Για να είμαι ειλικρινής, ούτε που θυμάμαι ποιο ρατσιστικό σχόλιο είχα κάνει – ελαφρά τη καρδία, ως είθισται – αλλά, η διαδικτυακή μου φίλη αποδείχθηκε καταφανώς ωριμότερη εμού, αφού έδειξε, προς τιμήν της, απρόθυμη να κολακέψει τις μακιγιαρισμένες μου παρωπίδες. Το μήνυμα που ακολούθησε, το παραδέχομαι, με έκανε να ντραπώ για την ελαφρότητα μου:
«Ξέρεις, φίλε, μην το παραβλέπεις καθόλου! Οι αναρτήσεις σου διαβάζονται από πολλούς, αλλά, με τίποτε, δε θα ήθελα κάποιο παιδί να έπεφτε πάνω στους χαρακτηρισμούς σου, ιδίως σ’ όσους λανθάνουν πίσω από ειρωνικούς υπαινιγμούς, γιατί τότε αγνοώ πώς θα τους φίλτραρε, τι θα κρατούσε και πόσο θα επηρεαζόταν…» Δεν μίλησε, βλέπεις, για τους ενήλικους. Αυτοί μπορούν να εκτοξεύσουν τη μεγαλύτερη ρουκέτα, ανώδυνα και χωρίς δεύτερη σκέψη. Η έγνοια της αφορούσε την ευθύνη μας έναντι των εκκολαπτόμενων πρωταγωνιστών της ζωής, γιατί, στην ουσία, μόνον αυτοί συνιστούν τα καθαρά κάτοπτρα, για να επαληθεύουμε την αλήθεια και τη δικαιοσύνη του ψωμιού που καθημερινά ζυμώνουνε. Αν, τώρα, τυχαίνει – όπως συμβαίνει με την αφεντιά μου – να είμαι, επιπλέον, και καθηγητής, αλλά και άτομο με μόνιμη αναπηρία (που έχει, ήδη, βιώσει τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις!), τότε, δε θέλει και τόλμη, για να καταλάβεις πως οφείλω να φιλτράρω διπλά και τρίδιπλα τις επιτηδευμένες μου σοφίες, προτού τις ξεφουρνίσω.
Οι κρίσεις, τα στερεότυπα, τα σχόλια, οι προκαταλήψεις, οι φαρμακεροί υπαινιγμοί – συνοπτικά το αρχέγονο κουβάρι του ρατσισμού. Γιατί ουδείς, μα ουδείς – όσο ώριμος, μορφωμένος, ανθρώπινος ή αυτό-προσδιορισμένος κι αν είναι – δεν έχει, δυστυχώς, αποτινάξει πλήρως τους πειρασμούς να στιγματίζει τον απέναντι, ιδίως όταν ο «άλλος» αναταράζει με τη βαρκούλα του, τα λιμνάζοντα νερά της καθημερινότητας και του γραφικού μας μικρόκοσμου. Κανείς, για να παραφράσω τη ρήση του φιλόσοφου. Λες και η ανθρώπινη φύση πλάστηκε, θαρρείς, καταδικασμένη να κουβαλά στο DNA της, την ακαταμάχητη κατάρα της υπεροψίας. Για να θυμίζει, με τη φωνή του Πανταχού παρόντος Κριτή, πως ετούτη η κληρονομιά προσιδιάζει είτε σε άξεστο άνθρωπο, είτε σε Θεούλη Ιουδαϊκών προδιαγραφών, που αρέσκεται να μαρκάρει τα πρόβατα του, σε αθώα και μη, αγαπητά ή όχι. (Αλλά, και πάλι – όπως βλέπεις – στην ίδια τρύπα γυρνάμε και πέφτουμε ∙ πίσω από κάθε βήμα, να ενεδρεύει η ίδια στερεότυπη παγίδα, αφού οι ορίζοντες της Αγάπης και της κατανόησης δείχνουν να έχουν για τα καλά συρρικνωθεί.) Το πράμα, βέβαια, αρχίζει να ζορίζει, όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με λόγια και έργα πρόσωπων που, όχι απλά αναιρούν τις πλέον αυτονόητες αξίες της ανεκτικότητας και του σεβασμού, αλλά κυριολεκτικά εισβάλλουν στις ζωές μας, πατσαβουριάζοντας έως και το ελάχιστο δείγμα λογικής. Για παράδειγμα πώς αντιδράς νηφάλια και κόσμια, πώς αποφεύγεις τα στερεότυπα και τους χαρακτηρισμούς που θέλεις να εκσφενδονίσεις, όταν ο Καμένος δηλώνει στεντορείως πως θα παραιτηθεί για την υπογραφή που έβαλε φαρδιά πλατιά, κάτω από τις ίδιες του τις αποφάσεις; Πώς ενδεχομένως καθησυχάζεις τον Πάγκαλο, όταν εποφθαλμιά το πιάτο και τις μπουκιές που τρώτε, δήθεν, παρέα; Ή – για να καταλήξω και στους νέους επίδοξους μανδαρίνους της εξουσίας – πώς αντιδράς ευπρεπώς, όταν και αυτοί με τη σειρά τους, προασπίζονται λυσσαλέα τους κυβερνητικούς τους θώκους, πειθαναγκάζοντάς τον πολίτη να συμφιλιωθεί με τη διεστραμμένη ιδέα πως μέχρι και η μηδαμινή κουταλιά ζάχαρης στον καφέ είναι περιττή, σπάταλη και επιζήμια για την υγεία του;
Και, για να καταλήξω στον έτερο ογκόλιθο της πολιτικής και πνευματικής «παχυσαρκίας» ∙ πώς αντιδράς, φίλτατε συμπολίτη, όταν ακούς τον Φίλη να ξορκίζει με απόλυτη φυσικότητα το κίνημα – άκουσον, άκουσον – της «κατσαρόλας»; Ποιος ο Φίλης; Που, για να ομολογήσω την αμαρτία μου, αν υπήρχε ποτέ κάποιος ικανός να εφεύρει εν Ελλάδι την κατσαρόλα και όλα τα κινήματά της διαχρονικά, αυτός θα ήταν είτε ο νυν υπουργός Παιδείας αυτοπροσώπως ή έστω κάποιος εκ των εφάμιλλων προκατόχων του. Κι όμως, οι εν λόγω πρεσβευτές των «Ευαγγελικών» περικοπών, αν και ενεργούν ασυστόλως ως εκ πεποιθήσεως «παχύσαρκοι» (βλ. χοντρόπετσος, αναίσθητος, ασυνείδητος), εντούτοις δεν ορρωδούν ούτε κατ’ ελάχιστο στα οικεία τους στερεότυπα… Κοινώς ούτε καν ντρέπονται, όχι μόνον να μας υποδεικνύουν, αλλά πρωτίστως να μας επιβάλλουν καταναγκαστικά το δημοκρατικό μας διαιτολόγιο!
