Του Μάκη Γεφυρόπουλου
Κλαγγές σπαθιών που σηματοδοτούν τον όλεθρο των εχθρών, μάχες άνισες και νίκες ηρωικές. Αντίπαλες παρατάξεις, στρατοί και λεγεώνες που σπέρνουν τον θάνατο, ποτίζοντας τη στέρφα γη με το αίμα των γυναικόπαιδων. «Μεγαλοφυείς» στρατηγοί και ριψοκίνδυνες αποφάσεις «υψίστης» μιλιταριστικής σημασίας.
Ένας κυκεώνας απονενοημένης απανθρωπιάς…
Ο Χάρος δε κάνει διακρίσεις σε φτωχούς και πλούσιους, σε γενναίους και δειλούς. Είναι αδίστακτος και συνάμα διόλου δύστροπος. Τους δέχεται όλους με ευχαρίστηση στην αποπνικτική αγκάλη του, με μοναδικό αντάλλαγμα να του προσφέρουν οικειοθελώς τη ζωή τους.
Η ζωή και ο θάνατος συναντιούνται στις αρένες των πολεμικών συρράξεων και στα πεδία των μαχών. Η συνάντησή τους είναι μία αέναη σύγκρουση, μία διελκυστίνδα αντίρροπων δυνάμεων με έπαθλο την άσκηση εξουσίας πάνω στις ζωές των κοινών θνητών.
Ο πόλεμος αποτελεί την αρχέγονη πύλη που οδηγεί στον επέκεινα κόσμο και ενώνει τους δύο αντίθετους πόλους.
Η Ανθρωπότητα από τα σπάργανα της Ιστορίας της, βρίθει από αιματηρούς πόλεμους με εκατόμβες νεκρών, αδυσώπητα και δίχως σταματημό, λες και είναι υποχρεωμένη να καταβάλει τους φόρους αίματος που της έχει επιβάλει ένας αιμοσταγής και ανθρωποφάγος θεός σε μία προσπάθεια ξεπλύματος των αμαρτιών της.
Πόλεμοι οικονομικού και στρατιωτικού επεκτατισμού και πόλεμοι για την ελευθερία. Όποιος και αν είναι ο ιδεολογικός μανδύας με τον οποίο «ντύνονται» οι βαλλιστικοί πύραυλοι και οι πυρηνικές βόμβες, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Η καταστροφή και ο ξεριζωμός άλλωστε είναι τα απότοκα των ένδοξων νικών και τα «μπάσταρδα» των συντριπτικών ηττών.
Ωστόσο ο πόλεμος αποτελεί το μεταίχμιο εκείνο που συμβάλλει στην διερεύνηση των μεταφυσικών ανησυχιών που ενδημούν στο νου και βασανίζουν τους ανθρώπους.
Υπάρχει ζωή μετά την ύστατη αναπνοή; Κανένας δε γνωρίζει, αλλά αν υπάρχει απάντηση στο δυσεπίλυτο και αγωνιώδες ερώτημα, αυτή μπορεί να γίνει αντιληπτή μονάχα στο πεδίο της σφαγής, εκεί δηλαδή όπου το λυκόφως της ζωής ετοιμάζεται να δώσει απρόθυμα τη θέση του στο σκοτάδι της απόλυτης λήθης.
Εκεί όπου το παραβάν της άγνοιας σχίζεται μερικούς υπαρξιακούς πόντους, επιτρέποντας έτσι στους ετοιμοθάνατους πιστούς να ξεκλέψουν μερικές ματιές στο άγνωστο, λίγες στιγμές πριν αποχαιρετήσουν για πάντα το φθαρτό τους σηπόμενο σαρκίο.
Οι αιματοχυσίες ίσως συναντήσουν οριστικά το τέλος τους, όταν βρεθούν απαντήσεις στα προαιώνια μεταφυσικά ερωτήματα των λαών.
Όταν οι άνθρωποι συμβιβαστούν με την εφήμερη θνητότητάς τους, θα καταλάβουν ότι δεν υπάρχει λόγος να σπαταλούν τη ζωτική τους ενέργεια σε πολεμικές επιχειρήσεις θανάτωσης μικρών παιδιών, έστω και αν αυτά είναι τα τέκνα των «εχθρών».
