Του Σίμου Ανδρονίδη
«Θηλάζω θεότητα/ εμένα θηλάζει/ διασκεδάζω την αγάπη κατασκευάζω το μίσος – αποστρέφομαι ενοράσεις και επιπολάζω- μέγιστον άθυρμα» (Νίκος Καρούζος, ‘ΠΛΗΚΤΡΑ’)
Σε ένα ενδιαφέρον άρθρο του ο Αλέξανδρος Γεωργίου αναφέρεται στις νέες τάσεις κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης που αναδύονται διαρκώς, με άξονα την κεφαλαιακή μετατόπιση προς το πεδίο της τεχνολογικής καινοτομίας. Ο συγγραφέας στην ανάλυση του παραθέτει την βάση πάνω στην οποία εδράζεται η τεχνολογική ανάπτυξη-μεγέθυνση των τελευταίων ετών, ή αλλιώς, την διάχυτη τεχνολογική επιτελεστικότητα.
Όπως αναφέρει: «Στη μετά το 1989 εποχή της απελευθέρωσης των αγορών και της «ολοκληρωτικής» νίκης του μοντέλου της καπιταλιστικής δημοκρατίας, ανοίχθηκαν τεράστια πεδία για εκτατική ανάπτυξη του κεφαλαίου σε όλη την υφήλιο με ένα πλεονάζον, ηττημένο και φτηνό εργατικό δυναμικό και διαμορφώθηκε ένα μοντέλο ανάπτυξης βασισμένο στην ένταση της απόσπασης απόλυτης υπεραξίας για πάνω από το μισό πλανήτη. Αυτό το μοντέλο ανάπτυξης για μερίδες του κεφαλαίου φαίνεται να φτάνει στα όρια του μετά την κρίση του 2007, με αποτέλεσμα να αναζητείται ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα. Όταν ακόμα και η νεοφιλελεύθερη διαχείριση της κρίσης αποτυγχάνει, συντελείται εκ νέου η στροφή προς την καινοτομία και την τεχνολογική αλλαγή. Όπως δε προαναφέρθηκε, σε αυτή τη στροφή παίζει καθοριστικό ρόλο η οικονομική πολιτική έρευνας και ανάπτυξης των ΗΠΑ στη διάρκεια της προεδρίας Ομπάμα, η οποία σηματοδοτεί μια στροφή από την ανοιχτά πολεμική βιομηχανία προς την πληροφορική και τις τεχνολογίες αυτοματοποίησης – είναι χαρακτηριστικό, μάλιστα, ότι κατά την προεκλογική εκστρατεία του 2012, ο Ομπάμα βασίστηκε κατά κόρον σε τεχνικές εξόρυξης δεδομένων για την βέλτιστη καμπάνια του».[1]
Οι κεφαλαιακές μεταβολές-μετατοπίσεις εντός ενός περιβάλλοντος κεφαλαιοκρατικής κρίσης, λαμβάνουν χώρα επιστημολογικά, μετατοπίζουν τα όρια κίνησης του κεφαλαίου, προσλαμβάνουν χαρακτηριστικά απόσπασης υπεραξίας-γνώσης, ανασυγκροτούν εκ νέου ένα δομικό στοιχείο για την όλη εξέλιξη του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Την κοινωνικά διφυή σχέση εργατικής δύναμης-γνώσης, ή πώλησης γνώσης ως ‘νέας’ όσο και ιδιαίτερης εργατικής δύναμης.. Ή την συνάρθρωση («είδωλο») σώματος-κίνησης-γνώσης-παραγωγής γνώσης. Το ίδιο το κράτος οφείλει να προσαρμοστεί.. Γνώση ως εργατική δύναμη και εργατική δύναμη ως γνώση..
«Πρόκειται για την αυτοματοποίηση της παραγωγής με προσαρμοστικά ρομπότ γενικού σκοπού ( και όχι ειδικού όπως παλιότερα), σε συνδυασμό με μηχανές τεχνητής νοημοσύνης για τη λήψη σύνθετων αποφάσεων πάνω σε ένα πλέγμα από εκατομμύρια διασυνδεδεμένους ανθρώπους και συσκευές που παράγουν δεδομένα από τα οποία βγαίνουν με αλγοριθμικό τρόπο ποιοτικά συμπεράσματα».[2] Η αυτοματοποίηση συνιστά το άλλο «πρόσωπο» της ‘ζωντανής’ εργασίας.
