Tην ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας απαγορεύει μέχρι τη Δευτέρα 1 Φεβρουαρίου 2021 όλες τις συναθροίσεις άνω των εκατό ατόμων. Απόφαση που δεν φαίνεται να ξαφνιάζει, αναλογιζόμενοι ότι πρόκειται για τη μόνη κυβέρνηση κατά τη διάρκεια των μεταπολιτευτικών χρόνων, η οποία, σε μηνιαία βάση, εκδίδει γενική απαγόρευση αναστολής του άρθρου 11 του Συντάγματος με διαταγή της αστυνομίας.
Η εν λόγω γενική απαγόρευση συναθροίσεων δεν έχει “καμία σχέση με υγειονομικά μέτρα, καμία σχέση με τη δημόσια υγεία. Πρόκειται για πολιτική απαγόρευση απέναντι στο διογκούμενο φοιτητικό κίνημα”, σχολιάζει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο νομικός Θανάσης Καμπαγιάννης, κάνοντας παράλληλα λόγο για “κυβέρνηση διαρκούς συνταγματικής εκτροπής”.
Μόνο ως “απάντηση” ορμπανικού τύπου μπορούμε να ερμηνεύσουμε τη στάση της κυβέρνησης, σχολιάζουν στο “Κοσμοδρόμιο” μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας. Μια “απάντηση” που έρχεται λίγα εικοσιτετράωρα μετά και την επίσημη τοποθέτηση πανεπιστημιακών φορέων, όπως η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων η οποία πρόσφατα διατράνωσε την αντίθεσή της στην ίδρυση αστυνομικού σώματος στα ΑΕΙ, χαρακτηρίζοντας το μέτρο “γραφειοκρατικό και εν πολλοίς μη υλοποιήσιμο”.
“Η παρουσία της Αστυνομίας δεν συνάδει με την ακαδημαϊκή λειτουργία και τους κανόνες των Πανεπιστημίων αλλά και την κεκτημένη ελεύθερη διακίνηση προσώπων και ιδεών, όπως τα γνωρίζουμε από το 1974 και μετά”.
Τριαντάφυλλος Αλμπάνης, Πρύτανης Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
Η απόφαση της Συγκλήτου απορρίπτει την “υιοθέτηση μέτρων που υπονομεύουν το κλίμα ακαδημαϊκής ειρήνης, την ιδιωτικότητα, τις ελευθερίες και τα ακαδημαϊκά δικαιώματα”, ενώ δηλώνει αντίθετη και με τη θεσμοθέτηση ειδικών πειθαρχικών μέτρων που βρίσκονται εκτός των εγκεκριμένων από τις Συγκλήτους των πανεπιστημίων ισχυόντων εσωτερικών κανονισμών, καθώς έτσι παραβιάζεται το αυτοδιοίκητο των ιδρυμάτων.
“Το πρόβλημα των Πανεπιστημίων είναι η υποχρηματοδότηση και η υποστελέχωση. Κάθε ακαδημαϊκό έτος ξεκινάει με ελλειμματικό προϋπολογισμό, όταν μόνο τα λειτουργικά έξοδα καλύπτουν το 70% της χρηματοδότησης”, τονίζει ο κ. Αλμπάνης μιλώντας στην συνάδελφο Διαλεκτή Αγγελή.
Σε αυτό το πλαίσιο, της χρόνιας υποχρηματοδότησης κι εν τέλει της απαξίωσης του δημόσιου Πανεπιστημίου, ειδικά τα μνημονιακά χρόνια, έρχεται να προστεθεί και η απειλή (με το μανδύα της νομοθετικής πρόβλεψης) για δημιουργία ασφυκτικών οικονομικών συνθηκών στα ιδρύματα που δεν συμπλέουν με τις προωθούμενες από την κυβέρνηση ρυθμίσεις σχετικά με τη σύσταση Μονάδας Ασφαλείας και Προστασίας, αλλά και με το σύστημα ελεγχόμενης πρόσβασης.
Παρόμοια στάση υιοθέτησε και η Σύγκλητος του εμβληματικού ΕΜΠ, για την οποία η διάρθρωση αστυνομικού σώματος εντός των ΑΕΙ “θέτει σε αμφισβήτηση τις βασικές ελευθερίες του ακαδημαϊκού χώρου”.
Στάση η οποία, μάλλον δεν βρίσκει σύμφωνο τον πρύτανη του ιδρύματος, ο οποίος την περασμένη εβδομάδα εγκαλούσε τους συλλόγους εργαζομένων και φοιτητών για τις πρωτοβουλίες τους, καλώντας τους να “αναλάβουν την πλήρη ευθύνη των σοβαρών συνεπειών που μετά βεβαιότητος θα προκληθούν”, αν συνεχίσουν να επιμένουν “σε μια μονομερή ενέργεια, που αντιβαίνει σε νόμους και κανόνες”.
