Στο Νόστιμον Ήμαρ διαβάζουμε και φέτος την αιρετική λίστα με τις καλύτερες ταινίες του 2015 σύμφωνα τον συντάκτη του New Yorker, Richard Brody.
Αποκλειστική μετάφραση για το Νόστιμον Ήμαρ: Afterwords
Η φετινή χρονιά υπήρξε μια από τις χειρότερες που μπορώ να θυμηθώ στο Χόλυγουντ, αλλά ήταν και τρομερή χρονιά κυρίως για τις ταινίες. Οι προσδοκώμενες οσκαρικές ταινίες κυμάνθηκαν από τις βαρετά ευχάριστες μέχρι εκείνες που ήταν πραγματικά ολέθριες.
Εν μέρει πρόκειται απλώς για θέμα προγραμματισμού: οι πιο εμπνευσμένοι σκηνοθέτες, εκείνοι των οποίων οι εικόνες διακρίνονται από ένα φυσικό μουσικό μεγαλείο και πολυπλοκότητα, δεν ήταν ενεργοί φέτος. Η λίστα μου αντικατοπτρίζει το ατυχές γεγονός ενός ημερολογιακού έτους χωρίς καμία παραγωγή από πολλούς από τους καλύτερους Αμερικανούς σκηνοθέτες που δουλεύουν εντός ή εκτός του Χόλυγουντ, όπως ο Martin Scorsese, η Sofia Coppola, ο Wes Anderson, η Miranda July, ο Terrence Malick, ο James Gray, ο David Fincher, ο Steven Soderbergh και ο Paul Thomas Anderson.
Υπάρχουν πολλές ανεξάρτητες ταινίες στη λίστα. Μου αρέσουν αλλά όχι περισσότερο από ταινίες άλλου είδους. Δεν υπάρχει καμία αισθητική αξία χτισμένη στην προέλευση ή στο μπάτζετ μιας ταινίας. Ωστόσο, επειδή το Χόλυγουντ αύξησε την εξάρτηση του από τις franchise ταινίες που εξετάζονται σχολαστικά, οι ανεξάρτητες σκηνοθεσίες με χαμηλό ή πολύ χαμηλό προϋπολογισμό έγιναν μια από τις δύο βασικές μηχανές καλλιτεχνικής ανέλιξης στον κόσμο των ταινιών την περασμένη δεκαετία.
Η άλλη ήταν οι ανεξάρτητα χρηματοδοτημένες παραγωγές των σκηνοθετών του Χόλυγουντ (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που αναφέρθηκαν παραπάνω). Εν τούτοις, υπάρχουν πράγματα που μπορούν να κάνουν οι ταινίες του Χόλυγουντ ενώ οι ανεξάρτητες συνήθως δεν μπορούν- ιδίως εξετάζοντας τη δύναμη στο δικό της επίπεδο ξεκινώντας από την κορυφή. Αυτό δε σημαίνει ότι από μόνο το Χόλυγουντ μπορεί ή πρέπει να κάνει πολιτικές ταινίες, αλλά το να δουλεύει κανείς στο Χόλυγουντ σημαίνει (για να δανειστούμε μια κλασική συνταγή) να κάνει ταινίες πολιτικά.
Γι’ αυτό η απουσία των περισσοτέρων από τους καλύτερους καλλιτέχνες του Χόλυγουντ από τον κατάλογο του έτους είναι έντονα αισθητή. Κάνει τη βιομηχανία να φαίνεται όχι μόνο αισθητικά αποχαυνωμένη, αλλά και άσχετη– γι’ αυτό το Chi–Raq του Spike Lee είναι μια ευπρόσδεκτη επιστροφή στην πρώτη γραμμή από ένα σκηνοθέτη που το πολιτικό του όραμα αποτελεί από μόνο του μια αισθητική καινοτομία (και έτσι ήταν στις κατάφωρα υποτιμημένες ταινίες του, όπως το RedHookSummer και το ριμέικ του Oldboy).
