15 Φλεβάρη του 1980, δύο και μισή τα ξημερώματα, στο «Χάραμα». Αφού έχουν φύγει και οι τελευταίοι πελάτες και τα γκαρσόνια κρέμασαν τις ποδιές τους, στην κουζίνα του μαγαζιού ξεκινάει για λογαριασμό της UNESCO μια ιστορική «ζωντανή» ηχογράφηση. Ο Βασίλης Τσιτσάνης με τη συνοδεία των Γ. Δέδε (στην κιθάρα), Μ. Μαλλίδη (στον μπαγλαμά) και Ε. Γεράνη (τραγούδι), ηχογραφεί με κέφι και με τον παλιό αυθεντικό τρόπο («με τη μία», χωρίς διακοπές και επαναλήψεις και χωρίς τη «βοήθεια» της τεχνολογίας) τραγούδια, σόλο και ταξίμια, και παράλληλα υπογράφει μια ακόμα λαμπρή σελίδα του στην ιστορία του λαϊκού τραγουδιού.
Για να συμπληρωθεί το απαραίτητο υλικό για την κυκλοφορία δύο δίσκων 33 στροφών, η ηχογράφηση συνεχίζεται μετά από τρεις μέρες στο σπίτι του στενού φίλου του Τσιτσάνη, Βασίλη Ορφανού. Όταν ό,τι είχε προγραμματιστεί τελειώνει και οι περισσότεροι από τους συνεργάτες του φεύγουν για τα σπίτια τους, ο μεγάλος Τσιτσάνης ξαναπιάνει το μπουζούκι.
«Και τι δεν έπαιξε εκείνες τις ώρες που τελικά κατέληξαν έξω από κάθε προγραμματισμό. Ο μουσικολόγος, η UNESCO, το σχέδιο ηχογράφησης είχαν χάσει πια κάθε έννοια. Υπήρχε μόνο ο Τσιτσάνης με το μπουζούκι του…», θα γράψει ο Β. Ορφανός σε σημείωμά του που συνόδευε την κυκλοφορία του διπλού αυτού σπάνιου σε μέγεθος και αξία δίσκου. Για να καταλήξει: «Οι δίσκοι αυτοί είναι ένα μοναδικό ντοκουμέντο. Είναι ένα κομμάτι αληθινής λαϊκής μουσικής του τόπου μας βγαλμένο από την καρδιά και την έμπνευση ενός γνήσιου καλλιτέχνη που για χρόνια τώρα την υπηρετεί. Είναι μια δημιουργία του αυθεντικού Τσιτσάνη με όλο το μεγαλείο και την εκφραστικότητά του».
-Στη μνήμη του Βασίλη Τσιτσάνη (1915-1984), που ήρθε και έφυγε από τη ζωή μια μέρα σαν σήμερα, 18 του Γενάρη.
Επιμέλεια: Οικοδόμος
atexnos.gr