Υπόμνημα Πολιτικής Αγωγής
Καθώς η δίκη της Χρυσής Αυγής συνεχίζεται και το κουβάρι της εγκληματικής δράσης και της οργάνωσης έχει αρχίσει να ξετυλίγεται και στο ακροατήριο, oι πηγές χρηματοδότησης της ΧΑ παραμένει ένα από τα μεγάλα κεφάλαια, που πρέπει να φωτιστούν περισσότερο, καθώς εκτός όλων των άλλων, συνδέεται άμεσα και πολλαπλά με την εγκληματική της δράσης.
Δημοσιεύουμε σήμερα αποσπάσματα με σχετικές πληροφορίες από το υπόμνημα Πολιτικής Αγωγής που έχουν καταθέσει, ήδη από τις 11.11.2014, στο Τριμελές Συμβούλιο Εφετών της Αθήνας. Ολόκληρο το υπόμνημα μπορείτε να το διαβάσετε στην ιστοσελίδα Jailgoldendawn.com (Για την Πολιτική Αγωγή του αντιφασιστικού κινήματος).
Η Χρυσή Αυγή μετά την είσοδό της στη Βουλή απέκτησε πρόσβαση σε παχυλή κρατική χρηματοδότηση, την οποία αξιοποίησε για να εντείνει τις εγκληματικές της δραστηριότητες. Εκτός της τακτικής χρηματοδότησης με βάση τα εκλογικά της ποσοστά, διέθετε τις βουλευτικές αποζημιώσεις και πλήθος προνομίων που συνδέονται με τις βουλευτικές έδρες, δηλαδή πέντε μετακλητούς υπαλλήλους και επιστημονικούς συνεργάτες ανά βουλευτή, μετακλητούς αστυνομικούς ως συνοδούς ασφαλείας των βουλευτών, δωρεάν τηλέφωνα, οχήματα (τα οποία χρησιμοποιήθηκαν ακόμα και σε επιθέσεις ταγμάτων εφόδου, όπως στην περίπτωση της επίθεσης στο στέκι Συνεργείο στην Ηλιούπολη κλπ).
Ωστόσο, η Χρυσή Αυγή είχε τη δυνατότητα να χρηματοδοτεί τη δράση της και τις εγκληματικές της ενέργειες πριν ακόμα μπει στη Βουλή. Αλλά και ακόμα και όταν εισήλθε σε αυτή, κάθε τοπική οργάνωση και κάθε μέλος (ιδιαίτερα υψηλόβαθμο) ήταν επιφορτισμένοι να αξιοποιούν ευκαιρίες χρηματοδότησης της οργάνωσης που προέκυπταν από τον εκάστοτε τομέα ευθύνης.
Αναφέρουμε ενδεικτικά τις ακόλουθες περιπτώσεις:
Ι. Σημαντική πηγή χρηματοδότησης της οργάνωσης ήταν η πώληση ρούχων και υλικών που θεωρούνταν συνδεδεμένα με την στράτευση στη Χρυσή Αυγή. Η εμπορία αυτών των ειδών διεξαγόταν κεντρικά, με υπεύθυνο τον βουλευτή της οργάνωσης και ήδη κατηγορούμενο Ηλία Παναγιώταρο, ο οποίος διέθετε κατάστημα με την επωνυμία «Φάλαγγα», που τροφοδοτούσε με είδη ένδυσης, σήματα, μπρελόκ κλπ., μέλη της Χρυσής Αυγής, άνδρες των σωμάτων ασφαλείας και οπαδικούς συνδέσμους που ήταν και οι βασικοί «πελάτες» της οργάνωσης. Στα πωλούμενα είδη ένδυσης, θα πρέπει να προσθέσουμε και αντικείμενα που χρησιμοποιούνται ως όπλα, όπως μπαστούνια του μπέιζμπολ ηλεκτρονικούς εκκενωτές (taser), κλπ, τα οποία εμπορευόταν κεντρικά το κατάστημα του Ηλία Παναγιώταρου.
