Του Δημήτρη Αγγελίδη
«Εχω κολλήσει. Δεν μπορώ να πάω μπροστά. Δεν μπορώ να κάνω πίσω. Και εδώ που βρίσκομαι δεν έχω ζωή». Η κατάσταση του 31χρονου Ανβέρ, Κούρδου από το Ιράν, τα δυόμισι χρόνια που βρίσκεται στην Ελλάδα, ιδίως τις τελευταίες δεκαεπτά ημέρες που κάνει απεργία πείνας και ζει σε μια μικρή σκηνή απέναντι από τα γραφεία της Υπατης Αρμοστείας, αποτυπώνει με τον πιο έντονο τρόπο τα αδιέξοδα της ευρωπαϊκής πολιτικής για τους πρόσφυγες και την απουσία πολιτικών κοινωνικής ένταξης των προσφύγων στην Ελλάδα.
Εφυγε σε ηλικία 18-19 ετών από το Ιράν για το Ερμπίλ, την πρωτεύουσα της κουρδικής περιοχής του Ιράκ, χωρίς διαβατήριο, γιατί έπρεπε να είχε πάει πρώτα δυο χρόνια στον ιρανικό στρατό. Η έλλειψη διαβατηρίου δεν του επέτρεψε να κάνει πράξη το όνειρό του, να μεταναστεύσει νόμιμα στον Καναδά.
Αλλά δεν τα κατάφερνε άσχημα και στο Ερμπίλ. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός, βρήκε δουλειά στο αντικείμενό του, με καλό εισόδημα και καλές προοπτικές. Τα προβλήματα άρχισαν όταν το «Ισλαμικό κράτος» κινήθηκε για να καταλάβει την πόλη και ήρθαν ιρανικά στρατεύματα για να την προστατεύσουν.
«Ενιωσα ότι απειλούνταν η ζωή μου. Εφυγα όπως πολλοί, πήγα στην Τουρκία, όπου άκουγα από παντού ότι είναι κακή η κατάσταση για τους πρόσφυγες, και αποφάσισα να έρθω στην Ευρώπη».
Εφτασε στη Σάμο τον Σεπτέμβριο του 2014, σε μια βάρκα με 35 πρόσφυγες. Ανέβηκε στο βουνό για να στεγνώσει τα ρούχα του κι έτσι ξέφυγε από την αστυνομία, που συνέλαβε τους υπόλοιπους. Βρήκε τρόπο να φύγει για την Αθήνα, βρήκε διακινητή και έδωσε τα χρήματα για να μπορέσει να φύγει.
Για μήνες δεν έβγαινε από το διαμέρισμα, από τον φόβο των επιχειρήσεων-σκούπα σε μια αστυνομοκρατούμενη τότε πόλη, όπου η μόνη προοπτική για τους πρόσφυγες ήταν η κράτηση και η απέλαση.
Συνειδητοποίησε ότι τον είχαν ξεγελάσει οι διακινητές και απευθύνθηκε στην Υπατη Αρμοστεία, αναζητώντας νόμιμο τρόπο για να εγκατασταθεί στην Ευρώπη. «Δεν μπορούσα να μείνω εδώ. Τα τελευταία δύο χρόνια στο Ιράκ ήταν κόλαση. Ελεγαν όλοι ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει ζωή, ότι θα ξέμενα εδώ για πάντα, χωρίς δουλειά, χωρίς δικαιώματα, αντιμέτωπος με την απειλή της βίας της Χρυσής Αυγής».
Αναγνωρισμένος πρόσφυγας
Η Υπατη Αρμοστεία τού υπέδειξε να κάνει αίτημα για άσυλο και ο Ανβέρ αναγνωρίστηκε πρόσφυγας στις 19 Μαρτίου 2015. Οταν βγήκαν τα ταξιδιωτικά έγγραφα, έφυγε για την Ιταλία, ζητώντας από την εκεί καναδική πρεσβεία να τον δεχτεί στον Καναδά.
Εκεί ήρθε η πρώτη απογοήτευση. Του ζήτησαν παραπεμπτικό σημείωμα από την Υπατη Αρμοστεία, κάτι που βρίσκεται εκτός της πολιτικής του διεθνούς οργανισμού. Εφυγε για το Καλέ, είδε την απελπιστική κατάσταση και κατέληξε ύστερα από λίγες μέρες στη Σουηδία.
Τον συνέλαβαν. Μετά από τους τρεις μήνες που δικαιούνταν να μείνει στη χώρα βάσει του κανονισμού του Δουβλίνου, τον απέλασαν στην Ελλάδα, παρ’ όλο που το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και τα όργανα της Ε.Ε. κρίνουν ότι δεν πρέπει να επιστρέφονται στην Ελλάδα όσοι ζητούν άσυλο, γιατί παραβιάζονται τα δικαιώματά τους.
Ο Ανβέρ είχε ήδη πάρει άσυλο και αποτελεί νομικά διαφορετική περίπτωση, αλλά η απουσία οποιασδήποτε πολιτικής κοινωνικής ένταξης για τους πρόσφυγες στη χώρα μας καθιστά την επιστροφή του εδώ απάνθρωπη, αν όχι ευθέως αντίθετη στο διεθνές δίκαιο.
Απευθύνθηκε σε οργανώσεις, έκανε κάποιες προσπάθειες να βρει δουλειά, και εξακολουθούσε να ζητά τρόπο να γίνει δεκτός στον Καναδά. «Είναι μια κοινωνία που σέβεται τους ξένους. Δεν παραβιάζουν τα δικαιώματά σου, μπορείς να σπουδάσεις, να δουλέψεις, να ζήσεις, να ευτυχήσεις. Μια ζωή με ειρήνη, ασφάλεια, σταθερότητα. Εδώ δεν υπάρχει τίποτα», λέει.
Ανάγκη να εργαστεί
Για να εξετάσει την περίπτωσή του ο Καναδάς τού ζήτησε και πάλι παραπεμπτική επιστολή από την Υπατη Αρμοστεία, αλλά ο διεθνής οργανισμός επιμένει ότι ο Ανβέρ δεν συγκεντρώνει τις πολύ αυστηρές προϋποθέσεις.
Πηγές της Υπατης Αρμοστείας επισημαίνουν ότι μόνη λύση είναι να βρει στήριξη ο Ανβέρ στην Ελλάδα, να μάθει τη γλώσσα, να βρει οικονομική ενίσχυση και να μπορέσει να εργαστεί. Ωστόσο, η απουσία πολιτικών κοινωνικής ένταξης και η οικονομική κρίση εμποδίζουν τον Ανβέρ να δει οποιαδήποτε προοπτική εδώ.
Λέει ότι θα προχωρήσει και σε απεργία δίψας, όπως είχε κάνει τις πρώτες επτά ημέρες που ζει στη σκηνή του στο πεζοδρόμιο. «Ισως πιστεύουν πως αν βοηθήσουν εμένα, θα έρθουν να ζητήσουν και πολλοί άλλοι βοήθεια. Δεν φταίω όμως εγώ. Δεν μπορώ να δεχτώ να καταστραφεί η ζωή μου επειδή θα ζητήσουν βοήθεια και άλλοι. Η βοήθεια πρέπει να δίνεται σε όλους όσοι τη χρειάζονται. Αυτό σημαίνει ανθρώπινα δικαιώματα», λέει.
efsyn.gr