Επικαιρότητα

New York Times: Λέσβος, ο μικρόκοσμος μιας άλλης Ελληνικής κρίσης – των μεταναστών.

By N.

August 09, 2015

 

Ο αριθμός των προσφύγων και των μεταναστών που φτάνουν στη Λέσβο και σε άλλα Ελληνικά νησιά έχει αυξηθεί τόσο ώστε να πάρει διαστάσεις ολέθρου, ενώ τους ίδιους τους περιμένει μόνο εξαθλίωση.

 

Άρθρο της Suzanne Daley

 

Λέσβος, Ελλάδα — Το κέντρο μεταναστών εδώ, ένα σύμπλεγμα προκατασκευασμένων κτιρίων που περιβάλλεται με σειρές από φράχτες με αλυσίδες και συρματοπλέγματα, ήταν γεμάτο και πάλι, πρόσφατα ένα απόγευμα  εκατοντάδες οικογένειες, μερικές με τα μωρά τους, βίωναν την εγκατάλειψη, ψάχνοντας να βρουν μια θέση ανάμεσα στους σωρούς των σκουπιδιών που βρίσκονταν απ’έξω.

 

 

Οι τουαλέτες ήταν βουλωμένες και οι θερμοκρασίες ξεπερνούσαν μέχρι και τους 32 βαθμούς. Παντού υπήρχαν μύγες και κουνούπια.

 

«Κοιτάξτε, τα μάτια της είναι άρρωστα», δήλωσε ο Ιμπραήμ Nawrozi, ένας απελπισμένος 27χρονος Αφγανός μηχανικός, που κρατούσε την σχεδόν 10 μηνών κόρη του για την επιθεώρηση. «Είμαστε σε αυτά τα σκουπίδια τρεις ημέρες. Δεν μπορούμε να μείνουμε εδώ άλλη μέρα»

 

Από την αρχή του έτους, ο αριθμός των προσφύγων και των μεταναστών που φτάνουν εδώ και σε άλλα Ελληνικά νησιά έχει σημειώσει άνοδο λαμβάνοντας διαστάσεις απόλυτης ανθρωπιστικής κρίσης. Οι αφίξεις μέσω θαλάσσης έχουν ξεπεράσει τις 107.000 τον Ιούλιο, σύμφωνα με στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών, επισκιάζοντας ακόμη και τον αριθμό των ατόμων που φθάνουν στην Ιταλία. Οι περισσότεροι από εκείνους που φθάνουν στις ακτές της Λέσβου, που είναι ένας δημοφιλής τουριστικός προορισμός ακριβώς έξω από τις ακτές της Τουρκίας στο Αιγαίο, εγκαταλείπουν τους πολέμους στη Συρία και το Αφγανιστάν και ελπίζουν να κατευθυνθούν στα βάθη της Δυτικής Ευρώπης.

 

Τον Ιούνιο, 15.254 μετανάστες και πρόσφυγες έφθασαν στη Λέσβο, σύμφωνα με την Ελληνική Ακτοφυλακή, σε σύγκριση με τους 921 τον αντίστοιχο μήνα του προηγούμενου έτους.

 

Αλλά τους περιμένει μόνο εξαθλίωση εδώ. Φτάνουν σε μια χώρα που είναι στα βαθιά της δικής της κρίσης, με ποσοστό ανεργίας άνω του 25 τοις εκατό, οι τράπεζες δεν είναι πλήρως ανοικτές και η κυβέρνησή της χωρίς χρήματα.

 

 

Υπάρχουν εθελοντές, τουρίστες και Έλληνες, που συλλέγουν ό,τι βοήθεια μπορούν να προσφέρουν: παξιμάδια, νερό και μερικές φορές στεγνά ρούχα. Αλλά αυτά που συγκεντρώνουν δεν φθάνουν να καλύψουν τις ανάγκες. Ορισμένες από τις οικογένειες έξω από το κέντρο δεν ήταν σε θέση να πάρουν καθόλου τροφή εκείνη την ημέρα και είπαν ότι διώχθηκαν με αγκωνιές έξω από το δρόμο από άλλους. Κάποιοι που είχαν πάρει τα τρόφιμα είπαν ότι τους αρρώστησαν και αδιαθέτησαν. Οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχουν αποκαλέσει τις συνθήκες, εδώ και σε άλλα κοντινά νησιά, άθλιες.

 

Ο Σπύρος Γαληνός, δήμαρχος Λέσβου, συμφωνεί ότι οι συνθήκες είναι «απαίσιες». Αλλά, είπε, η κλίμακα του προβλήματος ήταν δυσθεώρητα μεγάλη, με 1.500 άτομα να καταφθάνουν κάποιες μέρες.

