Το Μάη του ’36 η κυβέρνηση του Μεταξά έπνιξε στο αίμα τις μεγάλες διαδηλώσεις των εργατών της Θεσσαλονίκης. Με κεντρικό πρόσωπο έναν φανταστικό πιτσιρίκο της εποχής, οι Aspalax και Βαγγέλης Κολότσιος φιλοτεχνούν ένα μικρό χρονικό των αιματηρών γεγονότων.
«Η Θεσσαλονίκη του 1936 αποτελεί σταθμό στην ιστορία των ματωμένων εργατικών Μάηδων. Μια πόλη που η φυσιογνωμία της είχε αλλάξει πολύ τα τελευταία χρόνια, έπειτα από την ελληνική κυριαρχία, τις συνέπειες του μεγαλοϊδεατισμού που ανάγκασε πολλούς ανθρώπους να μετακινηθούν και να εγκατασταθούν μέσα σε συνθήκες εξαθλίωσης και το μεγάλο οικονομικό κραχ του 1929, συνακολουθούμενο από την πτώχευση του 1932». Ετσι ξεκινούν το προλογικό τους σημείωμα οι Aspalax και Βαγγέλης Κολότσιος στο «Μάης 1936 – Τα Αιματηρά Γεγονότα στη Σαλονίκη» (εκδόσεις Red N’ Noir). Και προχωρούν με μια σύντομη περιγραφή του ιστορικού, πολιτικού και κοινωνικού πλαισίου εντός του οποίου έλαβαν χώρα οι μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις με επίκεντρο τη Θεσσαλονίκη και αφού είχαν προηγηθεί πολλές διαδηλώσεις, απεργίες, διαμαρτυρίες τους τελευταίους μήνες σε ολόκληρη τη χώρα.
Οι εργατικοί αγώνες για βελτίωση των μισθών που είχαν ξεκινήσει από τους καπνεργάτες και σύντομα υποστηρίχθηκαν από πολλά σωματεία και κλάδους, κορυφώθηκαν στις 9 Μάη του 1936 όταν χιλιάδες άνθρωποι ξεχύθηκαν στους δρόμους καταγγέλλοντας την πολιτική και την οικονομική εξουσία που αδιαφορούσαν και διεκδικώντας μια καλύτερη ζωή. Ο πρωθυπουργός Μεταξάς, λίγους μήνες πριν επιβάλει τη δικτατορία της 4ης Αυγούστου, απάντησε στέλνοντας στους απεργούς τη χωροφυλακή και στη συνέχεια τον στρατό, με τανκς και πλήρως εξοπλισμένο, που πήραν εντολή να καταστείλουν τις διαδηλώσεις με κάθε μέσο. Το πρωί της 9ης Μαΐου ξέσπασε με μίσος και ωμότητα η κρατική βία.
«Σύντομα οι έλεγχοι έγιναν χτυπήματα… Μας σπρώχναν, μας χτυπούσαν από παντού, βγάλανε πιστόλια. Εμείς συνεχίζαμε» αφηγείται ο μικρός Δαβίδ, ο φανταστικός πρωταγωνιστής του βιβλίου που λίγο αργότερα θα δει μπροστά στα μάτια του να πέφτει ο πρώτος νεκρός, ο εικοσιπεντάχρονος Τάσος Τούσης από το σωματείο των αυτοκινητιστών. Το γεγονός που είχε και συνέχεια, με νεκρούς να κείτονται σε διάφορα σημεία της πόλης, δεν πτόησε τους εργάτες και οι διαδηλώσεις συνεχίστηκαν για να σταματήσουν λίγες ημέρες αργότερα όταν η κυβέρνηση υποσχέθηκε ότι θα ικανοποιήσει τα λαϊκά αιτήματα και θα οδηγήσει στη δικαιοσύνη τους ένστολους δράστες των δολοφονιών.
Φυσικά κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ αλλά έστω κι έτσι, ο Μάης του 1936 στη Θεσσαλονίκη με την αποφασιστικότητα των απεργών και την αθρόα συμμετοχή τους παρά την κρατική τρομοκρατία, αποτέλεσε ένα ορόσημο για τους εργατικούς αγώνες. Και άφησε και μια τραγική φωτογραφία με τη μητέρα του Τάσου Τούση να θρηνεί τον νεκρό γιο της, γονατιστή στον δρόμο δίπλα στο άψυχο κορμί του. Αυτή η φωτογραφία ήταν που συγκλόνισε τον Γιάννη Ρίτσο και τον ενέπνευσε να γράψει τον «Επιτάφιο», το θρηνητικό ποίημα στη μνήμη του πρώτου νεκρού του Μάη του ’36: «Γλυκέ μου εσύ δεν χάθηκες, ωιμέ, μέσα στις φλέβες μου είσαι. Γιε μου, στις φλέβες ολουνών καημέ έμπα βαθιά και ζήσε». Ενα ποίημα που παραμένει πάντα επίκαιρο για μια ιστορία που δεν πρέπει να ξεχαστεί.