Γράφει ο Veron
«Αυτοί που μας λείπουν, συνήθιζαν να μαζεύονται για να παίξουν μία παρτίδα τρούκο και γελούσαν τρανταχτά, χωρίς σεμνοτυφίες, την ίδια ώρα που κάποιοι άλλοι προπαγάνδιζαν τα καλά της σιωπής. Καμιά φορά, σε κάποια αυλή, έτρεχαν πίσω από ένα τόπι, τάχα σπουδαίοι μπαλαδόροι, κι όταν έβαζαν γκολ το υπέγραφαν φωνάζοντας τ’όνομά τους, την ίδια ώρα που κάποιοι άλλοι είχαν αποφασίσει πως δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο απ’το να ζεις στην ανωνυμία. Αυτοί που μας λείπουν, μαγείρευαν τα σαββατοκύριακα, οδηγούσαν λεωφορείο, σπούδαζαν κοινωνιολογία, νομικά ή γεωπονία, έγραφαν μυθιστορήματα, ήταν ηθοποιοί, ποιητές, ή πυγμάχοι, ήταν γιατροί σε κάτι άθλιες κλινικές, μάθαιναν ένα ένα τα πάρκα της πόλης, μέσα στα οποία αντάλασσαν ρούχα, δίσκους, βιβλία και εμπιστοσύνη. Τα δειλινά της Κυριακής αυτοί που μας λείπουν, έλεγαν: «Τι λέτε; Πίνουμε κάνα μάτε;», και τότε, με την οικόγενειακή κούπα που μοσχοβολούσε το καλύτερο χόρτο («αυτό με τα κοτσανάκια» έλεγαν αυτοί που λείπουν), κοιτάζονταν στα μάτια με τρυφερή περηφάνεια, με βίαιη στοργή, με πάθος οπλισμένο με μέλλον, γιατί αυτοί που μας λείπουν ήταν αγωνιστές.» (Luis Sepulveda).
Τρείς φόρες πρώτος σκόρερ στο πρωτάθλημα Χιλής (1979,1980,1981), πρώτος σκόρερ στο Copa Libertadores του 1973, καλύτερος παίκτης του Copa America το 1979. Ευλογημένος για το ταλέντο του και καταραμένος για τα πιστεύω του, ο Carlos Caszely, γνωστός και ως Rey del metro cuadrado (Βασιλιάς του τετραγωνικού μέτρου), έμελλε να μείνει στην ιστορία, όχι μόνο για τις εκπληκτικές ποδοσφαιρικές του ικανότητες, αλλά κυρίως για τη ριζοσπαστική του στάση απέναντι σε έναν από τους πιο σκληρούς δικτάτορες του 20ου αιώνα.
Γεννήθηκε στη πρωτεύουσα της Χιλής το Σαντιάγο, στις 5 Ιουλίου 1950 και μεγάλωσε σε περιβάλλον με αριστερές καταβολές. Η ανατροφή αυτή τον ακολούθησε και στη μετέπειτα πορεία και τον χαρακτήρισε ως προσωπικότητα. Σπούδασε Φυσική Αγωγή στο πανεπιστήμιο του Σαντιάγο. Ήταν ενεργό μέλος της Ένωσης Ποδοσφαιριστών και όπως ο ίδιος σημειώνει: «Από τότε που χρησιμοποιούσα τη δική μου κρίση, μου άρεσε η Αριστερά και δε σκέφτομαι να αλλάξω τα ιδανικά μου.»
Το γεγονός το οποίο σημάδεψε τη καριέρα, αλλά και την ίδια τη ζωή του συνέβη τον Ιούνιο του 1974 λίγο πριν την αναχώρηση της Εθνικής Ομάδας της Χιλής για το Παγκόσμιο Κύπελλο στη Δυτική Γερμανία. Ο δικτάτορας Augusto Pinochet προσφέρει το χέρι του στον Caszely, αλλά ο δεύτερος σε μία πράξη σπάνιας αξιοπρέπειας και περηφάνιας αρνείται να ανταπακριθεί στη χειραψία. «Κρύος ιδρώτας έλουσε τη πλάτη μου, μόλις αντίκρισα αυτό το Χιτλεροειδές πράγμα να πλησιάζει με πέντε άντρες πίσω του… Όταν άρχισε να έρχεται όλο και πιο κοντά έβαλα το χέρι μου πίσω από τη πλάτη και δε του το έδωσα.»
Το δράμα του Caszely είναι όμως πολύ έντονο. Η ίδια του η μητέρα, η περήφανη γυναίκα Olga Garrido, συλλαμβάνεται και βασανίζεται από τη χούντα Pinochet πληρώνοντας τις πολιτικές πεποιθήσεις του γιού της. «Είπα όχι στη δικτατορία σε κάθε επίπεδο: όχι στη δικτατορία, όχι στα βασανιστήρια… Έτσι με έκαναν να πληρώσω γι’αυτό με αυτά που έκαναν στη μητέρα μου.»
Η καλύτερη ευκαρία για περαιτέρω στοχοποίηση του Caszely από τα ελεγχόμενα Μέσα Ενημερώσης έρχεται στο εναρκτήριο παιχνίδι του Παγκοσμίου Κυπέλλου, εναντίον της Δυτικής Γερμανίας. Ο επιθετικός της Χιλής αποβάλλεται και αμέσως δέχεται τα πυρά των δημοσιογράφων. Μετά τη λήξη του Μουντιάλ ο Caszely απομακρύνεται από τη La Roja.
Ο Caszely θα επιστρέψει στην εθνική ομάδα. Μάλιστα, στο Μουντιάλ του 1982 στα γήπεδα της Ισπανίας, στο πρώτο κιόλας παιχνίδι εναντίον της Αυστρίας έχει την ευκαρία να εξιλεωθεί για την πολύκροτη κόκκινη κάρτα του 1974. Αναλαμβάνει να εκτελέσει, παρακούοντας τις οδηγίες του προπονητή του, το πέναλτυ το οποίο ο ίδιος κερδίζει. Η εκτέλεση είναι απογοητευτική, η μπάλα φεύγει αουτ. Η Χιλή δε καταφέρνει να περάσει στην επόμενη φάση, στη πραγματικότητα χάνει και τα τρία παιχνίδια της πρώτης φάσης.
Θα μπορούσε να σημειωθεί πως ο συγκεκριμένος κύκλος της ζωής του Carlos Caszely περιλαμβάνει δύο πολύ έντονα κύκνεια άσματα. Ή ένα κύκνειο άσμα αποτελούμενο από δύο πράξεις, αν αναλογιστεί κανείς ότι ποδόσφαιρο και πολιτική έκφραση μπορούν ενίοτε να αποτελέσουν κοινό άρμα στην αρένα της κοινωνίας.
Η πρώτη διαδραματίζεται στο Εθνικό Στάδιο του Σαντιάγο, στο τελευταίο παιχίνδι του Caszely. Το στάδιο είναι γεμάτο από 80.000 θεατές οι οποίοι τιμούν όχι μόνο τον ποδοσφαιριστή, αλλά και τον άνθρωπο που αντιστάθηκε και αυτός με τον τρόπο στην καταπίεση και την τρομοκρατία του δικτάτορα. Κανένα τηλεοπτικό κανάλι δε τολμά να μεταδόσει τον αποχαιρετιστήριο αγώνα του Carlos, υπό τον φόβο της μετατροπής του σε πολιτική διαμαρτυρία εναντίον της χούντας.
Η δεύτερη λαμβάνει χώρα σ’ενα τηλεοπτικό studio τρία χρόνια αργότερα. Η μητέρα του Carlos μιλάει δημόσια για τα βασανιστήρια που υπέστη, με τον γιό της να στέκεται πίσω της.
«Στη μνήμη μας, η υποστήριξη στον πρόεδρο Allende, στον Corvalan, στην Gladys Marin και στον Volodia Teitelboim στις τελευταίες ελεύθερες εκλογές της Χιλής ήταν τα πάντα. Η μεγάλη του αξία εντός και εκτός γηπέδων «κέρδισε» το μίσος της Δεξιάς. Υπάρχει μεγαλύτερη τιμή;» (Jorge Μontealegre).
Υ.Γ.: Για το «πιο παθητικό παιχνίδι στην ιστορία του ποδοσφαίρου» σύμφωνα με τον Galeano, δηλαδή για τον αγώνα μπαράζ εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, που έδωσε τη πρόκριση στη Χιλή για το Παγκόσμιο Κύπελλο του 74, αξίζει εκτενέστερη αναφορά.
Βιβλιογραφία:
I said no to dictatorship on every level: Carlos Caszely. Ανακτήθηκε από: https://www.goaldentimes.org/carlos-caszely/
Κάρλος Κασέλι: “Ο Χιλιανός που ταπείνωσε τον Πινοσέτ”. Ανακτήθηκε από: https://www.sport24.gr/Files/karlos-kaseli-o-xilianos-poy-tapeinwse-ton-pinotset.3407681.html
Sepulveda, L. (2003). Η τρέλα του Πινοτσέτ. Αθήνα: Opera.
Κάππος, Θ. (2015). To Ποδόσφαιρο και η Αριστερά. Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη.
A lasting stain on Chile and world football. Ανακτήθηκε από: https://www.worldsoccer.com/blogs/a-lasting-stain-on-chile-and-world-football-364250