Από τον Θανάση Ξένο
Υπάρχουν κάποιες στιγμές που ξέρεις ότι έχεις κολλήσει στο παρελθόν και είναι και εκείνες που συνειδητά προχωράς στη ζωή σου. Όλοι λίγο πολύ έχουμε βιώσει παρόμοιες καταστάσεις.
Άλλοτε δέσμιοι συναισθημάτων, αναμνήσεων ή ακόμα και της συνήθειας αδυνατούμε και πολλές φορές αρνούμαστε να πάμε παραπέρα στη ζωή μας. Άλλοτε με φόρα το πρωί βγαίνουμε από το σπίτι κυνηγώντας την επόμενη έντονη εμπειρία, την επόμενη συγκίνηση.
Υπάρχουν όμως και εκείνες οι στιγμές που μάλλον δυσκολευόμαστε να τις κατατάξουμε σε μια από τις παραπάνω περιπτώσεις. Δεν ξέρω πως ακριβώς μπορώ να περιγράψω αυτή τη κατάσταση αλλά σίγουρα υπάρχει μια αίσθηση ουδετερότητας, μια εκκωφαντική ησυχία, ένα τραμπάλισμα μεταξύ σιγουριάς και αβεβαιότητας.
Σίγουρος για το ότι τέλειωσες με τα παλιά και αβέβαιος για το τι ζητάς από εδώ και πέρα. Αβέβαιος για αυτά που συνεχίζεις να νιώθεις και σίγουρος για το τι θέλεις να νιώσεις.
Χαρούμενος που σταμάτησες να κλαις μα σκεπτικός γιατί πια δεν κλαις εύκολα.
Ωριμάζεις συναισθηματικά θα σου πουν κάποιοι φίλοι, εσωτερική αναζήτηση άλλος θα προτάξει σαν άποψη και πάντα είναι και εκείνοι που απλώς θα σου πούνε να πάτε για ένα ποτό.
Μετά από χρόνια μου φάνηκε παράξενο, λιγάκι “άχρωμο” να μην βρίσκομαι στο ένα ή το άλλο άκρο, στα τάρταρα για μια αγάπη που πέθανε ή στα ουράνια για έναν έρωτα που ανατέλλει.
Λες και χρειαζόμουν σημείο αναφοράς κάποιον άλλο άνθρωπο για να ορίσω τα συναισθήματά μου, για να προσδιορίσω τα θέλω μου, τον τρόπο που ζω. Λες και δε θα ξυπνούσα το πρωί αν μόνος έπεφτα για ύπνο το βράδυ. Σταμάτησε η Γη να γυρίζει μιας που σταμάτησα για άξονα να έχω ένα σύντροφο. Σταμάτησα να αναπνέω.
Για να είμαι ειλικρινής θεωρούσα πάντα ότι ήταν ακατόρθωτο να καταρρίψουμε τον “νόμο της τραμπάλας” που προστάζει ότι θα πρέπει να πέσεις από την μια ή από την άλλη πλευρά. Κάποιος θα σε σηκώσει τη μια στιγμή και την επόμενη θα τον στείλεις εσύ στα σύννεφα με τα χέρια ανοιχτά. Ένας απαράβατος νόμος που μάλλον ισχύει στηριζόμενος σε μια παραδοχή. Ότι κάποιος βρίσκεται στην άλλη άκρη της.
Απλό λοιπόν το συμπέρασμα… ”ας κάνουμε κούνια”…
Απλό λοιπόν το συμπέρασμα. Ας μείνω μόνος. Όχι για λίγο, όχι και για πάντα. Για όσο χρειαστεί. Ίσως έτσι μπορέσω να βρω εκείνο το σημείο που θα ισορροπήσω μεταξύ των συναισθημάτων και των σκέψεων μου. Ίσως τότε και μόνο καταφέρω μέσα από αυτή τη διαδικασία να ισορροπήσω εντέλει μαζί με κάποιον άλλον σε τούτη τη ζωή χωρίς αυτό να είναι αυτοσκοπός, καθαρά προσωπική επιθυμία.
Θεωρούσα κουραστικό να προσπαθώ να αποδείξω στους κοντινούς μου ανθρώπους ότι δεν έγινε και τίποτα να περάσεις λίγο καιρό μόνος. Συνειδητοποίησα όμως ότι κουράστηκα από τους ίδιους μου τους προβληματισμούς. Προσπάθησα να συνηθίσω την μοναξιά μα πλέον μου φαίνεται τόσο λάθος.
Προσπάθησα να φτιάξω μια καθημερινότητα να μη χωράει άτομο άλλο, να μην προλαβαίνει να μπει. Γέμισα τις μέρες μου με ασχολίες, τα Σαββατοκύριακα μου με υποχρεώσεις και τις ώρες μου με σκέψεις. Σήκωσα τείχος. Απρόθυμος να ξεκλέψω λίγο από τον “πολύτιμο” χρόνο μου, όχι για να δώσω ευκαιρίες αλλά για να μου δώσουν ευκαιρίες. Ναι, έκανα πράγματα για τον εαυτό μου, πόσο εγωιστής;
Δικαιολογίες αμέτρητες για να αποφύγω ανθρώπους.
Ζητούσα να λύσω το θέμα της μοναξιάς μου μα τελικά κατάλαβα πως έπρεπε να λύσω τα θέματα που είχα με τον ίδιο μου τον εαυτό. Έψαξα να βρω την ασπίδα εκείνη που με έκανε να νιώθω ατρόμητος σ’ αυτά που θα μου φέρει η ζωή… ήμουν αισιόδοξος.
Και ο χρόνος που πέρασε, χάθηκε.
Ξέρω ότι είναι δύσκολο και όλα γύρω μας πολλές μέρες φαντάζουν ανίκητα και το μέλλον θαρρείς πως διαγράφεται ζοφερό μα συγχωράτε με, τον χρόνο μου έχασα και δεν τον παίρνω πίσω αλλά τουλάχιστον λίγη από την αισιοδοξία μου θα προσπαθήσω να την κερδίσω ξανά.
Δεν με πειράζει να πλαγιάζω μόνος μα δεν αντέχω άλλο πια να πέφτω χωρίς να ονειρεύομαι, χωρίς να συλλογιέμαι ότι τον κόσμο καλύτερο θα κάνω αύριο. Δε θέλω πια να υπάρχουν αυτές οι στιγμές.
Και στο τέλος, πόσο μόνος μπορείς να νιώσεις όταν όντως τον κόσμο καταφέρεις να κάνεις πιο όμορφο;