Τέλος, τη ριζική αντίθεσή της στο υπό ψήφιση νομοσχέδιο εξέφρασε μέσω ψηφίσματος και η Γενική Συνέλευση του Συλλόγου Μελών ΔΕΠ του Ελληνικού Μεσογειακού Πανεπιστημίου, ενώ “όχι” είπαν και δέκα σύλλογοι πανεπιστημιακών δασκάλων σε πρόσφατη διαδικτυακή συνάντηση.
Αυτά, αναφορικά με το ρεπορτάζ των τελευταίων ημερών.
Στο άλλο μεγάλο μέτωπο, το αμιγώς πολιτικό η κυβέρνηση επιμένει ότι η δημιουργία ειδικού σώματος πανεπιστημιακής αστυνομίας είναι σύμφωνη με τα “ευρωπαϊκά και διεθνή πρότυπα”.
Αντίθετος με αυτό το επιχείρημα είναι ο Αντώνης Τζανακόπουλος, αναπληρωτής Καθηγητής Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου, στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης. “Τέτοιο σώμα πανεπιστημιακής αστυνομίας δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο εκτός από τις ΗΠΑ και τον Καναδά”, λέει στο “Κοσμοδρόμιο”, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι “ακόμη και η Οξφόρδη, που είχε τέτοιο σώμα ιστορικά από το 1829, το κατήργησε το 2003 ως αναχρονιστικό, αφού περιοριζόταν σε 40 άτομα και δεν έκανε τίποτα περισσότερο από τους υπαλλήλους φύλαξης του Πανεπιστημίου”.
Αυτό δεν σημαίνει ότι τασσόμαστε με την “ανομία” ή και “υποστηρίζουμε τους μπάχαλους”, συνεχίζει ο καθηγητής, ενώ διευκρινίζει ότι “φύλαξη και αστυνομία δεν είναι το ίδιο πράγμα”. Για τον κ. Τζανακόπουλο, η φύλαξη του ελληνικού πανεπιστημίου μπορεί να επιτευχθεί μεταξύ άλλων με την ανάθεση αυτής της αρμοδιότητας σε υπαλλήλους του πανεπιστημίου, όπως μας διαβεβαιώνει ότι συμβαίνει στην Οξφόρδη.
Παρόμοια εικόνα μεταφέρει στο “Κοσμοδρόμιο” και ο Άρης Καλαντίδης, πολεοδόμος και καθηγητής Αστικής Διαχείρισης στο Μάντσεστερ και επισκέπτης καθηγητής στο New York University του Βερολίνου.
“Στην Ευρώπη, η φύλαξη των ιδρυμάτων έχει ανατεθεί είτε στους υπαλλήλους των πανεπιστημίων, είτε σε εταιρείες security”, αναφέρει, επισημαίνοντας εξίσου την εξαίρεση των ΗΠΑ στη “διεθνή σφαίρα” “για προφανείς λόγους”.
Στο ερώτημα σχετικά με την κάρτα εισόδου, ο κ. Καλαντίδης διευκρινίζει ότι στην Αγγλία, έχεις το δικαίωμα της ελεύθερη εισόδου στο χώρο του πανεπιστημίου, πλην του χώρου όπου βρίσκονται τα γραφεία των διδασκόντων. Στα δημόσια πανεπιστήμια της Γερμανίας πάλι, δεν υπάρχει κανένας απολύτως περιορισμός στην ελεύθερη είσοδο και κίνηση εντός των ΑΕΙ.
Σε ό, τι αφορά το πειθαρχικό δίκαιο για τους φοιτητές (που η κυβέρνηση θέλει να αυστηροποιήσει), ο Έλληνας ακαδημαϊκός δεν δηλώνει αντίθετος στην έννοια του πειθαρχικού οργάνου, αρκεί αυτό να ελέγχεται από άτομα της πανεπιστημιακής κοινότητας και, το κυριότερο, να περιλαμβάνει και φοιτητές στις τάξεις του.
