Στον Δημήτρη Κούλαλη
Έχοντας διαβάσει ένα μεγάλο μέρος του νέου βιβλίου του Κώστα Λουλουδάκη, «Από το Τρίτο Ράιχ στην Ευρωπαϊκή Ένωση», το οποίο θα κυκλοφορήσει στις αρχές Ιουνίου από τις εκδόσεις «ΚΨΜ», μπορούμε να πούμε ότι πρόκειται για ένα ιστορικό, πολιτικό και ιδεολογικό «όπλο» στα χέρια κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου. Σε μια εποχή οξυμένων ανταγωνισμών, οικονομικής κρίσης και κοινωνικού αναβρασμού. Σε μια εποχή στην οποία, τόσο τα θεμέλια του ευρωενωσιακού οικοδομήματος, όσο και του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος τρίζουν συθέμελα. Σε μια εποχή κατά την οποία τα φαντάσματα του παρελθόντος έρχονται εκ νέου στο προσκήνιο. Σ’ αυτή την εποχή, ο Λουλουδάκης παρουσιάζει εύληπτα- κοιτάζοντας πίσω, με γνώμονα, όμως, το πολιτικό παρόν και μέλλον- όλη τη διαδρομή από τα τέλη του Α’ΠΠ μέχρι τη δημιουργία της ΕΕ. Μιλώντας με στοιχεία και ονόματα, αναλαμβάνοντας την ευθύνη των λεγομένων του, αποδεικνύει πως η ανάδυση του εθνικού σωβινισμού, ο Β’ΠΠ και η προσπάθεια ενοποίησης των κρατών της Ευρώπης ήταν το απαύγασμα συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών. Αποδεικνύει ακόμη, πως τα κυρίαρχα αφηγήματα γύρω από τον Β’ΠΠ δεν είναι τίποτα άλλο από παραμυθιακού τύπου ιστορίες που αποκρύπτουν την βαθύτερη αιτία του πολέμου. Τέλος, ότι, εντός του υπάρχοντος παραγωγικού συστήματος, πραγματικές Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης δεν πρόκειται να υπάρξουν ποτέ. Τα υπόλοιπα εντός του βιβλίου…
Τον πρόλογο υπογράφει ο δημοσιογράφος Νίκος Μπογιόπουλος.
Καταρχάς, μολονότι ο τίτλος είναι ενδεικτικός, ας κάνουμε μια αναγνωριστική προσέγγιση του βιβλίου. Ποια η θεματική του;
Σίγουρα είναι ο Β΄ ΠΠ, ο οποίος δεν είναι μια επανάληψη του πρώτου διότι μεσολάβησε μια εποχή που έφερε σημαντικές αλλαγές. Μια από αυτές τις αλλαγές ήταν και η μετάβαση μιας αυτοκρατορίας από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό. Το τότε εξασθενισμένο καπιταλιστικό σύστημα έκανε τα πάντα για να ανακόψει αυτήν την μετάβαση. Ταυτόχρονα, οι καπιταλιστικές δυνάμεις έπρεπε να λύσουν τα προβλήματα της αποκατάστασης της ισορροπίας δυνάμεων ανάμεσά τους καθώς και την αναδιανομή των αποικιών μετά το Α΄ ΠΠ. Κυρίως, όμως, στο βιβλίο θα διαβάσουμε συγκλονιστικά ιστορικά γεγονότα και στοιχεία για την άμεση σχέση τού φασισμού, της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού, των καπιταλιστικών χωρών με τη διαδικασία της «ευρωπαϊκής ενοποίησης». Και βέβαια η θεματική του βιβλίου δεν παραλείπει: τα διάφορα αντικομμουνιστικά Μνημόνια της ΕΕ, την ανακήρυξη της 23 Αυγούστου, ημέρα που υπογράφηκε το «Σύμφωνο Μολότοφ – Ρίμπεντροπ», ως «Ευρωπαϊκής Ημέρας Μνήμης κατά του κομμουνισμού και του ναζισμού», μα ούτε τους απογόνους του Γκαίμπελς.
