Συνέντευξη με τον Ντανίλο Καζαέιρα, γεωγράφο, δάσκαλο, αναρχικό, υποστηρικτή της Κορίνθιανς και ιδρυτικό μέλος του Α.Ο. Αουτόνομος. Ζει στο Σάο Πάολο.
Η συνέντευξη «Ποδόσφαιρο στη Λατινική Αμερική και Α.Ο. Αουτόνομος» περιλαμβάνεται στο κεφάλαιο «Εναλλακτική ριζοσπαστική κουλτούρα» του βιβλίου «Ποδόσφαιρο εναντίον Κράτους. Περί ποδοσφαίρου και ριζοσπαστικής πολιτικής» του Αυστριακού ακτιβιστή και πολιτικού συγγραφέα Gabriel Kuhn που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις 24 Γράμματα σε μετάφραση Βαγγέλη Τσίρμπα.
Στη Λατινική Αμερική, πόσο σημαντικό είναι το ποδόσφαιρο στην καθημερινή ζωή;
Σχεδόν σε ολόκληρη τη Λατινική Αμερική – με εξαίρεση χώρες όπου δεν είναι το πιο δημοφιλές άθλημα, όπως η Βενεζουέλα ή η Κούβα – μπορούμε να πούμε πως το ποδόσφαιρο είναι το μοναδικό πράγμα που ανήκει ακόμα, τουλάχιστον με κάποιο τρόπο, στο λαό. Ορίζει τον μοναδικό δημόσιο χώρο όπου όλοι μπορούν να έχουν λόγο και γνώμη που δεν θεωρείται ήσσονος σημασίας σε σχέση με εκείνη των «ειδικών». Το ποδόσφαιρο έχει πολιτική σημασία για τις ζωές των ανθρώπων. Οργανωμένες ομάδες οπαδών συχνά ασκούν σοβαρότερη επιρροή στην κυβέρνηση σε σχέση με ομάδες πολιτικών συμφερόντων. Έχουν επίσης μεγάλη εμπειρία στις συγκρούσεις με την αστυνομία…
Το ποδόσφαιρο είναι παρόν σε κάθε σημείο της ηπείρου: από τις φτωχότερες μέχρι τις πλουσιότερες γειτονιές. Όμως, όπως συμβαίνει με όλα στον καπιταλισμό, το ποδόσφαιρο μετατρέπεται όλο και περισσότερο σε ψυχαγωγία αποκλειστικά για τις ελίτ. Γίνονται τα πάντα για να κρατήσουν τους φτωχούς μακριά από τα γήπεδα. Σε χώρες με μακρά παράδοση υπεράσπισης των λαϊκών δικαιωμάτων, αυτή η διαδικασία συναντά πολλά εμπόδια επειδή οι υποστηρικτές αντιστέκονται. Ωστόσο σε άλλες χώρες – όπως στη Βραζιλία, όπου ο κόσμος πιστεύει την προπαγάνδα των μέσων ενημέρωσης ότι η εμπορευματοποίηση θα μας κάνει μέρος του «πρώτου κόσμου» – οι άνθρωποι συμπεριφέρονται σύμφωνα με το υπόδειγμα των καλών καταναλωτών. Κατά συνέπεια, το ποδόσφαιρο εξαφανίζεται διαρκώς από την καθημερινότητα και μετατρέπεται σε τηλεοπτικό θέαμα. Η συμμετοχή των ανθρώπων περιορίζεται στις συζητήσεις που κάνουν σχετικά με το παιχνίδι την επόμενη μέρα.
Ποια ήταν η ιστορική εξέλιξη του παιχνιδιού; Στην Ευρώπη το ποδόσφαιρο θεωρείται συχνά ως παραδοσιακό άθλημα της εργατικής τάξης, ωστόσο αυτό έχει αλλάξει με την εμπορευματοποίηση του παιχνιδιού. Τι σχέση έχει αυτό με τη Λατινική Αμερική;
Το παιχνίδι ήρθε στη Λατινική Αμερική από μετανάστες και Λατινοαμερικάνους φοιτητές που είχαν ζήσει για κάποια χρόνια στην Ευρώπη. Έφτασε πρώτα στην Αργεντινή και στην Ουρουγουάη, όπου η ανάπτυξή του μοιάζει με αυτή στην Ευρώπη. Από ένα ελιτίστικο παιχνίδι που παιζόταν στα ιδιωτικά σχολεία, βάζοντας στο επίκεντρο την ατομική εμφάνιση, έγινε λαϊκό παιχνίδι που προσανατολιζόταν στη συλλογικότητα, εστιάζοντας στην πάσα και τον έλεγχο της μπάλας. Το ποδόσφαιρο κατέφθασε στη Βραζιλία αργότερα και οι άνθρωποι το υιοθέτησαν με διαφορετικό τρόπο: παιζόταν στους δρόμους και στα γήπεδα και το κλειδί ήταν η ντρίμπλα. Γι’ αυτό υπάρχουν δύο διαφορετικές ποδοσφαιρικές σχολές στη Λατινική Αμερική: το «πάσινγκ γκέιμ» και το «ντρίμπλινγκ γκέιμ».