 

«Είχαμε 3.000 άτομα έξω από το κέντρο την άλλη μέρα», είπε.

 

Οι μετανάστες και οι πρόσφυγες φτάνουν όλες τις ώρες, στιβαγμένοι σε φουσκωτές βάρκες που θα έπρεπε να χωράνε 15 άτομα, σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή που αναγράφονται ξεκάθαρα στα πλαϊνά των σκαφών. Αλλά συνήθως κουβαλάνε 40 άτομα, μερικές φορές περισσότερα. Διασχίζουν την θάλασσα από την Τουρκία, όπου έχουν καταβάλει σε λαθρεμπόρους περίπου $1.200 για μια θέση στο σκάφος, περισσότερα αν θέλουν και σωσίβια.

 

Η απόσταση είναι μόλις τριάμισι μίλια σε ορισμένες περιοχές. Αλλά οι υπερφορτωμένες βάρκες, μπάζουν νερό, επειδή βουλιάζουν τόσο πολύ στη θάλασσα, μπορεί να πάρει ώρες για να ολοκληρωθεί το ταξίδι τους. Οι επιβάτες που φτάνουν στη νύχτα είναι συχνά εξαντλημένοι και παγωμένοι. Άλλοι φτάνουν καμένοι από τον ήλιο. Κάποιοι καταλήγουν να πετάνε όλα τους τα υπάρχοντα στην θάλασσα, ακόμη και αναπηρικά καροτσάκια.

 

 

Παρόλα αυτά, οι εθελοντές που παρακολουθούν τις βάρκες από τα βράχια λένε ότι πολλοί από τους επιβάτες πέφτουν στα γόνατά τους από την ευτυχία, όταν καταφέρνουν να φθάσουν ως τις βραχώδεις παραλίες εδώ.

 

Ήταν το ίδιο για την Ρος Α., μια 32χρονη δασκάλα από τη Συρία, που ζήτησε να μην αναφερθεί το επίθετό της για το φόβο του τι θα μπορούσε να συμβεί στην οικογένειά της, πίσω στο σπίτι της στα προάστια της Δαμασκού. Η Ρος είπε ότι είχε κάνει το ταξίδι σε λιγότερο από 24 ώρες, πετώντας προς Βηρυτό, Λίβανο, και Κωνσταντινούπολη, προτού να επιβιβαστεί σε ένα φουσκωτό σκάφος με τα δύο παιδιά της και τρεις φίλους. Στη Δαμασκό, είπε, οι βόμβες έπεφταν κατά τακτά διαστήματα και βασικές υπηρεσίες ήταν παρελθόν.

 

«Πέθαινα εκεί κάθε μέρα», είπε, καθώς ένας από τους συνταξιδιώτες της χρησιμοποίησε το smartphone του για να δείξει βίντεο από εκρήξεις και πυρκαγιές να ξεσπούν στα προάστια της πόλης. “Ναι, ήταν τρομακτικά σε αυτό το σκάφος, αλλά όταν μπήκα σε αυτό είχα μέλλον ξανά μπροστά μου.”

 

Μόλις έφθασε στην ξηρά, ωστόσο, η ομάδα έπρεπε να περπατήσει μια απόσταση 70 χιλιομέτρων για να εγγραφεί στις αρχές. Οι δρόμοι είναι κατάμεστοι μέρα – νύχτα με πρόσφυγες και τους μετανάστες που βαδίζουν με κόπο προς το λιμάνι της πόλης της Μυτιλήνης. Μερικοί, όπως η σύζυγος του κυρίου Nawrozi, είναι τόσο εξαντλημένοι καθώς κουβαλάνε τα παιδιά τους, που εγκαταλείπουν τις περιουσίες τους κατά μήκος του δρόμου.

 

Για να καταλάβει κανείς πόσο λίγες επίσημες υπηρεσίες υπάρχουν, ας κρίνει από το γεγονός ότι εκείνοι που έχουν διασωθεί από το Λιμενικό Σώμα στο βόρειο τμήμα του νησιού μεταφέρονται από την Melinda McRostie, η οποία, με τον σύζυγό της, έχει ένα εστιατόριο που ονομάζεται ‘Πίνακας του καπετάνιου’ στην κοντινή πόλη Μόλυβος.

