Υπόμνημα Διαμαρτυρίας Αναπληρωτών Ειδικοτήτων
Μετά την κατάργηση των σχολείων με Ενιαίο Αναμορφωμένο Εκπαιδευτικό Πρόγραμμα (ενός θεσμού που προβλεπόταν να επεκταθεί σε όλη την επικράτεια και να υποστηριχθεί και από κρατικούς πόρους) και την καθιέρωση του Ενιαίου Τύπου Ολοήμερου Δημοτικού Σχολείου με την υπουργική απόφαση που εξεδόθη τον περασμένο Απρίλιο, το τοπίο στη δημόσια εκπαίδευση μεταβλήθηκε δραματικά. Στις «μεταρρυθμίσεις» συμπεριλαμβάνονταν και τα εξής: μείωση των ωρών διδασκαλίας της Πληροφορικής, της Φυσικής Αγωγής, της Μουσικής, των Αγγλικών (με τη διδασκαλία των Γερμανικών και των Γαλλικών να εξαρτάται όχι από τις επιλογές των μαθητών αλλά από τη διαθεσιμότητα του κάθε σχολείου στους αντίστοιχους εκπαιδευτικούς), μείωση των ωρών της Ευέλικτης Ζώνης (που παρείχε μία σειρά βιωματικών δράσεων), κατάργηση της Θεατρικής Αγωγής από την Ε᾽ και ΣΤ᾽ τάξη, κατάργηση της ώρας της Φιλαναγνωσίας.
Η «διάχυση» και οι «ίσες ευκαιρίες» που χρησιμοποιήθηκαν αφειδώς ως επικοινωνιακοί όροι από την ηγεσία του υπουργείου Παιδείας για να δημιουργήσουν εντυπώσεις, αποτελούν, στην πραγματικότητα μύθους. Ας δούμε γιατί:
Για να διαχυθούν τα διδακτικά αντικείμενα σε όλες τις σχολικές μονάδες της χώρας, με επιστημονικό και παιδαγωγικό τρόπο και όχι με προχειρότητα και ως λύση ανάγκης, θα έπρεπε τα σχολεία να στελεχωθούν από το αρμόδιο, έμπειρο και εξειδικευμένο εκπαιδευτικό προσωπικό. Αυτό ορίζει η στοιχειώδης λογική, που στην παρούσα φάση εμφανώς απουσιάζει. Διότι, δυστυχώς, μία δημιουργικά ασαφής παράγραφος που εμπεριέχεται στην υπουργική απόφαση, κατέρριψε κάθε έλλογη προσδοκία: «Η διδασκαλία των γνωστικών αντικειμένων της Αισθητικής Αγωγής, της Φυσικής Αγωγής, των ΤΠΕ και της Ξένης Γλώσσας στο νέο ωρολόγιο πρόγραμμα ανατίθεται σε εκπαιδευτικούς των αντίστοιχων ειδικοτήτων. Σε περιπτώσεις αδυναμίας κάλυψης του προγράμματος από εκπαιδευτικούς των αντίστοιχων ειδικοτήτων, η διδασκαλία των γνωστικών αντικειμένων της Αισθητικής Αγωγής και της Φυσικής Αγωγής δύναται να ανατεθεί σε εκπαιδευτικούς του κλάδου ΠΕ 70. Ειδικότερα για τα 4θέσια και 5θέσια δημοτικά σχολεία η διδασκαλία του γνωστικού αντικειμένου των ΤΠΕ, σε περιπτώσεις αδυναμίας κάλυψης του ωρολογίου προγράμματος από εκπαιδευτικούς της αντίστοιχης ειδικότητας, δύναται να ανατεθεί σε εκπαιδευτικούς του κλάδου ΠΕ 70 οι οποίοι διαθέτουν πιστοποίηση Β᾽ επιπέδου». Πέραν, λοιπόν, των περικοπών και καταργήσεων διδακτικών ωρών από τα παραπάνω μαθήματα, ουσιαστικά απελευθερώθηκε η ανάθεσή τους στους συναδέλφους ΠΕ 70 (δάσκαλοι), οι οποίοι ούτε αρμοδίως είναι καταρτισμένοι ούτε και δύνανται να διδάξουν τα συγκεκριμένα αντικείμενα.
