Από την Αφροδίτη Φανφάρες
το άρωμα από δέρμα στις βιτρίνες
πλάκωσε ασφυκτικά το γιασεμί
πρoοικονομία για την ένδυση της αλμυρής σου σάρκας
φυλλάδια φροντιστηρίων και τα γαμωκοινόχρηστα
για ραβασάκια κάτω απ’ τη πόρτα
κι ο ξεραμένος μου βασιλικός
γωνία στο τέταρτο μπαλκόνι
σημάδι υψηλής αντικοινωνικότητας
και για προβλήματα
που συναθροίζονται κάτω απ’ το χαλάκι
τ΄ακόμη μεγαλύτερα
ό,τι έρωτες προσμέναμε και τελικά δε στέργιωσαν το καλοκαίρι
γιατί »θάλαττα θάλαττα» φωνάζαμε όλοι μας ζομπίστικα
μας έκαναν να σιχαινόμαστε κρύο και χειμώνες
που κάποιος εναγκαλιζομενοανεγκέφαλος συνέδεσε με γούτσου γούτσου
κάποιοι ασθμαίνουμε σαν τα μυρμήγκια
όταν δεν υποφέρουν το βάρος κάποιας φλούδας
λιποθυμάμε για άλλα βάρη
σεπτέμβριος ο μήνας που παρακαλάς τ’ αφεντικό
τώρα που έγραψα για βάρη
θυμάμαι τη χαρά για την καινούργια σάκα
την αδιαμαρτύρητη καμπούρα χρόνων παιδικών
να ξανάχαμε λίγο τέτοια βάρη
ύστερα
τα μολύβια
τα βιβλία που δε δαγκώνουνε
ο ερωτύλος γραφίτης
το βεβιασμένο πάσχισμα για το ξεφύλλισμά τους
οι επιτρεπόμενες μυτιές
στους κάτω των 18
αλλά θα ξαναρχίσουν τα σχολεία
και θα μπερδευόμαστε μες το μετρό
οι εναλλακτικοί με backpack
με τα σχολιαρόπαιδα
έχεις προσέξει πώς ψυχεδελίζονται οι νεολαίοι στα μηνύματα;
ακόμη κι όσοι αγνοούν τα πάθη φωνηέντων;
τα γράμματα που αποκόβουν στα κτητικά
είναι άλλοτε διευκολυντική τεχνολογία
κι άλλοτε διαολεμένη συνειδητοποίηση
κι οι δάσκαλοι μαρκάρουν κι επιπλήττουν με κόκκινο στυλό
διαβήκαμε στη διαπίστωση
που ταύτισε το χρώμα του πάθους
μ’ εκείνο των λαθών
την πρώτη μέρα στο σχολείο
αγχωνόμουν για τα ψέματα που έπρεπε να γράψω για το καλοκαίρι που πέρασε
ακόμα αγχώνομαι
ακόμα πάω σχολείο
ακόμα τον χειμώνα πατώνουμε