Ο πόλεμος και γενικότερα η θεματολογία της μάχης, είναι το αγαπημένο είδος του κινηματογραφικού μικρόκοσμου. Ακριβές παραγωγές, λαμπερά εφέ, πληθώρα κομπάρσων και επιτελεία διάσημων ηθοποιών αποτελούν τα προσοδοφόρα εχέγγυα της επιτυχίας και αποφέρουν τεράστια κέρδη στις παραγωγές, γεγονός που αποδεικνύεται συνεχώς στην ιστορία της μεγάλης οθόνης.
Παράλληλα οι συγκεκριμένες ταινίες μετουσιώνουν τις βίαιες σεξουαλικές και επιθετικές ενορμήσεις των θεατών σε κοινωνικά αποδεκτές συμπεριφορές, λειτουργώντας ως ένα καταπραϋντικό συναισθηματικής εκτόνωσης.
Ο Σπάρτακος (Spartacus– 1960) βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Χάουαρντ Φαστ και γυρίστηκε σε σκηνοθεσία του Στάνλεϊ Κούμπρικ. Αποτελεί την επιτομή στο είδος της πολεμικής διαλεκτικής ή –ακόμη πιο εύσχημα- της ιστορικής περιπέτειας.
Είναι μία αριστουργηματική ταινία και ταυτόχρονα μία κινηματογραφική ωδή που εξυμνεί το μεγαλείο των ψηφιακών θαυμάτων, προβάλλοντας επίσης την επίδραση που αυτά έχουν στο κοινό, εφόσον βέβαια αποτυπώνονται με μαεστρία στο φιλμ της κάμερας.
Η ταινία απέσπασε πληθώρα βραβείων, μεταξύ των οποίων και μία Χρυσή Σφαίρα.
Η σημαντικότερη διάκριση ωστόσο που πέτυχε, είναι να κερδίσει μία διαχρονική θέση στο πάνθεο της μνήμης, καθώς αφηγείται εύγλωττα την ιστορία ενός σκλάβου που κατάφερε να κατακτήσει το δικαίωμα στη ζωή, πολεμώντας και βγαίνοντας νικητής σε άνισες μάχες, την ίδια ώρα που συμπαρέσυρε μαζί του, στο ποτάμι της εξέγερσης, χιλιάδες απόκληρους, καθιστώντας τους ενεργούς συμμέτοχους στα όνειρά του για ελευθερία.
Η αλληλεγγύη υπερβαίνει τους επίμονους μεταφυσικούς φόβους και γκρεμίζει τα δεσμά του θανάτου.
« SPARTACUS, SPARTACUS, SPARTACUS….»
Βρισκόμαστε στη Ρώμη, το 73 π.Χ.. Στα κάτεργα της Κάπουα, υπάρχει μία σχολή εκπαίδευσης μονομάχων. Δύο δούλοι μόλις ετοιμάζονται να διασταυρώσουν τα ξίφη τους, προσφέροντας έτσι ένα ανεπανάληπτο θέαμα ζωής και θανάτου, στους απαιτητικούς καλεσμένους του Βατιάτου (Πίτερ Ουστίνοφ),ιδιοκτήτη της σχολής.
Αντίπαλοι είναι ένας Αιθίοπας πολεμιστής και ο Σπάρτακος (Κερκ Ντάγκλας), ένας σκλάβος από τη Θράκη που έχει μεγαλώσει στα κάτεργα της Λιβύης, πριν μεταφερθεί με τη βία στα εδάφη της παντοδύναμης Ιταλίας. Η μοίρα είναι σκληρή και για τους δύο.
Αν επιθυμούν να ζήσουν πρέπει να εξοντώσουν ο ένας τον άλλο. Δεν υπάρχει εναλλακτική. Είναι μονομάχοι, άρα υποταγμένα όντα, κατώτεροι και από τα ζώα. Αφέντης και θεός τους ο άρχοντάς τους, ενώ και η παραμικρή επίδειξη ανυπακοής εκ μέρους τους τιμωρείται με θάνατο.
Ο Αιθίοπας κερδίζει τον μικρόσωμο αντίπαλό του, μα σταματάει. Αντιδράει. Είναι άνθρωπος και επιλέγει να πεθάνει ως τέτοιος, αφού πρώτα επιχειρεί με αποτυχία να εξοντώσει τον ισχυρό Συγκλητικό, που παρευρίσκεται στο αδηφάγο κοινό, Κράσσο (Λόρενς Ολίβιε).
