Από τον Γιώργο Μουργή
Κανένας δεν επιλέγει να γίνει πρόσφυγας, κανένας δεν θέλει να είναι μετανάστης.
Με αυτά τα αληθινά λόγια, ανοίγουν οι εικόνες σε ένα βίντεο συλλογής φωτογραφιών, που δημιουργήθηκε από μαθητές της πρώτης τάξης του Καλλιτεχνικού Λυκείου Ηρακλείου.
Οι φωτογραφίες αποτυπώνουν άλλοτε το πικρό πέρασμα του δρόμου της προσφυγιάς και άλλοτε τη φρίκη και την απόγνωση των προσφύγων, με τραγικά ρεαλιστικό τρόπο, μετατρέποντας την δουλειά των μαθητών, σε ένα άτυπο βίντεο κλιπ, μα τόσο εύστοχο, αφυπνιστικά καίριο στα κενά της μνήμης μας.
Κιβωτός δραματοποιημένων συναισθημάτων όχι για χάρη μιας γουστόζικης επιθυμίας.
Οι εικόνες συνταιριάζονται από τον ήχο του θαυμάσιου τραγουδιού «Περιπλανώμενο», αλλά κυρίως με τους στίχους, σε κάθε καρέ του βίντεο κλιπ.
Το βίντεο δημιουργήθηκε στα πλαίσια της Ερευνητικής Εργασίας των μαθητών του Καλλιτεχνικού Λυκείου με την επιμέλεια της θεατρολόγου Ευανθίας Αλατσάκη το 2013. Προφητικά επίκαιρο.
Η ίδια η εργασία έχε τίτλο: «Υπάρχουμε! Συνυπάρχουμε; Το εγώ, το εσύ και το εμείς στη σκηνή του κόσμου», σε συνεργασία με το Πολιτιστικό Πρόγραμμα: «Συνυπάρχουμε, συμβιώνουμε, συνδιαλεγόμαστε»
Το γνωστό τραγούδι ερμηνεύει η Ανδριάνα Μπάμπαλη, ενώ συμμετέχει ο Στάμος Σέμσης, εμπνευστής της μουσικής μελωδίας σε στίχους του Νίκου Μωραΐτη, εκτός από τα σημεία του ρεφρέν που χρησιμοποίησε από το Ικαριώτικο:
«εγώ που χρόνια τώρα τριγυρνώ
σαν πουλί περιπλανώμενο
μες στη μοναξιά, μες στην ξενιτιά
που δεν την αντέχω άλλο πια».
Είχα σκοπό να αποτυπώσω παρακάτω τους στίχους, αλλά νομίζω ότι θα χαθεί η έκπληξη που αξίζει να κρύψω, από όσες και όσους μπουν στο κόπο να δουν την δουλειά των παιδιών. Την ταύτιση κάθε λέξης με κάθε εικόνα.
Θα μεταφέρω μόνο τα λόγια του στιχουργού. δημοσιογράφου Νίκου Μωραΐτη γραμμένα πριν τη εργασία των μαθητών, όταν ο Στάμος Σέμσης του έδωσε τη μελωδία.
Νίκος Μωραΐτης:
«Υπάρχει μία εικόνα στο μυαλό μου μπροστά στην οποία μένω ακίνητος.
Άνθρωποι από αλλού, στοιβαγμένοι σε μία βάρκα να προσπαθούν να περάσουν από την Τουρκία στην Ελλάδα, από το Μαρόκο στα Κανάρια, από το εκεί στο εδώ.
Άνθρωποι με ξεραμένα χείλη, με μαραμένα σώματα, με σύννεφα βλέμματα.
Τα αδέσποτα του κόσμου
Με αυτή την ταινία να παίζεται μέσα στο κεφάλι μου, δεν μπορώ να πω «ναι» σε μια επιχείρηση – σκούπα ή στον κύριο που φωνάζει μπροστά σ’ ένα μικρόφωνο ”να φύγουνε όλοι, να καθαρίσει ο τόπος”.
Γεμίζω ένα μπουκάλι μέσα μου καιρό.
Την ευκαιρία να αδειάσω μου την έδωσε ο Στάμος Σέμσης όταν, γράφοντας το δίσκο ”Ο Τζον Τζον ζει” για την Ανδριάνα Μπάμπαλη, μου έδωσε μία μελωδία του:
«Αυτή είναι. Θέλω στίχους μόνο στα κουπλέ.
Στο ρεφρέν θα μπουν οι στίχοι από το Ικαριώτικο: ”εγώ που χρόνια τώρα τριγυρνώ σαν πουλί περιπλανώμενο / μες στη μοναξιά, μες στην ξενιτιά που δεν την αντέχω άλλο πια”».
Χορός. Πανηγύρι. Δεκαπενταύγουστος.
Ποιος έγραψε αυτά τα λόγια, τα κόντρα στα βήματα;
Ένας χαμένος κάπου στο χρόνο.
Ξενιτεμένος Έλληνας. Ή καμένος από τον ξενιτεμό των δικών του.
Και τότε μου κατεβαίνει σαν σεντόνι όλο το κείμενο και πιάνει αστραπιαία τον χώρο που έχω, μια σελίδα νότες.
Τη μαχαιριά όμως συνεχίζει να τη δίνει η αντίθεση με το ρεφρέν του Ικαριώτικου. Εκείνος ο έλληνας μετανάστης ”που δεν την αντέχει άλλο πια” την ξενιτιά και ο σημερινός έλληνας ιδιοκτήτης ”που δεν τους αντέχει άλλο πια” τους μετανάστες στην περιοχή του.
Πώς γίναμε έτσι;
Βλέπω στα γκάλοπ τις πλειοψηφίες του 70 – 80% που λένε ”έξω”!.
Δεν είπα γνώμη στην εταιρεία δημοσκοπήσεων. Έγραψα όμως ένα τραγουδάκι. Μικρό, μειοψηφικό, μόνο του. Στο ποσοστό του».
Υγ. Την ιδέα για την παρουσίαση του βίντεο κλιπ της δουλειάς των μαθητών του Καλλιτεχνικού Λυκείου Ηράκλειου, μου την έδωσε ο Χάρης Γολέμης, από τον φεησμπουκικό τοίχο του, που το αλίευσα.
Θα συμφωνήσω μαζί του, με το σαρκαστικό σχόλιο όπως το συνοδεύει:
«Αφιερωμένο στους πελάτες και τους διαχειριστές του ”καλύτερου” ξενοδοχείου της Ευρώπης. Όταν κλείσει και θέλετε να το ξανακούσετε πατήστε το βελάκι πάνω δεξιά».
Να συμπληρώσω, μάλλον καλύτερα, ότι είναι σίγουρο μόλις τελειώσει, θα πατήσετε το βελάκι να το ξανακούσετε, κυρίως για να το ξαναδείτε.