Σε ένα μεγάλο βαθμό, το ποδόσφαιρο είχε πάντοτε χαρακτήρα «κάντο μόνος σου» στη Λατινική Αμερική. Όχι λόγω κάποιας συγκεκριμένης αντίληψης, αλλά επειδή σε πρακτικό επίπεδο οι άνθρωποι έπρεπε να κάνουν τα πάντα μόνοι τους για να υπάρχει το ποδόσφαιρο: να βρουν χώρο για να παίξουν, να φτιάξουν ομάδες, να οργανώσουν τουρνουά κ.λπ. Αυτό ισχύει ακόμα για τις ερασιτεχνικές ομάδες. Φτώχεια σημαίνει να βρίσκεις ο ίδιος τρόπους να τα βγάζεις πέρα κι αυτό διδάσκει στους ανθρώπους τις αξίες της αλληλεγγύης. Ιστορικά, σε όλη τη Λατινική Αμερική, οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι ήταν οι πρώτοι δημόσιοι θεσμοί στους οποίους οι άνθρωποι είχαν ενεργή συμμετοχή.
Η ανάπτυξη του επαγγελματικού ποδοσφαίρου φέρει μία ειρωνική πινελιά: οι επιτυχημένοι φτωχοί σύλλογοι βγήκαν περισσότερο κερδισμένοι και πέταξαν εκτός παιχνιδιού τους πλουσιότερους συλλόγους. Οι φτωχοί σύλλογοι ενισχύθηκαν, έχοντας περισσότερες επιλογές παικτών σε σχέση με τους συλλόγους που επέλεγαν παίκτες από εύπορες περιοχές. Εκτός αυτού, οι περισσότεροι φτωχοί σύλλογοι δέχονταν έγχρωμους παίκτες, τη στιγμή που αυτό θεωρούταν ταμπού για τους πλουσίους. Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο φαινόταν ως μια πολλά υποσχόμενη διέξοδος από τη φτώχεια, επομένως υπήρχε πολύ ισχυρότερο οικονομικό κίνητρο για τους φτωχούς. Οι σύλλογοι των φτωχών είχαν μεγαλύτερες εξέδρες. Εν τέλει, μπορούμε να πούμε πως οι φτωχές ομάδες πέτυχαν στο επαγγελματικό ποδόσφαιρο και οι πλούσιες εξαφανίστηκαν. Πάντως, στη φύση του ανταγωνιστικού αθλητισμού βρίσκεται το γεγονός ότι μονάχα λίγοι σύλλογοι μπορούν να πετύχουν πραγματικά, συνεπώς πολλοί φτωχότεροι σύλλογοι υπέφεραν επίσης υπό το καθεστώς του επαγγελματισμού. Ορισμένοι αναγκάστηκαν να συρρικνωθούν εντελώς, καθώς με τη βιομηχανοποίηση της Βραζιλίας όλο και περισσότερα ποδοσφαιρικά γήπεδα έδιναν τη θέση τους σε εργοστάσια.
