Του Κώστα Βλαχόπουλου
Την περασμένη εβδομάδα τα γαλλικά CRS έπειτα από εντολή του Υπουργείου Εσωτερικών ξεκίνησαν την επιχείρηση «εκκένωσης» του καταυλισμού στο Καλαί, ενός χώρου – σύμβολο της πρόσφατης προσφυγικής κρίσης στην Ευρώπη.
Στόχος της Γαλλικής κυβέρνησης ήταν η αναγκαστική μετακίνηση χιλιάδων ανθρώπων που είχαν εγκατασταθεί στο λιμάνι της Δυτικής Γαλλίας από τις αρχές του 2015, όταν τα προσφυγικά ρεύματα από την Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική αυξήθηκαν ραγδαία. Επικαλούμενες «τις απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης» που επικρατούσαν στην «ζούγκλα» -έτσι αποκαλούσαν το Καλαί οι ίδιοι οι πρόσφυγες- οι Γαλλικές αρχές έντυσαν με «ανθρωπιστικό» μανδύα την γιγαντιαία επιχείρηση και αφού τοποθέτησαν 1200 αστυνομικούς για την επίβλεψη των διαδικασιών, οδήγησαν περίπου 6.000 ανθρώπους σε κέντρα κράτησης σε όλη την επικράτεια.
Ήταν όμως «ανθρωπιστικά» τα κίνητρα που οδήγησαν την κυβερνηση του Παρισιού να προχωρήσει σε αυτή την ενέργεια;
Το Καλαί αποτελεί ιστορικό σημείο συνάντησης μεταναστευτικών και προσφυγικών ρευμάτων ήδη από τον προηγούμενο αιώνα και αυτό διότι είναι η πόλη της ηπειρωτικής ευρώπης που βρίσκεται πιο κοντά στις βρετανικές ακτές. Την δεκαετία του ’90, πρόσφυγες από τον πόλεμο του Κοσσόβου, στην προσπάθειά τους να φτάσουν στην Μεγάλη Βρετανία κατέληξαν στο Καλαί, όπου δημιούργησαν τον καταυλισμό «Σανγκάτ». Καταμεσούσης της εμφύλιας σύγκουσης στην Συρία, το Καλαί, μια πόλη-λιμάνι των 75.000 κατοίκων άρχισε και πάλι να δέχεται προσφυγικές ροές, και στα τέλη του 2014 ο αριθμός αυτός ανήλθε στις 2.000.
Η κατάσταση που επικρατεί στους καταυλισμούς που κατα καιρούς στήνονται στην περιοχή επηρεάζει αναπόφευκτα τις σχέσεις της Γαλλίας με το Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς το Καλαί παίζει τον ρόλο ενός buffer zone για τους πρόσφυγες. Οι πιέσεις που ασκήθηκαν από την Βρετανική Κυβέρνηση προς τον Πρόεδρο Ολαντ για δυναμική επέμβαση και διάλυση του καταυλισμού οξύνθηκαν μετά το Brexit. Μάλιστα, η Βρετανική Κυβέρνηση, στρίβοντας το τιμόνι ακόμα πιο δεξιά, προχώρησε σε μια πρωτοφανή κίνηση για τα ευρωπαικά δεδομένα, καθώς ενέκρινε χρηματοδότηση ύψους 2,7 εκατομυρίων λιρών για την κατασκευή τείχους μήκους 1 χιλιομέτρου και ύψους 4 μέτρων, προκειμένου να αποτραπεί η πρόσβαση των προσφύγων στο λιμάνι της γαλλικής πόλης, από όπου επιχειρούν να περάσουν απέναντι. Διεθνείς αναλυτές υποστηρίζουν, ότι το τέλος της «ζούγκλας» ήταν προδιαγεγραμμένο. Αλλωστε, πριν καν ξεκινήσει οποιαδήποτε κουβέντα για τον φράχτη, τον Αυγουστο του 2015 ο Γάλλος Υπουργός Εσωτερικών Μπερνάρ Καζνέβ και η τότε ομολογός του της Βρετανίας Τερέζα Μέι μετέβησαν στο Καλαί και έστειλαν το μήνυμα στους πρόσφυγες: «δεν περνάτε».
Πέρα από τις εξωτερικές πιέσεις, η Γαλλική Κυβέρνηση αντιμετωπίζει βέβαια και ένα ισχυρό εσωτερικό μέτωπο αντιδράσεων, οι οποίες κορυφώνονται όσο πλησιάζουμε στις προεδρικές εκλογές του 2017. Ο Φρανσουά Ολάντ είναι αυτή τη στιγμή ο μεγάλος χαμένος της επικείμενης αναμέτρησης, καθώς η δημοτικότητά του βρίσεκται σε χαμηλά επίπεδα. Το στοιχείο που επηρεάζει περισσότερο τα ποσοστά του Προέδρου, είναι ότι δεν έχει καταφέρει να διαμορφώσει αυτός την ατζέντα σε θέματα όπως το προσφυγικό, και η οικονομία. Στο πρώτο, το πάνω χέρι έχει πάρει η γαλλική δεξιά, όπως αυτή εκφράζεται από τα δύο ρεύματα, τον υποψήφιο και πρώην Πρόεδρο Νικολά Σαρκοζί, και την ακροδεξιά ηγέτη του Εθνικού Μετώπου Μαριν Λεπεν.
Ο Ολάντ, θέλοντας να δείξει πυγμή στην διαχείριση του μεταναστευτικού, ανακοίνωσε στις 26 Σεπτεμβρίου από το Καλαί την εκκένωση του καταυλισμού πριν το τέλος του έτους ενώ διάφοροι υπουργοί της κυβέρνησης έχουν υιοθετήσει σκληρή στάση στο ζήτημα. Η εμπειρία όμως έχει δείξει ότι η μετατόπιση των κλασικών κομμάτων εξουσίας στην υιοθέτηση ακραίων θέσεων, όταν βλέπουν ότι το εκλογικό σώμα τους γυρνά την πλάτη, καταλήγει πάντα σε βατερλώ, καθώς η τάση των ψηφοφόρων σε ανάλογες καταστάσεις είναι να εμπιστεύονται «αυθεντικά» ακραία κόμματα και σχηματισμούς.
Γίνεται αντιληπτό λοιπόν ότι η απόφαση για την τεράστια επιχείρηση εκκένωσης ενός από τους πιο συμβολοποιημένους τόπους της πρόσφατης προσφυγικής κρίσης, δεν εκκινεί από «ανθρωπιστικά» κίνητρα. Η διαχείριση του μεταναστευτικού από τις πολιτικές ελίτ, όπως και όλων των διεθνών ζητημάτων, γίνεται πρώτα και κύρια με τα μάτια στραμμένα στο εσωτερικό των χωρών. Αν σ’αυτό προσθέσουμε και τις ισχυρότατες έξωθεν πιέσεις, γίνεται εύκολα αντιληπτός ο λόγος που φτάσαμε στην καταστροφή της «ζούγκλας».
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 5.11.2016
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.