Του Περικλή Κοροβέση
Κατά κανόνα οι άνθρωποι παίρνουν την πραγματικότητα ως δεδομένη. Σου λένε: «Ετσι είναι τα πράγματα, έτσι τα βρήκαμε και έτσι πάντοτε ήταν».
Και αφού λοιπόν τα πράγματα είναι ίδια και απαράλλαχτα, μήπως πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να προσαρμοστούμε, όσο γίνεται καλύτερα, και να κοιτάξουμε να βελτιώσουμε τη θέση μας, όσο γίνεται καλύτερα;
Και αυτό σημαίνει, κατά κανόνα, κυνήγι χρημάτων, σπίτι, αυτοκίνητο, δάνειο και κατανάλωση μέχρις εσχάτων και πλήρης αδιαφορία για την κοινωνία και τον διπλανό μας.
Και δημιουργούνται ανεπαίσθητα τείχη γύρω μας για να μας προστατέψουν από τον ξένο και τον διαφορετικό, που δεν είναι σαν κι εμάς, άρα είναι μια εν δυνάμει απειλή, αφού η ύπαρξη του άλλου, με το «αλλιώτικο» που είναι, βάζει υπό αμφισβήτηση το κανονικό που είμαστε εμείς. Αυτοί οι άνθρωποι δημιουργούν και μια δικιά τους γλώσσα.
Είναι κατά κανόνα πομποί και καθόλου ή ελάχιστα δέκτες. Είναι σίγουροι πως ξέρουν, γι’ αυτό δεν κάνουν τον κόπο να ακούσουν τι λένε οι άλλοι, γιατί εκ των προτέρων είναι πεισμένοι πως οι άλλοι δεν ξέρουν ή, στην καλύτερη περίπτωση, είναι διαφορετικοί.
Αυτή η μεγάλη κατηγορία ανθρώπων έλκεται από τα κόμματα εξουσίας και ψηφίζει σαν να παίζει τις οικονομίες της -αλλά με κομπίνα- στο Χρηματιστήριο.
Και αυτοί οι άνθρωποι πόνταραν λάθος μια φορά, μπορεί να το διορθώσουν τζογάροντας στο επόμενο ή στο μεθεπόμενο κόμμα εξουσίας, πριν καταλήξουν στο συμπέρασμα πως όλοι είναι «ίδιοι» και αρχίσουν να προαλείφονται για ψήφο στη Χρυσή Αυγή.
Το βασικό επιχείρημα είναι: «Τους δοκιμάσαμε όλους. Να δοκιμάσουμε και αυτούς». Στον αντίποδα αυτής της πλειονότητας υπάρχει και μια μειονότητα που βάζει πάντα ένα «γιατί» και θέτει μια σειρά από ερωτήματα, συχνά με την περιέργεια ενός παιδιού.
Αυτοί οι άνθρωποι κατά κανόνα είναι ενοχλητικοί. Και όταν, μάλιστα, αρχίζουν και δίνουν τις δικές τους απαντήσεις και αποδεικνύουν πως τα πράγματα θα μπορούσε να ήταν και αλλιώς, και αναλαμβάνουν δράση για να αλλάξουν μια άδικη κατάσταση, τότε γίνονται επικίνδυνοι… Δεν έχουμε μάθει ποτέ, τίποτα, από την ιστορία των εκτελεσθέντων και το δίκιο τους, γιατί;
Και εδώ, άθελά μου, έκανα μια άλλη προσέγγιση για το τι είναι Δεξιά και Αριστερά. Μια διάκριση που ποτέ δεν θα πάψει να υπάρχει, όσο κι αν πια, αυτές οι ορολογίες, συχνά δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.
