Οι προσπάθειες για εξομάλυνση σε τοπικό επίπεδο δεν πρόκειται να επιτύχουν έως ότου το Ισραήλ δώσει τέλος στις πολιτικές «εκτόπισης και αντικατάστασης» που ασκεί στην Παλαιστίνη.
- Των Alaa Tartir και Jeremy Wildeman* – AlJAZEERA, 20.11.2020
Μετάφραση: Δώρα Βλάσση
Εκτόπιση και αντικατάσταση
«Εάν θέλω να αντικαταστήσω ένα παλιό κτίριο με ένα καινούριο, πρέπει να κατεδαφίσω προτού οικοδομήσω». – Theodor Herzl, πατέρας της θεμελιώδους Σιωνιστικής ιδεολογίας του Ισραήλ
Πρόσφατα παραδείγματα του αποικιακού προτύπου του Herzl περί εκτόπισης και αντικατάστασης περιλαμβάνουν τις συνεχείς και εκτενείς κατεδαφίσεις σπιτιών στο Wadi Hummus, μίας συνοικίας στη νοτιοανατολική Ιερουσαλήμ η οποία υποτίθεται ότι βρίσκεται υπό τον έλεγχο της Εθνικής Παλαιστινιακής Αρχής, και απειλούν να κατεδαφίσουν 52 σχολεία της Δυτικής Όχθης, όπως το δημοτικό σχολείο Ras al-Tin κοντά στην πόλη Ραμάλα. Πολύ πρόσφατα, οι μπουλντόζες και οι εκσκαφείς του ισραηλινού στρατού κατεδάφισαν το παλαιστινιακό χωριό Khirbet Humsa, αφήνοντας 74 ανθρώπους, περιλαμβανομένων 41 ανηλίκων, άστεγους.
Τέτοιες ενέργειες αποτελούν παραβίαση των Συμφωνιών του Όσλο που υπεγράφησαν μεταξύ του Ισραήλ και της Οργάνωσης για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) το 1993 και το 1995. Παραβιάζουν επίσης ένα σύστημα διεθνούς δικαίου που αναπτύχθηκε κατά την περίοδο άρσης του αποικιοκρατικού καθεστώτος, μιας εποχής αρκετά διαφορετικής από εκείνη του άπληστου ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού όπου έζησε ο Herzl, και απαγορεύει αυστηρά τις κατεδαφίσεις σε κατεχόμενα εδάφη.
Η «εκτόπιση και αντικατάσταση» είναι η λογική βαθύτατου αποκλεισμού πάνω στην οποία λειτουργεί το κράτος του Ισραήλ από την ίδρυσή του. Οι προσπάθειες εκτόπισης των Παλαιστινίων ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τους Ισραηλινούς εποίκους είναι επίσης συνυφασμένες με το καθιερωμένο ισραηλινό πρόγραμμα για υλοποίηση και διατήρηση εθνικής καθαρότητας. Επομένως, παρά τις ελπίδες κάποιων ότι οι λεγόμενες «Συμφωνίες του Αβραάμ» του προέδρου των ΗΠΑ, Donald Trump, ενδεχομένως ανακόψουν την προβλεπόμενη προσάρτηση μεγάλων εκτάσεων της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ, πρόσφατα υπήρξε ανησυχητική αύξηση σε κατεδαφίσεις σπιτιών στην ανατολική Ιερουσαλήμ και σε όλη την παράνομα κατεχόμενη Δυτική Όχθη.
Τριπλή απώλεια για την Παλαιστίνη
Επιπλέον, το Ισραήλ σχεδιάζει να αναγκάσει τους εκδιωχθέντες στο Wadi Hummus να καλύψουν τις δαπάνες για την κατεδάφιση των σπιτιών τους, καθιστώντας την πράξη τόσο εδαφικά όσο και οικονομικά επικερδή. Οι κατεδαφίσεις προσθέτουν ένα επιπλέον βάρος στους πενιχρούς οικονομικούς πόρους των Παλαιστινίων, καθώς η Παλεστίνη υποσχέθηκε να αποζημιώσει όλες τις οικογένειες που έχασαν τα σπίτια τους κατ’ αυτόν τον τρόπο. Συνολικά, αυτές οι πράξεις αποτελούν τριπλή απώλεια για τους Παλαιστινίους, σε μια οικονομία που συρρικνώνεται εν μέσω πανδημίας και με τη λήψη μικρότερης ενίσχυσης, η οποία θα τη βοηθούσε να ανασάνει.
Οι έντονα διατυπωμένες δηλώσεις από τη διεθνή κοινότητα που ζητούσαν από το Ισραήλ να διακόψει τα σχέδια προσάρτησής δεν μετατράπηκαν σε οποιαδήποτε δράση. Οι απειλές της παλαιστινιακής ηγεσίας για λήξη της συνεργασίας για την ασφάλεια με το Ισραήλ, καθώς και για προσέγγιση διεθνών οργανισμών δικαιοσύνης ως απάντηση στις ενέργειες του Ισραήλ στο Wadi Hummus, επίσης αποδείχθηκαν κενές. Στο μεταξύ, η καταστροφή συνεχίζεται στην Παλαιστίνη.
