Των Άρη Τόλιου και Μίλτου Τσιρώνη *
Τους τελευταίους μήνες και με μία συνεχιζόμενη κορύφωση όσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές γινόμαστε μάρτυρες μιας στοχοποίησης των δυνάμεων της Αριστεράς που θέλει να παρουσιάσει τις δυνάμεις αυτές ως πυρπολητές της απλής αναλογικής στη βάση του ότι δεν συζητούν για συμμετοχή τους σε αυτό που ονοματίζουν ως κυβέρνηση των «προοδευτικών» δυνάμεων.
Η αλήθεια είναι ότι αυτό το δίλημμα έχει τεθεί και στο παρελθόν στα μικρότερα κόμματα της κοινοβουλευτικής Αριστεράς, πάντα με ορίζοντα μια δεξιά απειλή. Οι καιροί φυσικά είναι ανόμοιοι, όπως και τα υποκείμενα που δρουν μέσα σε αυτά, κανείς δεν είναι ίδιος με άλλους και τίποτα με άλλες φορές. Όμως, το πρόβλημα είναι καταρχάς μεθοδολογικό – η διαρκής επίκληση ενός «χειρότερου κακού», την ευθύνη για τον ερχομό του οποίου θα φέρει αυτός που προσπαθεί να διατηρήσει έστω στοιχειώδη στοιχεία ταυτότητας, πολιτικής, προγράμματος. Είναι βασικά η λογική της «λευκής επιταγής».
Είναι όμως και δίλημμα υστερόβουλο, καθώς στην πραγματικότητα, μειώνει τα πολιτικά επίδικα των εκλογών στο «ποιος να είναι» (ή ακριβέστερα, «ποιος να μην είναι») και όλοι οι υπόλοιποι, κόμματα, οργανωμένοι και ενεργοί πολίτες να αποτελούν δορυφόρους του ενός ή του άλλου. Η διατύπωση βεβαίως των αριστερών κομμάτων είναι πολύ εύστοχη: «σε εμάς, δεν θα βρουν τις ψήφους που τους λείπουν για να κυβερνήσουν».
Ας πάρουμε λοιπόν τα δεδομένα με τη σειρά.
Επί της αρχής, είμαστε ξεκάθαρα υπέρ της απλής και άδολης αναλογικής με συνταγματική κατοχύρωση. Οι εκλογές της 21ης Μαΐου θα διεξαχθούν με ένα εκλογικό σύστημα που έχει χαρακτηριστεί μεν ως απλή αναλογική ,την στιγμή όμως που βάζει όριο εισόδου στη Βουλή το 3%. Άρα ξεκάθαρη απλή αναλογική ΔΕΝ είναι, αλλά απλή αναλογική με όριο, μια άλλου είδους ενισχυμένη αναλογική – ασφαλώς και όχι σαν το έκτρωμα που περιλαμβάνει το μπόνους των 50 εδρών, αλλά και πάλι.
Γιατί η Αριστερά υπερασπίζεται την απλή αναλογική; Γιατί είναι αναμφισβήτητα το μοναδικό εκλογικό σύστημα που εγγυάται την μόνη δίκαιη εκπροσώπηση των πολιτών που δεν αλλοιώνει την επιλογή τους στις κάλπες.
Ωστόσο, σίγουρα δεν την υπερασπίζεται για να μπορεί να μπει σε μια οποιαδήποτε κυβέρνηση χωρίς πραγματική προγραμματική σύγκλιση.
Πως θα μπορούσε αλήθεια να γίνει μια τέτοια κυβέρνηση με συμμετοχή της Αριστεράς με κόμματα που θεωρούν ότι το σημερινό χρέος των 400 δις είναι βιώσιμο, που θεωρούν αναγκαίο κακό τα πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2060 και βλέπουμε, που έχουν υπογράψει την παράδοση της δημόσιας περιουσίας της χώρας στους δανειστές για 99 χρόνια,που θεωρούν δεδομένη την πρόσδεση της χώρας στο ΝΑΤΟ και την μετατροπή της σε μια απέραντη βάση του;
Πως μπορούμε να συζητάμε για την προστασία της πρώτης κατοικίας, όταν επί ΣΥΡΙΖΑ μεταφέρθηκαν οι πλειστηριασμοί στην ηλεκτρονική πλατφόρμα και επί ΝΔ άρχισαν να πυκνώνουν οι εξώσεις και βεβαίως, όλα κάτω από την ασπίδα της σκανδαλώδους απόφασης της μείζονας ολομέλειας του Αρείου Πάγου που έδωσε την δυνατότητα στα funds να προβαίνουν σε πλειστηριασμούς – χωρίς να δίνεται οριστική λύση στα «κόκκινα δάνεια»; Και λύση δεν μπορεί παρά να είναι το κράτος να αναλάβει τη διαχείριση των δανείων και το κούρεμα τους και να εγγυηθεί στέγη για αυτούς που έχουν ανάγκη.