Με δυσαρέσκεια παρατηρώ ότι πολύ λίγες ταινίες από τη φετινή λίστα σκηνοθετήθηκαν από γυναίκες. Είναι μια υπενθύμιση ότι δεν υπάρχουν αρκετές σκηνοθέτιδες σε κάθε επίπεδο και τομέα της τέχνης. Παρόλα αυτά, πολλοί από τους καλύτερους εν ενεργεία σκηνοθέτες είναι γυναίκες, αν και οι περισσότερες είναι εκτός του συστήματος του Χόλυγουντ – συμπεριλαμβανομένων των AgnèsVarda, July, JosephineDecker, ElizaHittman, AmySeimetz, JuliaLoktev (και φυσικά, της LenaDunham, της οποίας περιμένω εναγωνίως την επιστροφή στις μεγάλου μήκους ταινίες) αλλά ούτε αυτές σκηνοθέτησαν κάτι φέτος.
Η ChantalAkerman, η οποία απεβίωσε τον Οκτώβριο, ήταν στη λίστα με τις σημαντικότερες σκηνοθέτιδες, και αν η τελευταία της ταινία, NoHomeMovie είχε βγει στους κινηματογράφους, θα ήταν από τις κορυφαίες. (Σχεδιάζεται να προβληθεί τον Απρίλιο.) Οι καλύτερες λίστες στελεχώνονται από τις καταπιεσμένες φωνές σκηνοθέτιδων, συμπεριλαμβανομένων των ElaineMay, JulieDash, και ClaudiaWeill. Η καλύτερη επανεύρεση και αποκατάσταση της χρονιάς ήταν το LosingGroundτηςKathleenCollins, μια ανεξάρτητα γυρισμένη ταινία που ολοκληρώθηκε το 1982. Η Collins πέθανε το 1988 σε ηλικία 46 ετών χωρίς να προλάβει να δει την πρώτη της ταινία στον κινηματογράφο.
Οι ταινίες υψηλού κύρους της σαιζόν, οι πιο δημοφιλείς για Όσκαρ που ήδη σαρώνουν βραβεία στις ομάδες των κριτικών, ανήκουν σε μια από τις δύο κατηγορίες. Μερικές απεικονίζουν το πλήγμα της εξασθενημένης δύναμης της σκηνοθετικής θέλησης σε ασκήσεις επίδειξης που δηλώνουν φαινομενικά, με την πομπώδη ματαιοδοξία κάθε εικόνας, ότι οι σκηνοθέτες τους είναι σημαντικοί, ότι είναι καλλιτέχνες. Οι άλλες απεικονίζουν την προσχεδιασμένη δράση με μια ειλικρινή και άμεση μετριοπάθεια που αποκαλύπτει την έλλειψη διορατικότητας και έμπνευσης – αυτό βγάζει στην οθόνη όχι τους περιορισμούς και τα όρια της ιστορίας αλλά τα όρια των ιδεών τους. Και στις δύο περιπτώσεις, αυτό που κάποτε ήταν ασήμαντο στις καλλιτεχνικές αποτυχίες φαίνεται σαν κρίση της κινηματογραφικής δομής – επειδή οι περίφημες δημιουργίες τηλεοπτικών σειρών έχουν ξεπεράσει και τα δύο είδη ταινιών.
Δεν αρκεί πλέον να αφηγείσαι μια ιστορία, αφού η τηλεόραση το κάνει ήδη – όχι καλύτερα, αλλά περισσότερο και πιο εύκολα. Η δύναμη του κινηματογράφου παραμένει αμείωτη, αλλά λίγοι από τους σκηνοθέτες των φετινών αξιοσημείωτων κυκλοφοριών τη χρησιμοποιούν. Είναι στερεότυπο ότι οι ταινίες είναι ένα οπτικό μέσο και ότι, όταν οι ταινίες άρχισαν να μιλούν, η πολυτέλεια αυτού του μέσου ήταν η αδρανής κινηματογράφηση των ηθοποιών να απαγγέλουν το σενάριο. Αυτό το στερεότυπο είναι λανθασμένο. Το μεγαλείο των εικόνων δε βρίσκεται στη συνοχή της αφηγηματικής τους λογικής ή στην απόχρωση των δραματικών επιπτώσεων, αλλά στην υπερβολή τους – όχι σε αυτό που σημαίνουν, αλλά σε αυτό που είναι.
