Του Δημήτρη Νανούρη
Ρίσκο σοβαρό αναλάμβαναν άλλοτε εκλεκτοί θαμώνες του Au Revoir της οδού Πατησίων, προσπαθώντας να προσδιορίσουν σε ποιον ανήκει το προσηνές χαμόγελο πίσω απ’ την μπάρα. Εβρισκα παιδαριώδες το δίλημμά τους, γιατί ο Θόδωρος και ο Λύσανδρος Παπαθεοδώρου έμοιαζαν βεβαίως, καθότι αδέλφια, αλλά ακόμα κι ένας αμβλύωψ μπορούσε εύκολα να τους ξεχωρίσει μ’ ένα προσεκτικό βλέμμα. Μεγαλύτερος κατά έντεκα έτη ο Θόδωρος, είχε προχωρημένη φαλάκρα και, εν αντιθέσει προς τον καρντάση του, φορούσε γυαλιά με ευμεγέθεις φακούς και χοντρό σκελετό.
Ορισμένοι, ωστόσο, τους μπέρδευαν καθ’ έξιν, παρασυρμένοι ίσως από την απαράμιλλη ευγένεια του χαρισματικού μπάρμαν που διέκρινε και τους δυο. «Ενα White Label με άφθονο πάγο, κύριε… Λύσανδρε» ζητούσαν οι επιπόλαιοι, λάμποντας απ’ την κορφή ίσαμε τα νύχια, λες κι είχαν λύσει την πιο αινιγματική σπαζοκεφαλιά. «Θόδωρος», τους απογοήτευε ο συνομιλητής τους. Και τούμπαλιν. Η εν λόγω παρεξήγηση αποτελούσε το ανέκδοτο του μαγαζιού, προκαλώντας συχνά, βοηθούντος και του αλκοόλ, τρανταχτά γέλια. Ωσπου οι παρατηρητικοί, καίτοι διόλου φυσιογνωμιστές, εντόπισαν ένα φαινομενικά επουσιώδες σημάδι.
Λεπτομέρεια μεν, καθοριστική δε. Δίπλα στην μπάρα από ανεπίχριστο σκυρόδεμα, που σχεδίασε ο εμβληματικός αρχιτέκτονας Αριστομένης Προβελέγγιος, δέσποζε ένα ρολόι τοίχου με τον λογότυπο του καταστήματος. Υπάρχει ακόμη. Πρώτη δουλειά του πρεσβύτερου αδελφού, κατά την απογευματινή του βάρδια, ήταν να επικαιροποιεί την ημερομηνία, διορθώνοντας την πίσω πλευρά του χρονομετρητή, χούι που ελαχίστως συμμεριζόταν ο μικρότερος. Δεν του καιγόταν καρφί κι ας γραφόταν λάθος ώς κι η χρονολογία. Οι διστακτικοί και αμφιταλαντευόμενοι δεν είχαν, λοιπόν, παρά να κοιτάξουν τους αριθμούς κάτω απ’ τους ωροδείκτες, οι οποίοι ουδέποτε έσφαλαν. Αν η ημέρα σημειωνόταν σωστά, απέναντί τους βρισκόταν χίλια τοις εκατό ο σχολαστικός Θεόδωρος, ειδάλλως ο αμελής Λύσανδρος. Η ανακάλυψη διαδόθηκε αυθωρεί στη σταθερή πελατεία.
Οι αμύητοι εξακολουθούσαν να τελούν εν πλήρη συγχύσει, εισπράττοντας τη σχετική καζούρα. Θυμήθηκα τους ιδρυτές του αρχαιότερου μπαρ της Αθήνας, καθώς μετράμε ανάποδα ώρες και λεπτά για να υποδεχτούμε το 2017. Ποιο απ’ τα δύο αδέλφια δικαιώνει, άραγε, η ροή του χρόνου, που, όσο κι αν πασχίζεις σήμερα να την ωθήσεις προς τα εμπρός, εκείνη επιμένει να τρέχει με ταχύτατους ρυθμούς προς τα πίσω, φρενάροντας σε ζοφερές σελίδες αλήστου μνήμης.
Ιδαλγός και ιππότης περασμένων καιρών ο κύριος Θόδωρος· τότε που η πόλη βάδιζε ακάθεκτη προς το φωτεινό μέλλον της, κάνοντας μια βιαστική στάση στο διαχρονικό της τοπόσημο να πάρει ανάσα και να βρέξει τα χείλη της με κοσμοπολίτικο αέρα, αυταπατώμενη πως θα φτάσει νωρίτερα στον ευρωπαϊκό της προορισμό. Τον φαντάζομαι σήμερα μετέωρο και αμφιρρεπή, αντίκρυ στο ρολόι του, να αναθεωρεί ακλόνητες συνήθειες, βλέποντας την Ευρώπη να προεξοφλεί την καταστροφή μας, χρεοκοπημένη στο συλλογικό μας ασυνείδητο. Και τον νεότερο αδελφό του να γυρίζει εσπευσμένα τους λεπτοδείκτες δεξιά για να γλιτώσει απ’ τα δεινά παιδιά κι εγγόνια. Ας είναι! Οι χιονοπτώσεις, ακόμα και στα κέντρα των πόλεων, προοιωνίζονται άσπρες μέρες. Ευτυχές το νέον έτος. Πάντως ο Σωτήρης, γιος του Λύσανδρου, που ιερουργεί εσχάτως στο Au Revoir με την ευσυνειδησία των προκατόχων του, πάει με τα δικά του φεγγάρια. Συναισθανόμενος ενδομύχως τη διπροσωπία του χρόνου, αλλάζει την ημερομηνία στο παλιό ρολόι όποτε του ’ρθει.