Του Γιάννη Δημογιάννη
Αν συμβαίνει να αντιμετωπίζεις σοβαρό χρόνιο νόσημα, η εμπλοκή σου με τα φάρμακα φτάνει συχνά στο σημείο να γίνεται καταναγκαστικά, το μείζον θέμα της καθημερινότητάς σου. Η Ζωή, βλέπεις, αποφάσισε μία μέρα, ερήμην σου, πως – εντελώς αναπάντεχα, και για λόγους που δεν είναι πάντοτε σαφείς – ότι το εργοστάσιο σου δεν θα ’ναι ποτέ, ξανά, αυτόνομο και αυτάρκες στη λειτουργία του. Απεναντίας, θα λειτουργεί, εφ όρου ζωής, φαρμακευτικά υποβοηθούμενο. Λες και γύρισε κάποτε, ανάστροφα η πυξίδα της Τύχης και εσύ να υποχρεούσαι στο υπόλοιπο του γήινου χρόνου σου να καταναλώνεις άπειρα, χρωματιστά κουφέτα, προκειμένου να παραμείνεις – αβέβαιο πώς και για πόσο – σώος, κι ασφαλής, επάνω στη σχεδία των ονείρων σου. Μόνο, που ετούτα τα νέα σου όνειρα, όπως και η ευτυχία που αυτά κουβαλούν, το αισθάνεσαι με πίκρα πως δεν έχουν πια, ούτε τη διαύγεια, ούτε την ενέργεια ή έστω τον δυναμισμό, που συνήθως εκπέμπουν οι ανθρώπινες προσδοκίες. Εσύ, όμως, μόνος και αβέβαιος για το αύριο, ξέρεις, πως δε διαθέτεις πλέον, άλλη, διαθέσιμη, εναλλακτική επιλογή. Απλά, με τον καιρό συμφιλιώνεσαι με την ιδέα του «αμετάκλητου» και περιμένεις σε μία γωνία της καρδιάς σου, φοβισμένος, μπορεί και διχασμένος, σχετικά με το νόημα και την αξία που θα έχει στο μέλλον, ακόμη και η ίδια η επιβίωση σου. Οι ερωτήσεις, απαράλλαχτες, στο Βασίλειο της οδύνης, κι ο απόηχός τους, γνώριμος: «Θα την βγάλω, άραγε, καθαρή; Πόσο θ’ αντέξω; Αυτό που θα ζω στην καθημερινότητά μου θα είναι όντως ζωή ή μήπως κάποια προσομοίωσή της, σε εργαστήριο φαρμακολογίας; Πρωτίστως, θα καταφέρω να ζήσω με αξιοπρέπεια και τι θα περισσέψει σ’ ετούτη τη μάχη, από τον εαυτό και το σώμα μου; Κοντολογίς, θ’ αξίζει αυτό το υπόλοιπο της αφαίρεσης να λέγεται Άνθρωπος;»
Το ακόλουθο παράδειγμα υπηρετεί τις ανάγκες της συζήτησης και γι’ αυτό, το επικαλούμαι. Εξάλλου, όσον αφορά τα νούμερα, οι φαρμακευτικοί δείκτες μπορούν ν’ αντιπροσωπεύουν ταυτοχρόνως και τον οποιοδήποτε, άλλο χρόνιο πάσχοντα. Αν περιοριστώ, λοιπόν, ενδεικτικά στο τρέχον πρόγραμμα νοσηλείας, μετά από 28 χρόνια καταναγκαστικής συνύπαρξης με την πάθησή μου, είμαι καθημερινά υποχρεωμένος να καταναλώνω 20 τουλάχιστον χάπια (μαζί και τα συμπληρώματα διατροφής), αν θέλω, βεβαίως, το εργοστάσιο μου να λειτουργεί στοιχειωδώς ικανοποιητικά. Αν τώρα, ενδιαφερόμαστε για μία ακριβέστερη καταγραφή των μεγεθών και της σοβαρότητάς των φαρμακευτικών μεγεθών, τότε ένας ταπεινός πολλαπλασιασμός αρκεί, για να προκαλέσει καλπάζοντα Ίλιγγο… Κρατώντας σαν μέσο όρο χρήσης, τις ισχύουσες δοσολογίες, εύκολα διαπιστώνεις πως το 48χρονο εργοστάσιό μου γνωρίζει σπάνιες συγκινήσεις: 20 χάπια ημερησίως x 30 μέρες (ο μήνας) x 12 μήνες (ο χρόνος) x 28 φορές (τα χρόνια της πάθησης), το κοντέρ γράφει: 201,600 χάπια, χαλαρά!!!
