Του Δημήτρη Κούλαλη
ΕΛΛΟΓΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ
Τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, οι κάλπες δεν έχουν ανοίξει ακόμα στη Γαλλία. Ωστόσο, θα θέλαμε, εν είδει σχολίου, να ρίξουμε φως σε ένα σημείο του προεκλογικού αγώνα της κ. Λεπέν, το οποίο προδιαγράφει, ίσως σε μεγάλο βαθμό, το δρόμο που προτίθεται να ακολουθήσει σε περίπτωση νίκης της σε μια από τις πιο κρίσιμες, από κάθε άποψη, εκλογικές αναμετρήσεις των τελευταίων δεκαετιών στη Γαλλία κι όχι μόνο.
Καταρχάς, ας ξεκινήσουμε με μια παραδοχή: Ανεξάρτητα από το αυριανό και, αν υπάρξει συνέχεια για εκείνη στο δεύτερο γύρο, το επόμενο- τελικό αποτέλεσμα, η Μαρίν Λε Πεν και η πολιτική που εκπροσωπεί κέρδισαν. Κέρδισαν γιατί κατάφεραν να νομιμοποιήσουν με τον πλέον επίσημο τρόπο- στη δεύτερη (οικονομικά, πολιτικά) μεγαλύτερη χώρα της ΕΕ, τη ρητορική της φασιστικής Δεξιάς, κινητοποιώντας παράλληλα πλατιές μάζες πολιτών. Αυτό το φαινόμενο (; )είναι ένα μόνο σημείο του συνολικού προβλήματος αποδοχής της ΕΕ και των πολιτικών που αυτή εφαρμόζει από τους λαούς. Είναι, όμως, κι ένα σημάδι της φάσης υπαναχώρησης στην οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή το εργατικό- λαϊκό κίνημα.
Ας περάσουμε, όμως, στο προκείμενο.
Πριν λίγο καιρό, η Bank of America δημοσίευσε μία Έκθεση για τις συνέπειες μιας ενδεχόμενης διάλυσης της ευρωζώνης. Σ’ αυτή την Έκθεση, αναφερόταν πως η ζημία για την γερμανική οικονομία θα ήταν μεγάλη, καθώς, αν διαλυόταν η ευρωζώνη θα υπήρχε μια ανατίμηση του «νέου μάρκου» της τάξης του 15%, κάτι το οποίο θα είχε δυσμενείς επιπτώσεις για τις γερμανικές εξαγωγές. Είναι πρόδηλο ότι, ειδικά σε περιπτώσεις όπως η Ελλάδα, όπου όπως είχε παραδεχτεί ο διευθυντής της Ευρωπαϊκής Σχολής Μάνατζμεντ και Τεχνολογίας και μέλος του γνωμοδοτικού συμβουλίου του γερμανικού Υπ. Οικ., Γιοργκ Ρόχολ: «τα ελλείμματα της Ελλάδας ήταν τα πλεονάσματα της Γερμανίας», το Ευρώ γεμίζει-κυρίως- τα θησαυροφυλάκια των Γερμανών τραπεζιτών την ώρα που εξαθλιώνει τους υπόλοιπους λαούς της ΕΕ.
Ωστόσο, το πιο ενδιαφέρον κομμάτι της Έκθεσης ήταν εκείνο στο οποίο προβλεπόταν οι πιθανές συνέπειες από μια ενδεχόμενη αποχώρηση της Γαλλίας. Σε περίπτωση, λοιπόν, αποχώρησης των Γάλλων, μέρος του γαλλικού κεφαλαίου θα επωφελούταν, καθώς το «νέο φράγκο» θα δεχόταν μια υποτίμηση 5% κάτι το οποίο θα τόνωνε αρκετά τις εξαγωγές.