Με τη γενναία, μα μάταιη, αντίδραση του προς το απάνθρωπο καθεστώς, καταφέρνει να διεγείρει τα καταπιεσμένα ένστικτα του Θρακιώτη συμπολεμιστή του.
Ο Σπάρτακος με τη σειρά του, ανάβει τη σπίθα που οδηγεί στην εξέγερση, ξεσηκώνοντας χωρίς κόπο τους υπόλοιπους μονομάχους της σχολής. Οι απάνθρωπες συνθήκες διαβίωσης, όπως επίσης και η άτεγκτη κακομεταχείριση που βιώνουν καθημερινά στο πετσί τους από τους Ρωμαίους, διανθίζουν το μονοπάτι της επανάστασης με τα κατάλληλα εκείνα συναισθηματικά υλικά που χρειάζεται μία εξέγερση για να στεφθεί με επιτυχία.
Όλοι μαζί δραπετεύουν στα βουνά όπου και συγκροτούν ένα μικρό στρατό από άρτιες φονικές μηχανές, με αρχηγό και εμπνευστή τους, τον επιδέξιο στο σπαθί και όχι μόνο, Θρακιώτη.
Ο Σπάρτακος αντλεί θάρρος από τον έρωτα που νιώθει για τη Βαρίνια (Ζαν Σιμόνς), μία καλλιεργημένη και όμορφη Βρετανίδα σκλάβα. Ο αρχικός ισχνός πυρήνας των εξεγερμένων μεγαλώνει με σταθερούς γεωμετρικούς ρυθμούς, εντάσσοντας στο δυναμικό του πλήθος σκλάβων από πόλη σε πόλη, αφού πρώτα τους απελευθερώνει από τις δυναστικές αλυσίδες ιδιοκτησίας, με τις οποίες έχουν καταδικαστεί να σέρνουν από τα γεννοφάσκια τους.
Ο στρατός των ελεύθερων πλέον μονομάχων εκμεταλλεύεται στο έπακρο τις εσωτερικές αδυναμίες του ρωμαϊκού οικοδομήματος, όπως αυτές εκφράζονται με τις έριδες που αναπτύσσονται μεταξύ των συγκλητικών, Κράσσου και Γράκχου (Τσαρλς Λότον) για τον έλεγχο της Συγκλήτου και επομένως της Ρώμης ολόκληρης.
Οι νίκες που σημειώνουν οι πρώην δούλοι είναι πολλές και σημαντικές καθώς απέναντί τους βρίσκεται ένας εκφυλισμένος στρατός σε παρατεταμένη σήψη, ένας γιγαντιαίος Φρανκεστάιν που κινδυνεύει να γκρεμοτσακιστεί συθέμελα, ανά πάσα στιγμή, από τις μηχανορραφίες και τα σκοτεινά σχέδια που εξυφαίνονται μεταξύ των διαφορετικών τμημάτων που συγκροτούν χαλαρά το κυρίως ειπείν αυτοκρατορικό τερατούργημα.
Ο Σπάρτακος και οι σύντροφοι του επιχειρούν να διαφύγουν από τα εδάφη της τυραννίας τους, μέσω της θάλασσας, μα προδίδονται εντέλει από τους πειρατές της Κιλικίας που ήταν επιφορτισμένοι να τους μεταφέρουν με ασφάλεια μακριά από τις λυσσασμένες ρωμαϊκές λόγχες, με τα καράβια τους. Το χρήμα εξαγοράζει συνειδήσεις, ειδικά όταν προέρχεται από τις αιματοβαμμένες αυτοκρατορικές τσέπες της καθεστηκυίας άρχουσας τάξης.
Περικυκλωμένος από παντού, ο στρατός του Σπάρτακου δεν έχει άλλη επιλογή από το να δώσει μία τελική μάχη με τις αριθμητικά ανώτερες λεγεώνες του Κράσσου. Μετά από πολύωρες αιματοχυσίες, η μάχη καταλήγει με ήττα των εξεγερμένων και «θρίαμβο» της Αυτοκρατορίας.