Στην εισαγωγή γράφετε ότι «ο σύγχρονος καπιταλισμός οφείλει πολλά στη φασιστική του εκδοχή». Ποιες οι αποδείξεις αυτού του ισχυρισμού; Πώς συνδέεται το δημοκρατικό παρόν με το φασιστικό παρελθόν της ηπείρου μας;
Οι αποδείξεις με ονόματα και διευθύνσεις βρίσκονται στις σελίδες του βιβλίου. Ωστόσο, θα ήθελα να αναφέρω μια ιστορική νομοτέλεια: σε συνθήκες κρίσης αυτού του συστήματος, του καπιταλιστικού συστήματος, η διασάλευση της ενότητας της κοινωνικής βάσης είναι μόνιμη. Για την επαναφορά της ενότητας, οι καπιταλιστές, για να προστατευτούν, εκφράζονται στον ιδεολογικό τομέα με την προώθηση του εθνικού σωβινισμού. Ο φασισμός, λοιπόν, δεν θέριεψε σε μία νύχτα, μα αποτελεί τμήμα και μάλιστα σημαντικό, της ευρωπαϊκής Ιστορίας από τον καιρό που κυρίαρχο στοιχείο της πολιτικής των μητροπολιτικών ευρωπαϊκών κρατών ήταν ο ρατσισμός σε βάρος των αποικιοκρατούμενων λαών ή των λαών αποικιακής προέλευσης, μα και από την εποχή που ο Γάλλος αυτοκράτορας Ναπολέων Γ’ πάντρεψε το αυταρχικό κράτος με την ελευθερία των εμπορικών ανταλλαγών.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, της «φιλελεύθερης ιδεολογικής συναίνεσης», είναι κληρονόμος ενός οικονομικού συστήματος που με μεγάλη αποτελεσματικότητα θεωρητικοποίησε πρακτικές και υιοθέτησε πολιτικά καθεστώτα που λειτούργησαν ως αδιαμφισβήτητα σημεία αναφοράς για τον φασισμό, τα οποία, επιπρόσθετα, επιδόθηκαν σε ευρείας κλίμακας εκτοπισμό, αποδεκατισμό και εξόντωση των λαών, επιβάλλοντας την απόλυτη εξουσία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο.
Όσο και αν η Ευρώπη απεχθάνεται τον αυτοκριτικό απολογισμό της Ιστορίας της για να προβαίνει σε αποποίηση των ευθυνών της, πρέπει να γίνει κατανοητό πως ο φασισμός δεν υπήρξε ως μια πραγματικότητα και ως μια ανερχόμενη ιδεολογία εμπεδωμένη μόνο στα χρόνια του μεσοπολέμου. Ούτε και άλλαξαν πολύ τα πράγματα με την συντριβή της φασιστικής Γερμανίας και του ναζισμού.
