Από τον Δημήτρη Δημητριάδη
Ο μορφωμένος άνθρωπος είναι το αποτέλεσμα της διαμόρφωσης.
Είναι αυτός που έχει μια μορφή. Μια μορφή που αποκτάται επίκτητα, με τα χρόνια, ως συνήθως με την κτήση της ήδη κατακτημένης γνώσης, με το διάβασμα κοινώς, με την προσφερόμενη παιδεία.
Τον μορφωμένο τον αποκαλούμε πολλές φορές και «διαβασμένο». Με τη μορφή που απόκτησε ξεχωρίζει από τον άμορφο άνθρωπο. Απ’ αυτόν που δεν έχει καμία απολύτως μορφή, δηλαδή δεν ξεχωρίζει από τον διπλανό του. Και στο βασίλειο των άμορφων οντοτήτων τη διαφορά την κάνουν τα ρούχα, οι σέλφι και βεβαίως τα λεφτά.
Η έννοια «καλλιεργημένος άνθρωπος» (για τους λατινογενείς «κουλτουριάρης από το κουλτούρα, καλλιέργεια») είναι πιο δύσκολη να εξηγηθεί. Όχι τόσο γιατί δεν συμφωνούν άπαντες ότι οι έννοιες μορφωμένος και καλλιεργημένος δεν είναι έννοιες ταυτόσημες, όσο επειδή υπάρχει διχόνοια για τα ειδικά γνωρίσματα που στοιχειοθετούν τελικά τον καλλιεργημένο άνθρωπο.
Για το θέμα αυτό έχουν διατυπώσει στο παρελθόν πολλοί διανοητές ορισμούς, μεταξύ αυτών ο Κλεμανσό, ο Σαρτρ, ο Γκράμσι, ωστόσο κανένας δεν έτυχε τελικά καθολικής αποδοχής, με αποτέλεσμα η δυσκολία οριοθέτησης της έννοιας του καλλιεργημένου να συνεχίζεται ως τις ημέρες μας.
Μια καλή αρχή θα ήταν ίσως η ετυμολογική προσέγγιση του ορισμού «καλλιεργημένος ή κουλτουριάρης». ( Το δεύτερο χρησιμοποιείται από τους άμορφους στην Ελλάδα υποτιμητικά αλλά δεν μας αφορά η παράστασή τους).
Κουλτούρα λοιπόν στα λατινικά σημαίνει καλλιέργεια. Καλλιέργεια του χωραφιού….που βρίσκεται εντός της κρανιακής κάψας.
Τι κάνει λοιπόν ο γεωργός όταν θέλει να καλλιεργήσει το χωράφι του; Μα, πρώτα -πρώτα το οργώνει. Για να το οργώσει όμως, θα πρέπει προηγουμένως να ξεριζώσει τόσο τα αγριόχορτα που φύονται άτακτα όσο και τα απομεινάρια της περυσινής σοδειάς.
Και ανασκαλεύει λοιπόν την άμμο, για να είναι έτοιμη να υποδεχτεί φρέσκο λίπασμα και σπόρο. Δεν έχει κανένα απολύτως φετίχ λατρείας των προϋπαρχόντων χόρτων. Ούτε λέει αφού έτσι τα βρήκα, ας τα αφήσω καλύτερα στη θέση τους. Ξεριζώνει τα πάντα, ανακατεύει το χώμα και το «ανοίγει» για να υποδεχτεί νέο σπόρο.
Βέβαια αν κάτι υπάρχει που του αρέσει, το αφήνει στη θέση του. Αλλά το αφήνει μόνο αφού πρώτα εγκύψει και το εξετάσει εξονυχιστικά ο ίδιος και το βρει της αρεσκείας του ή χρήσιμο . Μετά πάει παραπέρα να ξεριζώσει τα διπλανά. Ξεριζώνει όμως αυτά για τα οποία αμφιβάλει για την εγκυρότητα ή χρησιμότητα τους και αυτά που θεωρεί βλαβερά ή μαραμένα τα καίει.
Αφού περατώσει το ξεχόρτιασμα πάει και φυτεύει τη σπορά!
Άρα, όπως ο γεωργός, έτσι και ο καλλιεργημένος άνθρωπος πρώτα εγκύπτει, εξετάζει, κρίνει αυτά που του παραδόθηκαν, αυτά που αταβιστικά και ορμέμφυτα κλίνει να ακολουθήσει, αυτά που του παρουσιάστηκαν ως αξιωματικές θέσεις, στη συνέχεια ανασκαλεύει, αφήνει ή ξεριζώνει και μετά οργώνει. Εντός του κρανίου του.
Αυτή είναι και η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ μορφωμένου και καλλιεργημένου ανθρώπου. Ο μορφωμένος «φορτώνει» πάνω σ΄ αυτά που βρήκε , από την παράδοση , την οικογένεια, την κοινωνία του, «τις δικές του εγκυκλοπαίδειες».
