακισμένων μωρομανάδων η «σκέψη» των ανηλίκων παιδιών, εμπεριέχεται σαν θλιβερή εκδοχή μιας ταυτόσημης κατάστασης.
Τι απάντηση δίνεις στην εγκληματική περιθωριοποίηση ανήλικων ψυχών;
Την σωματική και τη ψυχική, της στέρησης ελευθερίας ενός παιδιού ή την έλλειψη της μητρικής επαφής.
Η λέξη φυλακή αρκεί για να προκαλέσει συνειρμούς φοβικών συνδρόμων ενεργοποίησης της εικόνας των συνθηκών εγκλεισμού και της ανελευθερίας.
Νόμος χωρίς καμιά ουσιαστική πρόνοια…
Στις γυναικείες φυλακές του Ελαιώνα Θήβας, παρά τη δήθεν ευεργετική διάταξη Παρασκευόπουλου για την αποφυλάκιση μωρομανάδων, μόνο μια κατάφερε να αποφυλακιστεί, ενώ ήδη είχε εκτίσει το τελευταίο μέρος της ποινής της.
Αυτή τη στιγμή, στις γυναικείες φυλακές κρατούνται μητέρες κρατούμενες μαζί με τα παιδιά τους, ηλικίας ως τριών ετών, όσο δηλαδή επιτρέπει ο νόμος. Κάποια από αυτά τα παιδιά μετά τη συμπλήρωση του τρίτου έτους θα απομακρυνθούν από τις μάνες, με πιθανή κατάληξη να βρεθούν στην άτυπη φυλακή της ιδρυματοποίησης. Δύο γυναίκες κρατούμενες βρίσκονται σε κατάσταση εγκυμοσύνης, τα μωρά θα γεννηθούν μέσα στη φυλακή, κάνοντας τα πρώτα τους βήματα με τα κάγκελα πρώτη εικόνα και το κελί φυσικό χώρο ανάπτυξης, παιχνιδιού και παιδικού δωματίου.
Αυτά τα μωρά θα ακολουθούν το πρόγραμμα της φυλακής, στη λογική του σωφρονιστικού κωδικά «ή φυλακίζεσαι ή στέρησε τη μητρική αγκαλιά».
Όταν και τα πλέον συντηρητικά κομμάτια του πολιτικού κόσμου εκφράζουν τη βούληση να αλλάξει το νομικό πλαίσιο για τις μητέρες κρατούμενες, αναρωτιέται κανείς πώς ο ίδιος ο Σύριζα, με την υποτιθέμενη ευαισθησία στα δικαιώματα των κρατούμενων, αφήνει να εξελίσσεται αυτή η βαρβαρότητα στις ελληνικές φυλακές.
Η επιδίωξη μιας νομικά προηγμένης κοινωνίας για το καλύτερο δυνατό των παιδιών, όπως η μετατροπή της κράτησης των μανάδων σε κατ’ οίκον περιορισμό, αποτελεί θεμελιακό όρο πολιτισμού προς την ομαλή κοινωνικοποίηση – διαπαιδαγώγηση.
Η αύξηση των χρόνων που αφορούν στην καταδικαστική ποινή αποτελεί ανθρωπιστική απόφαση, ανεξάρτητη μνημονιακών δεσμεύσεων, προϊόν πολιτικής βούλησης της κυβέρνησης.
Το αυτονόητο, δηλαδή, όπως ισχύει σε πολλά κράτη παγκοσμίως, με σκοπό τη προστασία, την ακέραιη διαφύλαξη της σωματικής και ψυχικής υγείας των ανήλικων παιδιών, ώστε να μην συνδέονται σε καμιά περίπτωση με το ενδεχόμενο εγκλεισμού στη φυλακή.
Η φυλάκιση ή η απομάκρυνση ενός παιδιού απ’ τη μητέρα δεν συνάδει με κανένα σωφρονιστικό θέσφατο.
Αποτελεί πράξη νομικίστικης εκδίκησης, με ολέθριες τραυματικές συνέπειες άσβηστης βιωματικής εγγραφής στο παιδικό ψυχισμό.
Ας αναλογιστούμε τη ζωή ενός παιδιού πίσω από τα κάγκελα.
Πίσω από τα προσωπικά δράματα, όπως επιμελώς ο πολιτισμικός και πολιτικός αυτοματισμός καμώνονται πως δεν τα βλέπουν, κρύβεται η μοναδική θέληση για ζωή, για μάθηση και ελευθερία ξεπερνώντας το αρχέγονο αίσθημα της αυτοσυντήρησης.