Η πώληση γνώσης (και ως άλλης-αντεστραμμένης εργατικής δύναμης), λειτουργεί ως πώληση ‘εμπορεύματος προς χρήση’, ως αξιακή εγκάρσια τομή, ΄ιστορικοποιεί΄ τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, προσδίδει στην κεφαλαιοκρατική τροπικότητα όψεις ενός συνειδητού τεχνολογικού καθορισμού και ανάθεσης συγκεκριμένων καθηκόντων στους χώρους εργασίας, διαμεσολαβεί εννοιολογικά την γνώση. Η ανάθεση εργασιακών καθηκόντων συγκροτεί «ζώνες» υποβολής ενός εργασιακού προτύπου εντατικοποίησης και εργασιακής εκμετάλλευσης, «ζώνες» που προβάλλουν το πόσο και το πως της υπεραξίας.
Όπως επισημαίνει ο Πέτρος Παπακωνσταντίνου: «Η συναρμολόγηση-παραγωγή του iPhone γίνεται στην Κίνα, κυρίως από τη βιομηχανία Foxconn, που έχει την έδρα της στην Ταϊβάν. Οι άθλιες συνθήκες υπερεκμετάλλευσης της εργασίας στον Foxconn, αντίστοιχες της εποχής ‘’πρωταρχικής συσσώρευσης του κεφαλαίου’’ στην Ευρώπη, ήρθαν στο φως το 2010, με τις 14 αυτοκτονίες Κινέζων εργατών που κατασκεύαζαν τα iPhones στο Σεντζέν της ‘’κομμουνιστικής’’ Κίνας».[3]
Σε μία κλίμακα διεθνοποιημένης παραγωγής, τοπικής-διεθνοποιημένης, η εργασιακή εκμετάλλευση, η απόσπαση υπεραξίας, η διαδικασία της συσσώρευσης (και σε άλλες περιοχές-χώρες του πλανήτη) προσλαμβάνει τις πτυχώσεις της πειθάρχησης-κανονάρχησης, της βίαιης πίεσης η οποία ακριβώς σωματικοποιεί τις διαστάσεις της τεχνολογικής προόδου. Επρόκειτο για την θανατική α-συνέχεια εντός παραγωγικής διαδικασίας και για την ταυτόχρονη συνέχεια της. Είναι μία μορφή θανάτου λόγω εργασίας. Για τον «διαμοιρασμό» και την ‘αναπαραγωγή’ των αντινομιών και του τρόπου λειτουργίας-αξίας της έντονης & τάχιστης κεφαλαιοκρατικής ‘μήτρας’, εντός σώματος.
Θα μπορούσαμε να κάνουμε λόγο, (παραπέμποντας στον Χέγκελ), για έναν ‘αντανακλαστικό προσδιορισμό’ των αντιθέτων, εντός διευθέτησης του χρόνου εργασίας, και δίχως τις σκιάσεις του ψυχικού πάθους.
Εντός χώρου, ανακύπτει η παρουσία επισφαλών μερίδων της εργατικής τάξης, μερίδων που βιώνουν την ταχύτητα και το βάθος της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής, εν καιρώ κρίσης. Ο Νίκος Σμυρναίος τονίζει το ότι «η παράδοση αυτή της αποστροφής της Silicon Valley ως προς οποιαδήποτε ρύθμιση της αγοράς εργασίας, είτε αυτή αφορά τις συλλογικές διαπραγματεύσεις μέσω συνδικάτων, είτε κανόνων που επιβάλλονται μέσω της νομοθετικής οδού, συνεχίστηκε και στις επόμενες δεκαετίες μέσω της σύγκλισης της τεχνολογικής ελίτ με ένα κομμάτι του ελευθεριακού κινήματος».[4]
Εντός της ‘μήτρας’ του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, η γνώση αναπαρίσταται ως σωτηριολογική τομή, ως μετρική προσαρμογή, απείκασμα του τεχνολογικά δυνατού, την ίδια στιγμή που δύναται να προσλάβει τα χαρακτηριστικά μίας «ιεροποιημένης αποκάλυψης»: γνώση για την βελτίωση και την ιστορική εξέλιξη της κοινωνικής ολότητας, της ευθυγράμμισης της ιστορικής κεφαλαιοκρατικής ‘μήτρας’ με τα προτάγματα του πάντα δυνατού. Η διφυής πλαισίωση, ‘εργατική δύναμη-γνώση’ συμπυκνώνει την κάθε δυνατή τεχνολογική εξέλιξη-αντανάκλαση του ανθρώπινου μέσα στο κοινωνικό-καπιταλιστικό..
