By Nikos LeFou Pierrot Ziakas
Εχω πιει
Είχα πιει ;
Τελος πάντων μπερδεύω τα πρόσωπα με τους χρόνους των ρημάτων
γιατί καταλήγουν πάντα σε κάποιον συντελεσμένο
όπως όταν σκοντάφτει η φάτσα μου επάνω στο καθρέφτη
και φτύνω σπασμένα δόντια και την τύχη μου
που φέρνει ασσό-δυο
εσύ να είσαι ένα χαρούμενο σφαγείο
αλλά εχουμε για τόσα να κλάψουμε
κι ούτως ή αλλως, ξέρεις!
Με δώδεκα γραμμάρια τρως ισόβια
με δυο τόνους είσαι αθώος
ετσι μου τα έμαθαν
τί με κρατάτε εδώ ;
Χειροκροτά ο θίασος τον εαυτό του
δεν βλέπετε ;
τα ονόματα τα ξέρετε
Πλοιοκτήτης
Βουλευτής
Δημοσιογράφος
και τα λοιπά
αλλά κανείς δεν τα ‘χει κάψει τριγύρω
και κανείς δεν σαλεύει
μόνο κατι φώτα τρεμοπαίζουν
-σημάδι πως θα βρέξει-
στο νεκροτομείο που ‘χω για κεφάλι.
Έτσι έγινα σκύλος για ν’ αγαπήσω τους άνθρώπους και πέθανα πολλές φορές
άλλες απο χάδια
κι άλλες από φόλα
έσπασαν τα πνευμόνια μου απο στρυχνίνη
πνιγόμουν όπως η τελευταία δόση χρήστη ηρωίνης
ειρωνεία
και τους δυο μας, μας βρΊσκουν πάντα την επόμενη μέρα.
Έγινα βροχή αλλά ντράπηκα
για το βρεγμένο χαρτόκουτο
που δεν δίνουμε σημασία
κι ας είναι το σπίτι κάποιου άλλου
ή έχουν διευθύνσεις αφετηριών αστικών λεωφορείων
που όταν τους ρωτάνε πού μένουν
απαντούν
Συνταγμα-Πειραιάς.
Δεν τα κατάφερα ούτε έτσι
Έγινα γυναίκα
κι αυτοί με βίασαν, μ’ έκαψαν
με πούλησαν σε τάλαντα και σ’ άλλες ισοτιμίες
και για να πάρω εκδίκηση γεννήθηκα άντρας
μοιράζοντας πίσω
το δικό μου μερίδιο της φρίκης.
Έκτοτε φθογγομετρώ τους χτυπους μου
κι αυτοί δεν κάνουν ρούπι
μόνο χωρίζω τις ώρες
σε νεκροσύλλαβες και μονό-φονες
τις εποχές ανάλογα απο τα ξεχασμένα ρούχα στο μπαλκόνι
και τα ποιήματά μου
σε ηλίθια ανέκδοτα και φαρσοκωμωδίες.
Ύστερα με ξυπνά
μια τρελή μαϊμού χτυπώντας πιατίνια
κι όλο με κοροιδεύει
μια για μένα
μια με τ’ όνομά σου
γιατί ξεμένω απο ιδέες και πάντα στο ίδιο αστείο καταλήγω.
Και σε σένα.
Τώρα ξέμεινα και απο αστεία!
Ούτως ή άλλως
για όλους μας τριαντα δύο βήματα
προαυλισμό μας έχουν
όσα τα δόντια που ήρθανε ασσό-δυο
κι όλες οι στάσεις
που ήταν τελικά φευγιό.