Από τον Άγγελο Κοντοθάνο
“Στις 23 του μήνα,το πρωί ξεκινήσαμε από την Καστριωτισσα. Πήραμε τον απάνω δρόμο για τις Καταβόθρες (όχι από Μαυρολιθάρι – Γκούρα).Όσο ανεβαίναμε,τόσο το χιόνι γινόταν όλο και περισσότερο. Βγήκαμε από πάνω στις κορυφές, πήραμε μια νέα δύναμη από τον ελεύθερο ορίζοντα. Φτάσαμε κατόπιν στην απλα, στις Καταβόθρες. Αραδιασμένοι κάτω από την σπηλιά, μαύρα σημάδια στην ασπρίλα του χιονιού, μας περίμεναν οι συναγωνιστές,που είχαμε στείλει για τις ρίψεις”.
Kαπετάν Νικηφόρος, «αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης»
Με οδηγό τα γραφόμενα του καπετάν Νικηφόρου και αφού χαραξαμε επί χάρτου τη διαδρομή, βασισμένοι τόσο στη σύγχρονη τεχνολογία όσο και στις διηγήσεις των ντόπιων γερόντων, ξεκινήσαμε την Πέμπτη 27 Απριλίου από την Αθήνα για να τελειώσουμε το οδοιπορικό μας.Η ομάδα αποτελείτο από τους:Άγγελο Κοντοθάνο,πεζοπόρο, με καταγωγή από το Μαυρολιθάρι Φωκίδας και Κατσιαβό Γεώργιο,σπηλαιολόγο, με καταγωγή από την Καστριώτισσα Φωκίδας.
Οροπέδιο
Το απόγευμα της Πέμπτης μας βρήκε στα Δύο Βουνά Φθιώτιδας, όπου μας περίμεναν ο κύριος Νίκος και ο κύριος Βαγγέλης, ο τελευταίος είναι γιος ενός εκ των τσοπάνηδων που επέταξαν τότε οι αντάρτες για να τους οδηγήσουν στο γιοφύρι.
Ο Μπαρμπα-Νίκος μας πρότεινε να ανέβουμε σε κάποια υψώματα για επιτόπια κατόπτευση καθώς θα είχαμε πανοραμική θέα. Ακούραστος παρά τα 80 του χρόνια, μας έδειχνε κάθε λεπτομέρεια της διαδρομής που θα ακολουθούσαμε, επισημαίνοντας ταυτόχρονα και κάθε πιθανό εμπόδιο, από χιόνι έως αρκούδα (!)
Ο Μπαρμπα-Νίκος
Το ξημέρωμα της Παρασκευής ξεκινήσαμε από την πλατεία της Καστριώτισσας. Εφοδιαστήκαμε με διάφορα ντόπια,νόστιμα εδέσματα από το πάντα φιλόξενο “αρχοντικό της Ευανθιας” και ξεκινήσαμε από τα 1130 m με σκοπό τα 1947,στο οροπέδιο της Οίτης.
Αποδείχτηκε δύσκολο εγχείρημα για αυτή την εποχή καθώς το χιόνι ήταν αρκετό σε πολλά ανήλιαγα σημεία. Χρειάστηκαμε 4 ώρες για να φτάσουμε στο οροπέδιο. Η θέα μας όμως πήρε όλη την κούραση.Δυτικα βλέπαμε το Βελούχι (Τυμφρηστό), ανατολικά τον Παρνασσό, νότια την αστραφτερή Γκιωνα και τα περήφανα Βαρδούσια. Κάθε Βουνό είχε τη δική του ιστορία να μας πει.
Η Κατάβαση
Κάναμε το απαραίτητο διάλειμμα και κατηφορίσαμε προς τη Μαυρολιθαρίτικη Καταβόθρα. Εκεί,μετά από 8 ώρες, τελείωσε και η πεζοπορία της πρώτης ημέρας,όπως την έκαναν και οι ανταρτες τότε.
Καταβόθρα
“Φτάσαμε στου Χονδρογιαννη τα πριόνια και ξεφορτωθήκαμε.Οσοι είχαν πάει πριν από εμάς,τους είδαμε βολεύονταν.Θα μέναμε αυτού λοιπόν για τη νύχτα.“Kαπετάν Νικηφόρος, «αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης»
Η αρχική μας σκέψη ήταν να διανυκτερευσουμε κι εμείς στο ίδιο σημείο. Γρήγορα όμως απομακρύνθηκε, καθώς υπάρχουν αναφορές για εμφάνιση λύκου και αρκούδας στην περιοχή και ήμαστε μόνο δύο άνθρωποι. Τη λύση μας έδωσε ο Δήμος Δελφών καθώς παραχωρήθηκε για τις ανάγκες μας, αγροτικό τετρακίνητο όχημα με οδηγό, που ήξερε ανά πάσα στιγμή πού βρισκόμαστε.
