Ο Ντιμίτρι είναι δικηγόρος. Μοιάζει και δεν μοιάζει με τον Τζέιμς Στιούαρτ στον «Άνθρωπο που σκότωσε τον Λίμπερτι Βάλανς». Δικηγόρος κι εκείνος, ερχόταν στην άγρια δύση με τα νομικά βιβλία του στο χέρι και τη σιγουριά ότι ο νόμος βρισκόταν εντός τους. Άμα τη αφίξει του όμως, τον κατέβαζαν από την άμαξα, τον λήστευαν και στη συνέχεια πυροβολούσαν τα βιβλία, εξηγώντας του ότι εδώ, αυτό είναι ο νόμος. Του μοιάζει στο ότι έρχεται κι αυτός από τη Μόσχα σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη του ρωσικού βορά, με τη βεβαιότητα ότι το πολιτισμικό μοντέλο που έχει στο κεφάλι του θα εφαρμοστεί κι εκεί. Δεν του μοιάζει στο ότι έχοντας γνώση της σύγχρονης ρωσικής πραγματικότητας, δεν θα στηριχθεί μόνο στη δύναμη του νόμου (αν και θα επικαλεστεί πολλάκις τις νόμιμες διαδικασίες, προσπαθώντας να τις εφαρμόσει), αλλά και «στα γεγονότα». Άθεος ων, τα γεγονότα είναι η δική του βίβλος. Ο Ντιμίτρι είναι παλιός φίλος από το στρατό με τον Κόλια. Του Κόλια του έχουν απαλλοτριώσει το παραθαλάσσιο σπίτι (ας μην φανταστούμε πάντως το Αιγαίο του Ελύτη, το τοπίο είναι σκληρό κι ο ουρανός σχεδόν πάντα γκρίζος). Ο Ντιμίτρι έρχεται μήπως και ανακληθεί από το δικαστήριο η απόφαση απαλλοτρίωσης, αλλά δεν είναι τόσο αφελής. Έχει μαζέψει ένα ντοσιέ με ενοχοποιητικά στοιχεία κατά του βαθιά διεφθαρμένου δημάρχου, ο οποίος θέλει να απαλλοτριώσει το σπίτι, καθώς νέμεται όλη την περιοχή. Aν λοιπόν ο νόμος δεν δουλεύει, η απειλή να βγουν τα άπλυτά του στη φόρα. Αν η σκέτη απειλή θα ήταν αποκοτιά, η επίκληση γνωριμιών του και ονομάτων που πιστεύει ότι θα κάνουν τον δήμαρχο να θορυβηθεί.
Το φαρ ουέστ ήταν μια κοινωνία σχετικής ζούγκλας και επικράτησης του ισχυροτέρου, μια κοινωνία χωρίς τον κρατικό Λεβιάθαν της, χωρίς τη μεγάλη και από πάνω κρατική ισχύ. Στον «Λεβιάθαν» του, το 1651 ο Τόμας Χομπς έγραφε πως ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ των ανθρώπων μπορεί να επιτευχθεί μόνον εάν εκείνοι, βάσει κάποιου είδους σύμβασης, ενός κοινωνικού συμβολαίου, παραχωρήσουν όλα τα δικαιώματά τους σε μια αυθεντία, η οποία οφείλει να καταστεί ο απόλυτος ρυθμιστής της κοινωνικής ζωής των πολιτών. H κοινωνική ειρήνη εμφανίζεται έτσι ως το προϊόν της τιθάσευσης της εσωτερικής δυναμικής των ανθρωπίνων όντων, η οποία, στην ανεξέλεγκτη μορφή της, προκαλεί με μαθηματικό τρόπο την καταστροφή. Τον ρόλο του εγγυητή αυτής της ειρήνης οφείλει να αναλαμβάνει το κράτος, ο Λεβιάθαν, η μορφή του οποίου όμως δεν είναι δεδομένη: μπορεί να ποικίλλει από την απόλυτη μοναρχία, έως την κοινοβουλευτική δημοκρατία. Το σημαντικό στοιχείο είναι ότι αυτό το κράτος έχει το μονοπώλιο της βίας και της απόλυτης