Καμία εκούσια ελεγχόμενη σκηνοθεσία και σχεδιασμός και σύνθεση δεν μπορεί να προικίσει την εικόνα με τη σπίθα του απόλυτου. Η δημιουργία μιας ταινίας δεν είναι οπτική ή λογική, αλλά μεταφυσική – πέρα από τις προθέσεις του σκηνοθέτη – ξεχωριστή από την ίδια την ύπαρξή του. Οι πιο εμπνευσμένοι σκηνοθέτες φτιάχνουν εικόνες με μια έμφυτη πολυπλοκότητα και ανεξάρτητη ύπαρξη, έχουν ενστικτώδες γούστο. Όσο για εκείνους που δεν έχουν – οι ταινίες τους συνηθίζουν να είναι απλώς επαρκείς και μέτριες, τώρα φαίνονται αποπνικτικές, αντιδραστικές και καταστροφικές. Το χάσμα μεταξύ του γούστου και της έλλειψης γούστου – μεταξύ της ομορφιάς και του απλού νοήματος – έχει εξελιχθεί σε κρίση της κινηματογραφικής ταυτότητας και στην ίδια την ύπαρξη του κινηματογράφου ως μορφή τέχνης.
O ευσυνείδητος μοντερνισμός του κινηματογράφου προέκυψε όταν οι δημιουργοί του έβαλαν έναν εικονικό καθρέφτη στους φακούς του και αποκάλυψαν τη διαδικασία της κινηματογραφίας στις ίδιες τις ταινίες. Απεικόνισαν τον κόσμο γύρω από την ταινία, μέσα στην ταινία, τον σκηνοθέτη στην οθόνη. Όμως, η τηλεόραση ξεπέρασε σε αυτό το σημείο τον κινηματογράφο αντικαθιστώντας τον καθρέφτη με ένα ηχητικό θάλαμο. Με τη βοήθεια των κοινωνικών μέσων η τηλεόραση έχει πάει πέρα από τον αυθορμητισμό για να γίνει συμμετοχική. Έγινε η δική της ιστορία. «Διαφάνεια» δεν είναι ο ηλικιωμένος πατέρας που εκδηλώνεται ως τρανσέξουαλ γυναίκα, αλλά η δημιουργία μιας εκπομπής με αυτό το θέμα. Το «MadMen» είναι η δημιουργία μιας εκπομπής για τους ανθρώπους της διαφήμισης τη δεκαετία του ‘60. Σε αντίθεση με τις ταινίες, όπου ο αυθορμητισμός είναι θέμα αισθητικής, η τηλεόραση το έκανε ζήτημα ηθικής, πολιτικής και κοινωνιολογίας.
Καθώς υπέμεινα το φετιχιστικό αισθητικισμότου «MadMax: Ο δρόμος της οργής», ήθελα να σταματήσει ο GeorgeMiller τη δράση και να δείξει το κόλπο με τη Charlize Theron που προικίζεται με το προσθετικό χέρι της αυτοκράτειρας Φουριόσα. Με τα απέραντακαι αραιοκατοικημένα τοπία του The Revenant, ήθελα τον γεμάτο χάρη φωτογράφοτου Alejandro González Iñárritu, Emmanuel Lubezki,να περιστρέψει την κάμερα τριγύρω για να δείξει τo καστ και το καραβάνι υψηλής τεχνολογίας πίσω τους. Ακόμα και αν ο Miller και ο Iñárritu εγκατέλειπαν την ψεύτικη τόλμη του πομπώδους στυλ τους για τέτοιου είδους ριζοσπαστικές ταινίες, οι οποίες ήταν ριζοσπαστικές το 1960 και συνεχίζουν να είναι μέχρι και σήμερα, πιθανώς δεθα άλλαζε κάτι: θα το έκαναν με την ίδια θέλησηπου θα έβαζαν και στο ερμητικό μεγαλείο του πραγματικούέργου τους. Δεν θα χρειαζόταν να απελευθερωθούν από το σενάριό τους ή από τους σκοπούς τους, αλλά από το γούστο τους – από τον ίδιο τους τον εαυτό.
Οι καλύτερες ταινίες της χρονιάς είναι έργα ελευθερίας που έχουν κατακτηθεί με επίπονες προσπάθειες, αντανακλώντας το μόχθο που χρειάστηκε για να ξεπεραστούν εξωτερικά ή εσωτερικά εμπόδια, φρικιαστικές και βίαιες καταδιώξεις ή το καταπιεστικό ψυχολογικό βάρος των προσωπικών συνηθειών ή των κληρονομημένων τεχνοτροπιών.
