Aπό τον Θανάση Μαρίνη
Το πάθος για τη μουσική είναι όπως ο έρωτας, που περνά από διάφορες φάσεις, φυτρώνει στα πιο άγρια μέρη, ανθίζει και κορυφώνεται τραγικά μέσα στη φθορά του. Και όλα αυτά για να γεννηθεί ξανά και ξανά και ξανά, κάπου αλλού και κάπως αλλιώς, σε ένα ανώτερο επίπεδο.
Η Τζαζ μας συγκινεί γιατί οι άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, μας συγκινούν. Και αν είναι αλλοπρόσαλλη, και αν ξεχύνεται μπροστά με ορμή, μόνο και μόνο για να καταρρεύσει με πιο πολύ πάταγο, είναι γιατί από αυτό το υλικό είναι φτιαγμένη και η ζωή.
Σάββατο, 20 Γενάρη, ώρα: 12:32 (το βράδυ)
Τα τζάμια έχουν θολώσει από την παγωνιά, ενώ ο αέρας επίμονα τσιρίζει σα να θέλει να μεταφέρει κάποιο μήνυμα. Κοιτάζω το δέντρο έξω από το παράθυρο. Παλλόμενο μουρμουρίζει ένα σκοπό, που αλλάζει συνεχώς ρυθμό, δημιουργώντας μια παράλογα ευχάριστη, νουάρ ατμόσφαιρα.
Στο ποτήρι tullamore με ένα παγάκι. Το πικ-απ παίζει συνεχώς. Στο πιάνο ο Duke Ellington, στην τρομπέτα και τη φωνή ο σπαρακτικός Lοuis Armstrong “Opressed so hard they could not stand, Let my people go”.Τώρα ανοίγει η κουίντα, στη σκηνή βγαίνει η Nina Simone “Ain’t got no faith, no money, no god…i got life, i got you, i got my freedom”.
Βυθίζομαι στις σκέψεις μου. Η ιστορία των τεχνών δεν είναι μία, αλλά σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη, τουλάχιστον διπλή. Στη δεξιά όχθη του ποταμού βρίσκονται οι τέχνες, που απολαμβάνει μια πλούσια, αργόσχολη και μονότονη μειοψηφία. Στην αριστερή όχθη, οι τέχνες που ασκεί και χαίρεται, η πλειοψηφία των “απλών” ανθρώπων.
Σε αυτή την πλευρά του ποταμού, η τέχνη δε στεγάζεται σε γκαλερί και σε γκαλά, ούτε κάτω από ακριβά κοστούμια και life style. Δεν βρίσκει ησυχία σε ρηχά και ήρεμα νερά. Αντίθετα, φυτρώνει στο χώμα, εκεί που ο ιδρώτας του ανθρώπινου μόχθου σχηματίζει λίμνη, γεννιέται εκεί όπου σμίγουν το σφυρί με το αμόνι. Την βλέπω πάνω σε μια σηκωμένη γροθιά και σε δυο χέρια που αγγίζονται. Την αντικρίζω σε δυο δακρυσμένα μάτια, στο πεδίο των οποίων διεξάγεται η αέναη μάχη ανάμεσα στην απελπισία και την ελπίδα. Θεριεύει, εν τέλει, εκεί όπου η ανάγκη συναντά την Ιστορία.
Τώρα ο John Coltrane στο σαξόφωνο. Νιώθω κάθε ίνα του κορμιού μου να κινείται και να είναι έτοιμη να εκραγεί. Tο τραγούδι που παίζει μιλά για έναν υπόγειο σιδηρόδορμο, που δεν ήταν ούτε υπόγειος, ούτε σιδηρόδρομος.
Δεύτερο ποτήρι tullamore, και οι σκέψεις εκτροχιάζονται. Μεταφέρομαι στη Λουϊζιάνα, στην κοιλάδα του Μισισιπή, πίσω στα 1830. Τότε που οι σκλάβοι είχαν πραγματικές αλυσίδες στα πόδια.
Εκεί θα ακουστούν για πρώτη φορά, οι “κραυγές” της υπαίθρου και οι “λυγμοί” της δουλειάς, τραγούδια των φυτειών και του αγρού. Αργοί και ρυθμικοί ήχοι με τη συνοδεία, στην αρχή, μιας μόνο φωνής.
