Από τον Γιώργο Μουργή
Στις 22 Μαΐου 1963 ο Γρηγόρης Λαμπράκης μίλησε για την ειρήνη στη Θεσσαλονίκη σε εκδήλωση που διοργάνωσε η «Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη».
Πριν ακόμα η εκδήλωση ξεκινήσει, πλήθος παρακρατικών και αστυνομικών με πολιτικά είχαν καταλάβει τα γειτονικά πεζοδρόμια, κραυγάζοντας συνθήματα και προπηλακίζοντας όσους προσέρχονταν στην αίθουσα για να λάβουν μέρος σε αυτήν.
Μετά το τέλος της εκδήλωσης δέχθηκε δολοφονική επίθεση σε κεντρικό δρόμο της πόλης από τρίκυκλο, στο οποίο επέβαιναν οι ακροδεξιοί Σπύρος Γκοτζαμάνης και Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης, δεχόμενος ισχυρό χτύπημα στο κεφάλι από μεταλλικό αντικείμενο.
Κανείς αστυνομικός δεν κινήθηκε για να εμποδίσει το τρίκυκλο πριν το χτύπημα, να συλλάβει τον οδηγό του μετά, ή ακόμα και να βοηθήσει τον αιμόφυρτο Λαμπράκη.
Oι δράστες της επίθεσης θα διέφευγαν ανενόχλητοι, αν ένας παριστάμενος Θεσσαλονικιός, ο Μανώλης Χατζηαποστόλου (με το παρατσούκλι «Τίγρης»), δεν πηδούσε αστραπιαία στην καρότσα του τρίκυκλου. Μέτα από συμπλοκή και πάλη με τους δύο, οι δράστες συνελήφθησαν τυχαία από έναν διερχόμενο τροχονόμο που δεν γνώριζε τι είχε προηγηθεί.
Την ίδια ώρα ο Λαμπράκης μεταφερόταν σε κωματώδη κατάσταση στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, όπου άφησε την τελευταία του πνοή στις 27 Μαΐου 1963, σε ηλικία 51 ετών.
Ο θάνατός του προκάλεσε λαϊκή οργή στην ελληνική κοινωνία, οξύτατη πολιτική κρίση, αλλά και διεθνή κατακραυγή.
Την ημέρα της κηδείας του πλήθος 500.000 ανθρώπων συγκεντρώθηκε στο Α΄ Νεκροταφείο για το ύστατο χαίρε. Γρήγορα η συγκέντρωση μετατράπηκε σε διαδήλωση καταδίκης της δεξιάς κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του παλατιού και του παρακράτους.
Προφανώς σήμερα, ημέρα μνήμης της δολοφονικής επίθεσης, «ο Γρηγόρης της Ειρήνης» θα τιμηθεί όπως αξίζει σε άλλον έναν λαϊκό ήρωα του τόπου.
Εγκληματίες απόγονοι εγκληματιών προγόνων
Υπάρχουν, όμως, δύο λόγοι στη σύγχρονη εποχή που οφείλουμε να αναδείξουμε την επικαιρότητα των αγώνων, των οραμάτων και του έργου του.
Από τη μια η προσφυγιά αθώων ανθρώπων, θυμάτων πολέμου που ξεκληρισμένοι στοιβάζονται στις τουρκικές φύλακες ή στα δικά μας κέντρα κράτησης. Μια κατάσταση απότοκο των συρράξεων που στήνουν οι δυνάστες του ιμπεριαλισμού, εξυπηρετώντας το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο στην παγίωση των κερδών του. Και από την άλλη η πολιτική μορφή και διάσταση που πανευρωπαϊκά παίρνει η νεοφασιστική ακροδεξιά μέσα στα κοινοβούλια.
Το πρώτο θέλει εξειδικευμένη ανάλυση που δεν χωρά σε τρεις αράδες, ωστόσο καλό είναι να μην το ξεχνάμε, ως συνέχιση του αγώνα του διεθνιστικού κινήματος για παγκόσμια ειρήνη που έδωσε ο Λαμπράκης με τίμημα την ίδια του τη ζωή.
Σε ό,τι αφορά το δεύτερο, όμως, τα πράγματα φαίνεται να ζορίζουν για την ίδια τη δημοκρατία στη χώρα μας. Όχι μόνο γιατί το νεοναζιστικό μόρφωμα του χρυσαυγιτισμού, παραλογισμένο αντιδημοκρατικά, εκφράζεται από τα βουλευτικά έδρανα, μιας και η χαρακτηριστική ολιγωρία της δικαιοσύνης στη δίκη του Π. Φύσσα τούς έδωσε το δικαίωμα να κυκλοφορούν ελεύθεροι, αλλά κυρίως γιατί η προϊούσα παρουσία του εδράζεται στους ψηφοφόρους που εξακολουθούν να το στηρίζουν.