Στο δια ταύτα, στις 16:20 φτάσαμε στην είσοδο του σπηλαίου της Καταβόθρας,μας πήρε το όχημα και μεταβήκαμε στο Μαυρολιθάρι για διανυκτέρευση.
Την Κυριακή 29 Απριλίου, κάτω από τον πλάτανο του Μαυρολιθαρίου,η ομάδα συναντήθηκε με νέα σύνθεση και ξεκινήσαμε για το δεύτερο και πιο δύσκολο μέρος. Από Καταβόθρα προς Πλακωτό και έπειτα στο γεφύρι. Ο καιρός ήταν σύμμαχός μας.Ψιλή βροχή και λίγο αεράκι. Ξεκινήσαμε στις 08:05 και στις 11:30 ήμαστε στις πηγές του Γοργοπόταμου.
“Το νερό ήταν μπόλικο, κατέβαινε σπιθίζοντας κι αφρίζοντας.Αυτο ήταν ο Γοργοποταμος,στην αρχή του ακόμα.Αντικρύσαμε τα νερά με λίγο φόβο.“Kαπετάν Νικηφόρος, «αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης»
Πηγές
Συνεχίζει ο Νικηφόρος :
” Στην αρχή είχαμε ίσιο δρόμο. Προχωρούσαμε δυνατά μέσα στα έλατα. Το’παιρνες απόφαση πλέον για τον κίνδυνο. Σώνονταν τα ψέμματα. Ύστερα ολάξαφνα βγήκαμε κατάνακρα στο βουνό και στα έλατα.Πεφτει απότομα η πλαγιά αυτού. Χάος. Κάτω, χαμηλά, ο καμπος της Λαμίας και σου πιάνεται η ανάσα ότι κάποιος σ’έσπρωξε να πέσεις στο γκρεμό. Στα μισά της πλαγιάς είναι ένα πλατωμα σαν μεγάλη βεράντα, το λένε Πλακωτο. “
Εκεί φτάσαμε στις 12:00.Κάναμε πάλι διάλειμμα και βαδίσαμε νοτιοανατολικά προς το γεφύρι. Οι ντόπιοι μάς είχαν πει ότι υπάρχει μονοπάτι που οδηγεί στον δασικό δρόμο, μα εμείς βρήκαμε μόνο την αρχή του. Έχει αλλάξει το ανάγλυφο του τόπου μετά από 75 χρόνια. Κατεβήκαμε σχεδόν κατακόρυφα τη δασωμένη και βραχώδη πλαγιά για ένα χιλιόμετρο περίπου. Η κούραση είχε ήδη βαρύνει τα πόδια και τις πλάτες μας.Όλα όμως εξαφανίστηκαν μονομιάς όταν αντικρύσαμε το γεφύρι. Γίναμε τα μάτια του πρωτοκαπετάνιου Άρη εκείνη τη στιγμή. Ξαποστάσαμε λίγο στα απόκρημνα βράχια, στο επιβλητικό χαώδες φαράγγι και κοιτούσαμε απλά το γεφύρι.
Συνεχίσαμε να κατεβαίνουμε την πλαγιά ώσπου συναντήσαμε το δασικό δρόμο. Περάσαμε μέσα από κοπάδια άγριων αλόγων και βοοειδών που έβοσκαν ελεύθερα στο δάσος. Λίγα χιλιόμετρα πριν φτάσουμε, αντιληφθήκαμε την ύπαρξη μεγάλης κτηνοτροφικής μονάδας στο δρόμο, με τα τσοπανόσκυλα απ’ έξω. Δεν πήραμε το ρίσκο να περπατήσουμε κι άλλο και όπως αποδείχτηκε, ορθώς πράξαμε.
Ειδοποιήσαμε τον οδηγό να έρθει να μας πάρει. Ήταν η πιο σωστή απόφαση που πήραμε καθώς τα σκυλιά (6 ή 7 στον αριθμό) όρμηξαν στο όχημα. Μετά από λίγα λεπτά φτάσαμε στο γιοφύρι και το οδοιπορικό έλαβε τέλος με απόλυτη επιτυχία!
“Και τότε, πατ! πατ! αυλακωσαν το σκοτάδι οι δύο κόκκινες φωτοβολίδες μέσα από το βάθος του ποταμού κι αναπηδήσαμε εκθαμβοι, ότι είχαμε τελειώσει.”Kαπετάν Νικηφόρος, «αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης»
Ανάψαμε κόκκινο καπνογονο, σημάδι ότι κι εμείς είχαμε τελειώσει. 17 ώρες πεζοπορία, 45 χιλιόμετρα περίπου. 75 χρόνια μετά, η ιστορική διαδρομή είχε περπατηθει και πάλι.
Άγγελος Κοντοθάνος, για το Νόστιμον ήμαρ