Το ποδόσφαιρο έχει εργαλειοποιηθεί από τις πολιτικές δυνάμεις της ηπείρου;
Κάθε δικτατορία στη Λατινική Αμερική έχει χρησιμοποιήσει το παιχνίδι προς όφελός της. Στη Βραζιλία, η νίκη στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970 ήταν ένα μεγάλο διπλωματικό επίτευγμα για το στρατιωτικό καθεστώς. Ακόμα χειρότερα αποτελέσματα είχε η νίκη της Αργεντινής στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1978. Οι νίκες είχαν, ωστόσο, τις αντιθέσεις τους: και στις δύο περιπτώσεις, οι προπονητές που είχαν προετοιμάσει τις ομάδες προέρχονταν από τον χώρο της αριστεράς! Ο Ζοάο Σαλντάνια, ο Βραζιλιάνος προπονητής το 1970, απολύθηκε μόλις πριν το ξεκίνημα του Παγκοσμίου Κυπέλλου. Από την άλλη, στον Σέσαρ Λουίς Μενότι, Αργεντίνο προπονητή το 1978, επετράπη να μείνει. Κατά τα λεγόμενά του, πριν τον τελικό είπε στους παίκτες του: «Δεν παίζουμε για τους στρατηγούς στο στάδιο. Παίζουμε για τον κάθε εργάτη αυτής της χώρας, για τον κάθε αγνοούμενο και για κάθε μάνα που έχει χάσει το παιδί της.»
Οι λατινοαμερικάνικες κυβερνήσεις προσπάθησαν εξ αρχής να ελέγξουν όλες τις παραμέτρους του ποδοσφαίρου. Στη Βραζιλία δημιουργήθηκαν νόμοι που δυσκόλευαν την αυτοοργάνωση. Για παράδειγμα, οι παίκτες αναγκάζονταν να υπογράφουν τα ονόματά τους στα φύλλα αγώνα. Όμως ένα μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού ήταν αναλφάβητο! Το γεγονός πως τέτοιοι νόμοι οδήγησαν σε νυχτερινές εκστρατείες διδασκαλίας γραφής και ανάγνωσης σε αυτοσχέδια σχολεία που στήθηκαν από ποδοσφαιρικούς συλλόγους, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του χαρακτήρα «κάντο μόνος σου» που έχει το άθλημα και της αλληλεγγύης που δημιούργησε.
Οι πλούσιοι προσπαθούσαν πάντοτε να χειραγωγήσουν το άθλημα. Όταν οι ομάδες τους απετύγχαναν διαρκώς, έστηναν τα δικά τους πρωταθλήματα – πάντα χωρίς επιτυχία. Επίσης, συνεργάστηκαν για να ιδρύσουν τον Α.Ο. Σάο Πάολο, ένα σύλλογο που διατηρεί στενές διασυνδέσεις με ισχυρούς πολιτικούς και ευθύνεται για κάποια από τα πιο αλλόκοτα επεισόδια στο Βραζιλιάνικο ποδόσφαιρο: Κάποτε, ο Κυβερνήτης της πολιτείας του Σάο Πάολο, που ήταν συγχρόνως πρόεδρος του Α.Ο. Σάο Πάολο, προσγειώθηκε με ελικόπτερο στη μέση του αγώνα για να μιλήσει στον διαιτητή! Σήμερα, ο πολιτικός έλεγχος, η οικονομική εκμετάλλευση και ο καταναλωτισμός είναι φαινόμενα που αλληλεπικαλύπτονται σφόδρα. Τα μέσα ενημέρωσης έχουν μετατρέψει τις ζωές των επαγγελματιών ποδοσφαιριστών, των διαιτητών, των προπονητών και των προέδρων σε σαπουνόπερες, δίνοντας διαρκώς αναφορά για τα προσωπικά τους ζητήματα. Όλα έχουν να κάνουν με την επινόηση ιστοριών για το κέρδος. Φυσικά, το ποδόσφαιρο υφίσταται μέχρι και σήμερα εκμετάλλευση με πολύ άμεσους τρόπους: πολιτικοί υποστηρίζουν συγκεκριμένες ομάδες για να δώσουν ώθηση στις περιοδείες τους, υπόσχονται χορηγίες και γήπεδα σε ερασιτεχνικές ομάδες, κ.λπ.