Ισχυρίζεστε ότι σε διάφορες χώρες της Ευρώπης, στις οποίες είτε εγκαθιδρύθηκαν αυταρχικά καθεστώτα, είτε όχι, ισχυροί παράγοντες (βιομήχανοι, τραπεζίτες, μεγαλοεκδότες, δικηγόροι κ.ά.) προώθησαν το φασισμό. Ωστόσο, ειδικά στη Γερμανία, η συγκεκριμένη πολιτική θεώρηση είχε μεγάλη απήχηση τόσο στα μεσοαστικά, όσο και στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Πού το αποδίδετε εσείς αυτό;
Η ήττα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η εξαθλίωση που ακολούθησε, η οικονομική καπιταλιστική κρίση του 1930, ο αποπληθωρισμός, η μείωση των μισθών, η πείνα και τα 8 εκατομμύρια ανέργων προμήνυσαν άσχημα μαντάτα στις άρχουσες τάξεις της Γερμανίας. Φοβόντουσαν το σοσιαλισμό που θεωρούσαν ότι- αν δεν έκαναν κάτι- ήταν κοντά, υπό την έννοια ότι οι ηθικοί όροι ήταν ώριμοι. Οι αστικές γερμανικές τάξεις, λοιπόν, επιθυμούσαν να εξασφαλίσουν την κοινωνική «συναίνεση» ή όπου αυτό δεν ήταν εφικτό να συντρίψουν τα εργατικά συνδικάτα. Γι’ αυτό, αστοί πολιτικοί, «αρχοντικές» πρωσικές οικογένειες, βιομήχανοι, μεγαλοαγρότες και ιερατικό κατεστημένο αποφάσισαν να δημιουργήσουν ένα συγκεντρωτικό και τερατόμορφο κράτος τιθέμενο υπό τον διαρκή στενότερο έλεγχο του χρηματιστικού κεφαλαίου. Στην Γερμανία αυτή η πρακτική αποτέλεσε ένα εύκολο εγχείρημα γιατί μεγάλη μερίδα του εργατικού κόσμου ήταν μικροαστικοποιημένη και προσηλωμένη στην αποικιακή αυτοκρατορική νοοτροπία και στην αλαζονεία του δήθεν πιο πολιτισμένου και ηγεμονικού ευρωπαϊκού έθνους. Δεν πιστεύω πως έχουν αλλάξει πολλά από τότε όσον αφορά την νοοτροπία μεγάλης μερίδας των Γερμανών πολιτών.
Το κυρίαρχο αφήγημα αναφορικά με το Β’ΠΠ είναι ότι διεξήχθη ανάμεσα στη δημοκρατία και το φασισμό. Συμφωνείτε μ’ αυτήν την άποψη; Αν όχι, με βάση τα όσα εξαντλητικά παραθέτετε στα κεφάλαια του βιβλίου, πώς γίνεται χώρες που στήριξαν και, μέσω της ανάδυσης του φασισμού, αποσκόπησαν στην απολαβή ιδίων οφελών, στη συνέχεια να ήρθαν σε σύγκρουση μαζί του;
Θα ξεκινήσω με μια διαπίστωση: ο φασισμός είναι μια προσπάθεια του χρηματιστικού κεφαλαίου να επιβιώσει μέσα στη γενική κρίση του καπιταλισμού και να προσαρμόσει τις δημόσιες υποδομές και την οικονομία στις ανάγκες του. Ο φασισμός, όμως, από την φύση του δεν είναι ένα διεθνιστικό κίνημα. Από κει και πέρα πρέπει να έχουμε κατά νου πως η ανισομερής οικονομική ανάπτυξη οδηγεί στην κατάργηση της ελάχιστης ισορροπίας που πρέπει να υπάρχει ανάμεσα σε καπιταλιστικές, ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Αν διαταραχθεί η ισορροπία ούτε η διπλωματία ούτε ο διάλογος αφήνουν περιθώρια για να μοιραστεί ξανά ο κόσμος με διαβήτες και μοιρογνωμόνια. Θα μιλήσουν τα κανόνια… Και τα κανόνια πάντα αποφέρουν τεραστίων διαστάσεων κέρδη. Όμως, κεφαλαιοκράτες, τραπεζίτες, κατασκευαστές όπλων, ανώτατοι αξιωματούχοι, δικηγόροι επιχειρήσεων, ασφαλιστικές εταιρείες, είχαν μακροχρόνια επενδυμένα συμφέροντα σε γερμανικές βιομηχανίες, τις τροφοδοτούσαν με κεφάλαια και πρώτες ύλες και ταυτόχρονα πωλούσαν γερμανικά ομόλογα στη χρηματοπιστωτική αγορά των ΗΠΑ. Επιπρόσθετα, για να καταστεί δυνατός ο εξοπλισμός των φασιστών στην Γερμανία και για να υπάρξει λοιπόν ο πόλεμος, έπρεπε να κινητοποιηθεί ολόκληρο το καπιταλιστικό σύστημα με τη συμμετοχή και του οικονομικού δυναμικού πολλών χωρών. Απαιτούνταν δηλαδή, οργανωμένη δράση και συμβολή όλων των κλάδων της παγκόσμιας οικονομίας. Το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα είχε ανάγκη την εποχή εκείνη έναν πόλεμο. Ήθελε, όμως, να τον στρέψει κυρίως ενάντια στο νεογέννητο σοσιαλιστικό κράτος της ΕΣΣΔ. Σε αυτό απέβλεπε η πολιτική κατευνασμού.