Φαντάσου, επομένως, να πρέπει να καταναλώσεις σ’ όλη την ενήλικη ζωή σου, 200.000 περίπου χάπια, προκειμένου να συντηρηθείς, έστω και υποτυπωδώς, στο προσκήνιο του βίου. Χάπια που, υποτίθεται, σού υπόσχονται την ανακούφισή από τα δεινά που σε βρήκαν ευάλωτο κι ανυπεράσπιστο, αλλά που, στην πορεία των πραγμάτων, σε κάνουν να νιώθεις περισσότερο ευάλωτος και ανυπεράσπιστος, όσο ποτέ. Ολάκεροι ωκεανοί φαρμάκων – κάθε λογής, τοξικότητας, ασφάλειας ή επικινδυνότητας – που επιτακτικά θέτουν το επόμενο καίριο ζήτημα: «ποιά θα είναι από εδώ και στο εξής η ποιότητα ζωής μου καθημερινά;» Γιατί η αλήθεια αποκαλύπτει, αλλά και η εμπειρία επιβεβαιώνει πως η ποιότητα ζωής των χρονίως πασχόντων, στις περισσότερες περιπτώσεις, επιβαρύνεται διαρκώς, εξαιτίας μίας σειράς παρενεργειών, που κυριολεκτικά παραμορφώνουν την εικόνα ενός φυσιολογικού ανθρώπου. Και η διαταραχή αυτής της φυσιολογικότητας συνιστά ένα θέμα, που επιβάλλεται να ευαισθητοποιήσει το σύνολο της κοινωνίας.
Το φαινόμενο των παρενεργειών είναι προφανώς, εκτός από σύνθετο, και συνάμα διφορούμενο. Συνήθως, παίρνεις ένα φάρμακο, γνωρίζοντας εξ αρχής, πως, μαζί με το όφελος, θα επωμιστείς αναπόφευκτα και τις όποιες πιθανές παρενέργειες του. Το θέμα είναι τί κάνεις, όταν τα φάρμακα που απευθύνονται ιδίως σε χρόνιες παθήσεις, έχουν, επί το πλείστον, τόσο «σκληρό», επιθετικό προφίλ, ώστε – ενώ από τη μία πλευρά φαίνονται να επιτυγχάνουν κάποιο ευεργετικό αποτέλεσμα – από την άλλη, σε εγκλωβίζουν σ’ έναν πραγματικό κυκεώνα. Διότι, σίγουρα μπορείς να χρησιμοποιείς εύκολα και ανώδυνα, κάποιο «ασφαλές» χάπι, όμως δύσκολα και επώδυνα το αποδέχεσαι, όταν, κατά βάθος, ξέρεις πως καταβροχθίζεις έναν μικρό, τοξικό πύραυλο. Φαντάσου τώρα να γνωρίζεις πως το στομάχι σου έχει, ήδη, «αφομοιώσει» 201,600 τέτοιους τοξικούς πυραύλους, μπορεί και περισσότερους! Γιατί μέχρι και μία «αθώα» κάψουλα αναλγητικής δράσης, μπορεί, μετά από τόσες χιλιάδες επαναλήψεις, να αποβεί θανάσιμα τοξική, έως και αυτή. Πόσο δε μάλλον, αν η φόρμουλά του φαρμάκου είναι επιβαρυμένη με ανάλογες, ανησυχητικές ενδείξεις. Εν ολίγοις, άλλο πράγμα είναι να παίρνεις για 40 χρόνια, κάθε βράδυ, βαλεριάνα, και άλλο πράγμα να χαπακώνεις αβέρτα, τα τοξικά κατάλοιπα της θεραπείας σου: επιληπτικά, ανοσοκατασταλτικά, ναρκωτικά παυσίπονα, ψυχιατρικά κ.ο.κ. Τότε, ακόμη και οι παρενέργειες ενός μήνα μπορεί να κοστίσουν ακριβά στην υγεία και την ισορροπημένη λειτουργία της υπόστασης.