Το ποδόσφαιρο έχει αποτελέσει επίσης μέσο για τους αντικαθεστωτικούς και τους επαναστάτες;
Με πολλούς τρόπους. Αρχικά οι κομμουνιστές και οι αναρχικοί ήταν κατά του παιχνιδιού, λέγοντας πως διαιρεί την εργατική τάξη, στρέφοντας εργάτες κατά εργατών. Ωστόσο, με τη ραγδαία ανάπτυξη του παιχνιδιού, διέκριναν ότι είχε τις προοπτικές να ενώσει τον κόσμο. Δημιουργήθηκαν κομμουνιστικές και αναρχικές ομάδες. Κάποιοι επαγγελματικοί σύλλογοι που υπάρχουν σήμερα στην Αργεντινή, τη Βραζιλία και την Ουρουγουάη, ιδρύθηκαν αρχικά από κομμουνιστές και αναρχικούς. Πολλές ερασιτεχνικές ομάδες έχουν την ίδια ιστορία. Για παράδειγμα, στο Σάο Πάολο υπάρχουν πολλές ομάδες με το όνομα Mai 1 (Πρωτομαγιά). Στην Ουρουγουάη, υπήρχε μέχρι και αναρχικό πρωτάθλημα το ’20, που λεγόταν Federación Roja del Deporte (Ομοσπονδία Κόκκινων Αθλημάτων), όπου συμμετείχαν ομάδες όπως η La Comuna, Soviet, Libertad, Leningrado, Guardia Roja κ.λπ.
Σήμερα οι Ζαπατίστας χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο ως εργαλείο αντίστασης και πολιτικής προπαγάνδας. Συχνά προσεγγίζουν επαγγελματικούς συλλόγους με προσκλήσεις για να αναμετρηθούν μαζί τους, ελέγχοντας στην πράξη τα συνθήματα του συλλόγου για την «αλληλεγγύη» και τον «αντιρατσισμό» αντί να περιορίζονται σε φτηνές εκστρατέιες.
Ποια είναι η άποψή σας για επαγγελματίες προπονητές και παίκτες που διακηρύσσουν αριστερές ιδέες, όπως ο Σέζαρ Λουις Μενότι ή ο Ντιέγκο Μαραντόνα;
Είναι πολύπλοκο ζήτημα. Αλλά θα τους προτιμούσα από τους μαλάκες που διοικούν τη FIFA ή τις λατινοαμερικάνικες ποδοσφαιρικές ομοσπονδίες! Ο Μαραντόνα έχει γίνει πραγματικά ένα είδωλο για τους αριστερούς οπαδούς του ποδοσφαίρου, ακόμα και στη Βραζιλία – ο Πελέ για παράδειγμα, δεν έκανε τίποτα καλό για το λαό εκτός γηπέδου. Βοηθάει όταν τύποι σαν τον Μενότι και τον Μαραντόνα μιλούν ανοιχτά για αριστερά ζητήματα, ακόμα κι αν η όλη στάση τους ενέχει αντιφατικά στοιχεία.
Στη δεκαετία του ’80 στη Βραζιλία εξελίχθηκε το πιθανώς μεγαλύτερο αριστερό εγχείρημα στον κόσμο του επαγγελματικού ποδοσφαίρου. Ζούσαμε ακόμα υπό τη στρατιωτική δικτατορία, όταν ορισμένοι παίκτες των Κορίνθιανς, της πιο δημοφιλούς ομάδας του Σάο Πάολο, εγκαινίασαν την επονομαζόμενη «Κορινθιανική Δημοκρατία». Η πρωτοβουλία είχε την υποστήριξη του προπονητή και της διοίκησης της ομάδας. Όλες οι αποφάσεις για την ομάδα – από τους παίκτες που θα υπογράφονταν μέχρι τους μισθούς που θα καταβάλλονταν – λαμβάνονταν δημοκρατικά. Η ομάδα επίσης συμμετείχε σε διαδηλώσεις κατά της δικτατορίας και προωθούσε τη δημοκρατία στην εφημερίδα της, ακόμα και στις εμφανίσεις της. Καταργήθηκε η υποχρεωτική παραμονή σε ξενοδοχείο πριν τους αγώνες, επιστρέφοντας την αυτονομία και την υπευθυνότητα στους παίκτες που συχνά αντιμετωπίζονταν σαν παιδιά.
Οι Κορίνθιανς κέρδισαν δύο συνεχόμενα πρωταθλήματα της πολιτείας Σάο Πάολο και απέκτησαν διεθνή αναγνώριση. Εν τω μεταξύ, δέχονταν φρενήρη επίθεση από τα βραζιλιάνικα μέσα, ακόμα και από κάποιους άλλους παίκτες. Η κίνηση αυτή έλαβε τέλος με την αποχώρηση των πιο σημαντικών προσωπικοτήτων της το 1984: Του Σόκρατες, που είχε ανακοινώσει πως θα εγκατέλειπε τη Βραζιλία αν δεν αποκαθίστατο η δημοκρατία, και του Σαζαγκάρντε που πήγε να παίξει στον Α.Ο. Σάο Πάολο.
