του Γιάννη Γεράσιμου
«Μόνο αυτοί που τρέφουν όνειρα απολαμβάνουν την πραγματικότητα!»
«Πιστεύω εις έναν ποιητή εκτός ουρανού φυγάς θεόθεν και αλήτης, Εμπεδοκλής και επί γης εξόριστος πάνω στη γη. Υπόφέροντας άχραντα/ ουσιαστικόν/ ο ποιητής ανατείνεται βραδυφλεγής αυτόχειρας εξυπακούοντας πολύωρους ύπνους. Κι αν είναι βαθιά πεπρωμένος ο Ποιητής εκφράζει το ανεξήγητο του εξηγητού∙ τυγχάνει νόμιμος διάδοχος του επιστήμονα και προκάτοχός του.»
Με αυτούς τους στίχους ξεκινούσε κάποτε ο Νίκος Καρούζος το ποίημα του credo σμιλεύοντας με στίχους την υπαρξιακή μοναξιά του καλλιτέχνη που αποζητά τη λύτρωση από τους θρυμματισμένους κόσμους των συλλογικών ονείρων μέσα από την απελευθερωτική δύναμη της γλώσσας και της ποιητικής δημιουργίας.
Γεννημένος στις 17 Ιουλίου του 1926 στο Ναύπλιο ήδη από την εφηβική και νεανική του ηλικία εντάχθηκε ενεργά στην αριστερά συμμετέχοντας στους συλλογικούς αγώνες για μια δικαιότερη κοινωνία. Για τη δράση του μάλιστα αυτά θα εξοριστεί αρχικά στην Ικαρία το 1947 και στη συνέχεια στη Μακρόνησο το το 1951. Ο Νίκος Καρούζος θα σπουδάσει νομικά και πολιτικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο Αθηνών χωρίς ωστόσο να ολοκληρώσει τελικά τις σπουδές του και θα αναπτύξει μια έντονη αγάπη για την ποιήση αποφασίζοντας να αφιερωθεί πλήρως σε αυτήν. Αρχίζει να συνεργάζεται με διάφορα λογοτεχνικά περιοδικά, ενώ παράλληλα δημοσιεύει τις πρώτες του ποιητικές συλλογές με κυριότερη την «Επιστροφή του Χριστού» το 1954.
Ωστόσο, τα κυριότερα ίσως ποιήματα του για τα οποία έγινε ευρύτερα γνωστός στο λογοτεχνικό κοινό θα γραφτούν τη δεκαετία του 1960 και σε αυτά συμπεριλαμβάνονται: «Η έλαφος των άστρων», «Τα πενθήματα» και ο «υπνόσακος». Ο Νίκος Καρούζος θα αναπτύξει ένα πλούσιο ποιητικό έργο και θα βραβευτεί με το Β Κρατικό Βραβείο ποίησης το 1961 και με το Α Βραβείο ποίησης της ομάδας των Δώδεκα το 1962, ενώ το 1988 θα βραβευτεί και με το Κρατικό Λογοτεχνικό Βραβείο ποίησης. Παράλληλα με το ποιητικό του έργο ο Νίκος Καρούζος θα κάνει ραδιοφωνικές εκπομπές για τη λογοτεχνία στο Γ Πρόγραμμα της ΕΡΑ και θα αναπτύξει μια σημαντική κοινωνική δράση, η οποία μάλιστα θα οδηγήσει στη σύλληψη του το 1967 για τις δηλώσεις του σε βάρος του δικτάτορα Παττακού. Ο Νίκος Καρούζος θα πεθάνει το 1990 στην Αθήνα.
Στην καρδιά του ποιητικού και λογοτεχνικού έργου του Νίκου Καρούζου θα βρεθεί ήδη εξαρχής η βιωματική σχέση του συγγραφέα με την ποίηση αλλά και με την ίδια την Ιστορία. Η ποίηση για τον Νίκο Καρούζο δεν είναι μόνο ένα ύστατο καταφύγιο απέναντι στον αδυσώπητο χαρακτήρα των καιρών, αλλά και ένας βαθύτερος υπαρξιακός τρόπος βίωσης του κόσμου μέσω της δύναμης της τέχνης και της γλώσσας. Ο Νίκος Καρούζος δεν έγραφε απλά ποίηση, ζούσε μέσα στην ποίηση.
Η ποίηση άγγιζε και αγκάλιαζε ολόκληρο τον κόσμο. «Ο ποιητής είναι απ΄το πρωί ως το βράδυ μέσα στο πρόβλημα της ποίησης και εγώ είμαι έτσι απ’ το πρωί έως το βράδυ είμαι μέσα αυτό το πράγμα!» «Πολλοί πιστεύουν ότι ο ποιητής κλυδωνίζεται συνεχώς από μεταβλητότητες. Το λάθος είναι τεράστιο! Κατά κανόνα ο ποιητής ως άνθρωπος είναι ο τυπικότερος εκπρόσωπος μιας βιωτικής ρουτίνας. Εντούτοις αυτή η ρουτίνα περιέχει τα λογής λογής θαύματα της υπάρξεως. Όπως έλεγε ο Novalis δεν είναι τίποτα πιο ασυνήθιστο από το ίδιο το συνηθισμένο. Η ποίηση τρέχει στους δρόμους και ο ποιητής πιάνει κάποια ελάχιστα της φαντασμαγορικής αυτής διαδικασίας. Η βίωση προέχει!».
Η ποίηση όμως του Νίκου Καρούζου πηγάζει μέσα από τη συμμετοχή του ποιητή στο κοινωνικό και ιστορικό γίγνεσθαι της εποχής του. Η ποίηση ενυπάρχει μέσα στην Ιστορία. Και γι αυτό η απόγνωση της ανθρώπινης ύπαρξης δε χωρίζεται από την οδύνη της Ιστορίας. Η βαθιά βιωματική και υπαρξιακή αναζήτηση των ορίων της ποιητικής γλώσσας και η προσπάθεια υπέρβασης των ιστορικών και κοινωνικών αδιεξόδων μέσα από την υπαρξιακή ποιητική αναζήτηση μιας νέας αισθητικής τοποθετούν στο επίκεντρο την ποιητική γλώσσα ως οραματικό εργαλείο επαναπρόσληψης της ίδιας της κοινωνικής πραγματικότητας και της σχέσης του ανθρώπου με την ιστορία. Ο άνθρωπος οφείλει να γίνει ο καταλυτικός παράγοντας της δικιάς του ιστορίας.
Γιατί όπως θα πει κάποτε ο Νίκος Καρούζος: «Η ιστορία δε θα μας περιμένει στη στάση του τρόλει»