Οι κρατικοποιήσεις που έκανε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής την πρώτη περίοδο της Μεταπολίτευσης ήταν αριστερή ή δεξιά πολιτική;
Το ξεπούλημα της εθνικής, κοινής περιουσίας αυτού του λαού που κάνει η κυβερνώσα ομάδα Τσίπρα, είναι δεξιά ή αριστερή πολιτική;
Μιας περιουσίας που δεν είναι του κράτους, αλλά του λαού; Εδώ ποιος από τους δύο υπηρέτησε το κοινό καλό και ποιος υπηρέτησε το Κεφάλαιο; Η απάντηση δική σας. Υπουργός της σημερινής κυβέρνησης έχει παραδεχτεί πως η χώρα βρίσκεται υπό κατοχή.
Με κάποιες προϋποθέσεις, να συμφωνήσω μαζί του. Αφού λοιπόν η χώρα βρίσκεται υπό ξένο ζυγό, τότε σημαίνει πως έχουμε μια κυβέρνηση δωσίλογων την οποία υπηρετεί ο εν λόγω υπουργός. Κουίσλινγκ και αριστερός γίνεται; Φαίνεται πως στην Ελλάδα τα πάντα είναι δυνατά.
Και ο καθένας όπως βολεύεται, ελλείψει κριτικής σκέψης, ενός λαού εν υπνώσει. Οι βλάκες εξαιρούνται, γιατί δικαιώνονται. Αλλά ας γυρίσουμε στα καθ’ ημάς και να δούμε μερικά δεδομένα όπου στηρίζεται η σημερινή ελληνική πολιτική.
Και να πάρουμε μερικά στερεότυπα που αναπαράγονται αμάσητα από τα ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά. «Ελάφρυνση χρέους», «Αξιολόγηση», «Κουαρτέτο», «Επενδύσεις», «Ιδιωτικοποιήσεις».
Αυτά γεννούν μια ακατάσχετη λογοδιάρροια τόσο σε εκτενή ρεπορτάζ που αλληλοτροφοδοτούνται όσο και σε πληκτικά πάνελ, σχεδόν πάντα με τους ίδιους πανελολόγους που αναλύουν το τίποτα χωρίς ποτέ να βάζουν ένα γιατί. Και τα ερωτήματα που θέτει ο κόσμος των «Γιατί-δων» είναι πολλά και αναπάντητα. Χρέος: Σύμφωνοι.
Αλλά πριν το πληρώσουμε, ας μάθουμε πώς δημιουργήθηκε. Μήπως πληρώνουμε τα χρέη της χούντας για τα έξοδα που έκανε για εκτελέσεις, βασανιστήρια, φυλακίσεις και εξορίες;
Αξιολόγηση: Θα δεχόταν ποτέ μία κυρίαρχη χώρα, π.χ. Γερμανία, Γαλλία κ.λπ., ένα διεθνές κουαρτέτο να την αξιολογεί σαν να ήταν δημόσιος υπάλληλος; Καλές οι επενδύσεις. Αλλά επενδύσεις έχουμε και στο Πακιστάν, στο Μπαγκλαντές, στη Μαλαισία κ.α.
Πλούτισαν αυτές οι χώρες; Μήπως όταν λένε επενδύσεις εννοούν στρατόπεδα εργασίας; Δώδεκα ώρες εργασίας την ημέρα, τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες τον χρόνο και αμοιβή λιγότερο από πενήντα λεπτά την ώρα. Αυτή είναι η προοπτική μας;
Αν ένα λιμάνι, ένα αεροδρόμιο, μία ΔΕΚΟ είναι κερδοφόρα για τον ελληνικό λαό, τότε γιατί τα δίνουμε; Η διεθνής εμπειρία έχει δείξει πως μόνο διεφθαρμένες κυβερνήσεις Τρίτου Κόσμου το πράττουν αυτό, με αντικειμενικό σκοπό τη μίζα.
Ωραία δουλειά, πουλάς κάτι που δεν είναι δικό σου και τα κονομάς γερά.
Μήπως αυτό σήμερα είναι το ανώτατο στάδιο της πολιτικής; Και μήπως αυτά εκφράζει η καλή μας αριστερή κυβέρνηση, με το επαγγελματικό χαμόγελο του Τσίπρα;