Όσοι σκλάβοι επιβιώνουν της σφαγής, μεταξύ των οποίων και ο Σπάρτακος, σταυρώνονται. Ο θάνατος δεν είναι αρκετός. Χρειάζεται να υποφέρουν, ειδικά ο αρχηγός των ταραχοποιών. Η σταύρωση και το τραγικό τέλος των στασιαστών θα αποτελέσει παράδειγμα προς αποφυγή σε όσους επιχειρήσουν μελλοντικά να μιμηθούν το τολμηρό εγχείρημά τους.
Ο Σπάρτακος πέθανε, μα όπως παραδέχεται και ο ορκισμένος εχθρός του, Κράσσος, πεθαμένος είναι περισσότερο επικίνδυνος από ποτέ.
Μερικές φορές τα επαναστατικά «φαντάσματα» του παρελθόντος μπορούν να στοιχειώσουν τους «ζωντανούς επικυρίαρχους», ακόμα και αν αυτοί είναι άρχοντες και σημαίνοντα μέλη μίας από τις ισχυρότερες αυτοκρατορίες που γνώρισε ποτέ ο κόσμος…
Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΑΠΟΚΛΗΡΩΝ
Όλες οι μεγάλες αυτοκρατορίες που έχουν γεννηθεί από τις απαρχές του χρόνου και δυναστεύουν με την έπαρσή τους την ανθρωπότητα μέχρι και σήμερα είναι καταδικασμένες να πεθάνουν από το βάρος της ανεξέλεγκτης εξουσίας τους.
Ασιατικές δυναστείες και Βυζαντινοί δικέφαλοι αετοί. Ισπανοί, Γάλλοι και Πορτογάλοι θαλασσοκράτορες. Βρετανοί, Γερμανοί και Αμερικάνοι αποικιοκράτες. Όλοι τους υπήρξαν εξουσιαστές πανίσχυροι που ταλαιπώρησαν και εξακολουθούν να βασανίζουν τους λαούς της οικουμένης με την παράφορη αλαζονεία της θανατηφόρας δύναμής τους.
Όλοι τους καταλήγουν σάπια κελύφη. Η κίβδηλη λάμψη των θυρεών τους σβήνει από το αίμα των κατατρεγμένων θυμάτων τους, αφήνοντας κληρονομιά για τις επόμενες γενιές μονάχα στάχτη, πόνο και δάκρυα.
Ακμάζουν και φθίνουν ξανά και ξανά, δίνοντας τη θέση τους στον επόμενο «μεγάλο» και «τρανό» τύραννο, σχηματίζοντας έτσι έναν φαύλο κύκλο δυστυχίας.
Ένα ανθεκτικό απόστημα που κάποια στιγμή οι λαοί θα πρέπει να βρουν έναν τρόπο να το σπάσουν οριστικά και αμετάκλητα.
Η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία γιγαντώθηκε από τον πλούτο των κατεκτημένων χωρών που προσάρτησε στα εδάφη της και από τον ιδρώτα όσων είχαν την ατυχία να πέσουν στην αρπάγη του ιταλικού αρπακτικού.
Εκατομμύρια άνθρωποι ξεριζώθηκαν από τις λεηλατημένες πατρίδες τους και χρησιμοποιήθηκαν ως δούλοι, με μοναδικό νόημα στη σύντομη ζωή τους, να διαθέσουν κάθε ικμάδα του είναι τους προς όφελος της ρωμαϊκής ιμπεριαλιστικής μηχανής.
Το δουλεμπόριο ενίσχυσε την οικονομική πολιτική της Ρώμης, όμως ταυτόχρονα αποτέλεσε μαρτύριο για ανθρώπους κάθε ηλικίας και φύλου. Οι σκλάβοι αντιμετωπίζονταν σαν άψυχα αντικείμενα, δίχως φωνή και υπόσταση.
Οι πιο άτυχοι εξ΄ αυτών χρησιμοποιούνταν στις αγροτικές εργασίες (latifundia), αποξενωμένοι από τον αφέντη-ιδιοκτήτη τους, «ζώντας» χειρότερα και από ζώα, μέσα σε ένα καθεστώς κτηνωδίας, μαστιγώματος και τρομοκρατίας. Σε περίπτωση που δυστροπούσαν, αλυσοδένονταν και περνούσαν το υπόλοιπο του χρόνου τους σε κάποια ζοφερή, υπόγεια φυλακή (ergastulum).