Και κάπου εδώ έρχεται να κολλήσει και ο αστικός- αντιδραστικός «ευρωσκεπτικισμός» της προέδρου του Εθνικού Μετώπου. Για αυτό και οι, κατά τα άλλα, «φιλολαϊκές», «ριζοσπαστικές» εξαγγελίες της στρέφονται ενάντια σε οποιοδήποτε άλλον πέρα από το γαλλικό κεφάλαιο, τον εγχώριο διαγουμιστή του γαλλικού λαού.
Απόδειξη αυτού, η συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στην «Κυριακάτική Δημοκρατία» στις 25/12/2016, κατά την οποία, είχε, ίσως άθελά της, αποκαλύψει τον παραπλανητικό- δημαγωγικό χαρακτήρα της πολιτικής της. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι «όπου πήγε το Ευρώ αυξήθηκαν οι τιμές, οι φόροι, μειώθηκαν οι μισθοί κ.λπ. – ενώ- στη Βρετανία, όταν δημιουργήθηκε οικονομική κρίση προχώρησαν σε μια υποτίμηση της Λίρας και σύντομα άρχισε και πάλι η ανάπτυξη».
Ξεκινώντας αντίστροφα, ορμώμενοι από την τελευταία φράση της, η κ. Λεπέν δεν απάντησε- ίσως γιατί ποτέ μέχρι τώρα δε ρωτήθηκε από κάποιον- στο ερώτημα: Ποιος ευθύνεται για την κρίση;
Ευθύνονται οι Γάλλοι κι εν γένει οι πολίτες των χωρών; Ή, μήπως, ευθύνονται κάτι τύποι σαν τον Φρεντ Γκόντγουιν που λόγω της απληστίας του βύθισε την Royal Bank of Scotland και το μόνο που έπαθε ήταν να χάσει τον τίτλο ευγενείας του; Μήπως πάλι, ευθύνεται ο Ντικ Φαλντ , ο οποίος αφού βύθισε τη Lehman Brothers τώρα πουλά επιχειρηματικές συμβουλές; Ή μήπως φταίει ο Τσαρλς Πρινς της Citigroup, o Nτάνιελ Μπουτόν της Societe Generale, o Mπομπ Ντάιμοντ της Barclay και ο Πίτερ Γούφλι της UBS; (Σημειωτέον ότι όλοι τους-μηδενός εξαιρουμένου, δεν πλήρωσαν ποτέ για τα οικονομικά τους εγκλήματα. Τουναντίον βγήκαν πλουσιότεροι από το «σπάσιμο της φούσκας» και συνεχίζουν την καριέρα τους από άλλα πόστα).
Η απάντηση ίσως σε όλα τα παραπάνω ερωτήματα βρίσκεται στα λόγια του Άλαν Γκρίνσπαν, του πρώην επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ και θιασώτη του ελεύθερου ανταγωνισμού των αγορών: «Πολλές πλευρές της σημερινής κρίσης οφείλονται σε σκέτη αισχροκέρδεια».
***
Αναφορικά, τώρα, με τη Μ. Βρετανία, μόνο ένας ανόητος ή ένας αδίστακτος πολιτικός ταρτούφος θα ισχυριζόταν ότι η χώρα ξεπέρασε την κρίση και μάλιστα λόγω της Λίρας. Αρκεί να αναφέρουμε ότι το διάστημα 2015-2016, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του βρετανικού ΕΣΥ, σχεδόν 475χιλ. ασθενείς ξεπέρασαν τις 4 ώρες αναμονής στα επείγοντα περιστατικά λόγω έλλειψης γιατρών, αφού για κάθε 1000 κατοίκους αντιστοιχούν μόλις 2,8 γιατροί, κατέχοντας έτσι έναν από τους μικρότερους αριθμούς στελέχωσης των νοσοκομείων μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών. Οι εγχειρήσεις αναβάλλονται λόγω έλλειψης κρεβατιών μιας και μόλις 2,76 κλίνες αντιστοιχούν για κάθε 1000 ασθενείς, ενώ οι καρκινοπαθείς παραμένουν στο στάδιο αναμονής για διάστημα άνω των δύο μηνών. Την πενταετία 2011-2016, καταγράφηκαν 15 χιλ. περισσότεροι θάνατοι σε σχέση με πριν, γεγονός άρρηκτα συνδεδεμένο με τις τεράστιες περικοπές στις νοσοκομειακές δαπάνες και τη συμπίεση του κόστους. Το ποσοστό υγειονομικής δαπάνης συνεχίζει να παραμένει χαμηλό, συγκριτικά με την οικονομική ισχύ της χώρας, μόλις 10%, και παρόλα αυτά η μέχρι πρότινος πρωθυπουργός Τερέζα Μέι και τα ΜΜΕ συνέχιζαν να ζητούν περαιτέρω περικοπές.