Στις σημερινές τεχνολογικές εξελίξεις, στα διάκενα ή στα όρια της κοινωνικής ισχύος, των ενδο-καπιταλιστικών-ταξικών ανακατατάξεων, τα όρια μεταξύ σωματικού-γνωσιακού εναλλάσσονται διαρκώς, η γνώση δύναται να «πωληθεί» ως το καθαυτό «εμπόρευμα», δίπλα και μαζί με τεχνικές και διαδικασίες απόσπασης σχετικής & απόλυτης υπεραξίας. Δεν έχουμε να κάνουμε με μία τεχνολογική ‘μοναδικότητα’, οριακά αμερικάνικη (και μη) η οποία ισοδυναμεί με την άρση ενός μοντέλου ανάπτυξης που πνέει τα λοίσθια. Αντιθέτως, στις σημερινές κρισιακές διαστάσεις, η απόσπαση σχετικής-απόλυτης υπεραξίας επιτελείται, διαμορφώνει το έδαφος για την παρουσία ενσώματων υποκειμένων που αλλοτριώνονται, που λειτουργούν ως ‘δείκτες’ συσσώρευσης κεφαλαιοκρατικών-κρισιακών προτεραιοτήτων.
Η τεχνολογική διάσταση ενός συγκεκριμένου τρόπου παραγωγής κινείται μεταξύ τοπικού και παγκόσμιου (καθολικού), σχεδιάζει και πραγματοποιεί σε διαφορετικές επικράτειες, δομεί την αξία χρήσης ως υπεραξία και απόσπαση υπεραξίας, σφαιρικής απ-αλλοτρίωσης του νου και της εικόνας που έχει για το γίγνεσθαι..
Παραφράζοντας τον Μαρξ, θα αναφέραμε πως, σε αυτήν την περίπτωση, το ζωντανό ‘κεφάλαιο’ βρίσκει τρόπους να «αδράξει» ευκαιρίες, να συσχετίσει υποκείμενα, να φέρει πιο κοντά την δική του σύνθετη ‘λύτρωση’,[5] να συμβάλλει στην διαμόρφωση ταξικών μεταβολών,[6] κοινωνικών σχέσεων, να καταδείξει το γνωσιακό του υπόβαθρο, την υποκειμενοποίηση του ορατού. Η εργατική δύναμη δεν απ-αλλοτριώνεται στατικά αλλά σχεσιακά.
Το τύποις άυλο και φασματικό της τεχνολογικής συγχρονίας (δομική φασματοποίηση) σημαίνεται ως άυλο και καθίσταται πραγματικό στους χρόνους και στους χώρους της παραγωγής, (βλέπε ‘έξυπνα’ κινητά τηλέφωνα), ‘συλλαμβάνεται’ ως προτσές, μετασχηματίζεται στους χρόνους και στους όρους της σχηματοποίησης και της πώλησης του εμπορεύματος. Και στη διαδικασία πώλησης του προϊόντος της παραγωγής (μόχθος-γνώση), συντελείται ο μετασχηματισμός σε υπαρκτή κεφαλαιοκρατική πραγματικότητα-συσσώρευση.
Αναφέρει ο Καρλ Μαρξ: «Επειδή τα εμπορεύματα εκφράζουν κατ’ αυτόν τον τρόπο τις αξίες του ιδεατά μόνον στο χρήμα, τις εκφράζουν επίσης σε νοητό ή ιδεατό χρήμα. Μέτρο των αξιών ως εκ τούτου είναι το χρήμα μόνον ως νοητό ιδεατό χρήμα».[7]
Σε αυτό το πλαίσιο-περίπτωση, στην ανάδυση και διαμόρφωση των όρων αποκρυστάλλωσης της τεχνολογικής συνθήκης, το κατά Μαρξ «μέτρο των αξιών», καθίσταται ο εκ των προτέρων «τελειοποιημένος» και «καθετοποιημένος» σχεδιασμός, και, όχι μόνο το χρήμα (ως απείκασμα & σχεσιακότητα του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής) αλλά και το προϊόν (εμπόρευμα), η περαιτέρω εξέλιξη και η επιδίωξη συνέχειας του. Η αντανάκλαση κορυφώσεων και η λογοθετική τους πλαισίωση ως αέναη πρόοδος. Η τεχνολογική καινοτομία ως «προσδιορισμός» της τάσης του ιστορικού κεφαλαίου να ανακαλύπτει..