Στη διάρκεια των λίγων χρόνων της Κορινθιανικής Δημοκρατίας, ο σύλλογος δεν κέρδισε μόνο ηθικό κύρος, αλλά και κατόρθωσε να διευθετήσει τα οικονομικά του προβλήματα. Μέχρι τότε δεν είχε διεξαχθεί κανένα παρόμοιο πείραμα – τουλάχιστον όχι σε τέτοια κλίμακα.
Σχεδόν όλοι οι παίκτες της ομάδας παραμένουν πολιτικά ενεργοί. Δυστυχώς, κάποιοι έχουν γίνει επαγγελματίες πολιτικοί…
Σχετικά με τους ριζοσπαστικούς που γράφουν για το ποδόσφαιρο, όπως ο Οσβάντο Μπάγιερ και ο Εντουάρντο Γκαλεάνο;
Ο Γκαλεάνο είναι φοβερός! Πάντα λέω ότι τα βιβλία του Γκαλεάνο θα έπρεπε να είναι υποχρεωτικό ανάγνωσμα για τα παιδιά στις ακαδημίες ποδοσφαίρου! Και ο Μπάγιερ είναι σπουδαίος. Και οι δύο κατορθώνουν να προσελκύουν τόσο ένα ριζοσπαστικό, όσο και ένα παραδοσιακό κοινό.
Πιστεύω πως οι διανοούμενοι γενικότερα μπορούν να συνεισφέρουν σε σημαντικό βαθμό στον αθλητισμό, αφού τα αθλήματα μπορούν να αποτελέσουν επαναστατικό μέσο αλλαγής της κοινωνίας. Βέβαια, ο Γκαλεάνο και ο Μπάγιερ δεν έχουν άμεση επιρροή στην πραγματική διοίκηση των ποδοσφαιρικών συλλόγων, αλλά εμπνέουν τον κόσμο να αντιστέκεται στην τάση για μετατροπή του ποδοσφαίρου από παιχνίδι σε επιχείρηση. Δεν θέλουμε να καταναλώσουμε το ποδόσφαιρο, θέλουμε να το πάρουμε στα χέρια μας! Ήταν δικό μας πριν μας το πάρει ο καπιταλισμός.
Μιλήστε μας για τον Α.Ο. Αουτόνομος. Πότε ιδρύθηκε ο σύλλογος; Ποιες είναι οι φιλοδοξίες του;
Ο Α.Ο. Αουτόνομος ιδρύθηκε το Μάιο του 2006 από μια ομάδα πανκς που είχαν μπουχτίσει από άλλους πανκς που αμφισβητούσαν το πάθος τους για το ποδόσφαιρο και από άλλους οπαδούς που αμφισβητούσαν το πάθος τους για την πανκ. Σκεφτήκαμε ότι θα ήταν πιο αποτελεσματικό να τα συνδυάσουμε. Εκτιμήσαμε ότι η ανάμειξη του πάθους για αυτοσχέδια πανκ με το πάθος για το ποδόσφαιρο μόνο ισχυρότερους θα μπορούσε να μας κάνει. Είχαμε αποκομίσει κάποια εμπειρία παίζοντας σε αυτοσχέδια τουρνουά 5×5. Όταν οι Αουτόνομος ιδρύθηκαν επίσημα, αρχικά παίζαμε με ομάδες 7×7 στην πόλη του Σάο Πάολο. Με το πέρασμα του χρόνου έρχονταν όλο και περισσότεροι χάρη στην ανοιχτή μας δομή και τη δημόσια διαδικασία λήψης αποφάσεων και μετατραπήκαμε σε ομάδα 11×11, παίζοντας το «πραγματικό παιχνίδι».
Δεν ήμασταν ποτέ αυστηρά «αναρχική» ομάδα, μα πάντοτε «αυτοδιαχειριζόμενη». Δεν υπήρχε ποτέ η ανάγκη να διατυπώσουμε τις αρχές μας στο χαρτί, επειδή τις διασφαλίζαμε συνεχώς: αντιρατσισμός, αντιομοφοβία, αντιεμπορευματοποίηση, αλληλεγγύη, αυτοδιαχείριση. Η ενεργή συμμετοχή στις υποθέσεις του συλλόγου είναι εξίσου σημαντική με τα ποδοσφαιρικά προσόντα. Η αυτοδιαχείριση δεν είναι πάντα εύκολη. Απαιτεί αφοσίωση και υπευθυνότητα από όλους.