Στο Chi-Raq, ο Spike Lee επέστρεψε από την εικονική εξορία της κινηματογραφικής βιομηχανίας. Εδώ και χρόνια,φτιάχνει υπέροχες ταινίες, οι οποίες παρά τη δεξιοτεχνία τους, έχουν περάσει απαρατήρητες. (Η άλλη του ταινία που κυκλοφόρησε το 2015, η DaSweetBloodofJesus είναι επίσης στη λίστα μου). Πέρσι πήρα συνέντευξη από τον Lee σχετικά με την έλλειψη ανεξάρτητης χρηματοδότησης στις ταινίες του – κάτι πουμε ξάφνιασε, σχεδόν με σόκαρε. Είναι θετικό το γεγονός ότι η AmazonStudios έχει επενδύσει στο όραμά του και έχει επαναφέρει το έργο του στο σπουδαίο επίπεδο που του αξίζει. Αυτό που είναι πιο αξιοσημείωτο είναι ότι η ταινία που θα μπορούσε να είναι η επιστροφή του, το Chi–Raq, δεν έχει τίποτα το αναδρομικό, νοσταλγικό ή αυτάρεσκο – παρουσιάζει μια ασυγκράτητη ελευθερία επινοητικότητας.
Εδώ, παίρνοντας ένα τεράστιο προσωπικό, καλλιτεχνικό και πολιτικό ρίσκο, ο Lee δημιουργεί ένα σύγχρονο αριστούργημα –ίσως την καλύτερή του ταινία μέχρι σήμερα. Στο Li’lQuinquin, που φτιάχτηκε για τη γαλλική τηλεόραση για να μεταδοθεί ως σειρά μικρής διάρκειας, ο Bruno Dumont, λίγο μετά τα πενήντα πια, απώθησε τη σχεδόν θρησκευτική αυτοσυγκράτηση που είχε στα προηγούμενα έργα του και έφτιαξε μια ταινία, η οποία είναι τόσο εξωφρενικά κωμική και ειλικρινά τρυφερή όσο και ανεξέλεγκτα σουρεαλιστική και ερευνητικά τεκμηριωμένη. Δεν θα έλεγα ότι έχει βελτιωθεί αλλά έχει απελευθερωθεί – από τον ίδιο τον εαυτό του.
Δεν έχω την πρόθεση να υποτιμήσω τους κινδύνους φυλάκισης ή θανάτου που αντιμετωπίζουν πολλοί από τους σκηνοθέτες της λίστας συγκρίνοντας την τόλμη τους με αυτή των σκηνοθετών που δουλεύουν εδώ (ΗΠΑ) ή στην Ευρώπη σε πιο καλές συνθήκες.Η διαφορά σε θάρρος και ρίσκο είναι τεράστια. Όμωςοι τεράστιες δυσκολίες που αντιμετώπισανο AbderrahmaneSissako και ο JafarPanahiγια να κάνουν τις ταινίεςTimbuktu και Taxiδεν αποτελούν απόδειξη ή εγγύηση της δεξιοτεχνίας τους, ούτε το λόγο τηςσπουδαιότητάς τους. Τα συναισθηματικά άκρα και η συγκλονιστική οικειότητα που οι AlexRossPerry και JoshandBennySafdie έχουν διοχετεύσει στα QueenofEarth (Βασίλισσα της γης) και HeavenKnowsWhatαντίστοιχα, τις καθιστούν επίσης ταινίες που αντιστέκονται και αντιτίθενται σε αυτούς τους καθιερωμένους κινηματογραφικούς τρόπους των νέων σκηνοθετών. Ξεφεύγουν από τα συνηθισμέναγια να φτιάξουν ταινίες καλλιτεχνικής και προσωπικής επανεύρεσης.
Κάποιες άλλες ταινίες ανάμεσα στις καλύτερες της χρονιάς μόνο φαινομενικά παρουσιάζουν ένα κλασσικό στυλ απρόσωπης αφήγησης. Με ταινίες όπως τα DiggingforFire, Results, StinkingHeaven και WildCanaries η μορφή είναι μόνο εκ πρώτης όψεως κλασσική. Το ίδιο το αντικείμενό τους είναι οι ιστορίες καθ’αυτές– από πού προέρχονται οι ιστορίες, πώς έχουν χρησιμοποιηθεί, σε τι ωφελούν. Η φαινομενικά ξεκάθαρη, νατουραλιστική αισθητική αυτών των παιχνιδιάρικων ταινιών είναι μια στενή πίστα χορού που καλύπτει μια ψυχολογική άβυσσο.