Προσέτι δε, στη Μ. Βρετανία της «ανάπτυξης», σύμφωνα πάντα με την κ. Λεπέν, 1/3 εργαζόμενους της πρωτεύουσας κοιμάται σε ξενώνες φιλοξενίας. Περισσότεροι από 170χιλ. Λονδρέζοι αυτή τη στιγμή είναι άστεγοι (αριθμός αυξημένος κατά 50% από το 2010) με το 47% αυτών να δηλώνει ότι εργάζεται. Ο λόγος που οι άνθρωποι αν και εργαζόμενοι μένουν στα προσωρινά καταλύματα ή στο δρόμο είναι γιατί ο κατώτατος μισθός και τα λεγόμενα «zero hours» δεν φτάνουν για τη συντήρηση ενός σπιτιού στην πιο ακριβή αγορά κατοικίας παγκοσμίως. Ενδεικτικά να αναφέρουμε ότι το 58% των νέων υποχρεούται να ξοδέψει περισσότερο από το 40% του διαθέσιμου εισοδήματός του για τη στέγασή του, ενώ, μέχρι πρόσφατα, η Μ. Βρετανία κατατασσόταν μόλις στην 20η θέση μεταξύ των χωρών της ΕΕ σε παροχή στέγασης.
Ανάπτυξη ,όντως , υπήρξε, αλλά όχι για το βρετανικό λαό. Σίγουρα υπήρξε για τις πολυεθνικές που συνέχισαν να φοροδιαφεύγουν με τις ευλογίες του κράτους, για τους λομπίστες του Σίτι και τα υπόλοιπα κοράκια της νεοφιλελεύθερης αγυρτείας.
Εν κατακλείδι, παραθέτοντας αυτή τη στιγμή της κ. Λεπέν, ενδεικτική του λαϊκίστικου και ύπουλου τρόπου με τον οποίο διεκδικεί την προεδρία της Γαλλίας, νομίζουμε ότι φωτίσαμε τον ιστορικό ρόλο τον οποίο διαδραματίζει. Αυτός δεν είναι άλλος από ‘κείνον που έπαιξε η πολίτική της οικογένεια παγκόσμια κάθε φορά που το σύστημα τα έβρισκε σκούρα: Τη φαινομενική σύγκρουση μαζί του, με σκοπό την εκτόνωση των μαζών και τον αποπροσανατολισμό τους, και τη σταθεροποίηση εκ νέου του πολιτικού- οικονομικού status quo με διαφορετική, μονάχα, την ηγεσία.
Άλλωστε, όπως σημείωνε ο Χέρμπερτ Μαρκούζε, «η ιδεολογία που συνοδεύει τη μετάβαση από τον φιλελευθερισμό στον απολυταρχισμό προετοιμάζει το άτομο για περισσότερη εργασία και λιγότερη απόλαυση, κάτι που αποτελεί σύνθημα της αυταρχικής οικονομίας. Η ικανοποίηση των ατομικών αναγκών πρέπει να υποχωρήσει στα καθήκοντα προς το σύνολο».
***
Κάτι για το τέλος. Μπορεί το παιχνίδι να είναι «στημένο». Μπορεί ο αγώνας να έχει πουληθεί. Όμως, τίποτα δεν μπορεί να εμποδίσει την πρόοδο της ανθρωπότητας. Η βαρβαρότητα δεν μπορεί να είναι το μέλλον των λαών.