Δεν αναιρεί αυτά που προϋπήρχαν και προορίζονταν γι’ αυτόν. Απλώς τα διαπλάθει και τα ωραιοποιεί, τα επικαιροποιεί , τα στολίζει και τα αμπαλάρει με κτηθείσα μόρφωση. Δεν κάνει σε αντίθεση με τον καλλιεργημένο καμιά τομή, καμιά ρήξη. Είναι συντηρητικός και του αρέσει.
Δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς ότι ο καλλιεργημένος άνθρωπος έχει πιο δύσκολο και μοναχικό δρόμο να διαβεί σε σχέση με τον μορφωμένο. Δύσκολο γιατί η ρήξη με την πεπατημένη οδό που βρίσκει– έστω με τη μορφή της αμφισβήτησης, της άρνησης της- είναι αναπόφευκτη. Και μοναχικός γιατί εντέλει ο καλλιεργημένος είναι ο μόνος ηθικός.
Ως επάξιος συνεχιστής του Καντ, γνωρίζει ότι ηθική χωρίς ελευθερία δεν μπορεί να υπάρξει. Και ελευθερία σημαίνει να δίνεις εσύ ο ίδιος στον εαυτό σου τους νόμους που θα επιλέξεις να ακολουθήσεις. Όχι η κοινωνία, όχι η θρησκεία, όχι η οικογένεια, όχι οι ανάγκες. Και άντε να μην ταιριάζουν τα δικά σου με αυτά του περιβάλλοντος χώρου. Σε έφαγε η μαρμάγκα της μοναξιάς.
Εκτός κι αν βρει άλλους του φυράματός του. Ο καλλιεργημένος δυσκολεύεται αλλιώς πολύ στις συμβατικές συναναστροφές. Ενώ ο μορφωμένος, δεν έχει κανένα απολύτως πρόβλημα , πρώτα να τσεπώσει το φακελάκι , διατηρώντας ταυτοχρόνως εικονοστάσι στο ιατρείο/γραφείο του, και μετά να κάνει παρέα σε κάποιον άμορφο άνθρωπο που επίσης τα τσεπώνει. Η απόσταση μεταξύ τους δεν είναι στην ουσία μεγάλη. Όσα πτυχία και να έχει ο μορφωμένος.
Τρίτη κατηγορία είναι ο θυμόσοφος άνθρωπος. Αυτός που έχει εμπειρικές γνώσεις αν και ο ίδιος ίσως ακόμη και αγράμματος. Η γνώση του βασίζεται σε προσωπική εμπειρία και η ζωή του δίνει ως συνήθως στο τέλος δίκιο, έτσι που αδιαφορεί συνεχώς για τη θεωρία και τις μεγάλες ιδέες ειρωνευόμενη σε αυτούς που προσπάθησαν να αρθρώσουν μια διαφορετική οπτική.
Η Ελλάδα είναι γεμάτη από μορφωμένους ανθρώπους , αρκετούς θυμόσοφους και πολύ λίγους καλλιεργημένους.
Οι μορφωμένοι άνθρωποι έχουν τελειοποιήσει εντός τους τον μηχανισμό της ψευδούς συνειδήσεως. Αυτόν τον μηχανισμό που λέει ότι αφού είμαι μορφωμένος υπερέχω σε σχέση με τον διπλανό μου και μπορώ να διατυπώσω γνώμη για τα πάντα. Αυτοπροβάλλεται ως αυθεντία επί παντός επιστητού, και αυτοαναγορεύεται με μαεστρία ως κήνσορας των πάντων. Ίσως η ευκολία του αυτή να εδράζεται στο ότι δυο μόλις γενιές πριν σχεδόν όλη χώρα αποτελούνταν σχεδόν αποκλειστικά από άμορφους ανθρώπους. Και αυτός υπερείχε.
Ο βενζινάς, λοιπόν, ενόσω γεμίζει το ντεπόζιτο θα σου αναλύσει την προέλευση του κόσμου, ο ιατρός ή ο δικηγόρος ή ο πολιτικός μηχανικός ή ο πολιτικός που πήρε φακελάκι ή σε έκλεψε θα σου απαντήσει για τις διαφορές μεταξύ ορθοδοξίας και καθολικισμού και για την κοινωνική ανάγκη της ηθικής, ο ταβερνιάρης θα σε συμβουλεύσει για τα CDS και θα σου αναλύσει τα πραγματικά αιτία της οικονομικής κρίσης της χώρας. Πολλοί οι μορφωμένοι στη χώρα.
Άντε όμως πάνε βρες καλλιεργημένο άνθρωπο…. Μόνο κατά τύχη ή σε συγκεκριμένους χώρους. Ίσως όμως έτσι πρέπει να είναι. Ποια θα ήταν εξάλλου η αξία ενός αγαθού ή ενός ζητούμενου αν τελούσε σε πληθωρισμό;
«Τα νυχτολούλουδα είναι σπάνια και χρειάζονται πολλή κοπριά για να φυτρώσουν. Και πολλή νύχτα»