Η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Παιδείας όχι απλώς αγνόησε τις εκκλήσεις της εκπαιδευτικής κοινότητας για απόσυρση της απόφασης που ήγειρε τόσα ζητήματα καταστρατήγησης μορφωτικών δικαιωμάτων των παιδιών και εργασιακών δικαιωμάτων των εκπαιδευτικών, αλλά δεν καταδέχτηκε, εν όψει των προσλήψεων των αναπληρωτών εκπαιδευτικών, να αποστείλει (έστω) μία διευκρινιστική εγκύκλιο που θα προσδιόριζε αυτήν την περιβόητη «αδυναμία κάλυψης». Ο λόγος που απαιτήσαμε να δοθούν διευκρινίσεις ήταν γιατί μέσα στο καλοκαίρι εντοπίσαμε μια σειρά αποκλίσεων στην καταγραφή των λειτουργικών κενών των σχολικών μονάδων: άλλα έδιναν τα σχολεία, άλλα οι Διευθύνσεις, άλλα οι περιφέρειες, άλλα το υπουργείο. Όλη αυτή η ανακολουθία οδηγούσε σε μία και μόνη πιθανότητα, που, δυστυχώς, επιβεβαιώθηκε: ότι η «αδυναμία κάλυψης» θα ερμηνευόταν κατά το δοκούν από τη Διοίκηση (με την ευχέρεια που παρείχε το υπουργείο Παιδείας, γιατί από αυτήν –μη γελοιόμαστε– ξεκίνησαν όλα) και τα μαθήματα της Αισθητικής Αγωγής, της Φυσικής Αγωγής και της Πληροφορικής (με μία απλή πιστοποίηση Β᾽ επιπέδου) θα μοιράζονταν πριν καν υπάρξει πραγματική αδυναμία κάλυψης των αναγκών στους εκπαιδευτικούς ΠΕ 70, ώστε να συμπληρωθούν τα ωράρια και να «θεραπευθούν» υπεραριθμίες (που η ίδια η απόφαση τεχνηέντως δημιούργησε ταλαιπωρώντας και τους ίδιους τους δασκάλους και διαμορφώνοντας ένα αντισυναδελφικό και ανθρωποφαγικό εκπαιδευτικό τοπίο). Διότι κανείς δεν περίμενε να ολοκληρωθούν οι υπηρεσιακές μεταβολές (αποσπάσεις κ.λπ. του μόνιμου προσωπικού), καθώς και οι απαραίτητες φάσεις προσλήψεων των αναπληρωτών: ούτε οι περιφέρειες, ούτε οι Διευθύνσεις ούτε οι Σύλλογοι Διδασκόντων. Είχαν προχωρήσει στην κατανομή ωρών, με αποτέλεσμα τα λειτουργικά κενά να αποδίδονται πλασματικά και όχι βάσει των πραγματικών αναγκών σύμφωνα με την α᾽ ανάθεση στους αρμόδιους εκπαιδευτικούς!
Το περιβάλλον που δημιουργήθηκε με τις πρώτες προσλήψεις αναπληρωτών εκπαιδευτικών ειδικοτήτων (Εικαστικών και Θεατρικής Αγωγής) ήταν χαοτικό: συνάδελφοι έμειναν άνεργοι, διότι στις περιοχές που δήλωσαν στις αιτήσεις τους τα κενά στα μαθήματά τους είχαν συρρικνωθεί και αλλού μηδενιστεί. Άλλοι συνάδελφοι βρέθηκαν, για τους ίδιους λόγους, πολύ μακριά από τους τόπους ενδιαφερόντων τους και άλλοι τοποθετήθηκαν σε 4 ή 5 σχολεία ή δεν έβρισκαν καν σχολεία να τοποθετηθούν αφού τα διδακτικά τους αντικείμενα είχαν ήδη μοιραστεί. Με λίγα λόγια, αυτό το «δύναται να ανατεθούν…» δεν αποτέλεσε, εντέλει την εξαίρεση –που ούτε ως εξαίρεση θα έπρεπε να υφίσταται–, αλλά τον κανόνα! Η δε ανακοίνωση της Πανελλήνιας Ένωσης Σχολικών Συμβούλων που τόνιζε την ανάγκη διδασκαλίας των μαθημάτων από τους εξειδικευμένους εκπαιδευτικούς αγνοήθηκε παντελώς. Η ανακοίνωση περιλάμβανε, μεταξύ άλλων, και τα εξής: «Επικαιροποιεί (σ.σ.: η ΠΕΣΣ) την πάγια θέση της για την ανάθεση των διδακτικών αντικειμένων στις αντίστοιχες ειδικότητες για την αρτιότερη επιστημονική και διδακτική τους προσέγγιση. Οι δεύτερες αναθέσεις, τόσο στην Α/θμια όσο και στην Β/θμια Εκπαίδευση θα πρέπει να πραγματοποιούνται με απόλυτη φειδώ και σε εξαιρετικές περιπτώσεις απομακρυσμένων γεωγραφικών περιοχών, αφού εξαντληθεί κάθε προηγούμενη δυνατότητα…».
