Από την Βασιλική Μαμαλούκου
Ποίηση σημαίνει να κάνεις τη σιωπή να ακούγεται -Ούγκο Μουχίκα (Ποιητής)
Από 29 Δεκεμβρίου θα προβάλλεται στις αίθουσες της Αθήνας η δεύτερη αυτοβιογραφική, σε μια σειρά 5 ταινιών, “ψυχομαγική” (όπως την κατονομάζει ο ίδιος) ταινία του 86χρονου σήμερα Αλεχάντρο Χοδορόφσκι ,“Ποίηση Χωρίς Τέλος”. Του δημιουργού εκείνου που έχει απίθανους φαν σε όλο τον κόσμο, από τον Μέριλιν Μάνσον, μέχρι τον Τζον Λένον, που τον βοηθούσε να βρει χρηματοδότες να πιστέψουν στις ταινίες του, αλλά κυρίως ανώνυμους άλλους φαν που τον βοήθησαν να συγκεντρώσει
300,000 δολάρια μέσω crowdfunding για να υλοποιήσει το όραμά του: να γυρίσει μια ταινία αντίδοτο στην αρρώστια της αποικιοκρατίας του blockbuster αμερικάνικου κινηματογράφου. Μια ταινία που γιατρεύει πρώτα τον ίδιο, μετά την οικογένειά του, και σε μία τρίτη ανάγνωση ίσως γιατρέψει και τον θεατή που θα διαλέξει να τη δει, μέσα στον χαμό της διανομής, όπως θαρραλέα ομολογεί στο promo video της καμπάνιας του.
Η νέα του ταινία είναι γυρισμένη στο Σαντιάγο της Χιλής, όπου μετακόμισε με τους γονείς του τη δεκαετία του ’40 και του ’50, στους δρόμους που αληθινά περπάτησε και ξεκινά εκεί από όπου τελείωσε ο “Χορός της Πραγματικότητας” όπου μας συνέστησε τον εαυτό του, ένα μικρό αγόρι γεννημένο το 1929 στην Τοκοπίλα, μια μικρή παραλιακή πόλη,που το βαλε σκοπό και έγινε ένας μεγάλος ποιητής του κινηματογράφου κόντρα στη θέληση των γονιών του. Ο Χοδορόφσκι άνοιξε πανιά για τον κόσμο της ποίησης από πολύ νωρίς…
Στην ταινία, ο 20χρονος Αλεχάντρο διεισδύει στους κύκλους της καλλιτεχνικής αβάν γκαρντ της εποχής, ερωτεύεται παθιασμένα την πρώτη punk ποιήτρια της Χιλής -τον θηλυκό Μπουκόβσκι-Στέλλα Ντίαζ στο καφέ Ίρις, όπου σύχναζαν ποιητές και μούσες στη μέση της μποέμικης περιοχής El Bosco , γνωρίζει τον Ενρίκε Λιν και τον Νικάνορ Πάρρα και άλλους πολλά υποσχόμενους αλλά άγνωστους ακόμα νεαρούς συγγραφείς, που στη συνέχεια θα γίνουν οι Μεγάλοι της μοντέρνας λατινοαμερικάνικης λογοτεχνίας.
Μέσα από τον αυτοβιογραφικό του φακό, αφηγείται με ζωηρό ενθουσιασμό, τα χρόνια της νιότης του στη Χιλή, μία περίοδο ριζοσπαστικής απελευθέρωσης από τους κοινωνικούς και οικογενειακούς περιορισμούς. Η ταινία άνετα μπορεί να σταθεί και ως ένα πολύ ευρηματικό αφιέρωμα στην καλλιτεχνική κληρονομιά της Χιλής.
//Ποίηση φώτισε το μονοπάτι μου σαν πεταλούδα που έχει παραδοθεί στις φλόγες// αυτή η εκκεντρική αλλά παθιασμένη δήλωση του από νωρίς στην ταινία αποτελεί και την αφετηρία του τολμηρού για την εποχή δίχως τέλος φλερτ με τη φαντασία. Και την ποίηση. Θέλει να δει τον κόσμο με τα δικά του μάτια…και θα το κάνει με όπλο μια γραφομηχανή στην αρχή κρυφά από τους γονείς του, και ανακαλύπτοντας την ποίηση του Λόρκα αντί να διαβάζει βιολογία για να γίνει γιατρός και να κάνει έτσι το χατήρι του πατέρα του. Βλέπουμε τον Χοδορόφσκι να μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον που αναπαρήγαγε όλα τα γνωστά στερεότυπα που επικρατούσαν, για τους καλλιτέχνες ότι είναι ομοφυλόφιλοι, για τους άνδρες ότι δεν κλαίνε, για την τέχνη ότι διαφθείρει , για το χρήμα ότι είναι βρώμικο …
