Η περίπτωση του Ι.Θ. που ενώ έφτασε ένα βήμα πριν από το μόνιμο διορισμό μετά από 10 χρόνια περιπλάνησης σε μακρινά νησιά, πετάχτηκε για ένα όχι δικό του λάθος στην ανεργία.
-Και τι δουλειά κάνεις είπαμε;
-Είμαι εκπαιδευτικός.
-Στο δημόσιο ή στον ιδιωτικό τομέα;
-Είμαι στο δημόσιο, αναπληρωτής.
-Ω, φίλε, ζωάρα κάνετε στο δημόσιο. Τρεις μήνες διακοπές το καλοκαίρι, δεκαπέντε τα Χριστούγεννα, δεκαπέντε το Πάσχα. Τι ανάγκη έχετε εσείς…
-Ξέρεις, δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα…
Ο παραπάνω φανταστικός διάλογος θα μπορούσε να είναι κάλλιστα αληθινός. Ίσως να τον έχετε ακούσει σε διάφορες παραλλαγές στις παρέες σας ή σε κάποιο διπλανό σε τραπέζι σ’ ένα μπαρ. Η διάχυτη εντύπωση που έχει πολύς κόσμος για τους εκπαιδευτικούς στο δημόσιο είναι αυτή: Ότι πρόκειται για μία ευνοημένη κάστα που, μεταξύ άλλων, κάνει τέσσερις μήνες διακοπές το χρόνο. Υπάρχουν και άλλα στερεότυπα. Δουλεύουν λίγο, το απόγευμα πλουτίζουν από τα ιδιαίτερα μαθήματα, είναι αδιάφοροι κτλ.
Πέρα από το γεγονός ότι τα στερεότυπα αδικούν την προσπάθεια των περισσότερων λειτουργών της εκπαίδευσης, πολλοί λίγοι γνωρίζουν για την αδικία που βιώνουν οι ωρομίσθιοι και οι αναπληρωτές εκπαιδευτικοί (τα πολλά τελευταία χρόνια) οι οποίοι, μέσα σ’ ένα καθεστώς απίστευτης εργασιακής ομηρίας, καλούνται κάθε χρόνο να μπαλώνουν τρύπες στο ξηλωμένο πουλόβερ της ελληνικής εκπαίδευσης γυρίζοντας συχνά το σύνολο της ελληνικής επαρχίας σε απόσταση τεράστια από τις μόνιμες κατοικίες τους.
Η παρακάτω ιστορία είναι μία από τις πλέον χαρακτηριστικές. Ο Ι.Θ., φιλόλογος από τη Θεσσαλονίκη, υπηρετούσε πολύ μακριά από το σπίτι του πάνω από δέκα χρόνια και πάντα υπό το καθεστώς του ωρομίσθιου πρώτα και του αναπληρωτή εν συνεχεία. Και ενώ είχε συμπληρώσει την απαραίτητη μοριοδότηση για την μόνιμη πρόσληψή του, το λάθος με το e-παράβολο τον Φεβρουάριο του 2020 (λάθος που οφείλεται εν πολλοίς στο γεγονός ότι το ηλεκτρονικό σύστημα κατάθεσης ήταν απαρχαιωμένο και δύσχρηστο) όχι μόνο του στερεί την πρόσληψη αλλά τον πετά στην κόλαση της ανεργίας για τα επόμενα τρία χρόνια!
“Δούλεψα για πρώτη φορά στο δημόσιο σχολείο το 2006, ως ωρομίσθιος. Στη Θεσσαλονίκη. Κοντά στο σπίτι μου αλλά με το καθεστώς της εργασιακής ανασφάλειας. Γρήγορα όμως πέρασα στο καθεστώς του αναπληρωτή και άρχισε η περιπλάνησή του σ’ όλη την Ελλάδα” μας αφηγείται ο Ι (του οποίου τα πλήρη στοιχεία βρίσκονται στη διάθεση του συντάκτη).
“Αρχικά πήγα στον Πύργο της Ηλείας. Χωρίς φυσικά να έχω μαζί μου τα τρία παιδιά μου. Πήγα μόνος. Ήταν ωραία η πρώτη εμπειρία, έκανα φίλους εκεί, πρόσφερα νομίζω στο σχολείο και στα παιδιά. Η μοίρα όμως των αναπληρωτών δεν είναι να ριζώνουν σ’ ένα τόπο αλλά σαν νομάδες να μετακινούνται από περιοχή σε περιοχή μαζί με την οικοσυσκευή τους. Κάθε καλοκαίρι η ίδια αγωνία. Που θα διοριστώ, πότε, πώς θα βρω σπίτι, πώς θα προσαρμοστώ”.