To φετίχ της διαμόρφωσης της ιστορίας. Ως ένα «γενικό ισοδύναμο»[8] των προσδοκιών των πολλών, ως μία τεχνολογική «συγκεντροποίηση-ομογενοποίηση» ενώπιον της διαφορετικότητας.
Σε αυτούς τους χώρους εργασίας ασκείται μία μορφή ‘τεχνολογικής’ εξουσίας που προσιδιάζει στη σύνθετη διαμόρφωση του συλλογικού υποκειμένου με στόχο-όρο την διαμόρφωση σύνθετων προϊόντων που παράγονται και αναπαράγονται υπό το πρίσμα της ιδιαίτερης απεύθυνσης από τη μονάδα παραγωγής σε όλον τον κόσμο, του ενδο-καπιταλιστικού ανταγωνισμού, των πρακτικών εγκιβώτισης του ανταγωνισμού στο σώμα του εργάτη. Αυτή η τεχνολογική κυβερνολογική δεικνύει τη γνώση, ή την ικανότητα, και παραπέμπει στο σώμα, σε όρια δίχως επικαλύψεις. Ο συλλογικός εργάτης κινεί την μηχανική των πράξεων, του χρόνου.
Αναφέρει ο Pierre Macherey: «Για να προσδένεται πιο στέρεα στην εκδίπλωση της παραγωγικής διαδικασίας, η διοίκηση που ασκείται από το κεφάλαιο την «παρακολουθεί», δηλαδή αφενός τη συνοδεύει και αφετέρου την επιτηρεί, και τούτο σημείο προς σημείο, ούτως ώστε η πίεση που ασκεί να είναι συνεχής και να περιορίζει κατά το δυνατόν περισσότερο τις πιθανότητες απόκλισης ή απώλειας».[9] Η εργασία ασκείται συστηματικά σε ένα περιβάλλον ιεραρχικών διευθετήσεων και προσμείξεων..
Σε ένα γίγνεσθαι πολλαπλότητας και πολλαπλών αντανακλάσεων, πρακτικών, λογοθετικών, πολιτικών, ρευστό, οι τεχνολογικές συνθήκες, το ‘τεχνολογικό’ κεφάλαιο επιδιώκει να προσδιορίσει την επέκταση, την ‘διείσδυση’ στη βαθιά ιστορία, το ‘φιλτράρισμα’ μίας κανονικής ζωής μέσα από μία κανονική οθόνη, να δώσει ιδέες. Το μπλοκ των λαϊκών-υποτελών τάξεων, τα εργατικά συνδικάτα, οφείλουν να ‘αναγνώσει’ αυτές τις εξελίξεις.
[1] Βλέπε σχετικά, Γεωργίου Αλέξανδρος, ‘Το νέο τεχνολογικό υπόδειγμα του κεφαλαίου’, Ya Basta, 12/01/2017, www.yabasta.gr. Δεν θεωρούμε ότι λαμβάνει χώρα μία δομική απόσπαση από τον χώρο της πολεμικής βιομηχανίας, στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Η πολεμική βιομηχανία των Ηνωμένων Πολιτειών δύναται να προσδεθεί στο πλαίσιο της τεχνολογικής καινοτομίας, ή να παραγάγει και η ίδια το τεχνολογικά ‘νέο’, να αποτελέσει ‘τόπο’ κεφαλαιακών επενδύσεων, να αρθρώσει εκ νέου την έννοια του κράτους ως δυνάμει όσο και πραγματικά πολεμικού, ή με άλλους όρους διατυπωμένο, ως «έτοιμου πολεμιστή», (πολεμική υλικότητα), αναδεικνύοντας παράλληλα προσίδιες συσχετίσεις-αποσυσχετίσεις μεταξύ μερίδων (και των πλέον ηγεμονικών) του αμερικάνικου αστικού μπλοκ εξουσίας. Σε ένα περιβάλλον διεθνικής «απεδαφικοποίησης» και εναλλαγής συμβατικής και μη συμβατικής στρατιωτικής δράσης, οι ΗΠΑ «εξάγουν» & αναπαράγουν στρατιωτική τεχνογνωσία που ενέχει γνωσιακή-κεφαλαιακή ισχύ, την εκδίπλωση των όρων μίας ιδεολογικής προβολής στο παρόν και στο μέλλον, τον «τεμαχισμό» γης-περιοχών με διακύβευμα την επανενσωμάτωση τους στο πεδίο των ανοιχτών προτεραιοτήτων.