Πως μπορούμε να συζητάμε τι θα γίνει με την αισχροκέρδεια στο ηλεκτρικό ρεύμα – χωρίς να καταργηθεί το Χρηματιστήριο Ενέργειας, όπου η τιμή καθορίζεται στον υψηλότερο κοινό παρονομαστή ανάμεσα σε παρόχους; Φυσικά, ακόμα και την ακρωτηριασμένη θέση του ΣΥΡΙΖΑ περί δημόσιας ΔΕΗ, ξεπέρασε η – εντυπωσιακά επίμονη μέσα στην εξωφρενικότητα της – θέση του Νίκου Ανδρουλάκη ότι το μερίδιο του 34% του Δημοσίου στη ΔΕΗ μαζί με τη δυνατότητα να διορίζει Πρόεδρο δεν έχει καμία απολύτως διαφορά με την δημόσια ιδιοκτησία της!!!
Πως μπορούμε να συζητάμε για αύξηση του κατώτατου μισθού, όταν αυτός πλέον έχει καταλήξει να καθορίζεται ως προεκλογικό τερτίπι από τον εκάστοτε πρωθυπουργό – χωρίς την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων; Ούτε συζήτηση βεβαίως για το αν οι αυξήσεις των κατώτατων μισθών εξασφαλίζουν μια στοιχειώδη αξιοπρέπεια στη διαβίωση ή αν συγκρίνονται με τις αυξήσεις σε ενέργεια, καύσιμα, αγαθά πρώτης ανάγκης και ενοίκια!
Πως μπορούμε να συζητάμε για προστασία της μικρής επιχειρηματικότητας – χωρίς να μειωθεί δραστικά ο ΦΠΑ, η φορόλογηση (και η προπληρωμή του φόρου) για τις μικρές επιχειρήσεις, την ίδια ώρα που φυσικά τα πάγια έξοδα (όχι φυσικά το εργατικό κόστος) καθιστά αποτρεπτικές τις επενδύσεις σε καινοτομία, τεχνολογία και τεχνογνωσία;
Πως αλήθεια θα μπορούσε να συμβεί μια προγραμματική σύγκλιση, όταν υπάρχουν όχι μόνο οι προαναφερόμενες αλλά πολύ περισσότερες θεμελιώδεις διαφορές, στο περιθώριο των δύο ημερών που δίνει το δικαίωμα το σύνταγμα για τις διερευνητικές εντολές;
Η ιστορία έχει δείξει ότι το μόνο που μπαίνει στο τραπέζι εκείνη τη στιγμή είναι το μοίρασμα υπουργείων και κυβερνητικών θέσεων. Ποια ή ποιος μπορεί να ξεχάσει το περίφημο 4-2-1 της κυβέρνησης ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ;
Ας κάνουμε ξεκάθαρο κάτι. Για εμάς η μη συμμετοχή σε μια κυβέρνηση που η συζήτηση θα είναι για το πως θα μοιραστούν τα υπουργεία, τα υφυπουργεία, οι διοικήσεις των νοσοκομείων και άλλων δημοσιών οργανισμών δεν είναι κατηγορία. Αντιθέτως, κατηγορία για εμάς θα ήταν να είμαστε ένα εκλογικό κατέβασμα χωρίς αρχές, χωρίς όρια, χωρίς πρόγραμμα, χωρίς υπόσταση εντέλει. Και φυσικά, για εμάς, η απλή αναλογική είναι το πιο δίκαιο εκλογικό σύστημα και δεν είναι μόνο για να χρησιμοποιείται κατά το δοκούν και με βάση τους εκάστοτε συσχετισμούς.
Γιατί πως μπορεί να πιστεύει κάποιος στην απλή αναλογική και να ζητάει τηλεοπτικό debate μόνο με δύο πολιτικούς αρχηγούς (ας μην ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα δεν έχουμε σύστημα Προεδρικών Εκλογών ή δεύτερο γύρο, όπως στις αυτοδιοικητικές, οπότε ας μην πληγώνουμε με ψευδεπίγραφα την αντιπροσωπευτική δημοκρατία) ή σε συζητήσεις για προγραμματικές συγκλήσεις να απαντά «ας μπείτε πρώτα στη Βουλή και βλέπουμε»;
* Ο Άρης Τόλιος είναι υποψήφιος με το «ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη» στη Β1 Εκλογική Περιφέρεια Βόρειου Τομέα Αθηνών. Ο Μίλτος Τσιρώνης είναι υποψήφιος με το «ΜέΡΑ25 – Συμμαχία για τη Ρήξη» στην Εκλογική Περιφέρεια Φθιώτιδας.