Η φιλοδοξία του συλλόγου ήταν να παίζει ποδόσφαιρο και να εξαπλώνει το μήνυμα πως εάν όλοι μπορούν να παίξουν ποδόσφαιρο, όλοι μπορούν να συμμετέχουν και στην ανάπτυξη της κοινωνίας. Τώρα που έχουμε διευρυνθεί, έχουμε θέσει μεγαλύτερους στόχους, όπως να αποκτήσουμε το δικό μας γήπεδο και ίσως τη δική μας εφημερίδα. Σήμερα, έχουμε δύο αντρικές ομάδες 11×11 και μια γυναικεία 5×5. Σε κάθε αγώνα εμφανίζονται όλο και περισσότεροι.
Αφού δώσαμε συνέντευξη σε ένα αναρχικό ειδησεογραφικό πρακτορείο από την Πολιτεία του Σάο Πάολο, ήρθαμε σε επαφή με περισσότερους αριστερούς που εντοπίζουν επαναστατικές προοπτικές στο άθλημα. Ελπίζω ότι οι Αουτόνομος μια μέρα θα συμβάλλουν στην αλλαγή του ποδοσφαίρου και της κοινωνίας – τουλάχιστον στο Σάο Πάολο. Πώς; Μη ρωτάς! Δεν έχουμε πρόγραμμα. Διαμορφώνουμε την πορεία μας μέρα με τη μέρα…
Υπάρχουν παρόμοιες ομάδες στη Λατινική Αμερική;
Δεν γνωρίζω εάν υπάρχει άλλος σύλλογος στη Λατινική Αμερική που λειτουργεί με τον ίδιο τρόπο. Κάποιες πολιτικές ομάδες έχουν ποδοσφαιρικές ομάδες. Για παράδειγμα στο Σάο Πάολο οι κομμουνιστές φοιτητές είχαν μια ομάδα που ονομαζόταν Máquina Vermelha, που σημαίνει «Κόκκινη Μηχανή». Παίξαμε μαζί τους, είχε πλάκα.
Πάντοτε αναζητώ άλλους λατινοαμερικάνικους συλλόγους σαν εμάς, γιατί θα ήθελα πολύ να οργανώσουμε ένα Εναλλακτικό Παγκόσμιο Κύπελλο, σαν αυτό που οργανώνεται κάθε χρόνο στην Ευρώπη. Μάλλον αυτή είναι η μεγάλη φιλοδοξία του Α.Ο. Αουτόνομος. Βασικά, πρόσφατα ανακάλυψα τον Αθλητικό και Κοινωνικό Σύλλογο Ερνέστο Τσε Γκεβάρα στην Αργεντινή! Πρόσφατα συζητήσαμε για να κανονίσουμε μια συνάντηση, να ανταλλάξουμε εμπειρίες και να οργανώσουμε ένα Εναλλακτικό Κύπελλο Νοτίου Αμερικής!
Αναφέρατε την πολιτική ισχύ των οπαδών ποδοσφαιρικών ομάδων στη Λατινική Αμερική. Δηλώνουν κάποιοι εξ αυτών αριστεροί; Υπάρχει κάτι ισοδύναμο με την κίνηση των Ευρωπαίων ούλτρας;
Υπάρχει μια ομάδα μέσα στους υποστηρικτές της Κορίνθιανς, η Movimento Rua São Jorge, η οποία είναι αριστερή και επικριτική απέναντι στο σύγχρονο ποδόσφαιρο. Προσπαθούν να οργανώσουν έναν σύνδεσμο για διαφορετικές ομάδες υποστηρικτών, προκειμένου να υπερασπιστούν τα συμφέροντά τους κι έχουν ισχυρούς δεσμούς με τη Via Campesina και το MST, το Κίνημα Βραζιλιάνων Ακτημόνων Εργατών, το οποίο είναι πιθανότατα το σημαντικότερο κοινωνικό κίνημα στη χώρα. Η βασική ομάδα υποστηρικτών της Κορίνθιανς ιδρύθηκε από αριστερούς φοιτητές το ’60, αλλά θα ήταν τραβηγμένο σήμερα να τους πούμε αριστερούς.
Όσον αφορά τους φανατικούς, υπάρχει τουλάχιστον μια ομάδα, οι Ultras Resistência Coral, που υποστηρίζουν την Ferroviário Atlético Clube, μια Βραζιλιάνικη ομάδα από την Πολιτεία Κεαρά. Ωστόσο, δεν υπάρχει κανένα ξεκάθαρο κίνημα φανατικών οπαδών, υπάρχουν μάλλον ομάδες που γνωρίζουν για τους φανατικούς και τους θαυμάζουν – συχνά, βέβαια, όσον αφορά τη βία.
Πώς νομίζετε πως το ποδόσφαιρο μπορεί να συμβάλλει σε έναν καλύτερο κόσμο;
Το ποδόσφαιρο, όπως το βλέπω εγώ, αντικατοπτρίζει τη ζωή. Στο παιχνίδι μπορείς να βρεις – τουλάχιστον μεταφορικά – όλες τις πτυχές της ζωής. Είναι η σύγχρονη εκδοχή του αρχαίου Ελληνικού θεάτρου: συμπεριλαμβάνει το δράμα, την ατομική προσπάθεια, τη συλλογική συνεισφορά, την ανόρθωση των ανθρώπων από τον πάτο της κοινωνίας, ξεπερνώντας όλα τα εμπόδια. Το ποδόσφαιρο μάς διδάσκει πολλά σημαντικά πράγματα για τη ζωή, παρά την ανταγωνιστική του πλευρά: ο νικητής ποτέ δεν συνθλίβει τον ηττημένο. Το ποδόσφαιρο, όπως η ζωή, είναι ένας κύκλος: η σημερινή ήττα γίνεται αυριανή νίκη. Ποτέ δεν έχουμε τελειώσει!
Επιπλέον, σε μια εποχή όπου όλα έχουν καταστεί εφήμερα, το ποδόσφαιρο διατηρεί το γεωγραφικό και ιστορικό του στίγμα: συνδέει ταυτότητες με τόπους και μας διδάσκει ότι η ιστορία γράφεται από όλους καθημερινά. Το ποδόσφαιρο χτίζει αυτήν την ιστορία, μια προφορική ιστορία. Έμαθα για το παρελθόν της ομάδας μου από παλαιότερους ανθρώπους και νοιώθω ότι αυτό το παρελθόν είναι και δικό μου κτήμα. Αν συνθέσεις όλες αυτές τις οπτικές είναι εύκολο να διακρίνεις την επαναστατική δυνατότητα του ποδοσφαίρου. Αντί να διαιρεί τους ανθρώπους τους συνδέει. Φυσικά, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε τις μάχες και τους πολέμους που προκλήθηκαν από υποστηρικτές ομάδων σε όλο τον κόσμο. Όμως αυτό είναι αποτέλεσμα του καπιταλισμού: είναι μια έκφανση του καπιταλιστικού ανταγωνισμού. Σε έναν κόσμο όπου δεν θα υπήρχαν σύνορα, όπου δεν θα φοβόσουν για την απώλεια της ταυτότητάς σου από ξένους εισβολείς, το είδος του μίσους που οδηγεί σε τέτοια περιστατικά θα ήταν απίθανο.
Οι διαστάσεις του προβλήματος είναι πολύ μεγαλύτερες από εκείνες του ποδοσφαίρου. Στην πραγματικότητα, το ποδόσφαιρο μπορεί να χαράξει δρόμους για έναν διαφορετικό κόσμο: έχει λίγους πολύ απλούς και εύκολα κατανοητούς κανόνες, μπορεί να παιχθεί οπουδήποτε και απαιτεί πολύ λίγο εξοπλισμό, είναι ανοιχτό στον οποιονδήποτε. Είναι το μοναδικό άθλημα στον κόσμο όπου μια πολύ χειρότερη ομάδα μπορεί να κερδίσει μια υποτιθέμενα ανίκητη ομάδα – και στο επόμενο παιχνίδι όλα αλλάζουν ξανά. Όπως είπα, το ποδόσφαιρο είναι σαν τη ζωή: ό,τι συνέβη δεν αλλάζει και γίνεται ιστορία, αλλά μπορούμε να μάθουμε από την ιστορία και να προχωρήσουμε σε νέα πράγματα. Και μπορούμε να το κάνουμε μαζί με τους αντιπάλους μας στο ποδοσφαιρικό γήπεδο: μπορούμε να μεγαλώσουμε μαζί τους αντί να τους πολεμάμε. Αυτό μπορεί να ηχεί ρομαντικό, αλλά αρνούμαι να ζω χωρίς ρομαντισμό.