Πριν 20 χρόνια, μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11η Σεπτεμβρίου, οι ΗΠΑ ξεκίνησαν έναν αδιέξοδο πολυμέτωπο πόλεμο με επιπτώσεις δύσκολα αντιμετωπίσιμες, ακόμη και μέχρι σήμερα.
20 χρόνια πέρασαν από τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Στον τόπο των Δίδυμων Πύργων, στο Σημείο Μηδέν, υπάρχει ένα μνημείο για τα 3.000 θύματα των τρομοκρατικών επιθέσεων που πλήγωσαν την Αμερική και όλον τον κόσμο. Η Νέα Υόρκη μετά το σοκ κατάφερε να ορθοποδήσει. Έχει περισσότερους κατοίκους από ότι το 2001 και μέχρι και η οικονομία της ανθούσε, μέχρι να ξεσπάσει η πανδημία. Αλλά τίποτα δεν είναι όπως πριν. Πως θα μπορούσε εξάλλου να είναι… Όχι μόνο στις ΗΠΑ, όπου οργανώνονται τελετές μνήμες γι αυτή την ατέλειωτη ημέρα, αλλά και σε πολλές περιοχές της Μέσης Ανατολής ή στο Αφγανιστάν. Βέβαια εκεί κυματίζει και πάλι η σημαία των Ταλιμπάν, όπως και πριν από 20 χρόνια. Αλλά όταν, κατά την πρόσφατη επιχείρηση απεγκλωβισμού των δυτικών από το αεροδρόμιο της Καμπούλ, χτύπησαν οι τρομοκράτες με 170 Αφγανούς και δεκάδες αμερικανικούς στρατιώτες νεκρούς, την ευθύνη της επίθεσης ανέλαβε παρακλάδι του Ισλαμικού Κράτους ISIS.
Αυτή η τρομοκρατική οργάνωση δεν υπήρχε πριν από 20 χρόνια, τότε που ξεκίνησε ο “πόλεμος κατά της τρομοκρατίας”. Αλλά η δημιουργία της συνδέεται άμεσα με αυτόν τον πόλεμο και τον τρόπο που διεξήχθη. “Γνωρίζουμε επακριβώς ότι η άνοδος του Ισλαμικού Κράτους αποτελεί άμεση απόρροια της κατάρρευσης του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσείν το 2003”, υποστηρίζει ο Μπερντ Γκράινερ, ιστορικός από το Αμβούργο. “Μεγάλο τμήμα της πρώτης γενιάς τρομοκρατών του ISIS προερχόνταν από τον παλαιό στρατό του Σαντάμ, τον οποίο οι ΗΠΑ διέλυσαν. Εκατοντάδες νέοι άνδρες κατέληξαν στο δρόμο χωρίς προοπτική εργασίας. Κάτι τέτοιο δίνει τροφή στη ριζοσπαστικοποίηση”.
Η “απρόσβλητη” υπερδύναμη
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Το 2001 η Αλ Κάιντα χτύπησε τους Δίδυμους Πύργους, ένα σύμβολο οικονομικής ισχύος.Ακολούθησε αμέσως μετά η επίθεση κατά του Πεντάγωνου, ενός στρατιωτικού συμβόλου. Οι χιλιάδες νεκροί προκάλεσαν εθνικό τραύμα. Κι όλα αυτά, μετατρέποντας αεροπλάνα σε όπλα, καθοδηγούμενα από έναν Σαουδάραβα ονόματι Οσάμα μπιν Λάντεν από μια σκηνή στο Αφγανιστάν. Μια άνευ προηγούμενου ταπείνωση για μια χώρα που βρισκόταν τότε στο ζενίθ της δύναμής της, απρόσβλητη, αλώβητη, όπως ένιωθε, μετά τη νίκη της στο Ψυχρό Πόλεμο και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Οι ΗΠΑ συγκλονίστηκαν και αντέδρασαν με κατάπληξη και πένθος, αποσπώντας την αλληλεγγύη ολόκληρου του κόσμου. Αλλά αντέδρασαν και με οργή και αναζήτησαν εκδίκηση. Και εκεί συνάντησαν κατανόηση. Για την τότε αμερικανική διοίκηση μία αστυνομική δράση ή ακόμη και επιχείρηση εναντίον του Οσάμα μπιν Λάντεν στο Πακιστάν, όπως έγινε δέκα χρόνια αργότερα με άνδρες των ειδικών δυνάμεων με αποτέλεσμα να τον σκοτώσουν, ήταν αδιανόητη.