Τον τελευταίο μισό αιώνα ή και παραπάνω, το να φτιάχνει κανείς ταινίες έχει απολέσει το παλιό του μυστήριο και έχει επενδυθεί με ένα άλλο μυστήριο, αυτό του σκηνοθέτη του στούντιο ως καλλιτέχνη. Ο αυθόρμητος τρόπος έχει αποκαλύψει τις μεθόδους της δημιουργίας μιας ταινίας, παρόλο που παρουσιάζει τους ίδιους τους δημιουργούς ως ασύλληπτους Δημιουργούς (με την πλατωνική χρήση του όρου), ως μάγους που δείχνουν πώς γίνονται τα κόλπα τους, ακόμα και αν το κάνουν συγχέοντας ή εξαπατώντας τους θεατές τους. Πλέον ο καθένας γνωρίζει τα πάντα και η ματιά που έχουμε ρίξει στην «κουζίνα» του κινηματογράφου μας μεταδίδει αμέσως καχυποψία και νοσταλγία – καχυποψία για τους μυσταγωγούς με την μυστική συνταγή, νοσταλγία για τις ανέσεις του σπιτιού και τη διαφάνεια του αφηγητή δίπλα στο τζάκι. Η τηλεόραση αναπληρώνει αυτή την οικιακή ή – διαδικτυακή – μοναξιά με ήρωες που μας επισκέπτονται κάθε βδομάδα (ή που, αν το ρίξουμε έξω, μένουν και για το σαββατοκύριακο).
Οι ταινίες γεννήθηκαν για να τρέφουν και να εμπλουτίζουν τη μοναξιά δημοσίως. Ο AlfredHitchcock είπε στον FrançoisTruffaut (σε μια στιγμή που είναι η κλιμάκωση του υπέροχου ντοκιμαντέρ του KentJones, του Hitchcock/Truffaut) για την προσπάθειά του «να χρησιμοποιεί την κινηματογραφική τέχνη για ναεπιτυγχάνει ένα, κατά κάποιο τρόπο, μαζικό συναίσθημα». (Πρόσθεσε ακόμη, με μια δόση χιούμορ, «Είναι το είδος της εικόνας, στο οποίο η κάμερα παίρνει τα ηνία. Φυσικά, από τότε που οι κριτικοί ενδιαφέρονται περισσότερο για το σενάριο, αυτό δεν θα σου δώσει τις καλύτερες κριτικές…»).
Η τέχνη ακόμα υπάρχει. Το μεγάλο κοινό δύσκολα και πολύ σπάνια υπάρχει πλέον, ούτε με μικρά και συχνά διάσπαρτα γεμάταarthouse, ούτε με βίντεο συνεχούς ροής σε φορητές συσκευές. (Το WelcometoNewYork (Καλώς ήρθες στη Νέα Υόρκη) τουAbelFerrara κυκλοφόρησε φέτος μόνο σε κατά παραγγελία βίντεο. Εάν ελάμβανε την κινηματογραφική προβολή που του άξιζε, τότε θα ήταν ψηλά στη λίστα). Οι σκηνοθέτες είναι όλο και περισσότερο μοναδικοί κληρονόμοιενός συλλογικού πάθους, που συνδιαλέγεται προσωπικά με τον καθένα αλλά ποτέ με όλους. Τα Όσκαρ είναι η τελετή που τιμά και διατηρεί τη νοσταλγία και την ψευδαίσθηση καιτότεμ της είναι οι περισσότερες φαινομενικά υψηλού κύρους ταινίες της σεζόν. Όμως οι καλλιτέχνες, οι φορείς του μυστηρίου, αφήνουν πίσω τη νοσταλγία και προχωρούν με τους θεατές, έναν-έναν, για να ανανεώσουν τον κινηματογράφο ως τέχνη του μέλλοντος.