ΙΙ. Βασική πηγή χρηματοδότησης αποτελούσε επιπλέον η πώληση υπηρεσιών προστασίας από μέλη της οργάνωσης, σε καταστήματα, μπαρ κλπ. Η παροχή υπηρεσιών προστασίας ήταν βασική πτυχή της δράσης της οργάνωσης στην περιοχή του κέντρου της Αθήνας και ιδιαίτερα στον Άγιο Παντελεήμονα, πραγματοποιούταν δε σε συνεργασία με το αρμόδιο ΑΤ Αγίου Παντελεήμονα και τον υποδιευθυντή του (ήδη υπόδικο) Αθανάσιο Σκάρα. Το μέλος της Κεντρικής Επιτροπής και υψηλόβαθμο στέλεχος της οργάνωσης Χρήστος Ρήγας, ιδιοκτήτης ο ίδιος του μπαρ Πύλες στον Άγιο Παντελεήμονα και επικεφαλής της παρέμβασης της Χρυσής Αυγής στην περιοχή το επίμαχο χρονικό διάστημα, εμπορευόταν την πώληση προστασίας. Σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 565/2009 απόφαση του Αρείου Πάγου ο Χρήστος Ρήγας ήταν «πρωτοπαλίκαρο» του Μπάμπη Λαζαρίδη, γνωστού στα κυκλώματα της «νύχτας». Τα περιγραφόμενα ομολογούνται από τον Χρήστο Λουκόπουλο, πρώην υπαξιωματικό του Πολεμικού Ναυτικού που τον Οκτώβριο του 2007 είχε συλληφθεί κατά την απόπειρα ανθρωποκτονίας του ιδιοκτήτη του μπαρ“ Caramela Γιάννη Βουτυράκου. Ο Λουκόπουλος ομολόγησε ότι την εντολή του «συμβολαίου θανάτου» (μια σφαίρα στο κεφάλι και τρεις στην καρδιά) τού την είχε δώσει ο Μπάμπης Λαζαρίδης, ιδιοκτήτης του ανταγωνιστικού νυχτερινού κέντρου Μούσες, μέσω του πρωτοπαλίκαρού του και μέλους της Χρυσής Αυγής Χρήστου Ρήγα. Ο Ρήγας μάλιστα, κατά τον Λουκόπουλο, είχε εισπράξει ήδη 15.000 ευρώ για το «συμβόλαιο θανάτου» και θα έδινε άλλα τόσα στον Λουκόπουλο όταν αυτός θα τελούσε με επιτυχία την ανθρωποκτονία.
ΙΙΙ. Η πώληση προστασίας σε καταστήματα εξαπλώθηκε πέραν του Αγίου Παντελεήμονα, σε άλλες συνοικίες και από άλλα μέλη της οργάνωσης. Από τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις του μέλους της Χρυσής Αυγής και πλέον κατηγορούμενου Νικόλαου Αποστόλου, που είχε διατελέσει υπεύθυνος ασφαλείας της οργάνωσης του Πειραιά, προκύπτει ότι ο ίδιος πωλούσε προστασία σε καταστήματα, τους ιδιοκτήτες των οποίων εξεβίαζε (αναφέρονται τα καταστήματα Καραμέλα, ZicZac κ.ά.). Παρομοίως, από τη σχηματισθείσα δικογραφία για τον αστυνομικό Κωνσταντίνο Χαλάστρα, ο οποίος ήταν μέλος της Χρυσής Αυγής και πληροφοριοδότης της οργάνωσης εκμεταλλευόμενος τη θέση του ως αστυνομικού, αποσπάστηκε δε ως φρουρός του Νικόλαου Μιχαλολιάκου, προκύπτει ότι ο ανωτέρω πωλούσε προστασία σε καταστήματα κατ’ επάγγελμα, γεγονός που ομολογείται από τη μητέρα του σε επιστολή της προς τον ίδιο. Η οργάνωση, διαθέτοντας ήδη μια δεξαμενή εκπαιδευμένων και εξοπλισμένων αντρών, είχε τη δυνατότητα να τους διοχετεύει σε εργασίες πώλησης προστασίας, security κλπ.