Αυτή ακριβώς η παρουσία νομιμοποίησε την εμφάνιση των νεοφασιστικών ταγμάτων εφόδου των μελών του, που με χαρακτηριστική ευκολία παρεισέφρησαν σε ακροδεξιούς θύλακες των «Σωμάτων Ασφαλείας» και κρατικής καταστολής. Ένα ιδιότυπο συνεργατικό υβρίδιο που μετατράπηκε σε νέο παρακράτος.
Συνεργαζόμενοι για να διαλύουν συγκεντρώσεις, πολιτικές διαμαρτυρίες, ικανοί να στήσουν κάθε εγκληματική προβοκάτσια σε βάρος του λαϊκού κινήματος.
Αυτό ίσως φαντάζει σαν το λιγότερο κακό για κάποιους, όμως δυστυχώς αποτελεί τη μήτρα όχι μόνο στο πλαίσιο της δημοκρατικής αποσταθεροποίησης τη δεδομένη στιγμή που θα το επιλέξουν, αλλά κυρίως με τον τρόπο που θα το επιλέξουν. Ακόμα κι αν ο Κασιδιάρης, ο Μιχαλολιάκος, ο Λαγός και οι άλλοι μετατρέπουν σε σόου κάθε εμφάνισή τους, μην ξεχνάμε ότι πρόσφατα βρέθηκαν πίσω από τις γραμμές των ΜΑΤ στον Πειραιά στην επανεμφάνιση των ταγμάτων εφόδου ενάντια στους αλληλέγγυους των προσφύγων.
Κυρίως, όμως, μην ξεχνάμε την εν ψυχρώ δολοφονία του Παύλου Φύσσα. Το τάγμα εφόδου χρησιμοποίησε την ίδια παρακρατική μέθοδο. Ο νεογκοτζαμάνης Ρουπακιάς με τον συνοδό του και την υπόλοιπη παρακρατική παρέα τους χτύπησε με πρόθεση να δολοφονήσει. Ακριβώς όπως έπεσε ο Λαμπράκης από το λοστάρι του Γκοτζαμάνη. Με την αστυνομία δίπλα σε ρόλο ανήξερου παρακολουθητή, χωρίς πρόθεση να επέμβει. Η μετέπειτα σύλληψη του χρυσαυγίτη φονιά Ρουπακιά δεν στάθηκε ικανή να σώσει τη ζωή του Παύλου.
Μπορεί να μας χωρίζουν 53 χρόνια από το άγριο δολοφονικό χτύπημα του ήρωα που μεγάλωσε τη γενιά των Λαμπράκηδων, αλλά όπως φαίνεται το φίδι του παρακράτους εκκολάφθηκε στη ζεστασιά του χρυσαυγίτικου νεοναζισμού και των νοσταλγών του.
Ο φασισμός δεν χειραγωγείται – μόνο εξοντώνεται!
Οι αγώνες του Λαμπράκη μπορεί να μη συναντήθηκαν ποτέ με το όνειρο του Παύλου, αλλά το χέρι που διέκοψε αυτή την πορεία στο συναπάντημα των κοινών αντιφασιστικών, αντιπολεμικών οραμάτων τους οφείλουμε να το συνθλίψουμε.
Το ίδιο πράγμα πρέπει να αντιληφθεί και το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Να κατανοήσουν ότι η μνημονιακή λαίλαπα, η πολιτική ανοχή στο φασιστικό μόρφωμα και τα μέλη του, το δικαστικό χάιδεμά του, οδηγούν μοιραία όχι απλώς στο να σηκώσει κεφάλι το φίδι, αλλά να μεταλλαχτεί σε λερναία ύδρα.
Αν κάποιους εξυπηρετεί η παρουσία των φασιστών στο πολιτικό σκηνικό ώστε να λειτουργούν σαν κόφτες εκλογικών ποσοστών, τότε οδηγούμαστε στην απόλυτη παραφροσύνη, με ανεξέλεγκτες συνέπειες μιας κοινωνικής σύγκρουσης όπου από τη μια θα στήνονται Γκοτζαμάνηδες και Ρουπακιάδες, και από την άλλη Λαμπράκηδες και Φύσσες.
«Ο Λαμπράκης Ζει» ήταν το σύνθημα που τον συνόδευε στο λαϊκό προσκύνημα της κηδείας του, το ίδιο και «Ο Παύλος Ζει» ανάμεσά μας, διατηρώντας στο ακέραιο τη συλλογική ιστορική μνήμη των θυμάτων. Ας προσθέσουμε μόνο το «ΤΣΑΚΙΣΤΕ ΤΟΥΣ ΝΑΖΙ» ως τον ύστατο φόρο τιμής.