Η Λίστα
Κανείς δεν μπορεί να δει τα πάντα και ελπίζω να ανανεώσω την λίστα μου όταν μάθω για καλά πράγματα που ίσως να παρέλειψα. Φέτος, δεν αποφάσισα από πριν τον αριθμό των ονομάτων για κάθε συγκεκριμένη κατηγορία αλλά ακολούθησα τις επιθυμίες μου για να συμπληρώσω μέχρι δέκα κενά. Μια ανατροπή: αυτή είναι η χρονιά των ερμηνειών σε ζευγάρια, τα οποία είναι και ίσα και αχώριστα, τόσο σε πρωταγωνιστικούς όσο και δευτερεύοντες ρόλους, και η λίστα αντανακλά αυτή την αίσθηση.
Καλύτερες Ταινίες
- Chi-Raq
- Li’lQuinquin
- Queenof Earth(Βασίλισσατηςγης)
- Heaven Knows What
- Taxi
- Timbuktu (Τιμπουκτού)
- InJackson Heights
- Mistress America
- StinkingHeaven
- ArabianNights
- Carol
- Trainwreck(Κατακούτελα)
- Diggingfor Fire
- WildCanaries
- Results
- Creed
- The Princessof France
- Field Niggas
- Iris
- IrrationalMan(Παράλογος άνθρωπος)
- Da SweetBlood of Jesus
- Uncertain Terms
- Young BodiesHeal Quickly
- BytheSea (Δίπλα στη θάλασσα)
- While We’re Young(Όσο είμαστε νέοι)
- Entertainment
- Approaching the Elephant
- In the Nameof My Daughter(Ο άνδρας που αγαπήθηκε πολύ)
- Buzzard
- Fifty Shades of Grey(Οι 50 αποχρώσεις του γκρι)
Καλύτερος Σκηνοθέτης
SpikeLee (Chi-Raq)
Alex Ross Perry (Queen of Earth)
Josh and Benny Safdie (Heaven Knows What)
JafarPanahi (Taxi)
Bruno Dumont (Li’lQuinquin)
Α’ ΓυναικείουΡόλου
Teyonah Parris (Chi-Raq)
Arielle Holmes (Heaven Knows What)
Elisabeth Moss and Katherine Waterston (Queen of Earth)
Greta Gerwig and Lola Kirke (Mistress America)
Amy Schumer (Trainwreck)
Cate Blanchett and Rooney Mara (Carol)
Catherine Deneuve (In the Name of My Daughter)
CobieSmulders (Results)
Rosemarie DeWitt (Digging for Fire)
Dakota Johnson (Fifty Shades of Grey)
Α’ ΑνδρικούΡόλου
Michael B. Jordan (Creed)
Nick Cannon (Chi-Raq)
JafarPanahi (Taxi)
Channing Tatum (Magic Mike XXL)
Jake Johnson (Digging for Fire)
Β’ ΑνδρικούΡόλου
Caleb Landry Jones (Heaven Knows What)
John Cusack (Chi-Raq)
Kevin Corrigan (Results και Wild Canaries)
Sylvester Stallone (Creed)
Bernard Pruvostκαι Philippe Jore (L’ilQuinquin)
Bill Hader (Trainwreck)
Henri Douvry (Stinking Heaven)
Charles Grodinκαι Adam Driver (While We’re Young)
Bradley Cooper (Joy)
Michael Shannon (The Night Before)
Β’ ΓυναικείουΡόλου
Mia Wasikowska (Maps to the Stars)
Tessa Thompson (Creed)
Parker Posey (Irrational Man)
TildaSwinton (Trainwreck)
ΚαλύτεροΣενάριο
Kevin Willmottκαι Spike Lee (Chi-Raq)
Noah Baumbachκαι Greta Gerwig (Mistress America)
Amy Schumer (Trainwreck)
Ronald Bronstein and Josh Safdie (Heaven Knows What)
Ryan Coogler and Aaron Covington (Creed)
Noah Baumbach (While We’re Young)
Bruno Dumont (Li’lQuinquin)
Lawrence Michael Levine (Wild Canaries)
Φωτογραφίας
Ed Lachman (Carol)
Sean Price Williams (Heaven Knows What)
Sean Price Williams (Queen of Earth)
Matthew Libatique (Chi-Raq)
Maryse Alberti (Creed)
Khalik Allah (Field Niggas)
John Davey (In Jackson Heights)