εξουσίας. Αν το φαρ ουέστ του Λίμπερτι Βάλνς ήταν ακριβώς η εποχή της μετάβασης από τον πόλεμο όλων εναντίον όλων, στην σταδιακή εγκατάσταση του κρατικού Λεβιάθαν που θα μονοπωλούσε εφεξής τη βία και σε αντάλλαγμα θα παρέδιδε κοινωνική ειρήνη, η σύγχρονη Ρωσία του Πούτιν παρουσιάζεται ως ένας Λεβιάθαν πoυ είναι το κράτος, αλλά όχι μόνο αυτό, παρουσιάζεται ως ένα διαφορετικό είδος θαλάσσιου τέρατος, όπου το κράτος κάνει όσα κάνει όντας βαθύτατα διαβρωμένο, όπου υπάρχει πάνω απ’ όλα η ισχύς (έννοια που διατρέχει όλη την ταινία), την οποία η κρατική διάσταση υπηρετεί. Κράτος μαζί και παρακράτος, μια δομή μεγάλης εγκληματικής οργάνωσης με παρακλάδια. Η οποία όμως στην κρατική της διάσταση δεν σημαίνει ότι δεν εκλέγεται και δημοκρατικά (ο δήμαρχος ανησυχεί για τις εκλογές). Κι ενώ ο «Λεβιάθαν» του Χομπς ήταν ένα κοινωνικό συμβόλαιο που είχε τεθεί σε κοσμικές και μη μεταφυσικές βάσεις, στη σύγχρονη Ρωσία, όπως την απεικονίζει η ταινία, η θρησκεία έρχεται να πει μην αμφισβητείς την τάξη των πραγμάτων, μην αμφισβητείς αυτό που συμβαίνει, μην αμφισβητείς την ισχύ, υπάρχει μια μοιρολατρεία κι ένα ό,τι γίνεται είναι θέλημα θεού. Ακόμα κι αν όσα γίνονται είναι συντριπτικά άδικα, υπάρχει το παράδειγμα του Ιώβ, που υπέφερε για να δοκιμαστεί η πίστη του και να ανταμειφθεί.
Παλιές ρημαγμένες και γκρεμισμένες εκκλησίες λειτουργούν ως στέκια όπου πίνουν οι ντόπιοι έφηβοι, εκπαιδευόμενοι σιγά σιγά στον λειτουργικό αλκοολισμό, στον αλκοολισμό ως τρόπο ζωής των μεγαλυτέρων. Οι νέοι πολυτελείς ναοί τώρα εικονογραφούνται, τώρα χτίζονται, στη μετασοβιετική ρωσία η εκκλησία έρχεται να παίξει ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο, δίπλα στους ολιγάρχες και τους τοπικούς άρχοντες, δίπλα στη διαφθορά, συναγελαζόμενη μαζί τους. Και η ταξικότητα μέσα στην ίδια την εκκλησία, ο μητροπολίτης -ή ποιο είναι το αντίστοιχο εκεί αξίωμα- μέσα στα λούσα, τον πολυτελή βίο και την πολιτική, και ο παπάς φτωχοδιάβολος που μαθαίνει να δικαιολογεί τα πάντα.
Ποταμοί από βότκα ρέουν σε όλη την ταινία, πίνουν και οι εκπρόσωποι του Λεβιάθαν, πίνουν και οι πολέμιοί του, σε αμοιβαίο μεθύσι θα γίνει η πρώτη αντιπαράθεσή τους. Η εκδοχή της εκδρομής σε αυτούς τους τόπους περιλαμβάνει μεθύσι, φαγητό και σκοποβολή σε πορτρέτα παλιών ηγετών: Λένιν, Μπρέζνιεφ, Γκορμπατσόφ. «Τίποτα σε νεότερο δεν υπάρχει;», θα ρωτήσει ο Κόλια «Άσε τους νεότερους να τους κρίνει η ιστορία», θα του απαντήσει ο φίλος του. Και κάπως έτσι σου περνάει η υποψία ότι υπήρξε και τότε και τώρα μια απόλυτη εξουσία, ένας ελέω Λεβιάθαν ηγεμόνας, ο οποίος ήταν πάντοτε βάρος, αλλά βάρος μη αμφισβητούμενο, βάρος τρόπον τινά νομοτελειακό.