Στις πόλεις οι δούλοι διέθεταν μία κάποια επαφή με τους ιδιοκτήτες τους και μπορούσαν σε ορισμένες εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις να χειραφετηθούν, ωστόσο κάτι τόσο ανεδαφικό δε μετρίαζε στο ελάχιστο την οργή των υποδουλωμένων σκλάβων που σιγόκαιγε τα εσωτερικά της αυτοκρατορίας ως άλλη βραδυφλεγής βόμβα.
Η επαναστατική θρυαλλίδα έφτασε στο απόγειο της κατά την περίοδο 139-71 π.Χ.. Στο διάστημα αυτό, σημειώθηκαν πολλές εξεγέρσεις δούλων (Δουλικοί Πόλεμοι), που διέφεραν από τα μεμονωμένα περιστατικά απειθαρχίας, καθώς είχαν τέτοια μαζικότητα και οργάνωση που τρομοκράτησαν συλλήβδην τους Ρωμαίους.
Η εξέγερση του Σπάρτακου (73-71 π.Χ.) ήταν η μεγαλύτερη και αυτή που θορύβησε περισσότερο τους Ρωμαίους, εξαιτίας της δυναμικής απήχησής της. Ο θρακιώτης πολεμιστής στάλθηκε αιχμάλωτος στη σχολή εκπαίδευσης του Βατιάτου, καταδικασμένος να χύσει το αίμα του στις χωμάτινες αρένες των κολοσσιαίων σταδίων, προς τέρψη του αδηφάγου για απάνθρωπα θεάματα κοινού.
Η φλογερή και αδάμαστη προσωπικότητα του Σπάρτακου σύντομα στασίασε. Μαζί με τους Γαλάτες, Κρίξο και Οινόμαο, ξεκίνησαν ταραχές στη σχολή, ξεσηκώνοντας και τους υπόλοιπους συμπολεμιστές τους, με την ορμητικότητα τους. Η απόδραση των μονομάχων άλλαξε τον ρου της ιστορίας και έθεσε τα θεμέλια για ένα από τα σπουδαιότερα επαναστατικά κινήματα όλων των εποχών.
Οι νίκες που πέτυχε ο στρατός των απελεύθερων δούλων υστερούν σε σημασία, μονάχα σε σχέση με το ιστορικό αποτύπωμα που άφησαν ανεξίτηλα στον χρόνο. Ο μύθος τους έφτασε στην εποχή μας ακέραιος, σαν ένα βέλος αισιοδοξίας.
Οι αγώνες κερδίζονται ακόμη και όταν οι εμπνευστές τους θανατώνονται ή αιχμαλωτίζονται. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο Σπάρτακος, το κατεξοχήν επαναστατικό αρχέτυπο, αποτέλεσε ηρωική φιγούρα στα όνειρα και τη σκέψη προσωπικοτήτων όπως ο Καρλ Μαρξ και η Ρόζα Λούξεμπουργκ.
Ο Σπάρτακος θεωρήθηκε από πολλούς ως μέγας ταραχοποιός και θανάσιμος κίνδυνος για τη κατεστημένη κοινωνική ευταξία. Ιστορικοί με αστικό κύρος τον παρομοιάζουν με τον Αννίβα, ενώ ορισμένες πηγές τον περιγράφουν ως ένα αιμοσταγές θηρίο.
Όμως πώς γράφεται στα αλήθεια η Ιστορία; Πώς διαμορφώνεται η φιλοσοφία και η κοινωνική συνείδηση ανά τους αιώνες;
Στην πραγματικότητα, ποτέ δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτα σίγουροι για ένα παρελθοντικό γεγονός, πόσο μάλλον, όταν μιλάμε για γεγονότα που έλαβαν χώρα χιλιάδες χρόνια πίσω στο παρελθόν.
Οι χρονομηχανές δεν έχουν ανακαλυφτεί ακόμα και επομένως τα ταξίδια στο χρόνο αποκλείονται. Αρκούμαστε να σχηματίζουμε άποψη για παρελθοντικές καταστάσεις μέσω διαφόρων ετερόκλητων και ενίοτε αλληλοσυγκρουόμενων πηγών. Όμως πίσω από τις πηγές κρύβονται άνθρωποι με υποκειμενικές κρίσεις και αντικειμενικές κοινωνικές θέσεις.