Το παράδοξο, όμως, είναι η συνταγή που ο κ. Φίλης εκτελεί στο συγκεκριμένο μαγείρεμά. Γιατί τόσο τα στάδια, καθώς και οι οδηγίες εκτέλεσης της συνταγής είναι αριστοτεχνικά μεθοδευμένες και σαφείς. Με δύο λόγια, ενώ ο ίδιος, σε κάθε ευκαιρία, μέμφεται ως ανάρμοστες τις διαμαρτυρίες των πολιτών, καταλήγει εν τέλει ν’ αραδιάζει σε βάρος τους, έναν οχετό προσβλητικών στερεότυπων. Που πρακτικά σημαίνει: διαφωνεί ο οποιοσδήποτε πολίτης με την εξουσία, άρα είναι a priori μπαχαλάκιας και αντεξουσιαστής! Κρίνει ο «ανόσιος» τη Δεύτερη φορά Αριστερά, τότε είναι φερέφωνο της Δεξιάς και πολιορκητικός κριός της Χρυσής Αυγής! Διαμαρτύρεται ανάρμοστα στο Σύνταγμα, «καλέ, αυτός ερωτοτροπεί με τα όρια της συνταγματικής εκτροπής»! Συμμετέχει στην κίνηση «Παραιτηθείτε», «μα δεν το βλέπετε, στοχεύει ξεκάθαρα σε εκτροπή της δημοκρατικής ομαλότητας»!
Τα πράγματα δεν είναι παίξε γέλασε ∙ απεναντίας απαιτούν εγρήγορση των φυλάκων. Ο σκοπός είναι ιερός, το διακύβευμα μεγάλο, και για να εξασφαλιστεί η επιτυχία του, επιστρατεύεται ένα ορυμαγδός από πολιτικές τσιχλόφουσκες, έτσι ώστε να μασήσουν οι ιθαγενείς, εξ αιτίας του πανικού. Κάπου εκεί, εξάλλου, το νερό θα έχει μπει στο αυλάκι και οι προσφιλείς υπήκοοι – πελάτες θα μπορούν πια μόνοι τους να «συνθλίψουν» τους νέους αχαρτογράφητους εχθρούς, για λογαριασμό της ένδοξης κυβέρνησής. Εξάλλου, εφόσον δεν έχει ακόμη πιστοποιηθεί επακριβώς ο καπνός που φουμάρουν οι θρασύτατοι εχθροί που φύτρωσαν στο δρόμο του Καίσαρα Αλεξίου, κατ’ ανάγκη ο υπουργός «Διαπαιδαγώγησης» βάζει πλυντήριο με λευκά και χρωματιστά, και σαν άξιος νοικοκύρης ξεπλένει επιδέξια τη μπουγάδα.
Κάπως έτσι ξεδιπλώνεται για μία ακόμη φορά το κουβάρι των στερεότυπων στο Βασίλειο της Κομμαγηνής. Το πάλαι ποτέ, ένδοξο και κραταιό, όπως γράφει ο ποιητής, όμως στο παρόν, ξεφτισμένο, ταπεινωμένο και ταλαίπωρο. Με τις αντοχές των ανθρώπων του εξαντλημένες προ πολλού. Τα νεύρα τους πυρακτωμένα. Το νου αποδιοργανωμένο, την ψυχή αιμορραγούσα. Τα στόματα τους διψασμένα για ελπίδα, πρότυπα, ζωή.
Αναβολή άλλη στην κατάντια δεν σηκώνει. Καιρός να διαφεντέψουμε τον βίο μας ξανά ως αυτόφωτοι πολίτες…
Γιατί, καθώς φαίνεται, αυτός ο υποβόσκων κίνδυνος ήταν που αναστάτωσε τον υπουργό. Η πιθανότητα η καταστημένη τάξη να διασαλευτεί κατά τρόπο απρόβλεπτο, από αυτό το κάπως αλλοπρόσαλλο «Παραιτηθείτε». Αυτό το δυσερμήνευτο προς το παρόν «Πολίτες μόνον, όχι κόμματα και συνδικάτα» που φάνηκε έστω και φευγαλέα να ταράζει τα στεκούμενα, θολά νερά.
Ανεξάρτητα προφανώς από το αν ο καθένας συμφωνεί με το όλο σκεπτικό.
Γιάννης Δημογιάννης για το Νόστιμον ήμαρ