“Η επόμενη θέση μου ορίστηκε στην Αντίπαρο, στις Κυκλάδες. Το νησί ήταν μία νέα εμπειρία, η ζωή εκεί, ειδικά το χειμώνα, είναι ιδιαίτερη. Αλλά, όπως φαίνεται η δική μου μοίρα ήταν συνδεδεμένη με τα νησιά. Μετά από ένα χρόνο ανεργίας, επέστρεψα στο δημόσιο σχολείο, αυτή τη φορά όμως για τα Δωδεκάνησα και την Τήλο. Ήταν δική μου επιλογή να δηλώσω τα Δωδεκάνησα γιατί ήξερα ότι για το συγκεκριμένο γεωγραφικό διαμέρισμα είχα περισσότερες πιθανότητες να διοριστώ με το πρώτο κύμα, από τον Σεπτέμβριο, και όχι στη συνέχεια”.
Στην ακριτική Τήλο ο Ι. πέρασε 6 χρόνια. Πάντα υπό το καθεστώς του αναπληρωτή που σήμαινε ότι κάθε καλοκαίρι δεν ήξερε που θα συνεχίσει το χειμώνα. Η κρίσιμη αυτή πληροφορία ερχόταν είτε λίγο πριν είτε λίγο μετά από την έναρξη της σχολικής σεζόν. Μέχρι τον ορισμό-τοποθέτηση ο Ι. κρατούσε την ανάσα του.
Στην Τήλο δέθηκε με τους ανθρώπους και το περιβάλλον του όμορφου αυτού νησιού. Έξι χρόνια είναι μεγάλο χρονικό διάστημα άλλωστε. Πήρε πράγματα από τους Τηλιακούς αλλά και έδωσε. Όχι μόνο με την κλασική μορφή της δουλειά του αλλά με άλλες ιδιότητες, αφιλοκερδώς. Ο άνθρωπος έχτισε σχέσεις ζωής που δεν μπορούν να ξεχαστούν εύκολα. Και τότε γίνεται το απίθανο…
Όπως και άλλες χιλιάδες άλλοι εκπαιδευτικοί έσπευσα τον Φεβρουάριο του 2020 να καταθέσω το ηλεκτρονικό παράβολο των 3 ευρώ στη σχετική ηλεκτρονική πλατφόρμα για να συνεχίζω να βρίσκομαι στο δημόσιο σχολείο. Είχα πια, μετά από 10 και πλέον χρόνια στην περιπλάνηση, κατοχυρώσει δικαίωμα μόνιμου διορισμού. Το σύστημα μας έδινε την εντύπωση ότι είχε αποδεχτεί την κατάθεσή μας. Αυτή όμως δεν είχε γίνει ποτέ όπως αποδείχθηκε. Η πλατφόρμα ήταν κάτι περισσότερο από προβληματική. Αυτομάτως πεταχτήκαμε εκτός πινάκων σχεδόν 10.000 εκπαιδευτικοί, πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης αλλά και ειδικής αγωγής. Το σοκ ήταν μεγάλο”.
Από εκεί και πέρα αρχίζει ο Γολγοθάς: “Απευθυνθήκαμε παντού, φυσικά πρώτα στο Υπουργείο. Η κα Κεραμέως δεν δέχθηκε ποτέ να ακούσει το δίκαιο αίτημά μας. Την ίδια ώρα, οι προσφυγές μας στη δικαιοσύνη απορρίφθηκαν για τυπικούς λόγους. Βιώνουμε μία κατάσταση εξαιρετικά δύσκολη. Μετά το εξάμηνο, σταματήσαμε να δικαιούμαστε και το επίδομα ανεργίας. Εγώ, από την ισχυρή πιθανότητα του μόνιμου διορισμού, βρέθηκα σε μία οδυνηρή αβεβαιότητα χωρίς να έχω πολλές λύσεις για δουλειά στην ηλικία που βρίσκομαι (λίγο πάνω από τα 50)”.
“Τόσο χρόνια σκληρής προσπάθειας και αγωνίας δείχνουν να πηγαίνουν στράφι. Στους πίνακες συνάδελφοι που βρίσκονταν από κάτω μου, σιγά-σιγά θα με περάσουν αφού εγώ δεν έχω τη δυνατότητα να εργαστώ στο δημόσιο σχολείο. Τα χρόνια περνάνε. Νιώθω πραγματικά πολύ άσχημα. Ούτε καν την οικοσυσκευή δεν έχω μαζί μου. Την άφησα στην Τήλο έχοντας την αίσθηση ότι θα επιστρέψω. Μετά μας βρήκε και η πανδημία, τα ταξίδια σχεδόν απαγορεύτηκαν και τα πράγματά μου έμειναν στο νησί”.