-Θέλω να γίνω ποιητής, εξομολογείται -Θα πεινάσεις, τον αποθαρρύνουν. Μέχρι που βρίσκει συνοδοιπόρους τρελούς, εκκεντρικούς,χωρίς μάσκες και γι’αυτό μη αποδεκτούς από μια κοινωνία σκιών, όπου ο φασισμός μεταμφιεσμένος απειλεί την ελεύθερη έκφρασή τους.Το σύμβολο των ναζί διαπερνά την ταινία αλλά δεν ξεπερνά το όραμά του Χοδορόφσκι. Καίγεται όπως οι άνθρωποι που παραδέχεται ο Κέρουακ , οι τρελοί, αυτοί που τρελαίνονται να ζήσουν, να μιλήσουν, να σωθούν, που ποθούν τα πάντα ταυτόχρονα, που σκάνε σαν πυροτεχνήματα ανάμεσα στα αστέρια κι από μέσα τους ξεπηδά το μπλε φως της καρδιάς τους-Δε φοβάμαι τη σκιά μου. Ο σκοπός μου είναι να επιστρέψω εκεί όπου ήμουν πάντα. Ο Αλεχάντρο νιώθει πια ελεύθερος.Το μυαλό του είναι πιο δυνατό από κάθε σεισμό και ξε-γελά (με)τους φόβους του με τη σιωπή του που είναι πιο εκκωφαντική και από κάθε κραυγή.Και μολονότι ο πατέρας του είναι αυτός που τον μαθαίνει να μη νικιέται από τους φόβους του,με το να είναι σκληρός μαζί του, είναι η έλλειψη αγάπης και τρυφερότητας του πατέρα του,που τον μαθαίνει ότι στη ζωή το πιο σπουδαίο είναι η αγάπη. “Με το να μη μου δίνεις τίποτα , μου έδωσες τα πάντα” απευθύνει στον πατέρα του ο Αλεχάντρο μεγάλος και ο Αλεχάντρο μικρός -δύο σε ένα, μαζί- στο δίχως τέλος τέλος της ταινίας γκρεμίζοντας κάθε γέφυρα που είχε χτίσει μέσα του με εκείνον, ολοκληρώνοντας το ανολοκλήρωτο αίσθημα που τον οδήγησε να γίνει αυτός που έγινε και αναγνωρίζοντας το πρόσωπο του πατέρα του πίσω από τη μάσκα που φορούσε όσο ζούσε. Σα να γύρισε την ταινία ο Χοδορόσφκι για να ξανασυναντήσει τον πατέρα του που δεν πρόλαβε να συμφιλιωθεί μαζί του πριν εκείνος πεθάνει. Ο θάνατος διατρέχει την ταινία, μόνο και μόνο για να υμνήσει τη ζωή.
Ο Χοδορόφσκι γυρίζοντας αυτή την ταινία δεν φοβάται να δείξει ότι σκαρφάλωσε και ας έπεσε και ας τον έσπρωχναν να πέσει. Ολοκληρώνει αυτό που στο εμβληματικό «Holy mountain» του 1973 ακούγεται, μία από τις μεγαλύτερες αλήθειες σχετικά με τον τρόμο της ευτυχίας και της επιτυχίας,όταν μία από τις βασικές ηρωίδες πασχίζει να ανέβει σε έναν τεράστιο βράχο, παίρνει την εξής απάντηση από τον μέντορά της: «Δεν φοβάσαι να πέσεις. Φοβάσαι μήπως σκαρφαλώσεις».
Ο πάντα αισιόδοξος Χοδορόφσκι δε φοβήθηκε . Γιατί οι πραγματικοί ποιητές όταν βρίσκουν εμπόδια πρέπει να συνεχίζουν να περπατάνε μπροστά σε ευθεία γραμμή…Να αντιμετωπίζουν τον φόβο τους.Να συγχωρούν. Να χωράνε στην καρδιά τους όλο τον κόσμο .Κάθε του ταινία είναι ψυχοθεραπευτική, μια εκστατική λατρευτική χειρονομία ,με ρίζες στον σαμανισμό που τόσο άλλωστε έχει μελετήσει , στην ίδια τη ζωή και τον άνθρωπο που γερνά εξωτερικά μόνον, αν το θελήσει , αν δεν πάψει να ελπίζει.
“Το να γερνάς δεν είναι εξευτελισμός Αποστασιοποιείσαι από τα πάντα. Από το σεξ, τον πλούτο,τη φήμη. Αποστασιοποιείς τον εαυτό σου από τον εαυτό σου..Μεταμορφώνεσαι σε πεταλούδα, μια ύπαρξη που ακτινοβολεί καθαρό φως. Οι πεταλούδες δεν πρέπει να μετατρέπονται σε μύγες..Ούτε οι ποιητές σε δασκάλους. Δεν μπορώ να αλλάξω τον κόσμο, μπορώ όμως να ξεκινήσω να τον αλλάζω. Με το να αλλάζω τον εαυτό μου. Καίγοντας τις γέφυρες μου” Α.Χ.
*Η ταινία είναι οικογενειακή υπόθεση. Στον πρωταγωνιστικό ρόλο και στην μουσική επένδυση της ταινίας βρίσκεται ο πολυτάλαντος γιος του, Άνταν – ευρύτερα γνωστός στους μουσικούς κύκλους ως Adanowsky-. Εμφανίζεται και ο δεύτερος γιος του, Μπρόντις. Ενώ,τα υπέροχα κοστούμια είναι σχεδιασμένα από την τέταρτη γυναίκα του,Πασκάλ Μονταντόν.
Τη Διεύθυνση Φωτογραφίας υπογράφει ο πολυβραβευμένος – και μεγάλος θαυμαστής του Χοδορόφσκι – Κρίστοφερ Ντόιλ.
Η ταινία κυκλοφορεί στις αίθουσες από 29 Δεκεμβρίου σε διανομή Weird Wave.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, την Παρασκευή 23.12.2016
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.