Οι δε προσλήψεις άλλων ειδικοτήτων (Αγγλικής, Γαλλικής, Γερμανικής, Πληροφορικής κ.λπ., που ξεκίνησαν εμφανώς καθυστερημένα) είναι τόσο ισχνές, που καθιστούν βέβαιη την ανεπάρκεια στην πλήρωση των κενών, ενώ άλλες προσλήψεις, Μουσικής, Φυσικής Αγωγής π.χ., δεν έχουν καν ξεκινήσει! Αλήθεια, τη γνωρίζει ο κ. Τσίπρας αυτήν την εκπαιδευτική πραγματικότητα;
Όμως το ζήτημα δεν είναι μόνο η απαξίωση των εκπαιδευτικών ειδικοτήτων και των μαθημάτων τους, ούτε μόνο η καταπάτηση κάθε εργασιακού δικαιώματος – είναι, πρωτίστως, η υποβάθμιση της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης. Διότι, μαζί με το μύθο της διάχυσης των αντικειμένων κατέπεσε και ο μύθος των ίσων μορφωτικών δικαιωμάτων των παιδιών: σε άλλα σχολεία τα παιδιά διδάσκονται τα μαθήματα της Καλλιτεχνικής Παιδείας, της Φυσικής Αγωγής και της Πληροφορικής από τους αρμόδιους εκπαιδευτικούς και αλλού όχι. Αλλού, μάλιστα, διδάσκονται τα μαθήματα με πρόχειρο και λανθασμένο τρόπο και αλλού δεν τα διδάσκονται καθόλου, διότι στις ώρες αυτές οι εκπαιδευτικοί ΠΕ 70 συχνά συμπληρώνουν ύλη από άλλα μαθήματα (μαθηματικά, γλώσσα κ.λπ. – αυτή είναι η απογυμνασιοποίηση του δημοτικού σχολείου που ευαγγελίζετο ο κ. Φίλης;).
Προς χάριν των περικοπών, λοιπόν, και ανάλογα με τις διαθεσιμότητες, διαμορφώνεται ένα δημόσιο σχολείο της φτήνιας και της προχειρότητας, ένα σχολείο με βαθιά αντιεπιστημονικό και αντιπαιδαγωγικό χαρακτήρα – αυτό είναι το σχολείο που θέλουμε; Αυτό αξίζουν τα παιδιά; Οι γονείς; Οι εκπαιδευτικοί;
Για όλους τους παραπάνω λόγους, απαιτούμε:
- Να αποσυρθεί η υπουργική απόφαση που καταστρατηγεί τόσο τα μορφωτικά δικαιώματα των παιδιών όσο και τα εργασιακά δικαιώματα των εκπαιδευτικών.
- Να γίνουν επανατοποθετήσεις των αναπληρωτών σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες και τις επιλογές που δικαιούνται και όχι βάσει παρατυπιών και πλασματικών κενών.
- Να πραγματοποιηθεί άμεσα η α᾽ φάση προσλήψεων των ειδικοτήτων που έχουν καθυστερήσει. Να γίνει β᾽ φάση προσλήψεων και να καλυφθούν όλα τα κενά με τις απαραίτητες προσλήψεις αναπληρωτών βάσει της α᾽ ανάθεσης και μόνον.
- Κάθε εκπαιδευτικός να διδάσκει αποκλειστικά το αντικείμενό του. Καμία ανάθεση μαθημάτων σε μη εξειδικευμένους εκπαιδευτικούς.
- Να δημιουργηθούν οι απαραίτητες οργανικές θέσεις στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και να διαχυθούν τα μαθήματα που δεν υπάρχουν στη δευτεροβάθμια.
- Μόνιμους διορισμούς σε όλες τις βαθμίδες, σύμφωνα με τις πάγιες ανάγκες της εκπαίδευσης.
Αναπληρωτές Ειδικοτήτων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης