Από τον Κωνσταντίνο Βιτσαρά
Την ημέρα των γενεθλίων του Chris Cornell και 2 μόλις μήνες μετά τον τραγικό του θάνατο, ο φίλος του Chester Bennington – τραγουδιστής των Linkin Park – αυτοκτονεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο.
„Hey you, big star, tell me when it’s over” – Deftones
1994 και ο Kurt Cobain με την αυτοκτονία του, παίρνει μαζί του μια ολόκληρη γενιά επισφραγίζοντας το τέλος της εποχής της grunge.
Αυτή η μουσική υποκουλτούρα της δυτικής ακτής των Η.Π.Α. προερχόταν από οργισμένους νεαρούς της Generation X, σε μια εποχή οπού το αμερικάνικο όνειρο έσκαγε σαν φούσκα και οι κοινωνικοί θεσμοί κατέρρεαν.
„Κομμένος ο χαβαλές“ φαίνεται να είπαν οι εκπρόσωποι του είδους με τη βαριά κιθαριστική μουσική να πλαισιώνει στίχους γεμάτους άγχος, νιχιλισμό, απελπισία και απάθεια, εσωστρεφή θεματική που όπως θα έλεγε ο παραγωγός Jack Endino:
“Οι άνθρωποι έκαναν μουσική εξ ολοκλήρου για να ευχαριστήσουν τους εαυτούς τους γιατί δεν υπήρχε κανένας άλλος για να ευχαριστηθούν”
Πολλοί είναι αυτοί που δε συγχώρησαν ποτέ στον Cobain και την “παρέα“ του αυτή τη μετάβαση της ροκ από την ανεμελιά στη σοβαρότητα και το σκοτάδι.
Την ίδια εποχή, το MTV έδειχνε το δρόμο σε νέους καλλιτέχνες προς τη δόξα και το εύκολο χρήμα.
Και αν ο Cobain γεννήθηκε απο φτωχούς γονείς και είχε στην ποίηση του αρκετές δόσεις ταξικής συνείδησης, δε μπορούμε να πούμε το ίδιο για τα καλοζωισμένα πιτσιρίκια των προαστίων που λίγο αργότερα θα συνέθεταν τη σκηνή της nu-metal.
„Αν αποσυνθέσεις το nu-metal θα σου μείνει ένας ευκατατάστατος λευκός άντρας με τατουάζ και καπέλο τζόκευ να γκρινιάζει για το τίποτα“.
Όχι ακριβώς.
Και τα 2 μουσικά είδη, έχουν εκτός από τη γεωγραφική θέση και κάτι ακόμα κοινό:
Η „φιλοσοφία“ και η στιχουργική εξακολουθούν (με λίγες μπάντες εξαιρέσεις όπως π.χ. οι ανεκδιήγητοι Limp Bizkit) να ενδοσκοπούν δίνοντας μάχη με την κοινωνική αποξένωση, τα ναρκωτικά και την ενδοοικογενειακή βία.
Έτσι, το εξαρχής λόγω συνθηκών mainstream ιδιωμα του nu metal, φαίνεται να είναι η φυσική συνέχεια του grunge.
Μουσικά, το nu metal δε θα ήταν το ίδιο αν δεν είχε επιρροές από πολλές άλλες διαφορετικές πηγές: το hard rock των πρώιμων Tool, το industrial των Nine Inch Nails, το funk metal των Faith No More και το hip hop – σε ένα εκρηκτικό και ταυτόχρονα εμπορικό μείγμα.
Με θλιμένες μελωδίες να διαδέχονται οργισμένα ξεσπάσματα, η μουσική κυκλοθυμία φαίνεται να αποκαλύπτει εν μέρει την ίδια τη ψυχολογία του καλλιτέχνη ως άνθρωπο και όχι αποκλειστικά ως δημιουργό / εκτελεστή: Σε αρκετές περιπτώσεις, όσο κι αν γίνεται εμπορικό, είναι γνήσιο.
Τι είναι όμως αυτό που οδηγεί στην αυτοχειρία έναν επιτυχημένο μουσικό;
Δεν πρόκειτε μόνο για μια κρίση, έναν εθισμό σε βαριά ναρκωτικά, την κατάθλιψη ή συνδυασμό αυτών. Είναι και κάτι παραπάνω.
Η απότομη επιτυχία και αναγνώριση, όχι μόνο δεν προστατεύει, αλλά πυροδοτεί αυτοκαταστροφικούς μηχανισμούς σε έναν ήδη εύθραυστο οργανισμό και πιέζει ασφυκτικά όταν επίκειται η παρακμή αυτής.
Τίποτα δε δεν είναι τυχαίο λαμβάνοντας υπόψη και τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούν στις συγκεκριμένες αυτές Πολιτείες της Αμερικής.
Ο Chester Bennington στα 41 του έδωσε τέλος στη ζωή του και στην εφηβεία αρκετών από εμάς.
Kurt Cobain – 5 Απριλίου 1994
Layne Staley – 5 Απριλίου 2002
Chris Cornell – 18 Μαΐου 2017
Chester Bennington – 20 Ιουλίου 2017