Ο Αντρέι Ζβιανγκίτσεφ είχε την αρχική του έμπνευση από αληθινή αμερικάνικη ιστορία. Θα μπορούσε ο Κόλια πράγματι να είναι ένας αρχετυπικός αμερικάνικος ήρωας από ταινία του Κλιντ Ίστγουντ. Η ιδιοκτησία μου, η γη μου, είμαι γενιές ριζωμένος εδώ, το σπίτι το έχτισα με τα χέρια μου. Το άτομο απέναντι στη απρόσωπη και ανάλγητη εξουσία. Ιστορία μαζί οικουμενική, αλλά ταυτόχρονα και ρώσικη. Η εξουσία είναι μαζί νόμιμη και παράνομη. Αν ο δυτικός τρόπος είναι το σου φέρνω άλλα έγγραφα να υπογράψεις από αυτά που σου έδειξα, αλλά νόμιμα πάντα, αν ο δυτικός τρόπος είναι την ισχύ μου σου την επιβάλλω διά των κανόνων οσοδήποτε αδυσώπητοι και υποκριτικοί κι αν είναι, ο ρωσικός είναι πολύ λιγότερο κομψός και πολύ λιγότερο συγκεκαλυμμένος. Όλα αυτά δεν ακούγονται ως στερεοτυπική εικόνα; Κάπως έτσι δεν τα έχουμε στο νου; Ναι. Ας πούμε ό,τι θέλουμε πάντως για την ελευθερία της έκφρασης, αλλά η ταινία χρηματοδοτήθηκε εν μέρει από το ρώσικο κράτος, είναι η επίσημη υποψηφιότητα της Ρωσίας και δεν αποκλείεται και να πάρει το όσκαρ σε λίγες μέρες.
Όπως στο «Έλενα» ο Αντρέι Ζβιανγκίτσεφ, έτσι και στον επιβλητικό «Λεβιάθαν» του, προσφέρει μια ακτινογραφία της ρώσικης κοινωνίας του σήμερα, η οποία μιλάει περισσότερο από πενήντα πολιτικές αναλύσεις. Ή, τι να πω, δεν μπορώ να αποκλείσω τελείως το ενδεχόμενο έτσι να διαβάζουμε τις ταινίες εμείς, βάσει των στερεοτύπων που έχουμε ήδη στο μυαλό μας και τα οποία βλέπουμε με ικανοποίηση να επιβεβαιώνονται από έναν αυτόπτη μάρτυρα, ο οποίος ίσως στο δικό του μυαλό να περιγράφει μια μη τοπική, αλλά μια καθαρά οικουμενική ιστορία. Ωστόσο το πολιτικό είναι ο ένας μόνο άξονας της ιστορίας. Υπάρχει και ο προσωπικός άξονας, ένα προσωπικό δράμα, ένα δράμα που όσα στερεότυπα και αν έχεις στο κεφάλι σου δεν μπορείς παρά να παραδεχθείς ότι δεν έχει τίποτα να κάνει με την ρωσική ιδιαιτερότητα, την διαχρονική ή αυτή της εποχής του Πούτιν. Τα χαρακτηριστικά των Λεβιάθαν σε κάθε πολιτισμό μπορεί να διαφοροποιούνται, αλλά οι θεμελιώδεις ανθρώπινες σχέσεις είναι λίγο πολύ οι ίδιες, έχουν τα ίδια γνωρίσματα, γεννούν τα ίδια δράματα.