Εκτίμηση των συνεπειών
Οι συνεχείς κατεδαφίσεις στο Wadi Hummus, και πιο πρόσφατα η περίπτωση του χωριού Khirbet Humsa, υπογραμμίζουν την ανάγκη για δημιουργία πρόσθετων μέσων που θα τεθούν στη διάθεση των Παλαιστινίων ώστε να καταγράψουν καλύτερα τη ζημιά που προκλήθηκε εις βάρος τους και, στη συνέχεια, να την καταγγείλουν. Επίσης, ενισχύουν την ανάγκη να καταγραφεί και να αποκαλυφθεί σε διεθνές επίπεδο το κόστος του αποικισμού. Κάτι τέτοιο υπερβαίνει την εκτίμηση αποκλειστικά του οικονομικού κόστους συναλλαγών για το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) και το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΕ) της ισραηλινής κατοχής, στην οποία έχει ήδη προβεί η Παγκόσμια Τράπεζα δεδομένου ότι τέτοιες προσπάθειες που εστιάζουν στην οικονομία αγνοούν το ανθρώπινο στοιχείο.
Η Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD) και η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τη Δυτική Ασία (UN-ESCWA) πρόσφατα ανέφεραν σημαντική πρόοδο όσον αφορά την καταγραφή και την έκθεση του πραγματικού κόστους της ισραηλινής αποικιοκρατίας και κατοχής στην Παλαιστίνη. Εντούτοις, αυτές οι προσπάθειες πρέπει να διευρυνθούν. Κάτι τέτοιο περιλαμβάνει την προσέγγιση περισσότερων Παλαιστίνιων αναλυτών, οι οποίοι είναι πολλοί και είναι καλύτερα εφοδιασμένοι εν συγκρίσει με εξωτερικούς εμπειρογνώμονες για να εκτιμήσουν το εν λόγω κόστος. Οι προαναφερθείσες προσπάθειες πρέπει επίσης να περιλαμβάνουν την καταγραφή και την κοινοποίηση εξατομικευμένων εμπειριών από τα θύματα της ισραηλινής αποικιοκρατίας. Κάθε αναφορά που αγνοεί τα ψυχικά και συναισθηματικά τραύματα, μόνο και μόνο επειδή δύσκολα μεταφράζονται σε αριθμούς ή επειδή η αναγνώρισή τους προκαλεί δυσφορία, θα παραμένει κοντόφθαλμη και ανώφελη.
Αυτές οι πληροφορίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την επιβράδυνση της επίδρασης της αποικιοκρατίας και για τον σχεδιασμό μιας μελλοντικής ανάκαμψης. Είναι πολύ σημαντικό να τονιστεί ότι κάτι τέτοιο χρειάζεται να συνοδεύεται από δράσεις από τη διεθνή κοινότητα ώστε να δοθεί ένα τέλος στην πιο εκτεταμένη εκτόπιση και αντικατάσταση. Αυτό το βήμα αποτελεί τον μόνο δυνατό τρόπο να καθοριστούν επιτέλους οι όροι με τους οποίους οι Παλαιστίνιοι θα δημιουργήσουν θεσμούς, θα καλλιεργήσουν μια σταθερή οικονομία και θα βελτιώσουν την κοινωνική τους ευημερία. Είναι επίσης ένα επιτακτικό βήμα καθώς ο αποικισμός δεν πρέπει να κανονικοποιείται, να υποστηρίζεται ή να συντηρείται σε έναν κόσμο που κυβερνάται από το διεθνές δίκαιο. Επιπλέον, ο τερματισμός του προτύπου της εκτόπισης και της μετακίνησης από το Ισραήλ είναι σημαντικός για την ειρήνη και τη σταθερότητα σε τοπικό επίπεδο.
Η κάλυψη του Ισραήλ από την διεθνή κοινότητα
Οι πιο ισχυροί φορείς της διεθνούς κοινότητας επιλέγουν να δικαιολογήσουν και να εκλογικεύσουν τα εγκλήματα του κράτους του Ισραήλ κατά των Παλαιστινίων αντί να το καταστήσουν υπόλογο για τον συνεχιζόμενο αποικισμό του στην Παλαιστίνη. Ως εκ τούτου, οι ισραηλινές πολιτικές που παραβιάζουν κατάφωρα τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές δίκαιο αρχίζουν να θεωρούνται «φυσιολογικές» ή και «δίκαιες». Ο αποικισμός είναι μία από τις πιο εύκολα αναγνωρίσιμες μορφές καταπίεσης στον κόσμο. Παρόλ’ αυτά, μέχρι σήμερα, η διεθνής κοινότητα δεν έχει αναγνωρίσει πραγματικά την αποικιακή φύση της κατοχής του Ισραήλ και του επέτρεψε να παραβιάζει το διεθνές δίκαιο χωρίς να τιμωρηθεί. Συνεπώς, το Ισραήλ συνεχίζει την επέκτασή του σε ό,τι έχει απομείνει από την Παλαιστίνη, υπονομεύοντας μια βασική αρχή του διεθνούς δικαίου η οποία απαγορεύει στα κράτη να καταλαμβάνουν γη με τη βία.
Τα σχέδια για εξομάλυνση σε τοπικό επίπεδο, όπως οι Συμφωνίες του Αβραάμ, εξυπηρετούν μόνο τη στήριξη για περισσότερη αποικιακή προσάρτηση, και ακόμη περισσότερες περιπτώσεις όπως αυτές των χωριών Wadi Hummus και Khirbet Humsa. Αν δεν προηγηθεί αποφασιστικότητα ώστε το Ισραήλ να καταστεί υπόλογο για τις αποικιακές του πολιτικές και την παράνομη κατοχή, οι προσπάθειες εξομάλυνσης δεν θα οδηγήσουν σε ειρήνη σε τοπικό επίπεδο, σίγουρα όχι για εκατομμύρια Παλαιστινίους.
* Ο Alaa Tartir είναι ο διευθυντής προγράμματος του Al-Shabaka: the Palestinian Policy Network.
** Ο Δρ. Jeremy Wildeman είναι Αναπληρωτής Ερευνητής στο Τμήμα Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, στο Πανεπιστήμιο του Μπαθ.