EUROKINISSI.
Στην 39η συνεδρίαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων στη δίκη της Χρυσής Αυγής φάνηκαν ανάγλυφα η ανεπάρκεια της αστυνομίας και οι ρυθμοί χελώνας με τους οποίους κινήθηκε το βράδυ της δολοφονίας του Παύλου Φύσσα. Στο εδώλιο κατέθεσε η αυτόπτης μάρτυρας, αστυνομικός της ομάδας ΔΙΑΣ, Αγγελική Λεγάτου.
«Εκεί που σταθμεύσαμε ήταν αριστερά και δεξιά τα άτομα. Ημασταν σχεδόν έξω απ’ την είσοδο. Ημασταν πάνω στις μηχανές. Εξω από το καφέ ήταν 4 άτομα που συζητούσαν ήρεμα.
Στην Π. Μελά ήταν 40-50 άτομα με ρόπαλα πάνω στο οδόστρωμα. Φορούσαν μαύρα ρούχα, άσπρα κράνη και κρατούσαν κάτι πράγματα, πιθανόν ρόπαλα. Ηταν ήρεμοι. Μου έκανε εντύπωση που ήταν εκεί. Ηρθε ένα άτομο από μόνο του προς εμάς.»
«Μας είπε ότι είναι συνάδελφος (σ.σ. Δ. Χατζησταμάτης) και ότι κάποιοι της Χ.Α. και αναρχικοί λογοφέρανε στο μαγαζί. Εγινε παρεξήγηση, μας είπε, αλλά το σκηνικό έληξε, εμείς δεν είδαμε αναρχικούς στην περιοχή. Πλησίασα τα 40-50 άτομα να δω τις προθέσεις τους και τότε μας προσπέρασαν 15 άτομα. Πλησιάζουμε σε απόσταση 2-3 μέτρα. Δεν προλάβαμε να ρωτήσουμε γιατί 15-20 άτομα μας προσπέρασαν τρέχοντας για την Τσαλδάρη, βρίζοντας ‘‘Να τοι, να τοι, ελάτε εδώ ρε μαλάκες’’.
Εγώ και ο Δεληγιάννης ακολουθήσαμε τα άτομα, ο Τσολακίδης έπαιρνε τα στοιχεία του Χατζησταμάτη. Καθώς έτρεχα στην Κεφαλληνίας ήρθε μια κοπέλα και με τράβηξε απ’ το χέρι και μου είπε: ‘‘Πήγαινε, βαράνε την παρέα μου’’. Δεν πιάσαμε κάποιον από αυτούς γιατί τους ακολουθούσαμε να δούμε πού πάνε, όχι για να τους συλλάβουμε. Είπαμε ‘‘αστυνομία σταματήστε’’ αλλά δεν μας έδωσαν σημασία. Οταν φτάσαμε Κεφαλληνίας με Τσαλδάρη υπήρχε μεγάλη ένταση. Είδαμε κόσμο να τρέχει αριστερά και δεξιά και 4-5 να τσακώνονται […]».
Η μάρτυρας χρειάστηκε πολλές φορές σε απολογητικό τόνο να χρησιμοποιήσει τη φράση «κάναμε ό,τι καλύτερο μπορούσαμε», απαντώντας στις αυστηρές παρατηρήσεις της προέδρου Μαρίας Λεπενιώτη για τη στάση των αστυνομικών τα κρίσιμα λεπτά της δολοφονίας στο Κερατσίνι. Παράλληλα, η Αγγελική Λεγάτου επιβεβαίωσε καταθέτοντας ότι τέσσερα με πέντε άτομα που βρίσκονταν στο σημείο της δολοφονίας βοηθούσαν τον Γ. Ρουπακιά να χτυπήσει τον Παύλο Φύσσα.
Η αστυνομικός της ΔΙΑΣ στην κατάθεσή της αναγνώρισε μόνο τον Γ. Ρουπακιά και ανέφερε πως δεν είδε συνοδηγό στο αυτοκίνητό του.
Επίμονες ερωτήσεις
Επίμονα ρωτούσε η πρόεδρος Μαρία Λεπενιώτη για το πώς λειτούργησαν οι αστυνομικοί το βράδυ της 17ης Σεπτεμβρίου και ποιες ήταν οι ενέργειές τους ώστε να αποτρέψουν το έγκλημα.
Πρόεδρος: Ο,τι κάνατε πιστεύετε ότι ήταν αυτό που έπρεπε να κάνετε σαν αστυνομικός;
Λεγάτου: Κάνουμε ό,τι μπορούμε.
Πρόεδρος: Πιστεύετε ότι η διαβίβαση που σας έκαναν αρκούσε για να αποτρέψετε το περιστατικό;
Λεγάτου: Οχι, δεν αρκούσε, γι’ αυτό καλέσαμε ενισχύσεις. Κάναμε αυτό που μπορούσαμε, είμαστε 8 άτομα και αυτοί 50.
Πρόεδρος: Προσπαθώ να καταλάβω τι σημαίνει «κάναμε ό,τι καλύτερο».
Λεγάτου: Συλλάβαμε τον δράστη.
Πρόεδρος: Δηλαδή αυτό είναι πιο σημαντικό από τη ζωή ενός ανθρώπου;
Λεγάτου: Δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι. Οπλοφορούμε, αλλά δεν μπορούμε να ρίξουμε προειδοποιητικά στον αέρα όταν υπάρχουν συγκεντρωμένα άτομα, γιατί δεν μπορούμε να ξέρουμε αν είναι ασφαλής η κατεύθυνση της σφαίρας. Η εντολή μας ήταν να παρακολουθούμε και να δίνουμε εικόνα, όχι να εμπλακούμε. Οταν κάποιος έσπρωξε τον Δεληγιάννη έκανα πίσω και έβγαλα το κλομπ να προστατευτώ.
Η μάρτυρας κατέθεσε ότι όταν έφτασε στο σημείο, ο Παύλος Φύσσας είχε ήδη μαχαιρωθεί από τον Ρουπακιά. Οπως είπε, η εικόνα που αντίκρισε ήταν «τέσσερα με πέντε άτομα να χτυπιούνται και να παίζουν ξύλο» και ότι κατάλαβε πως ο Π. Φύσσας ήταν μόνος απέναντι στους άλλους τέσσερις.
Πιάσανε το… θύμα
Οι αστυνομικοί τράβηξαν τον Φύσσα προς τα πίσω, γιατί ήταν ο πιο νευριασμένος, και όπως κατέθεσε η μάρτυρας του είπαν να ηρεμήσει. «Τότε μου λέει: ‘‘Εμένα ρε;’’ και σηκώνει την μπλούζα του και είδαμε πως ήταν μαχαιρωμένος. Τον ρώτησα, ποιος σε μαχαίρωσε; Μας έδειξε τον Ρουπακιά που εκείνη την ώρα έφευγε προς το αυτοκίνητό του. Ανοιγε την πόρτα να μπει μέσα. Είπα στους συναδέλφους μου πως αυτός είναι ο δράστης και εκείνοι τον πλησίασαν και τον κατέβασαν από το αμάξι».
Η μάρτυρας είπε ακόμα ότι ο Ρουπακιάς ήταν «ήρεμος κατά την αποχώρησή του, δεν έτρεχε», ενώ στην ερώτηση των αστυνομικών που τον συνέλαβαν εκείνος απάντησε: «Γιατί χτύπησε κάτι δικούς μου».
Πρόεδρος: Είδατε αυτούς τους 15 να τρέχουν και να βρίζουν. Δεν είδατε γιατί το έκαναν;
Μάρτυρας: Οχι. Ακολουθήσαμε τους 15 […].
Πρόεδρος: Αυτό το βρίσκετε σωστό; Να τρέχουν και να φωνάζουν και ο Τσολακίδης (σ.σ. ο συνάδελφός της αστυνομικός) να γράφει ονόματα;
Μάρτυρας: Οχι, δεν το βρίσκω σωστό.
Πρόεδρος: Συγγνώμη, από αυτούς τους 15 δεν ρωτήσατε έναν πού πάει; Ποιοι είναι;
Μάρτυρας: Φωνάξαμε «αστυνομία, σταματήστε». Δεν μας έδωσαν σημασία, μας προσπέρασαν. Υπήρχε μεγάλη ένταση, τρέχαν άτομα αριστερά-δεξιά. Μια οχλαγωγία, ένας χαμός. Τρέχανε και βρίζανε.
Πρόεδρος: Τι λέγανε βρίζοντας;
Μάρτυρας: Ελάτε εδώ ρε μαλάκες…
Η πολιτική αγωγή
Μετά τις ερωτήσεις των δικαστών και της εισαγγελέως άρχισε τις ερωτήσεις η πολιτική αγωγή.
Π.Α.: Το κέντρο θα μπορούσε να καλέσει τα ΜΑΤ;
Μάρτυρας: Ναι, αλλά θα αργούσαν γιατί είναι στο κέντρο της Αθήνας.
Π.Α.: Την εντολή να μείνετε σε απόσταση και να μην εμπλακείτε την τηρήσατε;
Μάρτυρας: Οχι, αφού τρέξαμε πίσω από τα 15 άτομα.
Π.Α.: Καταλάβατε ότι αυτοί ήταν Χρυσή Αυγή;
Μάρτυρας: Το κατάλαβα.
Ο Θ. Καμπαγιάννης ρώτησε τη μάρτυρα για το σήμα που έλαβαν από το κέντρο: «Εσείς τι αντιληφθήκατε γι’ αυτό το σήμα;».
Μάρτυρας: Οτι ήταν αληθές.
Καμπαγιάννης: Ταυτοποιήσατε το σήμα με αυτούς που είδατε στο σημείο;
Μάρτυρας: Το σήμα έλεγε για 50 άτομα με ρόπαλα και είδαμε αυτό, 50 άτομα και ορισμένοι κρατούσαν ρόπαλα και κράνη και πιθανόν κάποια αντικείμενα στα χέρια.