Της Gesine Schwan, 10 Φεβρουαρίου του 2015
Από τον ιστότοπο Social Europe, μετάφραση Νικήτας Φεσσάς
Στο έργο του ‘Κριτική της Κριτικής Δύναμης’, ο Immanuel Kant αναφέρει τρία αξιώματα για την ρεπουμπλικανική σκέψη που πρέπει να ακολουθούνται συλλογικά: α) να σκέφτεται κανεις για τον εαυτό του, β) να σκέφτεται με τον τρόπο του άλλου και γ) να είναι πάντα κανείς σε αρμονία με τις δικές του σκέψεις.
Το δεύτερο αξίωμα αφορά «έναν εκτεταμένο τρόπο σκέψης» ή αλλιώς τη δικαιοσύνη. Αυτή τη στιγμή, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών παραβιάζει κατάφωρα αυτή την αρχή. Αρκετές φορές τις τελευταίες ημέρες έχει αδέξια ισχυριστεί, ότι οι Έλληνες είναι οι μόνοι υπεύθυνοι όχι μόνο για την τρέχουσα δυστυχία τους, αλλά ευθύνονται και για την κρίση στην Ευρώπη. Τι θα γινόταν όμως αν ο ίδιος ακολουθούσε το δίδαγμα του Καντ όσον αφορά στη δικαιοσύνη και επιχειρούσε να σκεφτεί με τον τρόπο που σκέφτονται τα ελληνικά μυαλά;
Ίσως να έπεφτε πάνω σε μια εντελώς διαφορετική αφήγηση περί ενόχων. Η αφήγηση αυτή θα μπορούσε να έχει ως εξής: Όταν, την άνοιξη του 2010, ο τότε Έλληνας πρωθυπουργός Παπανδρέου ενημέρωνε το ΔΝΤ σχετικά με την επικείμενη πτώχευση της Ελλάδας και ζητούσε πιστώσεις, οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ απέρριπταν το αίτημα με την αιτιολογία ότι δεν είχε νόημα η παροχή πιστώσεων σε μια αφερέγγυα χώρα. Αντ’ αυτού, το ΔΝΤ τού πρότεινε να επιλέξει αυτό που γίνεται συνήθως και να ζητήσει κούρεμα του χρέους. Αυτό θα είχε αντίκτυπο πρωτίστως στις γαλλικές και στις γερμανικές τράπεζες.
Ούτε το αφεντικό του ΔΝΤ, Στρος-Καν (o οποίος εκείνη την εποχή προσπαθούσε να εκλεγεί Πρόεδρος της Γαλλίας), ούτε η Καγκελάριος Μέρκελ, ούτε ο υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε, θα το είχαν ανεχθεί τότε, υποστηρίζοντας ότι έπρεπε να σώσουν το γερμανικό, γαλλικό και ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα. Αυτό που ήθελαν να αποφύγουν, φυσικά, θα συνέχιζε η αφήγηση, ήταν τυχόν ζημιές για τις αντίστοιχες τράπεζες.
Και κάπως έτσι αποκλειόταν μια επιστροφή της Ελλάδας σε μια υγιή οικονομική βάση.
Γιατί οι γερμανικές τράπεζες έδιναν εκείνη την περίοδο στην Ελλάδα τέτοιες μεγάλες πιστώσεις παρόλο που η χώρα ήδη δεν ήταν ακριβώς παράδεισος της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, αλλά αντιθέτως είχε σωρεύσει τεράστια χρέη; Οι πιστώσεις αυτές, μεταξύ άλλων, βοήθησαν τη χρηματοδότηση των ελληνικών εισαγωγών από τη Γερμανία – πράγμα καλό για τις γερμανικές εξαγωγές, αλλά, όπως γνωρίζουμε τώρα, χρησιμοποιήθηκαν και για τη χρηματοδότηση συμβάσεων με τη Siemens, τη Rheinmetall, την Kraus-Maffei Wegmann και τους ομοίους τους, ενώ οι διαγωνισμοί για τις συμβάσεις φέρεται πως ήσαν αδιαφανείς, καθώς υπήρχε διαφθορά. Οι Γερμανικές επιχειρήσεις φέρεται ότι δωροδόκησαν Έλληνες πολιτικούς στο υπουργείο Άμυνας , ενώ κέρδισαν, ταυτόχρονα, όσο και οι γερμανικές τράπεζες από τις πιστώσεις που παρείχαν στους Έλληνες.
Εν έτει 2010, η γερμανική ομοσπονδιακή κυβέρνηση προειδοποιούσε τους Έλληνες ότι έπρεπε να τιμήσουν τις συμβάσεις που είχαν υπογράψει και να αγοράσουν (περιττά) υποβρύχια. Ακόμα και τότε, η φράση «οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται» (pacta sunt servanda) ηχούσε άσχημα- η φράση χρησιμοποιείται σωστά μόνο αν κάποιος έχει υπογράψει δίκαιες συμβάσεις.
Όταν οι οφειλές δεν μπορούν να αποπληρωθούν, ευθύνονται πάντα και οι δύο πλευρές: δανειζόμενοι και πιστωτές. Ήσαν λοιπόν άραγε οι Έλληνες οι μόνοι υπεύθυνοι;
Προφανώς, η νεοεκλεγείσα ελληνική κυβέρνηση δεν φέρει καμία ευθύνη για τη συμφωνία που υπογράφηκε τότε. Όταν ο υπουργός Οικονομικών Βαρουφάκης δηλώνει ξεκάθαρα ότι η Ελλάδα δεν πρέπει να χρεωθεί κι άλλο, διότι δεν θα μπορέσει ποτέ να εξοφλήσει τα χρέη – και δεν είναι σε καμία περίπτωση μόνος στην υιοθέτηση αυτής την ανάλυσης, εξαιρουμένης της Γερμανίας –μιλάει υπεύθυνα, και αυτά που λέει βγάζουν νόημα. Πάνω απ ‘όλα, η κυβέρνησή του δεσμεύεται για εξάλειψη της διαφθοράς, για δίκαιο και αποτελεσματικό φορολογικό σύστημα, καθώς και για ένα κτηματολόγιο που θα καταστήσει ευκολότερες τις επενδύσεις. Αλλά αυτά δεν μπορεί να συμβούν εν μία νυκτί.
Αν υποθέσουμε ότι η αυτή η ελληνική αφήγηση είναι αληθινή: πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να υποκύψει υιοθετώντας τη γερμανική άποψη ενάντια στις πεποιθήσεις της; Πρέπει να αθετήσει όλες τις προεκλογικές υποσχέσεις της; Πρέπει να επιβάλλει στον εαυτό της στόχους που θεωρεί αδύνατον να επιτευχθούν, και να αφανίσει την ελληνική κοινωνία, προκαλώντας παράλληλα μια διάσπαση στην Ευρώπη μεταξύ του Βορρά και του Νότου; Θέλουμε πραγματικά ως Γερμανοί να αναλάβουμε αυτή την ευθύνη και να καταστρέψουμε την ευρωπαϊκή μεταπολεμική σταθερότητα που χρειαζόμαστε επειγόντως – αν μη τι άλλο για να διαπραγματευθούμε και με τη Ρωσία; Μόνο και μόνο για να προωθήσουμε την δική μας εγχώρια αφήγηση προς εσωτερική κατανάλωση στη Γερμανία και να φανεί ότι τάχα έχουμε πάντα δίκιο;
Ο Σολομώντας είχε πεί ότι “το αίτημα για δικαιοσύνη μπορεί να κάνει έναν λαό να (εξ)εγερθεί”– συμπεριλαμβανομένου και του γερμανικού λαού.