[2] Βλέπε σχετικά, Γεωργίου Αλέξανδρος…ό.π.
[3] Βλέπε σχετικά, Παπακωνσταντίνου Πέτρος, ‘Ο Τραμπ, η παγκοσμιοποίηση και η Αριστερά’, Iskra, 21/01/2017, www.iskra.gr .
[4] Βλέπε σχετικά, Σμυρναίος Νίκος, ‘Digital Labor, Uberization, Crowdsourcing. Εργασία και εκμετάλλευση στην ψηφιακή εποχή’, 22/04/2016, Barikat.gr
[5] Όπως γράφει ο Γερμανοεβραίος μαρξιστής στοχαστής Walter Benjamin, στη δεύτερη θέση για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας, «Με άλλα λόγια, η εικόνα που έχουμε για την ευτυχία είναι αδιάρρηκτα συνδεμένη με εκείνη της απολύτρωσης», βλέπε σχετικά, Benjamin Walter, ‘Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας’, Λέσχη κατασκόπων του 21ου αιώνα, Δεύτερη Έκδοση, Αθήνα, 2014, σελ. 10. Μία ευτυχία, που μέσω διαθλάσεων, θέλει να μετατραπεί σε ‘απολύτρωση’, μία ‘απολύτρωση’, που, αίρει δεσμά, εξελίσσει, συγκροτεί την θεολογία της ουσίας των πραγμάτων & της ουσιώδους εξέλιξης. Η θεολογία του έσχατου που τείνει στον εξελικτικό ‘ουρανό’. Μία λύτρωση και μία κίνηση έκκεντρη, προς διάφορα σημεία, ‘χαώδης’ και συγκεκριμένη.
[6] Γράφει ο Νίκος Πουλαντζάς: «Τα ταξικά συμφέροντα, σαν όρια επέκτασης μιας ειδικής ταξικής πρακτικής, μεταθέτονται ανάλογα με τα συμφέροντα των άλλων τάξεων», βλέπε σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική εξουσίας και Κοινωνικές τάξεις’, τόμος α’, γ’ έκδοση, Μετάφραση: Φιλίνης Κώστας, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982,σελ. 154. Μετατίθενται, θα λέγαμε, με βάση την κίνηση των υπόλοιπων τάξεων, (αυτό που αποκαλείται σχηματικά ‘νίκη-ήττα’ συνιστά την αντανάκλαση κοινωνικών τάξεων, σε μία ιδιαίτερη περίοδο, στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι, την επιδίωξη εκ νέου δόμησης της κυριαρχίας, την ιδεολογία της ‘σφραγίδας’ και, από την άλλη της ‘τρεμάμενης αστάθειας’), τον λόγο προς αυτό-προσδιορισμό, τις ιδεολογικές και πρακτικά πολιτικές συγκλίσεις-αποκλίσεις, την αντανάκλαση τους στην πολιτική κονίστρα, τα κρόσσια που αφήνει πίσω της η ταξική πάλη. Δεν είναι μόνο η «ειδική ταξική πρακτική, (όπως ορθά επισημαίνει ο Νίκος Πουλαντζάς), είναι και η στρατηγική διαπάλη με θεμελιώδες όπλο την ιδεολογία, που, άλλοτε μύθος, άλλοτε «καρπός» του πραγματικού, επανεγγράφει στοιχεία.. Έχουμε να κάνουμε και με ενδο-αστικές μεταβολές.
[7] Βλέπε σχετικά, Μαρξ Καρλ, ‘Εμπόρευμα και χρήμα’, Μετάφραση, εισαγωγή και σχόλια: Σταμάτης Γιώργος, Εκδόσεις Κριτική, Αθήνα, 1991, σελ. 98.
[8] Παραπέμπουμε στην Μαρξιστική ορολογία.
[9] Βλέπε σχετικά, Macherey Pierre, ‘Φουκώ & Μαρξ. Το παραγωγικό υποκείμενο’, Μετάφραση: Μπέτζελος Τάσος, Εκδόσεις Εκτός Γραμμής, Αθήνα, 2013, σελ. 80.