Ιδέες

Οχτώ μέρες μες στο Μάρτη (με τις νύχτες τους)

By Πρόβατο όχι αρνί & Ma[t]ita Colorata

March 20, 2016

Οχτώ μέρες μες στο Μάρτη, με τις νύχτες τους, είναι πόνος γυμνός. Πόνος χωρίς φτιασίδια, χωρίς τακτ, δίχως πουδραρισμένες εκφράσεις. Είναι πόνος ανηλεής, βάρβαρος, άγριος. Έχει στήσει άμυνες σε κάθε αναλγητικό, σε κάθε κατάπλασμα, σε κάθε μνήμης χάδι. Ξέρει την ανατομία του σώματος κι επιτίθεται στοχευμένα. Στο λαιμό, στα πλευρά, στο κεφάλι, στο στομάχι, στις φτέρνες, στην καρδιά. Οχτώ μέρες μες στον Μάρτη, με τις νύχτες τους, είναι η λέξη από Πι, κάθε λεξικού, που θες να αποφύγεις. Είναι ο ορισμός, το έτυμο, τα συνώνυμα, τα παραδείγματα, η χρήση, η έννοια του ΠΟΝΟΥ.

Οχτώ μέρες μες στο Μάρτη, με τις νύχτες τους, είναι πάτημα με τακούνι πάνω στην πληγή. Είναι ουρλιαχτό σε δωμάτιο κλειδωμένο και ηχομονωμένο. Κανείς δε σ’ ακούει. Μόνος θα φτάσεις το τρέιλερ του θανάτου σου ως το τέλος. Θα φοβηθείς σαν παιδί στο σκοτάδι, θα ‘χεις σπασμούς σαν να κατάπιες δηλητήριο, θα παγώσεις με ανατριχίλα στη μαύρη ανάσα της Μόρας. “Δεν είναι κάτι να αποφύγεις. Κάτι που μπορείς να αποφύγεις”. Οχτώ μέρες μες στο Μάρτη, με τις νύχτες τους, είναι το χειρότερο ταξίδι της ζωής σου. Είναι πλεύση με οβολό στο χέρι και εισιτήριο μιας διαδρομής. Είναι το ανόητα βαφτισμένο αναπόφευκτο και η αμφιβολία σου για το μετά εξαιτίας αυτής της ονοματοδοσίας.

Οχτώ μέρες μες στο Μάρτη, με τις νύχτες τους, είναι η λέξη άλωση εξαιτίας μιας Κερκόπορτας που άφησες ανοιχτή κάτι μήνες πριν. Άλωση του κορμιού σου, του μυαλού σου, της καρδιάς σου. Άλωση χειλιών, μαλλιών, δαχτύλων. Άλωση του χώρου, της σκόνης του, των σκεπασμάτων του, των λουλουδιών στο μπαλκόνι του. Άλωση των αισθήσεων, της μυρωδιάς του λαιμού σου, του μεγαλύτερου δεξιού στήθους σου στην παλάμη μου, της ζαλάδας στη θέα της τάφρου του αφαλού σου, της γεύσης της εν σπασμώ αναβλύζουσας αρμύρας σου. Άλωση των οικείων, των μελανών σε ακουαρέλα σχημάτων, των τυπωμένων πινάκων, των κρεμασμένων κοσμημάτων. Άλωση που καταλήγει σε φωτιά. Κι η φωτιά… είναι πόνος που τσιτσιρίζει.

Οχτώ μέρες μες στο Μάρτη, με τις νύχτες τους, είναι καρφί σκουριασμένο στο μυαλό. Βαθιά, ως τη βάση της λογικής. Αφήνει τη σκουριά του και μολύνει τα πάντα. Τα αχρηστεύει. Ξέρεις, σύντομα θα ‘χουν νεκρώσει, μα δεν έχεις τρόπο να το τραβήξεις έξω. Είναι ο ερχομός της τρέλας χωρίς κανένα καλωσόρισμά της. Είναι η  μία σκέψη, η μόνη σκέψη, η κολλημένη σκέψη. Είναι η ζήλια. Η γαμημένη ζήλια που πονάει όσο τρεις γέννες κι εφτά ακρωτηριασμοί μαζί. Είναι που σκέφτεσαι άσχημα, μόνο άσχημα, για κάποιον που δεν ξέρεις και δε θα γνωρίσεις ποτέ. Θες όμως να μην υπάρχει, να εξαφανιστεί, να πονέσει όσο κι εσύ. Είναι ο πονοκέφαλος που δε φεύγει ούτε με χάπια, ούτε με ροφήματα, ούτε με ξόρκια.

Οχτώ μέρες μες στο Μάρτη, με τις νύχτες τους, είναι μια αναπόληση των όμορφων, ένα συμμάζεμα των κοινών στιγμών, ένα ξεκαθάρισμα των άσχημων, μια απόφαση του από εδώ και πέρα. Είναι μια διελκυστίνδα του «αντέχω-δεν αντέχω», «μπορώ να το διαχειριστώ-δεν μπορώ», «θέλω για πάντα-θέλω για τώρα». Είναι το κάψιμο στα χέρια που τραβάνε το σχοινί. Είναι το αβέβαιο της έκβασης και το απαισιόδοξο για το ξημέρωμα της όγδοης νύχτας. Ο πόνος των αποφάσεων ενέχει το οριστικό στο dna του. Γι’ αυτό και το τρέμουλο στα ακρόχειλα των ανακοινώσεων. Ποιος θέλει το σπάραγμα σύντροφο εφ’ όρου ζωής;

Οχτώ μέρες μες στο Μάρτη, με τις νύχτες τους, είναι πόνος που αναγγέλθηκε από νωρίς. Κορμί που χαράχτηκε με την προεπισκόπησή του, που τρυπήθηκε στην αναμονή του, που σφάχτηκε στην άφιξή του. Είναι πόνος που μετράει και πόνος που ξεχνάει τα νούμερα. Πόνος που αδυνατεί να φτάσει απ’ το ένα στο οχτώ και πόνος που ξέρει ακόμη και τα δευτερόλεπτα των ωρών που απομένουν ως το τέλος του οχτώ. Εν τέλει, οχτώ μέρες μες στο Μάρτη, με τις νύχτες τους, είναι μια πρώτη γεύση θανάτου. Γιατί τι άλλο είναι ο θάνατος αν όχι το να ζεις μόνος· δίχως όποιον ορίζει το «όχι μόνος».

*Η φωτογραφία είναι της Ιωάννας Πετρίτση