Από τον Μιχάλη Κούτρα
Άλλη μια νυχτερινή έξοδος. Άλλη μια ευκαιρία για ψεύτικα χαμόγελα, ψεύτικα βλέμματα, ψεύτικα «εγώ». Συνάντηση με την παρέα έξω απ’ το μπαρ. – Τι έχεις; Δε φαίνεσαι καλά σήμερα. – Καλά είμαι! – Έλα! Πάμε μέσα και θα σου αλλάξει αμέσως η διάθεση! Τα φώτα και η δυνατή αδιάφορη μουσική με ζαλίζουν. Ακούγονται τα πρώτα σχόλια – ίδια, απαράλλαχτα κάθε φορά. « Αυτά που έρχονται κανείς εύκολα τα εικάζει· είναι τα χθεσινά τα βαρετά εκείνα. Και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει.» Σε λίγο έρχονται τα πρώτα ποτά. Θα ακολουθήσει δεύτερος, τρίτος, τέταρτος γύρος… Και μετά αφήνεις το αλκοόλ να μιλάει, να αγγίζει, να νιώθει για’ σένα.
Δεν πίνω γουλιά. Παρατηρώ τους ανθρώπους και χάνομαι στις δικές μου σκέψεις και μελωδίες. Πόσο θα’ θελα να γνωρίσω ένα φίλο, να τον αγκαλιάσω σφιχτά, να με αγκαλιάσει σφιχτά!
Ως εδώ! Πνίγομαι! Φεύγω τρέχοντας από εκεί χωρίς να χαιρετήσω κανέναν. Τέλος οι ευγενικές δειλίες! Οι δρόμοι της πόλης με καλωσορίζουν και μου κρατούν συντροφιά για ώρες. Η περιπλάνηση σταματά ξαφνικά έξω απ’ το γαλλικό ινστιτούτο. Δυο χρόνια μαθημάτων. Δυο χρόνια με την Ελένη… Κοιτάζω τα παράθυρα του κτηρίου και το μόνο που βλέπω είναι εκείνη. Το βλέμμα της διαπεραστικό, όπως και τότε. « Είμαι εσωστρεφής, μοναχική, αλλά κάθε φορά που είμαστε μαζί, κατά κάποιον ανεξήγητο τρόπο, η μοναξιά μου διαλύεται, εξαφανίζεται!» Έβαλα τα χέρια μου στο πρόσωπό της και φιληθήκαμε. Πώς άφησα αυτόν τον άνθρωπο να χαθεί απ’ τη ζωή μου; Γιατί τρομάζουμε τόσο πολύ μπροστά στο αληθινό, στο κάθε τι που μας απομακρύνει από τις βολικές εγωιστικές συνήθειές μας; Είναι τέσσερεις. Δεν μπορώ να την πάρω τηλέφωνο τώρα. Υπομονή ως το πρωί. Πηγαίνω σπίτι και βρίσκω το cd που μου είχε δώσει την τελευταία μέρα των μαθημάτων. Ανοίγοντας τη θήκη, βρίσκω ένα διπλωμένο σημείωμα:
ΣΙΩΠΗ Έγινα νύχτα. Σβήνω τα πάντα. Μόνο τα μάτια σου αφήνω να με οδηγούν στη σιωπή – τη μόνη αλήθεια. Έγινα αστέρι. Αψηφώ κάθε ήττα, κάθε νίκη. Απλώς, λάμπω. Κι όταν η ώρα έρθει, ως μαύρη τρύπα θα κουρνιάσω μέσα σου, να ταξιδεύω σιωπηλά στις ατέλειωτες εκτάσεις της ψυχής σου. Το διαβάζω ξανά και ξανά. Κάθε στίχος, μια αιωνιότητα… Πατάω play και ακούω τη φωνή της: « Το οχτώ είναι το αγαπημένο σου νούμερο. Πλέον, είναι και το δικό μου. Όποτε, λοιπόν, ακούς το όγδοο τραγούδι θέλω να σκέφτεσαι εμάς…»