Θα επαναλάβω: οι αποδείξεις για όλα αυτά με ονόματα και διευθύνσεις βρίσκονται στις σελίδες του βιβλίου.
Έχω καταγράψει τρεις τουλάχιστον προσπάθειες οικονομικής- νομισματικής ενοποίησης των ευρωπαϊκών κρατών. Η 1η, έρχεται λίγο μετά τη λήξη του Α’ΠΠ. Η 2η, μάλιστα με πρωτοβουλία των ΗΠΑ, στα πρώτα χρόνια μετά το Β’ΠΠ και η 3η κατά τη διάρκεια μετάβασης από την ΕΟΚ στην ΕΕ. Ποια τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των τριών αυτών προσπαθειών; Ποιες οι επιδιώξεις και τα συμφέροντα πίσω από κάθε μία και ποιο το ενοποιητικό τους στοιχείο;
Πολλές περισσότερες ήταν αλλά μιλάτε για τις πιο ουσιαστικές. Μάλιστα, ο Γερμανός μεγιστάνας Hugo Dieter Stinnes, ιδρυτής της «Αντιμπολσεβικικής Λίγκας» και από τους πρώτους χρηματοδότες του μικρού εκείνη την εποχή ναζιστικού κόμματος πρωτοστατούσε σε αυτές τις πρωτοβουλίες της άρχουσας τάξης για την ένωση των μητροπολιτικών ευρωπαϊκών κρατών, αμέσως μετά την λήξη του Α΄ ΠΠ. Αυτός ήταν που συνέλαβε πρώτος τη δημιουργία ενός γαλλογερμανικού καρτέλ στον τομέα της βιομηχανίας άνθρακα και χάλυβα, προτέπροντας, παράλληλα, και το βρετανικό κεφάλαιο να λάβει μέρος (30%), αποσκοπώντας έτσι στη δημιουργία ενός πολιτικού και στρατιωτικού μετώπου της δυτικής Ευρώπης απέναντι στην Σοβιετική Ένωση. Η Ευρώπη της εποχής αυτής βέβαια είναι στην πραγματικότητα η Ευρώπη της αποικιοκρατικής εκμετάλλευσης του κόσμου, του σκληρού ανταγωνισμού ανάμεσα στις διάφορες ομάδες των εθνικών αστικών τάξεων, της έξαρσης του αστικού σωβινισμού, της έχθρας και της σφαγής. Ο ανταγωνισμός αυτός είναι που δεν επέτρεψε τις ενωτικές προσπάθειες του κεφαλαίου. Σας ζητώ όμως, για να απαντήσω πιο εμπεριστατωμένα να μου επιτρέψετε να προσφύγω στους α) John Hobson που έγραψε: «Να, τι δυνατότητες ξανοίγει μπροστά μας μια πλατιά συμμαχία των δυτικών χωρών, η ευρωπαϊκή ομοσπονδία των μεγάλων δυνάμεων. Όχι μονάχα δεν θα προωθούσε τον παγκόσμιο πολιτισμό, μα θα μπορούσε να σημαίνει κι ένα τεράστιο κίνδυνο δυτικού παρασιτισμού: Το ξεχώρισμα μιας ομάδας από προχωρημένα βιομηχανικά έθνη, που οι ανώτερες τάξεις τους θα εισπράττουν τεράστιο φόρο (πρώτες ύλες) από την Ασία και την Αφρική και με τη βοήθεια αυτού του φόρου θα διατηρούν μεγάλες πειθήνιες μάζες υπαλλήλων και υπηρετών, που δεν θ’ ασχολούνται με τη μαζική παραγωγή αγροτικών και βιομηχανικών προϊόντων, αλλά με την εξυπηρέτηση ή με τη δευτερεύουσα βιομηχανική δουλειά, κάτω από τον έλεγχο της νέας χρηματιστηριακής ολιγαρχίας». Β) Στο Λένιν που ήδη το 1915 επεσήμανε: «Οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης στις συνθήκες του καπιταλισμού θα ισοδυναμούσαν με συμφωνία για το μοίρασμα των αποικιών. Στον καπιταλισμό όμως, δεν μπορεί να υπάρξει άλλη βάση, άλλη αρχή μοιρασιάς, εκτός από τη δύναμη.» Φυσικά, είναι δυνατές προσωρινές συμφωνίες ανάμεσα σε καπιταλιστές και ανάμεσα σε κράτη. Μ’ αυτήν την έννοια, μπορεί να δημιουργηθούν και οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης σαν συμφωνία των Ευρωπαίων καπιταλιστών[…] Με ποιο σκοπό; Μόνο με το σκοπό να πνίξουν από κοινού το σοσιαλισμό στην Ευρώπη, να περιφρουρήσουν από κοινού τις ληστεμένες αποικίες ενάντια στην Ιαπωνία και στην Αμερική, που θεωρούν τον εαυτό τους στο έπακρο αδικημένο με τη σημερινή μοιρασιά των αποικιών[…]». Μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως οι δυο τους δεν είχαν εντοπίσει τον παρασιτικό χαρακτήρα που είχε και έχει αυτή η Ευρωπαϊκή Ένωση των μονοπωλιακών ομίλων;
Τελευταία, γίνεται λόγος για την όξυνση των ανισοτήτων στην ΕΕ, ειδικά μετά την έναρξη της συζήτησης για την «Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων». Όσον αφορά τις ανισότητες μεταξύ των ισχυρότερων και των πιο αδύναμων χωρών της ΕΕ, είναι ένα “φαινόμενο” του καιρού μας; Υποψιάζομαι πως έχετε αντίθετη άποψη.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση της «φιλελεύθερης ιδεολογικής συναίνεσης», είναι κληρονόμος ενός οικονομικού συστήματος που με μεγάλη αποτελεσματικότητα θεωρητικοποίησε πρακτικές και υιοθέτησε πολιτικά καθεστώτα που λειτούργησαν ως αδιαμφισβήτητα σημεία αναφοράς για τον φασισμό, τα οποία επιπρόσθετα επιδόθηκαν σε ευρείας κλίμακας εκτοπισμό, αποδεκατισμό και εξόντωση των λαών επιβάλλοντας την απόλυτη εξουσία του ανθρώπου πάνω στον άνθρωπο. Η ΕΕ είναι συμμαχία των Ευρωπαίων κεφαλαιοκρατών με τεράστια εμπειρία από το ξεζούμισμα του κόσμου από την εποχή της αποικιοκρατίας και του πιο διδαγμένου κεφαλαίου -μαζί με αυτό των ΗΠΑ- του παγκοσμίου καπιταλιστικού συστήματος. Τώρα, όσον αφορά την πρόσφατη συναίνεση Γερμανίας- Γαλλίας-Ιταλίας και Ισπανίας για μία ενωμένη Ευρώπη δυο ή πολλών ταχυτήτων, δεν έχει καμιά σημασία, μας κάνει ξεκάθαρο πως ο καπιταλιστικός ευρωπαϊκός κόσμος έχει σχεδόν ολοκληρώσει την σύστασή του, έχει θεσπίσει την τάξη και την κυριαρχία του, έχει καταλάβει την προς ίδιον όφελος χρήση των πόρων της ευρωπαϊκής οικονομίας και έχει ασφαλίσει το έδαφός του. Εν τούτοις, όπως αναφέρουμε στο βιβλίο «Από το Τρίτο Ράιχ στην Ευρωπαϊκή Ένωση», η αλαζονική δικτατορική και φασιστική πολιτική του κεφαλαίου και των επικυρίαρχων ελίτ μπορεί σύντομα να πληρωθεί όπως στις 30 Απριλίου του 1945: με την κατάλληλη σημαία να υψώνεται ξανά!