Δεν αμφιβάλλει κανείς ότι η φύλαξη των ελληνικών πανεπιστημίων είναι σημαντική, λέει ο Άρης Καλαντίδης. “Όμως, αν ιεραρχήσεις τα προβλήματα, θα δεις ότι η ετήσια υποχρηματοδότηση είναι το βασικό πρόβλημα”. Επομένως, καταλήγει, ενώ αυτό το πρόβλημα δεν έχει επιλυθεί από όλες τις κυβερνήσεις, το νέο κυβερνητικό νομοσχέδιο, έρχεται να δημιουργήσει γενικά “μια ατμόσφαιρα καταστολής και συνεχούς φόβου· μια κατάσταση ότι είσαι πάντα ύποπτος. Κύριο χαρακτηριστικό των αυταρχικών καθεστώτων”.
Για την Δέσποινα Σίνου, επίκουρη καθηγήτρια Πανεπιστημίου Sorbonne Paris Nord και ποιήτρια: το νομοσχέδιο για την ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας, φαντάζει από την πλευρά της γαλλικής εμπειρίας ως το πιο σύντομο ανέκδοτο.
“Ο ισχύων νόμος, που περιλαμβάνεται στο άρθρο L712-2 του Κώδικα της Εκπαίδευσης, εξασφαλίζει το απαραβίαστο των πανεπιστημιακών χώρων στους οποίους διεξάγεται η επιστημονική έρευνα και διδασκαλία, η λεγόμενη ακαδημαϊκή λειτουργία, από κάθε μορφής επέμβαση των σωμάτων ασφαλείας, με τη δυνατότητα αυτή να δίνεται κατ’ εξαίρεση και κατόπιν εντολής των πρυτανικών αρχών”.
Δέσποινα Σίνου, επίκουρη καθηγήτρια Πανεπιστημίου Sorbonne Paris Nord
Ακόμη κι όταν η κυβέρνηση Μακρόν, τον περασμένο Νοέμβριο επιχείρησε να υποσκάψει τη θέση των πανεπιστημίων ως δημόσιου λειτουργού, καταθέτοντας νόμο για την ανώτατη εκπαίδευση και την έρευνα που θέσπιζε την δίωξη ενός νέου αδικήματος, αυτό της “διατάραξης της ησυχίας και της τάξης”, βρήκε απέναντι της το Συνταγματικό Συμβούλιο που ακύρωσε προ ολίγων ημερών την επίμαχη διάταξη.
“Σε ένα ουσιαστικό κράτος δικαίου, το θεσμοθετημένο αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων προϋποθέτει και επιβάλλει τη δυνατότητα ελέγχου των ενδεχόμενων παραβιάσεων του ακαδημαϊκού χώρου από την ίδια την ακαδημαϊκή κοινότητα, χωρίς έξωθεν παρέμβαση”, λέει η κυρία Σινού. Σημειώνοντας ακόμη ότι “το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο στη Γαλλία –και στην Ελλάδα– είναι και επαρκές και ικανό να παρέχει την πολυπόθητη ασφάλεια, με την ανάθεση της φύλαξης των πανεπιστημιακών χώρων είτε σε ειδική κατηγορία διοικητικού προσωπικού (δημοσίων υπαλλήλων) είτε σε ιδιωτικούς φορείς που παρέχουν αντίστοιχες υπηρεσίες (security)”.
Τέλος, σε ό, τι αφορά την κάρτα εισόδου, η οπτική της συμφωνεί με την εικόνα που έδωσαν κι άλλοι ακαδημαϊκοί- γνώστες της κατάστασης που επικρατεί στα γαλλικά ΑΕΙ. Η πρακτική της επίδειξης φοιτητικής ταυτότητας, δηλαδή, μπορεί να εφαρμόστηκε την περίοδο μετά τα αιματηρά τρομοκρατικά χτυπήματα (2015-2016), σταδιακά όμως εγκαταλείφθηκε. Σήμερα, στα γαλλικά πανεπιστήμια, μπορεί να εισέλθει χωρίς κανέναν περιορισμό, όποιος το επιθυμεί.
Επομένως, έπειτα κι από το ψήφισμα συμπαράστασης τού ενός εκ των τριών σωματείων εργαζομένων του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης προς τους Έλληνες συναδέλφους τους και τους φοιτητές, γιατί η κυβέρνηση συνεχίζει να φέρνει τη “διεθνή πραγματικότητα” στα δικά της μέτρα;
Ίσως, γιατί, η πολιτική της απαξίωσης του δημόσιου πανεπιστημίου κι από κοντά το “τάισμα” των ινστιτούτων τεχνικής κατάρτισης και των κολεγίων, μπορεί να… καλλωπιστεί μόνο μέσα από το απροκάλυπτο ψεύδος και την ωμή καταστολή. Ακόμη κι αν κανένα από τα “διεθνή” επιχειρήματα της Ανδρέα Παπανδρέου 37 δεν ακουμπά στην πραγματικότητα. Στην προκείμενη περίπτωση, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα…