Τι είναι άραγε πιο δυνατό, μια γροθιά ή ένα μαχαίρι; Κάποιος θα πει, πως εξαρτάται, ακόμα και η γροθιά, δυνητικά, είναι πιο επικίνδυνη από ένα μαχαίρι, αν είναι εκπαιδευμένη. Ορθό. Οπότε ας ανασκευάσουμε την ερώτηση. Τι γίνεται όταν μια γροθιά προσκρούει πάνω σε ένα μαχαίρι; Η γροθιά τραυματίζεται και αυτός που κρατάει το μαχαίρι δεν παθαίνει απολύτως τίποτα.
- του Κώστα Σαββόπουλου
Η Αστυνομία ασκεί νόμιμη βία. Αυτό μας έλεγε ο Υπουργός της Ν.Δ., Μάκης Βορίδης, από το 2019 ακόμη. Ο κ. Βορίδης, ως ένας από τα γνήσια εγελιανά μυαλά της δεξιάς, φρόντισε να καμουφλάρει καλά αυτή τη δήλωση, ώστε να γίνει ανεκτή και κατανοητή.
Δεν μας είπε ότι η Αστυνομία ασκεί Βία. Παρόλο που ασκεί Βία. Αλλά έκανε τον διαχωρισμό, έβαλε δηλαδή μια επιπλέον παράμετρο, δια της απουσίας της. Μας είπε για την νόμιμη Βία της αστυνομίας. Για να υπάρχει η νόμιμη βία, σχεδόν νομοτελειακά, πρέπει να υπάρχει και η παράνομη βία.
Αν υπάρχει 2 ειδών βία, τότε η επακόλουθη ρήση, πως “καταδικάζουμε την βία απ’ όπου και αν προέρχεται” από που προέρχεται; Αναφέρεται σε αυτή την 2 ειδών βία; Η μήπως αποτελεί κάποιου είδους διπλή σκέψη, με οργουελιανούς όρους, που εννοεί ένα πράγμα αλλά λέει κάτι άλλο;
“ Γιατί είναι βία οι ρουφιάνοι σε κάθε πλατεία,
Είναι βία η ανασφάλεια κι ανεργία,
Είναι βία να κρύβεστε πίσω από την αστυνομία,
Γιατί ένα μόνο πράγμα φοβάστε κι αυτό είναι η βία.
Θέλω βία δεν είμαστε άνθρωποι είμαστε θηρία,
Θέλω βία τι και αν μας πει φονιάδες η ιστορία,
Είναι βία να μην έχεις διέξοδο καμία,
Αυτό είναι βία να οδηγείς τον κόσμο στην βία.”
Πλέον μαθαίνουμε από την κυβέρνηση, πως η βία δεν διαχωρίζεται σε καλή και κακή. Η βία είναι βία και δεν μπορεί να μπαίνει σε ιδεολογικά καλούπια.
Είναι καταδικαστέα απ’ όπου και αν προέρχεται. Σχεδόν. Η καλύτερη διατύπωση, θα είχε ως εξής. Η βία είναι καταδικαστέα εκτός και αν προέρχεται από το Κράτος. Αν προέρχεται από το Κράτος είναι νόμιμη και δίκαιη. Αν προέρχεται από κάπου αλλού είναι παράνομη και καταδικαστέα.
Το μονοπώλιο της βίας
Είχα ξαναγράψει σε άλλο κείμενο πως ο Λαός, εκχωρεί το μονοπώλιο της βίας στο Κράτος ώστε εκείνο με τη σειρά του να μπορεί να τηρεί την έννομη τάξη και να αποτελεί τον εγγυητή της δημοκρατίας. Δηλαδή, για να μην μαλώνουμε συνεχώς μεταξύ μας για το ποιος έχει δίκιο, το Κράτος λέει πως αυτό έχει δίκιο και τελειώνει εκεί η υπόθεση. Εμείς δεν χρειάζεται πια να μαλώνουμε μεταξύ μας. Απλό.
Αυτά όμως, έγιναν πριν από αιώνες. Έκτοτε, είχαμε διάφορα ιστορικά συμβάντα όπου το μονοπώλιο της βίας οδήγησε στις μεγαλύτερες φρικαλεότητες που έχει συλλάβει ο ανθρώπινος νους.
Το Ολοκαύτωμα μαζί με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και εξόντωσης της Ναζιστικής Γερμανίας, οι μαζικές στειρώσεις αφροαμερικανίδων γυναικών στις Η.Π.Α., το Απαρτχάϊντ και ούτως καθεξής, έλαβαν χώρα επειδή ακριβώς υπήρχε το νόμιμο μονοπώλιο της βίας και οι κοινωνίες πίστευαν πως έτσι πρέπει να είναι. Αφού είναι νόμιμο λογικά θα είναι σωστό.
Αν υπάρχει ένα πράγμα που αξίζει να θυμόμαστε ιδιαίτερα από την Άρεντ και την κοινοτοπία του κακού, είναι πως τα χειρότερα εγκλήματα διαπράττονται στο όνομα της νομιμότητας και της τήρησης της. Οι μεγαλύτεροι εγκληματίες στην ιστορία της ανθρωπότητας, είναι άλλωστε εκείνοι που ακολουθούσαν απλώς εντολές. Οι δεσμοφύλακες του Άουσβιτς για παράδειγμα, που αφού συνόδευαν τους κρατούμενους στους θαλάμους αερίων, επέστρεφαν στις οικογένειες τους σαν να μην έχει γίνει κάτι. Και όντως δεν είχε γίνει κάτι, στο μυαλό τους. Ήταν απλώς άλλη μια μέρα κατά την οποία εκπλήρωσαν τα επαγγελματικά τους καθήκοντα.
. Η αρχή της συλλογικής ευθύνη
Υπάρχουν πολλά χρήσιμα συμπεράσματα που μπορούμε να εξάγουμε, για το σήμερα, από την λογική που διέπει το “νόμιμο μονοπώλιο της βίας”
Όπως για παράδειγμα, πως όταν αυτό παραβιάζεται, τότε ο φορέας του, δηλαδή το Κράτος, πρέπει να επανορθώσει και να το ανασυγκροτήσει, χτυπώντας αρχικά με πρωτοφανή βιαιότητα και έπειτα εφαρμόζοντας την αρχή της συλλογικής ευθύνης.
Η αρχή της συλλογικής ευθύνης, είναι ακριβώς αυτό που μαρτυρά ο τίτλος. Αν κάποιος διαπράξει ένα έγκλημα, η αμφισβητήσει με κάποιο τρόπο την κυριότητα του Κράτους, τότε και αυτός αλλά και οι συν αυτώ, τιμωρούνται. Παραδειγματικά.
Ένα παράδειγμα της συλλογικής ευθύνης, ήταν κατά τη διάρκεια της Κατοχής, όπου οι Ναζί, πάλι, θα τιμωρούσαν ένα ολόκληρο χωριό, για τα “εγκλήματα” ενός ανθρώπου που συνήθως ήταν αντάρτης.
Χτυπούσαν δηλαδή οι αντάρτες, την πλήρωνε το χωριό. Κάποιος πιο νηφάλιος σήμερα, θα μπορούσε να αναφωνήσει “ μα καλά, δεν μπορούσαν απλώς να μην χτυπάνε οι αντάρτες ώστε να μην την πληρώνει το χωριό”
Το μονοπώλιο της βίας, ίσως όταν εκχωρήθηκε, δηλαδή μετά τις γκιλοτίνες και την Γαλλική Επανάσταση, ήταν μάλλον βήμα μπροστά σε σχέση με αυτό που επικρατούσε πριν, δηλαδή την φεουδαρχία.
Πλέον, αρκετά χρόνια μετά, η λογική πίσω από το “νόμιμο μονοπώλιο της βίας” έχει μπαγιατέψει. Και σαν όλα τα μπαγιάτικα, έχει αρχίσει να βρωμάει. Μάλιστα δεν βρωμάει μόνο επειδή μπαγιάτεψε, αλλά κυρίως επειδή συνοδεύεται από την μυρωδιά του θανάτου. Του θανάτου των περιπτώσεων που αναφέρθηκαν πριν. Όλων εκείνων των περιπτώσεων όπου η βία δικαιολογήθηκε επειδή ήταν “νόμιμη”. Επειδή εκτελούνταν από τους θεσμούς και τα όργανα του Κράτους.
. Η “νόμιμη” βία και η ιστορική νομοτέλεια της βίας
Αν οφείλουμε να κρατήσουμε κάποια πράγματα που αναδείχθηκαν στην δημόσια σφαίρα με ανεξίτηλο μάλλον τρόπο, από την περίπτωση της Νέας Σμύρνης και έπειτα, αυτά είναι ίσως τα ακόλουθα.