Ο απότομος κοφτός ρυθμός τους επιτρέπει να συντονίζουν τις κινήσεις τους για να εκτελέσουν μια επίπονη, βαριά εργασία. Σε αυτές τις συνθήκες θα εμφανιστεί και ο αυτοσχεδιασμός (που αργότερα αξιοποιήθηκε από τη jazz, έως την hip-hop). Ο επικεφαλής τραγουδιστής καλείται κάθε φορά να αυτοσχεδιάσει και πολλές φορές αυτός ο αυτοσχεδιασμός μετατρέπεται σε ένα δριμύ κατηγορώ για το αφεντικό. Από αυτούς τους αυτοσχεδιασμούς θα αναπτυχθεί και η περίφημη στιχουργική μορφή του call and response, την οποία αργότερα η τζαζ θα χρησιμοποιήσει ως μουσική φόρμα.
Τρίτο ποτήρι tullamore και επιβιβάζομαι στον υπόγειο σιδηρόδρομο…
O Solomon Plat, ο “μαύρος σπάρτακος”, με μια φωνή, που έκανε ακόμα και το φεγγάρι να δακρύσει, ουρλιάζει “Looking for freedom”. Και ξεκινάει τις ερωτήσεις προς τους συντρόφους του:
- Ερ.:I will be so glad
- Απ.: When the sun go down
- Eρ.:I will be free
- Απ.:When my chlidren wade in the water, without chains on their feet
- Ερ.: Go down, Moses, tell old Pharaols
- Απ.:Let my people GO
- Ερ.: Sweet low, sweet chariot
- Απ.: Comin’ for to carry me home
Αυτά τα λόγια δεν ήταν τίποτα άλλο, παρά το σύνθημα για να ξεκινήσει η μεγαλύτερη εξέγερση στην ιστορία της δουλείας. Μέσα στα χρόνια της σκλαβιάς είχαν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα πολύ αναπτυγμένο μυστικό κώδικα για να οργανώσουν την απόδρασή τους και τη διαφυγή τους στον Καναδά.
Οι αναφορές στο πέρασμα του Μωυσή από τη θάλασσα μετατρέπονταν σε συγκεκριμένες οδηγίες για το πώς οι φυγάδες έπρεπε να απομακρύνονται περπατώντας μέσα σε ποτάμια, για να χάνουν τα ίχνη τους τα σκυλιά των αφεντικών. Ταξίδευαν βράδυ και κοιμόντουσαν τη μέρα, οι άντρες είχαν μεταμφιεστεί σε γυναίκες και οι γυναίκες σε άνδρες, ενώ με φλούδες από μπανάνες και μπαμπού έφτιαξαν σχεδίες για να κινούνται πάνω στα ποτάμια. Χτυπώντας ρυθμικά τα χέρια τους προειδοποιούσαν για ενδεχόμενους κινδύνους, για επιβράδυνση ή για επιτάχυνση του βήματος.
Ο «υπόγειος σιδηρόδρομος», ήταν ένα τεράστιο δίκτυο από μυστικές διαδρομές και κρυψώνες που τους επέτρεπαν να διαφεύγουν από τους διώκτες τους. Τον είχαν εμπνευστεί και δημιουργήσει απελευθερωμένοι σκλάβοι, αλλά και λευκοί, που στέκονταν στο πλευρό τους. Η πιο γνωστή διοργανώτρια αποδράσεων ήταν η Teresa Malown, που είχε πρωτοστατήσει σε πάνω από 200 τέτοια “περάσματα”. Πληθωρική, μαχητική και ευαίσθητη, είχε μετατραπεί σε σύμβολο της Ελευθερίας από τη μια και σε φόβο και τρόμο από την άλλη.
ώρα 03:17, με παίρνει γλυκά ο ύπνος, η λυρική φωνή της Bessie Smith μπλουζάρει για άδεια κρεβάτια και γεμάτες όνειρα ψυχές, που δεν βολεύονται με λιγότερο ήλιο και συνεχίζουν το δρόμο τους…