Το τελευταίο κεφάλαιο είναι αφιερωμένο στην ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα ιστορική περίοδο. Επί τη βάσει αυτού, θα ήθελα να σας ρωτήσω: Ποιο το κλίμα που επικρατούσε στο εσωτερικό της χώρας κατά τη διαδικασία ένταξής της; Ακόμα, ποια η στόχευση, μιας κι όπως λέτε η ευρωπαϊκή ενοποίηση είναι μια διακρατική ένωση μονοπωλιακών ομίλων, της ελληνικής αστικής τάξης μέσα από αυτή την στρατηγικής σημασίας κίνηση;
Το πολιτικό κλίμα που επικρατούσε λίγο πριν την σύνδεση της Ελλάδας με την ΕΟΚ θα το χαρακτήριζα ως επιτάφιο χωρίς όμως ανάσταση. Ήταν μια εποχή που τα κύρια συστατικά στοιχεία των δημοκρατικών κυβερνήσεων ήταν η επίσημη κρατική καταστολή: δολοφονίες, εξορίες, φυλακίσεις, βασανιστήρια, κατατρεγμός. Επίσης μιλάμε για την περίοδο που τα ανάκτορα και το αστικό πολιτικό προσωπικό δημιούργησαν και χρηματοδότησαν πολλές παρακρατικές αντικομμουνιστικές οργανώσεις, που άλλες λειτουργούσαν φανερά και άλλες μυστικά. Έργο τους ήταν η τρομοκρατία, η κατάδοση, η παρακολούθηση, μα και η δημιουργία προβοκατόρικων πράξεων. Μπορούμε όμως να ξεχάσουμε όλα τα παραπάνω και να αρκεστούμε στο γεγονός πως την περίοδο που η Ελλάδα συνδεόταν με την ΕΟΚ το καθεστώς Καραμανλή είχε απαγορεύσει την προβολή της ταινίας «Συνοικία το όνειρο».
Ωστόσο κανείς από τους ευαίσθητους σε ζητήματα δημοκρατίας Ευρωπαίους δεν ενδιαφέρθηκε για τις συνθήκες που επικρατούσαν στο εσωτερικό της χώρας. Άλλωστε, και στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης για να διασφαλιστεί η αποτροπή ενδεχόμενης συμμετοχής της Αριστεράς στις κυβερνήσεις τους, είχαν οργανώσει ένα παρακρατικό δίκτυο «αποσταθεροποιητικής δραστηριότητας» με την κωδική ονομασία «Red Stay Behind». Αλλά, επιτρέψατέ μου να σταματήσω εδώ το θέμα αυτό. Όσον αφορά το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος σας, απαντώ πως ναι, η ΕΕ αναβάθμισε τον ελληνικό καπιταλισμό στα Βαλκάνια και στο διεθνή καταμερισμό εργασίας, αυξάνοντας παράλληλα και την ισχύ της αστικής τάξης ενάντια στον εσωτερικό εχθρό: το εργατικό κίνημα.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο μηνιαίο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ το Σάββατο 13.5.2017