Ξεπερνώντας τον αναχρονιστικό σωφρονιστικό κωδικά, την απαρχαιωμένη τιμωρητική δικαστική προδιάθεση.
Η επιτυχία της Δέσποινας, αφορμή συνάντησης με τη κόρη της
Τέτοια θέληση απέδειξε και η μωρομάνα κρατούμενη Δέσποινα Π. στα εικοσιοκτώ της, εννιά χρονιά μετά την αποφοίτηση της από το λύκειο.
Κατάφερε να επιτύχει στις Πανελλαδικές Εξετάσεις και να μπει δεύτερη στο τμήμα Τεχνολογίας Τροφίμων του ΤΕΙ Καλαμάτας. Επιβραβεύτηκε γι’ αυτή την επίδοση μαζί με άλλους τέσσερις κρατούμενους, αφού επιτεύχθηκε ο στόχος της πρώτης επιλογής στα μηχανογραφικά τους.
Η Δέσποινα, μου μίλησε όπως ήθελε ή μάλλον όπως έπρεπε:
«Επέλεξα να μην ζήσω με την νεογέννητη κόρη μου μέσα στη φυλακή, απεμπολώντας το δικαίωμα του νόμου να την έχω κοντά μου μέχρι τα τρία της χρόνια. Φοβόμουν τις μνήμες και όσα θα τραυμάτιζαν τη τρυφερή ηλικία της παραμονής στο κελί. Φοβήθηκα τον στιγματισμό της, εξαιτίας αυτής της παραμονής, από τον κοινωνικό περίγυρο. Το διάβασμα για τις Πανελλήνιες γίνονταν με δυσκολίες, εξαιτίας έλλειψης χρόνου αλλά η ελπίδα της επιτυχίας συνδυασμένη με την εκπαιδευτική άδεια ήταν μοναδικό συναίσθημα. Πώς να στο περιγράψω για να καταλάβεις ότι η εκπαιδευτική άδεια είναι η ποθητή συνάντηση με τη κόρη μου, χωρίς να τραυματίζεται ψυχικά, από τους παγωμένους τοίχους του εγκλεισμού μου; Η έγνοια μου για τη μικρή και τον άντρα μου με κυριεύει πολλές φορές τα βράδια. Όταν κλείνει η πόρτα. Το πιο άσχημο συναίσθημα που νιώθει μια μάνα στη φυλακή. Έχει τύχει βράδυ, ξυπνώντας από όνειρο να φαντάζομαι ή να διαισθάνομαι ότι κάτι κακό είχε συμβεί στην κόρη μου. Ήθελα τόσο πολύ να μιλήσω και με τους δύο στο τηλέφωνο αλλά δεν μπορούσα. Ο νόμος της αποφυλάκισης με τον όρο του κατ΄οίκον περιορισμού πρέπει να τροποποιηθεί, ώστε να συμπεριλάβει μεγαλύτερες ποινές, χωρίς να παραμένει κενό γράμμα η εφαρμογή του. Παλεύουμε γι’ αυτό όλες οι μωρομάνες Κρατιέμαι ζωντανή κάνοντας όνειρα για τη κόρη μου, τον άντρα μου και τις σπουδές μου. Παίρνω οξυγόνο από αυτά, μέσα στην ασφυξία του κελιού. Θέλω να τελειώσω τη σχολή μου για το επόμενο βήμα ζωής, με την οικογένεια μου και μια δουλειά στο αντικείμενο μου. Δεν παραιτούμε όσο αδικημένη κι αν νιώθω για την ποινή, όσων μου καταλογίστηκαν. Όσο δύσκολο κι αν είναι οικονομικά και ψυχολογικά για μια οικογένεια χωρίς πόρους η συνέχιση του δικαστικού αγώνα, ελπίζω να δικαιωθώ στον Αρειό Πάγο τον ερχόμενο Ιανουάριο».
Μια εικόνα… αντί επιλόγου
Από περιγραφή μιας κρατούμενης στις φύλακες της Θήβας:
«Σήμερα καθώς πήγαινα στη κουζίνα, την οποία χρησιμοποιούν οι μητέρες κρατούμενες που βρίσκονται έγκλειστες μαζί με τα παιδιά τους, είδα ένα κοριτσάκι θα ‘ταν δε θα ‘ταν δύο ετών, να έχει πατήσει σ’ ένα σκαμπό προκειμένου να πιαστεί στα κάγκελα και να δει λίγο ουρανό, λίγο ήλιο. Η εικόνα πραγματικά ήταν γροθιά στο στομάχι…».