Κόσμος

Ουκρανία: Το «άδικο» και το «δίκαιο» αυτού του πολέμου

By N.

February 26, 2022

Κώστας Νάκος

Άλλος ένας πόλεμος. Στην Ευρώπη. Η τραγικότητα ενός πολέμου πολλές φορές ξεχνιέται με επίκληση διάφορων εθνικών ή γεωπολιτικών αναλύσεων. Ας είναι κι έτσι. Αφού είναι γνωστό ότι ο πόλεμος είναι πολιτική, ας προσπαθήσουμε τουλάχιστον οι απόψεις μας να διακρίνονται από κάποιες σταθερές αξίες και όχι από επιλεκτικές καιροσκοπικές στοχεύσεις. Δεν ζητάς σταθερές αξίες βέβαια από τους σύγχρονους βαρβάρους, δεν απευθύνεται σε αυτούς η προτροπή.

Έχουμε λοιπόν πόλεμο στην Ουκρανία. Τα σύννεφα υπήρχαν. Το 2014 και μετά από πολύμηνες ταραχές και το κενό εξουσίας που είχε δημιουργηθεί, βρήκε την ευκαιρία και κατέλαβε την εξουσία ο πολυεκατομμυριούχος Πέτρο Ποροσένκο. Ένα σκουπίδι της πολιτικής που ενθάρρυνε, ενίσχυσε και δυνάμωσε τις ναζιστικές ομάδες, έτσι ώστε αυτές να κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή της Ουκρανίας. Ήταν τότε που δύο περιοχές της Ανατολικής Ουκρανίας, αποτελούμενες στην πλειοψηφία τους από Ρώσους, αποσχίστηκαν και δημιούργησαν τις αποκαλούμενες «Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ». Δύο περιοχές που είναι γνωστές συνολικά ως η περιοχή του Ντονμπάς.

Εδώ και 30 χρόνια ζούμε πλέον στον «αστερισμό» της αυτοδιάθεσης. Έχει μπει στη ζωή μας ως αιτούμενο, ως πρόβλημα, αλλά πολλές φορές και ως πολεμική διένεξη. Η αυτοδιάθεση όμως δεν έχει πάντα τα ίδια χαρακτηριστικά.  Έχει διαφορετικό περιεχόμενο και δυναμική, όταν γίνεται αναφορά σε ένα έθνος και διαφορετικό, όταν πρόκειται για εθνική μειονότητα μιας χώρας. Στην περίπτωση που μια εθνότητα αποτελεί τμήμα ενός ομόσπονδου κράτους, που δεν έχει δηλαδή δική της κρατική υπόσταση, έχει κάθε δίκαιο αν το επιθυμεί, να ζητήσει την αυτοδιάθεσή της. Να ζητήσει την ανεξαρτησία της. Σαφώς και ένα μεγάλο πολυεθνικό κράτος είναι και πιο ισχυρό αλλά και πιο δημοκρατικό με την έννοια της συνύπαρξης λαών. Σαφώς και θα ήταν πιο λογικό τα όποια προβλήματα να αντιμετωπίζονται και να λύνονται στα πλαίσια της ομοσπονδίας, με την ενιαία θέληση και δράση όλων των λαών του συγκεκριμένου κράτους. Αν όμως μια εθνότητα, ένας λαός αισθάνεται καταπιεσμένος και αδικημένος, αν καλώς ή κακώς θελήσει την ανεξαρτησία του, έχει κάθε δημοκρατικό δικαίωμα να τη ζητήσει και να τη διεκδικήσει.

Πράγμα όμως που δεν ισχύει για τις εθνικές μειονότητες. Αυτές εκπροσωπούνται ήδη από ένα ανεξάρτητο κράτος, άρα δεν μπορούν να ζητούν εθνική αυτοδιάθεση, αφού αυτή υπάρχει, αφού το έθνος τους έχει ανεξάρτητη εθνική υπόσταση. Οι όποιες διακρίσεις γίνονται εις βάρος τους αποτελούν ζητήματα προς διεκδίκηση από την πολιτική εξουσία του κράτους στο οποίο ανήκουν. Δεν ζητάς απόσχιση, επειδή αδικείσαι, αλλά παλεύεις για τα δικαιώματά σου, παλεύεις για την ανατροπή της υπάρχουσας κατάστασης μαζί με όλον τον δημοκρατικό πληθυσμό του συγκεκριμένου κράτους. Όσο αυταρχική και να είναι η πολιτική σου εξουσία, αυτό που προέχει είναι η ανατροπή της και όχι η «απόσχισή» σου από το πρόβλημα. Αυτό ισχύει βέβαια και για τους Ρώσους της περιοχή του Ντονμπάς και τις αυτοαποκαλούμενες  «Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ».

Με δύο όμως επισημάνσεις.

Οι σύγχρονοι βάρβαροι δεν έχουν ηθικές αξίες, δεν έχουν όμως έστω μία ενιαία βάρβαρη πολιτική. Στην περίπτωση του Κοσόβου βομβάρδισαν την Σερβία, βομβάρδισαν ένα λαό για την αυτοδιάθεση μιας μειονότητας, για την αυτοδιάθεση ενός τμήματος της σερβικής επικράτειας. Τώρα στην Ουκρανία στρέφονται κατά της αυτοδιάθεσης της ρωσικής μειονότητας και δεν αναγνωρίζουν το δικαίωμα της Ρωσίας να τους αναγνωρίσει ως τέτοιους.

Υπάρχουν βέβαια και αυτοί που στρέφονταν κατά των αμερικάνικων βομβαρδισμών στην Σερβία και που τώρα είναι υπέρμαχοι των ρωσικών βομβαρδισμών στην Ουκρανία.

Και τώρα; Βομβαρδισμό εσείς για το Κόσοβο, βομβαρδισμό εμείς για το Ντονμπάς. Για να σφάζονται οι λαοί…

Κάτι ακόμη. Πώς αλήθεια θα αντιδρούσαν οι ΗΠΑ αν για παράδειγμα η Ρωσία τοποθετούσε πυραύλους στον Καναδά και στο Μεξικό; Αλλά ας αφήσουμε τα «θα». Πώς αντέδρασαν οι ΗΠΑ όταν η ΕΣΣΔ θέλησε να εγκαταστήσει πυραύλους στην Κούβα τον Οκτώβριο του 1962; Ήταν η πρώτη αλλά και η τελευταία φορά, που οι δύο τότε υπερδυνάμεις είχαν έρθει τόσο κοντά σε έναν πυρηνικό πόλεμο.