«Υπερβάλλεις», ίσως ν’ αντιτείνεις. «Όσο δυσάρεστες να είναι οι παρενέργειες, μπορεί κάπως να γίνουν ανεκτές, υποφερτές! Η αϋπνία – για παράδειγμα – η αύξηση του βάρους, η κόπωση, μία παροδική δυσκοιλιότητα δεν είναι, δα, και για θάνατο.» Η ένσταση ευλογοφανής – το παραδέχομαι – πλην όμως στις χρόνιες παθήσεις, οι παρενέργειες δεν είναι ποτέ τόσο ανώδυνες, ένα γραφικό «ράβε, ξήλωνε». Αντιθέτως, πρόκειται συχνά για σοβαρές, τοξικές επιπτώσεις σε βάρος της υγείας μας, που ενεργοποιούνται από μία σειρά ευρέως διαδεδομένων φαρμάκων, απολύτως ικανών να μεταλλάσσουν ζωτικά όργανα και λειτουργίες, κατά τρόπο επικίνδυνο, και ενίοτε, μη αναστρέψιμο. Ο τρόπος γνωστός και περιέργως, αμετάβλητος. Διεισδύουν αρχικά σ’ ένα λαφυραγωγημένο κάστρο – με πρόθεση, υποτίθεται, να το κρατήσουν αλώβητο – αλλά, αφού καταλύσουν όσες δυνάμεις, δυνατότητες και αντοχές περίσσεψαν στους ενοίκους του, αφήνουν πίσω τους, κάτι συφοριασμένες παράγκες. Αναγκασμένος, άρα, να επιβιώνεις σε παρόμοια παραπήγματα και όχι στο οικείο και φιλόξενο σπιτάκι τού έως χθες φυσιολογικού εαυτού σου, είναι ν’ αναρωτιέσαι, αν τελικά το τοξικό φορτίο που έχει συγκεντρωθεί μακροχρόνια, στον οργανισμό σου, αποδεικνύεται στην πράξη, πιο ολέθριο, και από αυτή καθεαυτή την αρχική αρρώστια. Γιατί, πέρα από κάθε διαφοροποίηση, για έναν χρόνιο ασθενή, η χρήση αναρίθμητων, τοξικών ουσιών συνιστά έναν καθημερινό, επίπονο αγώνα, τον οποίον δε διαθέτει ούτε την πολυτέλεια, ούτε καν τη νηφαλιότητα, πολλές φορές, να τον υπομείνει ή να τον αποδεχτεί.
Εντούτοις, ο δρόμος για όσους εμπλέκονται σε τούτο το αλισβερίσι, δεν γνωρίζει γυρισμό. Οι χρόνιοι ασθενείς το κατέχουν πλήρως, αλλά δυστυχώς «εκβιάζονται» να συμβιβαστούν με όσα παρατράγουδα υπαγορεύει η νέα πραγματικότητα, εξαργυρώνοντας έτσι ένα καινούργιο συμβόλαιο, με όρους βαρείς και, το χειρότερο, αδιαπραγμάτευτους. Η κουρτίνα έχει ανοίξει διάπλατα, και πάνω στο θέατρο της ζωής σου έχει στηθεί ενώπιον σου, ένα κολοσσιαίο σύστημα εμπορευματοποίησης και χειραγώγηση των μαζών. Εμπορευματοποίηση, γιατί ο πόνος, η οδύνη, η αρρώστια μετατρέπονται αυτομάτως εκ του συστήματος, σε μία αμύθητη, καλοστημένη μπίζνα. Χειραγώγηση, γιατί τα συγκεκριμένα, «εξελιγμένα» φάρμακα μετατρέπονται έντεχνα από το ίδιο σύστημα, σ’ έναν απόρθητο πολιορκητικό κριό, ώστε να ποδηγετούνται οι ανάγκες, οι επιλογές και οι συμπεριφορές των πολιτών. Όλων αυτών, δηλαδή, που εξωθούνται, ή καλύτερα εξαναγκάζονται να υποκύπτουν στο διαφαινόμενο εκβιασμό: «Ή αποδέχεσαι και εφαρμόζεις αδιαματύρητα, όσα σου υποδεικνύουμε για τη «διάσωσή» σου, ή διαφορετικά, κάνε παρέα με τις ενστάσεις και τους ενδοιασμούς σου. Σε τελική ανάλυση, αργά ή γρήγορα, θα το αποδεχτείς – ιδίως όταν η πολιορκία της αρρώστιας «ζορίσει» – πως θα προστρέξεις και πάλι, στην κατεστημένη δύναμή μας, εκλιπαρώντας για τη διάσωση του στρατιώτη Ράιαν. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, πάντως, είσαι καταδικασμένος να μας αναγνωρίζεις σαν τους απόλυτους λυτρωτές.»