Για πρώτη φορά στην ιστορία του το ΝΑΤΟ ενεργοποίησε το άρθρο 5 της Ατλαντικής Συνθήκης, το οποίο προβλέπει στρατιωτική συνδρομή μεταξύ χωρών της Συμμαχίας, σε περίπτωση που ένας εκ των συμμάχων δεχθεί επίθεση. Έπειτα από στρατωτική πράξη αυτοάμυνας που νομιμοποιήθηκε από το Συμβούλιο Ασφαλείας των ΗΕ, οι Ταλιμπάν κατέρρευσαν στο Αφγανιστάν. Όταν το 2003 ο Τζορτζ Μπους ο νεώτερος επιτέθηκε κατά του Ιράκ, δεν υπήρχε τέτοια νομιμοποίηση. Υπήρχαν λανθασμένες εικασίες για διασυνδέσεις του Σαντάμ με τους τρομοκράτες των επιθέσεων της 11η Σεπτεμβρίου, όπως και ψεύτικοι ισχυρισμοί ότι ο ιρακινός δικτάτορας παρήγαγε και κατείχε όπλα μαζικής εξόντωσης.
Το “αναντικατάστατο έθνος” επιδεικνύει πυγμή
“Πολλοί Αμερικανοί πολιτικοί ένιωσαν την ανάγκη μετά την 11η Σεπτεμβρίου να επιδείξουν στον κόσμο ότι οι ΗΠΑ είναι “αναντικατάστατο έθνος”, υποστηρίζει ο Αμερικανός ιστορικός Στέφεν Βερτχάιμ μιλώντας στη DW. “Κι αυτό θέλησαν να το επιτύχουν, αλλάζοντας συνθέμελα μιαν ολόκληρη χώρα και μια ολόκληρη περιοχή”. Ο Μπερντ Γκράινερ διακρίνει κι άλλο ένα κίνητρο. “Όντας αδύναμες απέναντι σε αυτή την ασύμμετρη επίθεση οι ΗΠΑ ήθελαν να δείξουν, ιδιαίτερα στον αραβικό κόσμο, ότι όποιος τολμήσει μελλοντικά να τα βάλει μαζί τους, στερείται του δικαιώματος ύπαρξης. Το συμπέρασμα του ιστορικού; “Επρόκειται για συμβολική πράξη, τόσο στο Αφγανιστάν, όσο και στο Ιράκ”. Υπέρ των απόψεων Γκράινερ συνηγορεί το ότι λίγες μόνο εβδομάδες μετά την 11η Σεπτεμβρίου έδωσε εντολή ο Λευκός Οίκος στο Πεντάγωνο, να κάνει σενάρια πολέμου κατά του Ιράκ.
Στο βιβλίο του με τον τίτλο “Bush at War” ο Μπομπ Γούντγορντ διηγείται ότι ο τότε υπουργός Άμυνας Ντόναλντ Ράμσφελντ ανησυχούσε επειδή στο Αφγανιστάν δεν υπήρχαν αρκετοί στόχοι για να πλήξουν τα αμερικανικά όπλα υψηλής τεχνολογίας. “Δεν θέλουμε να δείχνουμε ότι σφυροκοπάμε πάνω σε άμμο” φέρεται να είπε. “Χρειαζόμαστε κάτι να χτυπήσουμε, αλλά δεν υπάρχουν πολλοί στόχοι της Αλ Κάιντα”. Αυτή η στάση ήταν διαδεδομένη και σε άλλα κομμάτια του πολιτικού κατεστημένου. Όταν ο Χένρι Κίσινγκερ ρωτήθηκε από τον λογογράφο του Τζορτζ Μπους, τον Μάικλ Γκέρσον, γιατί στηρίζει τον πόλεμο στο Ιράκ, απάντησε ως εξής σύμφωνα με πηγές: “Γιατί το Αφγανιστάν δεν ήταν αρκετό, οι ριζοσπάστες εχθροί στον μουσουλμανικό κόσμο θέλουν να ταπεινώσουν τις ΗΠΑ, γι αυτό πρέπει να τους ταπεινώσουμε εμείς”. Ο ιστορικός Στέφεν Βερτχάιμ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το Ιράκ αποτελούσε λιγότερο απειλή και περισσότερο σκηνή πολεμικού θεάτρου.
Σχεδόν ένα εκατομμύριο θύματα
Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας που κήρυξε ο πρόεδρος Μπους μεταβλήθηκε σε πόλεμο χωρίς όρια. ‘Ένας πόλεμος “χωρίς χρονικά και γεωγραφικά όρια, αλλά που διεξήχθη παγκόσμια” λέει ο Γιοχάνες Τιμ, ειδήμων των ΗΠΑ από το ΄Ίδρυμα Επιστήμη και Πολιτική του Βερολίνου. Το πρότζεκτ “Cost of War” του Πανεπιστημίου Brown μέτρησε 85 χώρες στις οποίες η αμερικανική κυβέρνηση πήρε μέτρα κατά της τρομοκρατίας, Η ομάδα, που περιλαμβάνει πάνω από 50 επιστήμονες, νομικούς και προασπιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει κι άλλους αριθμούς, συγκλονιστικούς αριθμούς. Ο “πόλεμος κατά της τρομοκρατίας” κόστισε τη ζωή τουλάχιστον σε 930.000 ανθρώπους σε πολεμικές ενέργειες και από αυτούς οι 400.000 ήταν άμαχος πληθυσμός.
Αυτοί οι αριθμοί ρίχνουν διαφορετικό φως στα λόγια του αμερικανικού στρατηγού Στάνλει Α. Μακρύσταλ, όταν το 2009 ανέλαβε διοικητής της ISAF στο Αφγανιστάν.”Νομίζω ότι η δημόσια πρόσληψη των νεκρών αμάχων είναι ο πιο επικίνδυνος εχθρός, τον οποίο έχουμε απέναντί μας”. Αλλά το βρώμικο πρόσωπο του πολέμου κρατήθηκε κρυφό. Με το ίδιο αίσθημα σοκ αντέδρασε η παγκόσμια κοινή γνώμη, όταν το 2010 η πλατφόρμα αποκαλύψεων Wikileaks έβγαλε στο φως το πραγματικό πρόσωπο των πολέμων στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Η δημοσίευση του βίντεο για τον “παράπλευρο δολοφόνο” (Collateral Murder) έδειξε με τρόπο δραστικό το άσχημο πρόσωπο του πολέμου.
Απώλεια γοήτρου
Το γόητρο των ΗΠΑ έχει στραπατσαριστεί, επειδή αγνόησαν το ισχύον δίκαιο στις εχθροπραξίες τους. Ο Γιοχάνες Τιμ αναφέρει ως πρώτο παράδειγμα την επαναφορά των βασανιστηρίων. Επειδή τα βασανιστήρια αποτελούν κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου, η λέξη αντικαταστάθηκε με τη φράση “ενισχυμένες μεθόδοι ανάκρισης”, τονίζει. Ανάμεσα σε αυτές ανήκει και φυλάκιση επί δεκαετίες στο Γκουαντάναμο υπόπτων, των λεγόμενων παράνομων μαχητών, σε ένα περιβάλλον κενό δικαίου. Το Γραφείο Αποκαλυπτικής Δημοσιογραφίας μετρά τουλάχιστον 14.000 επιθέσεις με ντρόουν, στις οποίες σκοτώθηκαν ανάμεσα σε 9.000 και 17.000 άνθρωποι, μεταξύ αυτών 2.000 άμαχοι και εκατοντάδες παιδιά.
Η εκτίμηση του Γιοχάνες Τιμ αφυπνίζει: “Ακόμη κι αν εμπειρικά δεν μπορώ να το αποδείξω, η εντύπωσή μου είναι ότι οι στοχευμένες θανατώσεις με ντρόουν στο Αφγανιστάν παρήγαγαν περισσότερους τζιχαντιστές από όσους σκότωσαν”. Αλλά όχι μόνο στο Αφγανιστάν. Ο πολιτικός επιστήμων Γιούλιαν Γιουνκ από το Ίδρυμα Ειρήνης και Επιστημών Διενέξεων του Έσεν διαπιστώνει σε σχέση με το τρομοκρατικό δίκτυο στην Ευρώπη και τη Γερμανία ότι “οι έκνομες μέθοδοι στον ‘War on Terror’ κινητοποίησαν ομάδες σαλαφιστών και τζιχαντιστών”.
Ένα λάθος 8 τρις δολαρίων;
20 χρόνια μετά τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας το όλον κόστισε μόνο στις ΗΠΑ το απίστευτο ποσό των 8 τρις εκατομμυρίων δολαρίων. Με αυτά τα χρήματα ο Τζο Μπάιντεν θα μπορούσε κάλλλιστα να καλύψει εύκολα και πολλές φορές το πρόγραμμα ανασυγκρότησης των υποδομών της χώρας του. Γι αυτό και ο Μπερντ Γκράινερ, γνώστης των ΗΠΑ, καταλήγει στο συμπέρασμα, ανεξαρτήτως των επιπτώσεων στον υπόλοιπο κόσμο, ότι “οι ΗΠΑ καταστράφηκαν μαζικά με αυτά τα ασύλληπτα ποσά για τους πολέμους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν. Κάτι τέτοιο ακόμη και οι ΗΠΑ δεν μπορούν να το ξεπεράσουν”. Και ο ιστορικός Στέφεν Βερτχάιμ λυπάται που οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να αναλώνουν ανθρώπους και πόρους για άλλες πιο αξιόλογες επιχειρήσεις από το να αντιδρούν τόσο καταστροφικά στις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου”.