Οι ιδεολογικοί παράγοντες, όπως και η οπτική που έχουμε για τον κόσμο μπορούν να επηρεάσουν την πραγματικότητα γύρω μας. Ο ανθρώπινος υποκειμενικός παράγοντας διαμορφώνει την ιστορία και χτίζει ή γκρεμίζει μύθους κατά το δοκούν.
Το μεγαλείο του Σπάρτακου έγκειται στην ικανότητά του να εμπνέει εκατομμύρια ανθρώπους, ακόμα και χιλιάδες χρόνια μετά τον μαρτυρικό του θάνατο. Δεν έχει σημασία αν διέθετε ή όχι πολιτική σκέψη, μιλώντας με σύγχρονους όρους, ούτε αν συνειδητοποιούσε τη κοινωνική σημασία των πράξεων του.
Αυτό που μετράει είναι ότι κατάφερε να ενώσει κάτω από την επαναστατική σκέπη της προσωπικότητάς του, ένα πλήθος από ετερόκλητα όνειρα, δημιουργώντας με ρεαλιστικό τρόπο ένα κοινό μέλλον για όλους τους απόβλητους παρίες.
Αγωνίστηκε για ένα ελεύθερο μέλλον ίσων ευκαιριών που ερχόταν σε μετωπική σύγκρουση με τις συντηρητικά παγιωμένες θέσεις της εποχής του.
Ο «ταραξίας» έσπασε τα καλούπια της καθεστηκυίας τάξης και πάλεψε για τη χειραφέτηση των λαών. Μόχθησε για το φαινομενικά αδύνατο και για αυτό στο τέλος νίκησε, συντρίβοντας τις λεγεώνες καταστολής στο διηνεκές της ιστορίας των κοινωνικών κινημάτων.
Ο μύθος του δεν θα πεθάνει ποτέ, γιατί είναι συνώνυμος με την ελευθερία και την αλληλεγγύη.
Ο Σπάρτακος είναι η ελπίδα και το σπαθί που κρατάει η Ζωή, όταν θέλει να υπενθυμίσει σε όσους την εχθρεύονται, το τρομερό μεγαλείο της ομορφιάς της.
ΕΠΙΒΙΩΝΟΝΤΑΣ ΣΤΙΣ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΑΡΕΝΕΣ ΤΟΥ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΥ
Με το πέρασμα των αιώνων οι αρένες με τους μονομάχους έχουν εκλείψει ή έχουν μετατραπεί σε «εξευγενισμένα» θεάματα που ναρκώνουν τις συνειδήσεις και τονώνουν τα αγελαία ένστικτα εκατομμυρίων ανθρώπων.
Τα ποδοσφαιρικά στάδια είναι τα σύγχρονα Κολοσσαία. Οι «μαχητές» δεν αγωνίζονται πια για τη ζωή τους, αλλά έχουν τη δυνατότητα να κερδίσουν αμύθητα πλούτη, με μόνη προϋπόθεση, οι ενέργειές τους με τη μπάλα να ξεσηκώνουν κερδοσκοπικά, κάθε εβδομάδα τα αλαλάζοντα πλήθη.
Βέβαια για τις πιο επιθετικές ψυχοσυνθέσεις, υπάρχει η δυνατότητα παρακολούθησης και αγώνων μικτών πολεμικών «τεχνών» (Mix Martial Arts- MMA), όπου τα αρχέγονα ένστικτα επιβίωσης αναδύονται στην επιφάνεια της «αρρωστημένης» και κοχλάζουσας ανάγκης για βία που παρατηρείται στις «πολιτισμένες» κοινωνίες του Δυτικού -και όχι μόνο- κόσμου.
Πλέον το αίμα των μονομάχων χύνεται νόμιμα στα ρινγκ και η κτηνωδία θεσμοθετείται μέσω των αθλητικών επιδείξεων άκρατης μωρίας. Τα «κλουβιά» ίσως αποκτήσουν αξία, αν υπάρξει μελλοντικά η δυνατότητα να παγιδέψουμε σε αυτά, διάφορες σημαίνουσες προσωπικότητες από το χώρο της πολιτικής και επιχειρηματικής σκηνής.