Αυτή τη φορά, επιλέγω σκοπίμως να βάλω το δάκτυλο, στην πληγή. Για την οικονομία της συζήτησης, διαλέγω, ανάμεσα στις αναρίθμητες παρενέργειες της χρόνιας πάθησής μου, αυτές που καταγράφονται στις οδηγίες χρήσης ενός κλασσικού φαρμάκου, για την καταπολέμηση του Parkison και του ΣΑΣ (σύνδρομο ανήσυχων ποδιών, ακούσια τινάγματα των κάτω άκρων, που συνοδεύονται από φρικτούς πόνους). Όταν τις διάβασα, το ομολογώ ειλικρινά, ένιωσα πως τα σενάρια των έργων επιστημονικής φαντασίας, ωχριούν μπροστά στις «δωρεές» ενός και μόνο υποκατάστατου Ντοπαμίνης. Η εν λόγω φαρμακοβιομηχανία, μάλιστα, μεριμνά δεόντως, ώστε οι χρήστες να πληροφορηθούν, αλλά και αποδεχτούν τα παρατράγουδα: «Ενίοτε, η μακροχρόνια χρήση του εν λόγω ανταγωνιστή της Ντοπαμίνης μπορεί να προκαλέσει συμπεριφορές, μη συμβατές με την έως τώρα προσωπικότητα σας. Αυτές ενδέχεται να συμπεριλαμβάνουν την ανικανότητα για αντίσταση σε παρόρμηση, είτε την ώθηση ή τον πειρασμό για τη διεξαγωγή μίας πράξης που θα μπορούσε να είναι επιβλαβής για εσάς ή τους άλλους…». Ο πρόλογος ολοκληρώνεται και στη συνέχεια ακολουθούν οι επεξηγήσεις τού τι ακριβώς σημαίνει η συγκεκριμένη ανάρμοστη συμπεριφορά, που δε συνάδει με την «έως τώρα προσωπικότητά σου». Στην ουσία, οι γεννήτορες του συγκεκριμένου φαρμάκου σε ειδοποιούν ρητά, μέσα από το συμβατικό τους τηλεγράφημα, πως, έκτοτε, ο χαρακτήρας σου δεν θα είναι ποτέ αυτός που εσύ γνώριζες:
«Σαν τέτοια συμπεριφορά θεωρείται η ισχυρή παρόρμηση για υπερβολική ενασχόληση με τυχερά παιχνίδια, ανεξάρτητα από προσωπικές ή οικογενειακές συνέπειες. – Τροποποιημένο ή αυξημένο σεξουαλικό ενδιαφέρον και συμπεριφορά σημαντικού προβληματισμού για εσάς ή τους άλλους, για παράδειγμα, αυξημένη σεξουαλική ορμή. – Ανεξέλεγκτες υπερβολικές αγορές ή δαπάνες. – Κραιπάλη φαγητού (κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων τροφής σε μικρό χρονικό διάστημα) ή παρορμητική κατανάλωση τροφής (κατανάλωση μεγαλύτερης ποσότητας τροφής από τη φυσιολογική και περισσότερη από αυτή που χρειάζεται για την ικανοποίηση της πείνας σας). – Παραλήρημα (μειωμένη αντίληψη, σύγχυση, απώλεια επαφής με την πραγματικότητα)…». Και ο κατάλογος συνεχίζει απτόητος, περιγράφοντας όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά συμπτώματα μίας κατεξοχήν ψυχιατρικής συμπεριφοράς: της Μανίας!
Να είσαι υποχρεωμένος να πάρεις ένα παρόμοιο σκεύασμα, και εντελώς αναπάντεχα και αναίτια, να βλέπεις τα νέα, μεταλλαγμένα πρόσωπα του εαυτού σου: ισχυρή παρόρμηση για τζόγο, αλλόκοτες σεξουαλικές συνήθειες, φαί μέχρι σκασμού, ακόρεστος καταναλωτισμός, συναισθηματικές μεταπτώσεις, που ανοίγουν διάπλατα το δρόμο, για την Μανία και την ψυχοπαθολογία. Κοντολογίς, ολόκληρος ο καπιταλισμός ως μοντέλο ζωής, αριστοτεχνικά συμπυκνωμένος μέσα στη χημική φόρμουλα ενός φαρμάκου νέας γενιάς. Γιατί αυτό ευαγγελίζονται τα φάρμακα νέας εσοδείας ∙ πίσω από τις παραμορφωτικές παρενέργειες της νέας, φιλόδοξης φουρνιάς, κρύβεται η αδήριτη αλήθεια τους: η νέα γενιά χρονίως πασχόντων θα είναι πιθανότητα, μία γενιά λοβοτομημένων εγκεφάλων.