ΙV. Η πώληση προστασίας σε καταστήματα, σε συνδυασμό με την εκβίαση των ιδιοκτητών τους, δεν ήταν μεμονωμένα περιστατικά, αλλά επεκτείνονταν σε τοπικές οργανωσεις, όπως προκύπτει από το παράδειγμα της Νίκαιας, όπου μέλη της Χρυσής Αυγής εκβίαζαν αλλοδαπούς κυρίως καταστηματάρχες ότι θα τους καταστρέψουν τις επιχειρήσεις τους αν δεν πληρώσουν χρήματα στην οργάνωση.
V. Πηγή εσόδων αποτελούσε ακόμα η διάθεση των ταγμάτων εφόδου της Χρυσής Αυγης για τη διεξαγωγή ελέγχων στην αγορά εργασίας, με κύριο στόχο την «εθνική προτίμηση», η οποία συνέπιπτε και με τα ιδεολογικά πιστεύω της οργάνωσης. Έτσι, μέλη της Χρυσής Αυγής διενεργούσαν, κατόπιν «μίσθωσής» τους από επιχειρηματίες στον κλάδο των μεταφορών, ελέγχους σε φορτηγά με οδηγούς από τη Βουλγαρία, κλπ.
VI. Μέλη του πυρήνα του Περάματος και της Νίκαιας της Χρυσής Αυγής πρωταγωνίστησαν, κατόπιν εντολής των ηγετικών στελεχών της οργάνωσης και συνεννόησης με εργοδότες της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης, στη δημιουργία διασπαστικού Σωματείου, με σκοπό την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, σε αντιπαράθεση με τα υπάρχοντα Σωματεία και την πάγια θέση τους για μη-μείωση των ημερομισθίων (βλ. από 2/10/2013 συμπληρωματική ένορκη εξέτασή του Σωτηρίου Πουλικόγιαννη, προέδρου των Σωματείων της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης, μέλους του ΚΚΕ και του ΠΑΜΕ): «Από πλευράς εργολάβων είχε συγκεντρωθεί ένα ποσό της τάξης των 300.000-400.000 ευρώ περίπου το οποίο δόθηκε ως οικονομική ενίσχυση στο κόμμα της Χρυσής Αυγής, με αντάλλαγμα την ανάληψη δράσης ενάντια στους πρωτοπόρους συνδικαλιστές των σωματείων μας, την εκκαθάριση της Ζώνης από εμάς, τη δημιουργία Σωματείου της Χρυσής Αυγής, το οποίο θα ερχόταν σε συμφωνία με τις ενώσεις των εργολάβων». Η αλήθεια των λεγομένων προκύπτει από το γεγονός ότι μετά την ίδρυση του σωματείου της Χρυσής Αυγής στη Ζώνη και την επίθεση στους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ, οι εργοδότες αντάμειψαν τα μέλη της Χρυσής Αυγής προσλαμβάνοντάς τους στις επιχειρήσεις τους. Πράγματι, στις 9/2013, τέσσερις μέρες μετά την επίθεση στους συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ και μία μέρα μετά τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, προσλήφθησαν στην επιχείρηση Κουτρουλός Ευάγγελος και Σια Ε.Ε., συμφερόντων του προέδρου της Ένωσης Ναυπηγοεπισκευαστών Πειραιά Αθανάσιου Πυρινή, οι υπογράψαντες την ίδρυση του «Σωματείου» Κυριτσόπουλος Χρήστος, Μιχάλαρος Αναστάσιος, Αντώναρος Παναγιώτης, Ξανθάκης Ιωάννης, Λούβαρης Σταμάτης, Κολιαδήμας Χρήστος, Δρούγκας Βασίλειος, Γαρδικιώτης Κωνσταντίνος, Γαρδικιώτης Σωτήρης, Χατζησταύρου Χρήστος και Μαυροειδόγγονας Πιέρρος, δηλαδή 11 από τους 30 ιδρύσαντες το «Σωματείο» (και 11 από τους 21 που εργάζονταν σε έργο της εν λόγω επιχείρησης).