Για το θέμα των 10.000 εκπαιδευτικών που έμειναν εκτός πινάκων παρά τη θέλησή τους από ένα ηλεκτρονικό λάθος έκανε αναλυτική επερώτηση στη Βουλή μέχρι και ο Βουλευτής της ΝΔ (και πρώην Υπουργός Παιδείας) Ευριπίδης Στυλιανίδης. Ο Θρακιώτης βουλευτής επισημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι “με την πρώην απαρχαιωμένη και καθόλου φιλική ηλεκτρονική φόρμουλα του e παραβόλου, η οποία δημιουργούσε στον χρήστη την αίσθηση ότι τα χρήματα που αντιστοιχούν στην αξία του, θα αναληφθούν αυτόματα από την τράπεζα, αφού ο χρήστης καταχωρούσε το iban, την τράπεζα του και το Α.Φ.Μ του στην πλατφόρμα κατά τη διαδικασία έκδοσης του παραβόλου.
Η αίσθηση του εμπεδώνονταν εκ του γεγονότος ότι το παράβολο εκδίδονταν, ο χρήστης είχε τη δυνατότητα να κάνει επίσημα χρήση αυτού και του μοναδικού κωδικού που έφερε, η δε έκδοση από το σύστημα θεωρείτο επιτυχής, όπως επιτυχής θεωρείτο και η διεκπεραίωση από τον ΑΣΕΠ της αιτήσεως, όταν υποβάλλονταν στο τελευταίο η αίτηση με τα δικαιολογητικά της, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται το εκδοθέν πλην όμως απλήρωτο παράβολο. Έχοντας δε ο χρήστης του συστήματος την καθημερινή συναλλακτική εμπειρία με άλλους φορείς του δημόσιου ή ιδιωτικού τομέα, όπου η συναλλαγή ολοκληρώνεται αυτόματα μέσω του iban του τραπεζικού λογαριασμού ή του αριθμού της τραπεζικής κάρτας, εύκολα έπεφτε θύμα πλάνης, θεωρώντας ότι με την έκδοση του παραβόλου ταυτόχρονα συντελούνταν και η διαδικασία πληρωμής”.
Μίλησε, επίσης, για απάνθρωπη συμπεριφορά αλλά και εξόφθαλμη αδικία και ρωτούσε την Νίκη Κεραμέως για το πως σκέφτεται να αντιμετωπίσει το ζήτημα και να αποκαταστήσει, έστω μερικώς, την αδικία. Στην πραγματικότητα δεν έγινε τίποτα. Σχεδόν 18 μήνες μετά, οι 10.000 εξακολουθούν να μην έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν αίτηση για επιστροφή τους αφού βρίσκονται εκτός πινακών.
Ο Ι. κατέθεσε τα χαρτιά του για πρόσληψη σε δημόσιο ΙΕΚ: “Δεν είναι σίγουρο ότι θα με πάρουν αλλά εδώ που φτάσαμε δεν έχω και πολλές επιλογές. Αλλά θα έλεγα ότι με πνίγει το δίκιο. Πρέπει να σας πω δε ότι άλλοι συνάδελφοι βρίσκονται σε ακόμα χειρότερη θέση από μένα, έχουν δουλέψει ως ωρομίσθιοι ή αναπληρωτές για 20 και πλέον χρόνια. Και τώρα βρίσκονται εκτός!”
Συμπέρασμα: Όταν την επόμενη φορά ακούσετε από φίλο ή γνωστό σας ότι οι εκπαιδευτικοί στο δημόσιο είναι ευνοημένα κάστα που κάνει διακοπές τέσσερις μήνες το χρόνο και πληρώνεται για το τίποτα, να επικαλεστείτε το παράδειγμα του Ι. Ο οποίος, μετά από 10 και πλέον χρόνια ταξίδια στην ελληνική επαρχία, καταδικάστηκε για μία ηλεκτρονική αβελτηρία.
Την ίδια ώρα, τα παιδιά στα ακριτικά νησιά και σε άλλες απομακρυσμένες περιοχές της χώρας αλλάζουν συνεχώς και κάθε χρόνο εκπαιδευτικούς. Η έλλειψη μόνιμων προσλήψεων και το σύστημα τοποθέτησης των αναπληρωτών ουσιαστικά μετατρέπουν τα παιδιά σε πειραματόζωα διαφορετικών προσεγγίσεων και μεθόδων που αλλάζουν σχεδόν κάθε καλοκαίρι.