Για παράδειγμα, αντί για τα ανιαρά ντιμπέιτ που παρακολουθούμε στη τηλεόραση, θα μπορούσαμε να απολαύσουμε έναν αγώνα μέχρι τελικής πτώσης, όπου οι δύο αγωνιζόμενοι και αντίπαλοι πολιτικοί ηγέτες, θα έχουν την ευκαιρία να κερδίσουν τη λαϊκή ψήφο εμπιστοσύνης, με τη στυγερότητα της γροθιάς τους…
Θα περίμενε κανείς, ότι ο καπιταλισμός θα κατάφερνε να επιλύσει τα προβλήματα χειραφέτησης και αυτοδιάθεσης που ταλάνιζαν την ανθρωπότητα κατά το παρελθόν. Η αφθονία των υλικών αγαθών που κατακλύζει τις σύγχρονες καταναλωτικές κοινωνίες, κανονικά θα έπρεπε ήδη να έχει διαμορφώσει έναν κόσμο με ελεύθερους ανθρώπους, γεμάτους με εξελικτικές επιδιώξεις και επιθυμίες.
Ωστόσο, παρατηρείται ακριβώς το αντίθετο. Τα όνειρα για ένα καλύτερο αύριο, μετατρέπονται σε εφιάλτες και το παρόν, σε μία δυστοπία αχαλίνωτης πραγματικότητας. Η ελεύθερη βούληση είναι αλυσοδέσμια της οικονομικής εξάρτησης και η ευτυχία της αυτοπραγμάτωσης, σκλάβα του καπιταλιστικού ζυγού.
Οι άνθρωποι του σήμερα, υποφέρουν πεθαίνοντας νέοι στις γαλέρες των τραπεζικών δασμών και στις αριβιστικές αρένες του επαγγελματικού δαρβινισμού.
Τα σύγχρονα σκλαβοπάζαρα είναι πιο επικίνδυνα από ποτέ, καθώς οι επιβλέποντες δεσμώτες δε κρατούν πια μαστίγια στα χέρια, αλλά κρύβονται πίσω από την οθόνη ενός υπολογιστή, απρόσιτοι στη λαϊκή αντίδραση, χωμένοι στη ψυχρότητα ενός οβάλ γραφείου.
Λαοί αργοπεθαίνουν καθημερινά, προς τέρψη των πολυεθνικών αυτοκρατοριών και των μπροστινών ανδρείκελών τους, που λερώνουν τα χέρια τους με τις υποθέσεις του πόπολου, αφήνοντας τις γραβάτες των αφεντικών τους άθικτες.
Οι άνθρωποι έχουν απωλέσει προ πολλού την ατομικότητά τους, για χάρη μίας ψευδεπίγραφης ασφάλειας. Έχουν μετατραπεί σε γρανάζια μίας απάνθρωπης μηχανής που νοιάζεται μονάχα για το συναισθηματικό ξεζούμισμα των ψυχών που την υπηρετούν, προς επίρρωση της οικονομικής προόδου.
Η ανάγκη για επανάσταση είναι επιτακτικότερη από ποτέ. Σε προσωπικό και συλλογικό επίπεδο. Σε καθημερινή βάση. Ο κίνδυνος είναι αμεσότερος από ποτέ. Είναι ύπουλος, ψυχρός και του αρέσει να κρύβεται πίσω από τους αδυσώπητους αριθμούς και τα στείρα δεδομένα.
Θα καταφέρουμε να δραπετεύσουμε από τα κάτεργα που ζέχνουν πτωμαΐνη, μονάχα αν θυμηθούμε ότι είμαστε ελεύθεροι άνθρωποι. Με δικαίωμα στο όνειρο και την ευτυχία.
Είμαστε πλασμένοι για να βιώνουμε τον έρωτα και να αγαπάμε. Να ζούμε αναπνέοντας απρόσκοπτα, δίχως να φυλακίζουμε άσκοπα τις καρδιές μας.
Ο μύθος του Σπάρτακου απέδειξε ότι ακόμη και οι «σκλάβοι» έχουν δικαίωμα στην ελευθερία.
Αλληλέγγυοι και ενωμένοι μπορούμε όχι μόνο να επιβιώσουμε στις καπιταλιστικές αρένες της ηθικής αμετροέπειας και του στυγνού φόβου, αλλά να βγούμε κιόλας αλώβητοι, περήφανοι νικητές.
Οι μελλοθάνατοι στέκονται με το κεφάλι ψηλά και χαιρετίζουν την ομορφιά της ζωής σε όλο της το μεγαλείο…