Εάν κάποιος φτάνει στο σημείο να δικαιολογήσει μια βία που δεν δικαιολογείται, λέγοντας πως απλώς είναι “νόμιμη” και τίποτα παραπάνω, τότε υπάρχει ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα.
Γιατί έχουμε μάθει από την Ιστορία, πως εάν η μόνη δικαιολογία μας για κάτι που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί με απολύτως κανέναν άλλο τρόπο, είναι ότι αυτό είναι νόμιμο τότε η επιχειρηματολογία μας μάλλον είναι άδεια. Εάν ο μόνος τρόπος για να δώσουμε νόημα σε κάτι είναι να το βαφτίσουμε νόμιμο, τότε φαίνεται πως έχουμε εξαιρετικά λειψό αξιακό κώδικα.
Η συζήτηση που άνοιξε, αργά, αλλά παρόλα αυτά άνοιξε, για την νόμιμη βία, αυτούς που την ασκούν, δηλαδή την Αστυνομία και αυτούς που την διατάσσουν δηλαδή την κυβέρνηση , δεν μπορεί να γίνει ξεκομμένη από την ιστορία και τα συμπεράσματα της.
Μέσα σε μια κοινωνία, είναι σχεδόν αδύνατο να μην υπάρχει κάποιου είδους βία. Καταρχάς, υπάρχει η νόμιμη βία. Χωρίς την νόμιμη βία άλλωστε δεν μπορεί να υπάρξει Κράτος.
Από κει και πέρα, υπάρχει βία και σε διάφορες άλλες μορφές και εντάσεις. Υψηλά ποσοστά ανεργίας, ανέχεια, φτώχεια, αστεγία, οικογενειακή βία, λεκτική βία, έμφυλη βία, βία της παραβατικότητας και πάει λέγοντας. Η βία δεν υπάρχει σε μια ευθεία γραμμή αλλά έχει διακυμάνσεις, δεν είναι σταθερή σαν μέγεθος, αλλά είναι αδιαμφισβήτητη ως προς την ύπαρξη της. Δηλαδή δεν μπορεί να την αρνηθεί κανείς.
Εκτός από κάποιους λίγους. Υπάρχουν πράγματι κάποιοι άνθρωποι που, είναι θερμοί υποστηρικτές της νόμιμης βίας και σφοδροί πολέμιοι των υπόλοιπων μορφών βίας. Αυτοί είναι οι άνθρωποι που θεωρούν δεδομένο ότι δεν θα κινδυνεύσουν ποτέ από άλλες μορφές βίας, γιατί θεωρούν πως η νόμιμη βία τους προστατεύει. Είναι ένα ιδιαίτερο προνόμιο το να μπορείς να πεις πως είσαι ενάντια σε όλες τις μορφές βίας, γιατί σημαίνει πως μάλλον δεν χρειάστηκε ποτέ να υποφέρεις ποτέ από καμία.
Η βία είναι αναπόφευκτη μέσα σε μια κοινωνία, δεν έχει υπάρξει ποτέ κάποια κοινωνία στην ανθρώπινη ιστορία που να μην άσκησε, να μην δέχθηκε ή να μην αναπαρήγαγε βία στο εσωτερικό ή το εξωτερικό της.
Η βία στην ανθρώπινη ιστορία αποτελεί νομοτέλεια, τουλάχιστον μέχρι τώρα. Για το μέλλον δεν μπορεί να εγγυηθεί κανείς.
Ωστόσο και εδώ είναι το σημαντικό, στο τέλος, η νόμιμη βία τελικά δεν αποτελεί παρά μια έκφανση της βίας που υπάρχει συνολικά στην κοινωνία.
Το να αναγνωρίσεις πως η βία υπάρχει στην κοινωνία, είναι το λογικό και κατανοητό.
Το να προσπαθήσεις να πείσεις όμως ένα ολόκληρο ακροατήριο, πως αυτό που υφίσταται καθημερινά, δεν είναι βία, είναι κάτι άλλο, διότι η μόνη βία που οφείλει να υπάρχει μέσα μια κοινωνία, είναι η νόμιμη βία, ε αυτό είναι παρανοϊκό και πλησιάζει τα όρια της ύβρεως.