By Nikos LeFou Pierrot Ziakas
Βαλς. Βάλσαμο. Βαλσαμωμένος.
Πάει καιρός πάνε περίπου 237 λάμπες βολφραμίου κάμποσος Κέιβ πέντε εποχές κι ένας Μπαμπούλας κάτω από το κρεβάτι από τότε που είπες τη λέξη “μαμά” , πάνε κάμποσα προφυλακτικά με κάμποση μοναξιά που βρίσκαμε ο ένας τον άλλον και την αναγνωρίζαμε ένα τέλος του κόσμου που δεν ήρθε ποτέ και τριάντα τρία χτυπήματα στην πόκα για να μάθεις πως η ζωή γράφεται από το τέλος. Πάνε τέσσερα χρόνια που έχει κάτσει στο μπαλκόνι ένας μονόφθαλμος σκύλος με μαύρο πουκάμισο και μου γαυγίζει όταν φοβάται το φευγιό του. Καμιά φορά τον φαντάζομαι πως στη προηγούμενη ζωή του σκύλος ήταν πάλι κι ακολουθούσε τους σκλάβους στους οριζώνες, γι’ αυτό και τώρα πάλι σε σκλάβους γαυγίζει ποιήματα. Όταν πάνε να με φιλήσουν δείχνω τη μια πλευρά μη φανεί η τρύπα απο την άλλη Μη δουν τον κλόουν που θερίζει με σφαίρες τους θεατές κι όσοι τη γλυτώνουν, πηδάνε απο τους εξώστες, ύστερα με ματωμένα παπούτσια κι ένα μπαλόνι στο χέρι που σκάει στη τελευταία προειδοποίηση του μετρό “Προσοχή στο κενό μεταξύ…” Αυθόρμητα ένας πιάνει την τσέπη του ο άλλος τη καρδιά εμάς δεν φτάνουν δυο χέρια κι οι πίσω κάνουν σαν να ψάχνονται παντού. Συνήθως όλοι πάνε απο τον γρηγορότερο δρόμο στο σπίτι αλλά εσύ πώς τα κατάφερες και κάνεις κύκλους μέρες τώρα ; Λοιπόν για να τελειώνουμε μας γαμήσανε τα φράγκα γι αυτο βρες μια δικαιολογία τον καπιταλισμό τον έρωτα ένα ωραιότοπο ψέμα που κανείς δεν θα σε μαλώσει γι’ αυτό Κάποιος έγραψε “Τα ποιήματα τα παρατάμε, δεν τα τελειώνουμε” αλλά πάει καιρός που είσαι ληθοβόλο δέντρο με οκτάωρο ένσημα αριθμό λογαριασμού κι ένα σπιτι στη Θησέως να κάνεις χάζι μόνο τ’ αμάξια που φεύγουν. Τους ανθρώπους…