 

Με δωρεές που έχουν ζητηθεί από μια σελίδα στο Facebook, η κα McRostie έχει νοικιάσει έναν χώρο πίσω από την σειρά εστιατορίων με θέα το λιμάνι. Ένα βράδυ τις προάλλες , καθώς οι τουρίστες κουβέντιαζαν μπροστά από το εστιατόριο, τρώγοντας ψάρια στα κάρβουνα και πίνοντας ούζο, από την πίσω πλευρά στέκονταν στην ουρά 33 νέοι άνδρες από το Αφγανιστάν, με πληγιασμένα χείλια, περιμένοντας να πάρουν ένα σάντουιτς με γαλοπούλα και τυρί.

 

Στη συνέχεια, ξάπλωσαν για τη νύχτα σε πλαστικά καλύμματα. Μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες, μια άλλη ομάδα από 100 Σύρους είχε φτάσει, και ένας από αυτούς έπασχε από υποθερμία.

 

“Εγώ”, είπε η κα McRostie, “είχα να αντιμετωπίσω την περίπτωσή του, σαν να ξέρω τα όλα όσα θα χρειαζόταν να κάνω. Προσπαθούσαμε να του βγάλουμε τα βρεγμένα του ρούχα και νομίζω πως αυτό ήταν πραγματικά ντροπιασμένος. Σήμερα το πρωί δεν πρέπει να με κοίταγε καθόλου “.

 

Για πολλούς κατοίκους του νησιού, το κύμα των μεταναστών και των προσφύγων δεν θα μπορούσε να έρθει σε χειρότερη περίοδο του έτους. Η τουριστική σεζόν είναι σε πλήρη εξέλιξη, τα εστιατόρια και τα ξενοδοχεία εδώ εξαρτώνται από τους καλοκαιρινούς μήνες για να λειτουργήσουν. Ακόμη και εκείνοι, που ως εθελοντές βοηθούν τις νέες αφίξεις μεταναστών, θέλουν έντονα να επισημάνουν ότι οι τουρίστες θα βρουν το νησί αμετάβλητο. Αυτό είναι αλήθεια σε μεγάλο βαθμό. Αλλά στα βόρεια, οι παραλίες είναι γεμάτες με ξεφούσκωτες βάρκες και σωρούς από εγκαταλελειμμένα σωσίβια, γιλέκα και φουσκωτούς σωλήνες.

 

Περίπου το 60 τοις εκατό των αφίξεων είναι από τη Συρία. Το επόμενο μεγάλο κομμάτι αυτών, που αποτελούν περίπου το 20 τοις εκατό, είναι Αφγανοί. Αλλά υπάρχουν επίσης αφίξεις από τη Σομαλία, το Κονγκό, την Ερυθραία και το Πακιστάν, μεταξύ άλλων.

 

Λίγοι από αυτούς παραμένουν στο νησί για πολύ καιρό. Οι αρχές έχουν επιταχύνει την επεξεργασία των εγγράφων, έτσι ώστε οι περισσότεροι να πάρουν ένα πλοίο – με δικά τους έξοδα – προς την ηπειρωτική χώρα μέσα σε τρεις ή τέσσερις ημέρες. Από εκεί, οι περισσότεροι λένε ότι θα πάρουν το δρόμο για να φύγουν από την Ελλάδα, μέσω των Σκοπίων, Σερβίας και της Ουγγαρίας προς Αυστρία και παραπέρα. Πολλοί ελπίζουν να πάνε στη Γερμανία, τη Σουηδία, τη Δανία και τη Νορβηγία.

 

Οι αρχές έχουν δημιουργήσει δύο κατασκηνώσεις, αλλά δεν υπάρχει απολύτως καμία διαχείριση αυτών. Δεν υπάρχει κανείς για την επίλυση διαφορών ή να απαντήσει σε ερωτήσεις σχετικά με το συνεχώς μεταβαλλόμενο σύστημα επεξεργασίας των εγγράφων. Οι αστυνομικοί μπορούν να φθάσουν ανά πάσα στιγμή να μοιράσουν χαρτιά, αλλά δεν έχουν ούτε καν μια ντουντούκα, και οι άνθρωποι συχνά φοβούνται ότι δεν έχουν ακούσει τα ονόματά τους.

 

Η Ρος και τα παιδιά της έχουν τα χαρτιά τους, για παράδειγμα, όπως και δύο συνταξιδιώτες της. Αλλά το έκτο μέλος της ομάδας δεν έχει λάβει τα χαρτιά του και δεν έχουν ιδέα γιατί, ή δεν ξέρουν με ποιο μέσο θα μάθουνε. Έτσι, περιμένουν, καθούμενοι μέσα στον ασφυκτικό καύσωνα κάτω από ένα δέντρο, αστειευόμενοι πως είναι το κλιματιστικό τους.

