Δεν συμπαθώ τους συναισθηματικούς απολογισμούς στην πολιτική κι έχω συμφιλιωθεί με την ιδέα του τέλους των εποχών και του ανεπίστρεπτου παρελθόντος. Ακόμη περισσότερο εδώ και πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα δεν τρέφω καμία απολύτως και σε κανένα απολύτως επίπεδο προσδοκία από το ΣΥΡΙΖΑ.
Ωστόσο, η υπόθεση της σύλληψης της Πόλας Ρούπα και το ειδικό καθεστώς στο οποίο τέθηκε ο εξάχρονος γιος της από την ώρα της σύλληψης της κι έπειτα με φέρνει σε μια θέση να ξανασκεφτώ και λίγο την κοντινή προηγούμενη περίοδο. Είναι αλήθεια λοιπόν, ότι για όσο διήρκεσε η θητεία της κυβέρνησης Σαμαρά, ο ΣΥΡΙΖΑ από την θέση της αντιπολίτευσης αντιπαρατέθηκε με σφοδρότητα – και καλώς έκανε κατά γενική ομολογία- με την αναβαθμισμένη καταστολή των διαδηλώσεων, τα πογκρόμ στους μετανάστες/στριες και τις φερομένες ως οροθετικές γυναίκες και με αρκετές άλλες εκδηλώσεις της θεσμικής βίας και της κρατικής καταστολής. Ειδικότερα, στο θεσμικό επίπεδο, η τότε κοινοβουλευτική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, συνυπέγραψε μερικές δεκάδες ερωτήσεις προς τον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη Ν. Δένδια ή τον Πρωθυπουργό Σαμαρά, για ανάλογα θέματα, οι οποίες εμπεριείχαν σαφείς εγκλήσεις για την πολιτική στάση και κατεύθυνση της κυβέρνησης τους απέναντι σε θεσμικές λειτουργίες. Ο σημερινός πρωθυπουργός, επικεφαλής της αντιπολίτευσης τότε, έκανε παρέμβαση στην βουλή υπέρ του Νίκου Ρωμανου, όταν εκείνος βρισκόταν σε απεργία πείνας με το αίτημα να του χορηγούνται οι σπουδαστικές άδειες. Για να μην αναφερθεί, ότι στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, που σήμερα έχουν αναλάβει θεσμικά αξιώματα έχουν συμμετέχει για χρόνια στο κίνημα για την υπεράσπιση των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων των κρατουμένων.
Εδώ και πολύ καιρό όμως, δεν αρκεί να λέμε κατά παράφραση του στίχου του Βάρναλη ότι η νιότη του ΣΥΡΙΖΑ προμήνυε ότι θα γινόταν άλλος. Μου φαίνεται ενδιαφέρον να συζητήσουμε ξανά, αν αφενός αρκεί το επιχείρημα της σχετικά αυτοτελούς λειτουργίας των θεσμών για να δικαιολογηθεί η σημερινή κυβέρνηση για την στάση της αναφορικά με το θέμα της ειδικής μεταχείρισης του παιδιού των Ρούπα – Μαζιώτη – οι οποίοι βρίσκονται σε απεργία πείνας και δίψας μέχρι να ικανοποιηθεί το αίτημα τους να δοθεί το παιδί στην γιαγιά και στην θεία του-, αφετέρου αν αυτή η διάσταση δεν υπήρχε ή παραγνωριζόταν στο παρελθόν ή ακόμη και πρόσφατα στο «σήριαλ» με τις τηλεοπτικές άδειες.
Από την σκοπιά αυτή, η ανάρτηση του Χριστόφορου Βερναδάκη στoν προσωπικό του λογαριασμό στο Facebook περί των νόμιμων διαδικασιών που προβλέπονται, δεν υπηρετεί τίποτα περισσότερο από το να δικαιολογήσει την σιωπή της κυβέρνησης. Δεν είναι μια πολιτική τοποθέτηση. Εκτός, βέβαια αν πρέπει σήμερα να δεχτούμε ότι η εκτελεστική εξουσία και οι υπόλοιποι θεσμοί συγκροτούν δύο εντελώς ξεχωριστές σφαίρες, οι οποίες δεν αλληλεπιδρούν ποτέ μεταξύ τους.
Αλλά μήπως είναι οι εξωτερικές πιέσεις το πρόβλημα; Υπάρχει η πολιτική βούληση αλλά είναι οι εξωτερικοί παράγοντες και οι ΗΠΑ που εμποδίζουν, θα πουν κάποιοι/ες. Είναι γνωστό ότι από την 11η Σεπτεμβρίου κι έπειτα οι ΗΠΑ, μεταξύ άλλων και μέσω των ανά τον κόσμο πρεσβειών τους εξαπέλυσαν τους κατά τόπους πολέμους κατά της τρομοκρατίας. Μέσα σε αυτή την συνθήκη, και στην Ελλάδα, από την σύλληψη των μελών της 17 Νοέμβρη μέχρι σήμερα, έχουν συμβεί σημαντικές μετατοπίσεις σε κατεύθυνση αναβάθμισης των διώξεων και επιτηρήσεων του αναρχικού και αντιεξουσιαστικού χώρου στο θεσμικό και στο πολιτικό επίπεδο. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν, όχι μόνο γρήγορα «ξεχάστηκε» σε σχέση με το θέμα της ιδεολογικής πάλης για τον μετασχηματισμό του κράτους – είναι πράγματι αστείο αυτό-, αλλά μάλλον έπιασε το νήμα από εκεί ακριβώς που το άφησαν και οι υπόλοιπες. Και χωρίς καμία διαφοροποίηση κι εκεί.
Το κείμενο γράφεται ενώ αναμένεται η έκδοση της δικαστικής απόφασης για την απόδοση της επιμέλειας του παιδιού. Είναι περιττό να γραφτεί ξανά ότι λογικό και ανθρωπιστικό είναι να βρεθεί το παιδί επιτέλους κοντά στα συγγενικά του πρόσωπα σε ένα περιβάλλον οικείο του και αναγνωρίσιμο, μετά από όλη αυτήν την ψυχολογική ταλαιπωρία στην οποία έχει υποβληθεί. Όπως επίσης και ότι η σύλληψη των γονέων δεν στερεί αυτόματα το δικαίωμα της γονικής επιμέλειας. Και η επιστολή του Μανόλη Γλέζου και άλλες δημόσιες παρεμβάσεις θέτουν το ζήτημα σε όλες τις σωστές του διαστάσεις, από την ανθρωπιστική του σκοπιά και από την σκοπιά των δικαιωμάτων των παιδιών και ειδικότερα των παιδιών κρατουμένων.
Κι ένα τελευταίο: στην ηλεκτρονική έκδοση των Νew York Times η υπογράφουσα Ιλιάνα Μάγκρα διαλέγει να αναφέρει στον τίτλο του άρθρου της, το οποίο δημοσιεύτηκε στις 5.1.17 : «Η πιο σημαντική καταζητούμενη τρομοκράτης στην Ελλάδα συνελήφθη». Αναρωτιέμαι μήπως και πάλι οι επικηρυγμένοι/ες πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως παραπλανητικές «διέξοδοι» από τα πραγματικά και ανεπίλυτα προβλήματα της εποχής μας.