 

«Ξέρεις», είπε η Ρος, «εγώ ποτέ στην ζωή μου δεν χρειάστηκε καν να ανησυχήσω για τα χρήματα.”

 

Στο κέντρο εγγραφής, ένας αστυνομικός, ο Κώστας Παπάζογλου, δήλωσε ότι το προσωπικό είχε υπερκεραστεί και ότι δεν υπήρχαν οι ενισχύσεις που θα έπρεπε.

 

Η αστυνομία, είπε, πλήρωνε για τα τρόφιμα, αλλά ένα συνολικό ποσό μικρότερο των 6 €, ή περίπου $ 6,60 ανά άτομο ανά ημέρα. Δεν υπήρχαν χρήματα για τον καθαρισμό των σκουπιδιών από την περιοχή ή προς τις τουαλέτες.

 

«Πριν από δέκα ημέρες, υπήρχαν 2.000 άνθρωποι εδώ», είπε. “Και οι Σύροι είχαν κλείσει το δρόμο σε ένδειξη διαμαρτυρίας, μια διαμάχη είχε ξεσπάσει επάνω στην κορυφή του καταυλισμού και υπήρξε ένας πυροβολισμός. Είχαμε 10 αξιωματικούς εδώ να προσπαθούν να ασχοληθούν με όλα αυτά”.

 

Η Αναστασία Χριστοδουλοπούλου, η υπουργός της Ελλάδας για την πολιτική της μετανάστευσης, είπε ότι ελπίζει να αρχίσει να λαμβάνει περισσότερα χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση σύντομα. Η χώρα, είπε, δεν έχει τους πόρους για να κάνει πολλά από μόνη της, με τόσους πολλούς Έλληνες να αγωνίζονται και οι ίδιοι να επιβιώσουν.

 

«Θέλω να πω, ότι υπάρχει μια ανθρωπιστική κρίση εδώ, με 1,5 εκατομμύρια ανέργους, με τρία εκατομμύρια φτωχούς, με άστεγους, και δεν είμαστε σε θέση να καλύψουμε τις βασικές τους ανάγκες », είπε. «Και σε αυτήν την κατάσταση, καλούμαστε να καλύψουμε και τις ανάγκες ανθρώπων που είναι ακόμη πιο αδύναμοι».

 

Αλλά μερικοί στη Λέσβο λένε ότι οι Έλληνες θα πρέπει να επικαλέσουν τα μέσα για να βοηθήσουν, παρά τα δεινά τους. Ο πατ. Στρατής Δήμου, ένας Έλληνας ορθόδοξος ιερέας, ο οποίος λειτουργούσε μια στάση ξεκούρασης στον δρόμο για τους εκατοντάδες μετανάστες που περπατούν 30 μίλια από το βόρειο τμήμα του νησιού στο νότιο, είπε ότι υπήρχαν ίσως 100 οικογένειες Ελλήνων στην πόλη του, η οποία κάποτε ευημερούσε από την κατασκευαστική εργασία, οι οποίοι όμως εξαρτώνται πλέον από τη φιλανθρωπία για να επιβιώσουν.

 

Ωστόσο, ο πατ. Δήμου είπε, πρέπει να καταβληθούν επιπλέον προσπάθειες για να βοηθήσουν τις νέες αφίξεις. «Αυτοί οι άνθρωποι απλώς προσπαθούν να φροντίσουν τον εαυτό τους», είπε. “Απλώς προσπαθούν να επιβιώσουν.”

 

Είπε ότι μια μέρα μια γυναίκα την είχαν αποχωρίσει από το σύζυγό της, έτσι την πήρε στο αυτοκίνητό του για να τον αναζητήσουν.

 

“Όταν τον βρήκαμε,” ο πατ. Δήμου είπε, ” ήρθε προς το αυτοκίνητό μου. Έσκυψε και με φίλησε, και εκείνη τη στιγμή κατάλαβα ότι δεν υπάρχουν σύνορα. “

 

 

  Μετάφραση  αποκλειστικά για το Νόστιμον Ήμαρ: Γκουσδουβάς Χρήστος, Επιμέλεια κειμένου:Συντακτική ομάδα Ν.

 

Κεντρική φωτογραφία παρόντος θέματος – Γιάννης Μπεχράκης για το Πρακτορείο Ρόιτερς, υπόλοιπες φωτογραφίες του Sergey Ponomarev για The New York Times

 

Πηγή